Γιάννης Μακρυγιάννης

tags
Επικίνδυνες οι εκλογές, ενώ θα νικήσει η ΝΔ;

Επικίνδυνες οι εκλογές, ενώ θα νικήσει η ΝΔ;

Παρακολούθησα με ενδιαφέρον το διάγγελμα, σε αμπαλάζ συνέντευξης –λέει- του Αντώνη Σαμαρά στη ΝΕΡΙΤ. Και συγκράτησα το σημείο, που διαβεβαίωνε ότι οι εκλογές τον συμφέρουν γιατί είναι βέβαιο ότι θα τις κερδίσει.

Απλά δεν τις θέλει γιατί θα κάνουν, όπως είπε με σιγουριά, κακό στη χώρα. Οι εκλογές, μας είπε, είναι επικίνδυνες και θα βάλουν τη χώρα σε περιπέτεια, γι’ αυτό και ο ίδιος θα κάνει ό,τι είναι δυνατόν να τις αποτρέψει. Ενδιαφέρον και αποκαλυπτικό σκεπτικό. Ας το εξετάσουμε με ψυχραιμία.

1.Οι εκλογές θα διαρκέσουν ένα μήνα, ένα διάστημα πολύ μικρό δηλαδή σε σχέση με όσα διακυβεύονται και με βάση τα χρονοδιαγράμματα που «παίζουν» γενικά: Εδώ η αξιολόγηση του προγράμματος από την τρόικα, ξεκίνησε τον Σεπτέμβριο κι ακόμα να τελειώσει. Δόθηκε ήδη παράταση 2 μηνών, ενώ συζητούνταν ακόμη και εξάμηνη παράταση. Δεν έγινε δηλαδή και τίποτα εάν πάνε όλα ένα μήνα πίσω, τουλάχιστον δεν φάνηκε κάτι τέτοιο από όσα είπε ο κ. Σαμαράς. Άρα κάπου αλλού, υπάρχει ο κίνδυνος, -αν υπάρχει -  όχι στον ένα μήνα των εκλογών.

2.Αφού όμως θα εκλεγεί και πάλι η ΝΔ, όπως μας λέει ο κ. Σαμαράς, πού ακριβώς είναι ο κίνδυνος; Θα συνεχίσει η ίδια κυβέρνηση, με τους ίδιους υπουργούς, που ξέρουν και τα θέματα και είναι προετοιμασμένοι, χωρίς να χαθεί ούτε μία επιπλέον ώρα. Μάλιστα, η διαπραγματευτική θέση της κυβέρνησης θα είναι πλέον πιο ισχυρή: Θα έχει νωπή λαϊκή εντολή, θα έχει κατατροπώσει τον εχθρό - πάντα σύμφωνα με τις αναλύσεις που έκανε στη ΝΕΡΙΤ ο κ. Σαμαράς – άρα θα μπορεί να πει και μία κουβέντα παραπάνω στους δανειστές. Να μιλήσει έστω με τον αέρα του νικητή.

3.Νίκη της ΝΔ στις εκλογές, όπως λέει ο κ. Σαμαράς, σημαίνει ήττα του ΣΥΡΙΖΑ. Δεν είναι λοιπόν, με τον «εχθρό» ηττημένο, πιο πειστική η πολιτική σταθερότητα; Προτιμά μία «πολιτική σταθερότητα» που θα προκύψει από ετερόκλητη και συγκυριακή προεδρική πλειοψηφία 180 διάσπαρτων βουλευτών, πολλοί από τους οποίους έχουν αποδοκιμάσει έντονα την κυβερνητική πολιτική, από μία δυναμική έκφραση της λαϊκής βούλησης; Προφανώς, αφού μας διαβεβαιώνει ότι θα κερδίσει τις εκλογές, οι κάλπες είναι το καλύτερο γιατρικό για την «πολιτική σταθερότητα».

Η περίεργη «εξίσωση Σαμαρά» έχει ως εξής: Οι εκλογές, που θα αναδείξουν κινητή τη ΝΔ, είναι επικίνδυνες! Άθελά του ομολογεί την αλήθεια, όπως μας τα λέει τα πράγματα.

