Των Αλέξανδρου Κασιμάτη, Γρηγόρη Νικολόπουλου

Για τον Ελληνα πολίτη, οι κίνδυνοι παραμένουν αυξημένοι λόγω των εγχώριων προβλημάτων και της ύφεσης, αλλά και λόγω των εξελίξεων στην Κύπρο. Μπορεί οι καταθέσεις στα ελληνικά υποκαταστήματα των κυπριακών τραπεζών να είναι εξασφαλισμένες και να εξαιρούνται από τη φορολόγηση, η Κύπρος, όμως, είναι από τους μεγαλύτερους οικονομικούς εταίρους της χώρας. Αρκετοί Ελληνες έχουν καταθέσεις στην Κύπρο και πολλές μεγάλες ελληνικές επιχειρήσεις έχουν εκεί σημαντικούς τραπεζικούς λογαριασμούς και θα υποστούν σημαντική ζημιά. Επίσης, δύσκολα είναι τα πράγματα για όσους έχουν εμπορικές συναλλαγές με την Κύπρο. Η κατάρρευση της κυπριακής οικονομίας θα έχει αναμφίβολα σημαντικές επιπτώσεις στην Ελλάδα. Τουλάχιστον για κάποιο αρχικό χρονικό διάστημα. Μεγάλο ερώτημα βέβαια για την Ελλάδα είναι αν στο μέλλον θα επιβληθεί και εδώ κούρεμα των καταθέσεων. Σήμερα δεν υπάρχει κανείς απολύτως λόγος να γίνει αυτό. Η Ελλάδα έχει ενταχθεί στο μνημόνιο, ακολουθεί ένα συγκεκριμένο πρόγραμμα, καλείται να λάβει συγκεκριμένα μέτρα και να πετύχει συγκεκριμένους στόχους. Αν τα κάνει αυτά, δεν χρειάζεται να κόψει τις καταθέσεις.
Τι θα γίνει, όμως, αν δεν τα πετύχει; Τι θα γίνει αν το πρόγραμμα πέσει έξω και χρειαστεί η Ελλάδα επιπλέον ενίσχυση από την Ευρώπη; Σε αυτή την περίπτωση (η οποία δεν είναι καθόλου απίθανη) ενδέχεται να ακολουθηθεί η ίδια γραμμή και στην Ελλάδα.  Παρόλο, λοιπόν, που σήμερα δεν υπάρχει ορατός φόβος επιβολής φόρου επί των καταθέσεων στην Ελλάδα, δεν μπορεί κάτι τέτοιο να αποκλειστεί για το μέλλον. Ιδιαίτερα αν δεν καταφέρει η ελληνική κυβέρνηση να εφαρμόσει τις επιβεβλημένες από την Ευρωπαϊκή Ενωση μεταρρυθμίσεις, κυρίως στον περιορισμό του δημόσιου τομέα και τις αποκρατικοποιήσεις. Μία ακόμη πηγή κινδύνου για την επιβολή αυτού του φόρου θα ήταν η αποτυχία της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών, ή η αύξηση των αναγκών τους σε κεφάλαια, πέραν αυτών που έχουν συμφωνηθεί. Σε αυτή την περίπτωση πάλι η Ευρώπη μπορεί να βρεθεί στον πειρασμό να «σώσει» τις ελληνικές τράπεζες με τα λεφτά των καταθετών τους.

Οι άγριες διαθέσεις της τρόικας

Του Δημήτρη Μαρκόπουλου

Η κυπριακή κρίση βρίσκει την Ελλάδα σε μια πολύ δύσκολη συγκυρία, με τη διαπραγμάτευση με την τρόικα ανοικτή. Επειτα από συζητήσεις με την τρόικα, σχεδόν δύο εβδομάδων, οι δανειστές έφυγαν για να επιστρέψουν στα τέλη του μήνα ή και στην αρχή του Απριλίου. Τα ανοικτά θέματα είναι η κινητικότητα των 25.000 δημοσίων υπαλλήλων και ο αριθμός των δόσεων για τις ληξιπρόθεσμες οφειλές σε ασφαλιστικά ταμεία και εφορίες. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η τρόικα μετά την επίδειξη δύναμης στην Κύπρο έρχεται με άλλο αέρα να «διαπραγματευτεί» με την ελληνική πλευρά. Η κυβέρνηση θα δεχτεί μεγάλες πιέσεις για το θέμα της κινητικότητας, και τα περιθώρια ελιγμών θα είναι ελάχιστα έως μηδαμινά, καθώς θα πρέπει να πείσουμε τους δανειστές ότι κινούμαστε σύμφωνα με το πρόγραμμα. Δεδομένου ότι μέσα στην τρικομματική κυβέρνηση γίνεται ένας συγκερασμός απόψεων και το θέμα των δημοσίων υπαλλήλων αποτελεί «ταμπού» για τους Ελληνες πολιτικούς, η κυβέρνηση θα κληθεί να συμμορφωθεί προς τις υποχρεώσεις του μνημονίου χωρίς καθυστέρηση. Ανάλογες πιέσεις θα υπάρξουν στην κυβέρνηση και για το πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων, που θα ζητηθεί να τηρηθούν χωρίς καμία καθυστέρηση οι δεσμεύσεις που έχουν αναληφθεί για ΟΠΑΠ και ΔΕΠΑ-ΔΕΣΦΑ προκειμένου να πιάσουμε τον στόχο των 2,5 δισ. ευρώ που έχουμε αποδεχτεί. Από την άλλη πλευρά, η κυπριακή κρίση εντείνει την αβεβαιότητα και τους κινδύνους, καθιστώντας έτσι πιο περίπλοκες και απαιτητικές τις επενδύσεις στην Ελλάδα και συνεπώς πιο δύσκολο το ελληνικό πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων. Αν το ελληνικό πρόγραμμα δεν πετύχει και χρειαστούμε νέες έκτακτες ενισχύσεις, πιθανόν η Ευρώπη να μας υποδείξει ως λύση τη φορολόγηση των ελληνικών καταθέσεων.