Ο ανθρώπινος εγκέφαλος αποτελεί την πλέον περίπλοκη δομή στον πλανήτη βρίσκεται σε συνεχή λειτουργία και δεν σταματά ποτέ κατά τη διάρκεια της ζωής μας. Ο εγκέφαλος αποτελείται από 100 δισεκατομμύρια νευρώνες και 60 τρισεκατομμύρια συνάψεις φτάνοντας σε αριθμό τα αστέρια του γαλαξία μας. Ένα κομμάτι εγκεφάλου μεγέθους κόκκου άμμου περιέχει 100.000 νευρώνες και 1 δισεκατομμύριο συνάψεις!

Η κατανόηση της λειτουργίας του εγκεφάλου είναι καθοριστικής σημασίας για τη μελέτη της επίδρασης του συναισθήματος (και των σφαλμάτων που προκύπτουν από αυτό) στις γενικότερες προσωπικές και κοινωνικές συμπεριφορές.

Πώς λαμβάνει λοιπόν αποφάσεις το “μαύρο κουτί” του εγκεφάλου; Ποιος είναι ο ρόλος των στερεοτύπων (stereotypes), των συναισθημάτων (emotions), των φημών (rumors), του θορύβου (noise) στις επιχειρηματικές, επενδυτικές και πολιτικές αποφάσεις; Πώς και γιατί δημιουργούνται οι χρηματοπιστωτικές κρίσεις και οι φούσκες;

Στα ερωτήματα αυτά απαντά ο νέος κλάδος της χρηματοοικονομικής που ονομάζεται συμπεριφορική χρηματοοικονομική (behavioral finance) και πιο συγκεκριμένα το γνωστικό πεδίο της νευροχρηματοοικονομικής (neurofinance).

Αν θεωρήσουμε τον ανθρώπινο εγκέφαλο σαν ένα μαύρο κουτί (black box) που λαμβάνει πληροφορίες και δεδομένα επεξεργασμένα ή μη (inputs), τότε θα μπορούσαμε να τον παρομοιάσουμε με έναν ηλεκτρονικό υπολογιστή, αλλά πολύ βασικό υπολογιστή με σχετικά περιορισμένες υπολογιστικές ικανότητες και αμφισβητούμενη ικανότητα ουσιαστικής μάθησης μέσα στον χρόνο. 

Λόγω των γνωστικών μας περιορισμών, ψυχολόγοι και νευροεπιστήμονες υποστηρίζουν ότι ο εγκέφαλος επιλέγει συγκεκριμένα τμήματα δεδομένων και πληροφοριών, πολύ συχνά υποσυνείδητα με αμφισβητούμενης αποτελεσματικότητας αποτελέσματα (outputs).

Η μεροληπτική χρήση των φιλτραρισμένων ή μη δεδομένων, σε συνδυασμό με την επίδραση των συναισθημάτων και των ευριστικών κανόνων (εμπειρικών κανόνων για τη λήψη γρήγορων αποφάσεων), οδηγεί πολύ συχνά σε λανθασμένες και μη ορθολογικές αποφάσεις.

Αυτό το πρόβλημα εντείνεται σημαντικά όταν οι αποφάσεις είναι πιο περίπλοκες και υπάρχει αυξημένη αβεβαιότητα και ιδιαίτερα όταν παρουσιάζονται ακραίες καταστάσεις στις αγορές (extreme market conditions), όπως αυτή που βιώνει σήμερα η ελληνική κοινωνία.

Φήμες, στερεότυπα, συναισθήματα αλλά και κάθε είδους συμφέροντα επηρεάζουν κυρίως σε μεγάλο βαθμό τη διαδικασία λήψης των αποφάσεών μας.
Ο εγκέφαλος πολύ συχνά καλείται να αντιμετωπίσει νέες γνώσεις και πληροφορίες, οι οποίες έρχονται σε αντίθεση με τις υπάρχουσες γνώσεις και τις παγιωμένες πεποιθήσεις του, δημιουργώντας μια δυσάρεστη κατάσταση, η οποία είναι γνωστή στην ψυχολογία ως γνωστική ασυμφωνία (Cognitive Dissonance).

Η θεωρία της γνωστικής ασυμφωνίας εισήχθη από τον κοινωνικό ψυχολόγο Leon Festinger (1956-57) και μπορεί να θεωρηθεί ως μια “δικλείδα ψυχολογικής προστασίας” του ατόμου για να μην αποδεχθεί τα παρελθόντα σφάλματά του. Η συμπεριφορική προσέγγιση μπορεί να οδηγήσει σε λανθασμένες αποφάσεις καθώς τα άτομα τείνουν να προσαρμόζουν, να απορρίπτουν ή ακόμη και να αγνοούν νέες πληροφορίες και γνώσεις με σκοπό να διατηρήσουν την ψυχολογική τους σταθερότητα και ηρεμία, ιδιαίτερα όταν πρόκειται για σημαντικά προσωπικά ή κοινωνικά θέματα.

Τη δύσκολη περίοδο που διανύουμε σήμερα στη χώρα μας, ένα σύνολο πληροφοριών διοχετεύεται και δημοσιοποιείται στα μέσα ενημέρωσης από ομάδες αντικρουόμενων “συμφερόντων” (ΕΚΤ, Ε.Ε., ξένοι αξιωματούχοι, εγχώρια πολιτικά κόμματα), ενισχύοντας τον θόρυβο (noise) και δυσχεραίνοντας την κατανόηση μιας πολύπλοκης εγχώριας και διεθνούς οικονομικής πραγματικότητας.

Τα εγχώρια πολιτικά κόμματα πρέπει να ξεκινήσουν έναν ειλικρινή διάλογο με απώτερο σκοπό δημιουργικές αλλά και ρεαλιστικές προτάσεις για μια Ελλάδα πραγματικά ανεξάρτητη, στηριζόμενη στις δικές της δυνάμεις οραματιζόμενοι την Ελλάδα του μέλλοντος.