Εκτός βέβαια κι αν δεν ισχύουν όλα όσα λέει, όπερ και το λογικότερο. Ήτοι:

Οι εκλογές ή θα είναι νικηφόρες για τη ΝΔ, άρα θα ωφελήσουν τη χώρα – αν πιστεύουμε ότι η κυβέρνηση τα πάει καλά – ή θα είναι καταστροφή για τη χώρα επειδή θα νικήσει ο ΣΥΡΙΖΑ, όπως μας… απειλεί συνεχώς η κυβέρνηση.

Δηλαδή το «νικάω στις εκλογές, αλλά δεν θέλω να τις κάνω επειδή θα χαθεί ένας μήνας», ενώ θα μπορούσε να λυθεί μια και καλή το πρόβλημα της πολιτικής σταθερότητας, δεν ισχύει.

Τι ισχύει; Το εξής: Ο κ. Σαμαράς δεν θέλει τις εκλογές με τίποτα γιατί ξέρει ότι θα τις χάσει. Όταν μάλιστα μας λέει ότι η χώρα διατρέχει ακόμα και τώρα, μετά από 2 (του Παπανδρέου) συν τρία (του Παπαδήμου και δικά του) χρόνια θυσιών, θανάσιμο κίνδυνο, είναι σαν να ομολογεί την παταγώδη αποτυχία του. Δεν κατάφερε να θωρακίσει στο παραμικρό τη χώρα, μας λέει.

Ξέρει λοιπόν ότι θα τις χάσει, όπερ σημαίνει τούτο: Ότι ο λαός θέλει άλλη κυβέρνηση στο τιμόνι της χώρας. Υπάρχει δηλαδή δυσαρμονία ανάμεσα στη λαϊκή βούληση και την κυβέρνηση. Κι αυτό στις δημοκρατίες σημαίνει ότι πρέπει να γίνουν εκλογές το συντομότερο, δηλαδή αμέσως.

Άρα οι εκλογές δεν είναι επικίνδυνες, αλλά αναγκαίες: ή θα αναδείξουν νικητή τη ΝΔ, άρα δεν ισχύουν όσα λέει περί κινδύνων, ή θα αναδείξουν νικητή τον ΣΥΡΙΖΑ, δηλαδή θα διορθώσουν το πρόβλημα της δυσαρμονίας που ίσως υπάρχει και αυτό είναι και καλό για τη Δημοκρατία, αλλά και δικαίωμα της χώρας, όταν κρίνεται το μέλλον της.

Γιάννης Μακρυγιάννης

Μα, ούτε ο Κουράκος κύριε;

Μα, ούτε ο Κουράκος κύριε;

Το απογοητευτικό για την κυβέρνηση και τον κ. Δήμα αποτέλεσμα της πρώτης ψηφοφορίας στη Βουλή για την ανάδειξη Προέδρου της Δημοκρατίας δεν προδικάζει ίσως την τελική έκβαση της συγκεκριμένης αναμέτρησης, που θα δούμε στις 29 Δεκεμβρίου.

Καταδεικνύει όμως το πολιτικό αδιέξοδο και το δράμα που ζει η κυβέρνηση. Φανερώνει τα όριά της, την αδυναμία σοβαρής πειθούς για την πολιτική της και κάτι ακόμη, πιο εντυπωσιακό: Ότι ζει στον κόσμο της, ένα κόσμο πλασμένο με παραμυθένια «success story» που ενώ ξεκίνησαν για να αποχαυνώσουν τους πολίτες, τελικά κοίμισαν τους εμπνευστές τους.

Οι άνθρωποι πιστεύουν ότι… πέτυχαν! Ότι η χώρα δεν κάνει χωρίς αυτούς! Πιστεύουν ότι μας… έσωσαν. Το πιστεύουν αυτό και μας το λένε, την ίδια ώρα που μας λένε ότι είμαστε μπροστά σε τεράστιους κινδύνους, που απειλούν να καταστρέψουν και να.. αφανίσουν τη χώρα. Βρίσκονται δηλαδή σε παραλήρημα μεγαλείου, όχι απλά σε κρίση αλαζονείας, αυθυποβάλλονται δε σε ψευδαισθήσεις! Πίστευαν δηλαδή ότι μόλις φωνάξουν τον… δράκο και βάλουν μερικούς θλιβερούς φίλους τους από την Ευρώπη να υπερασπίσουν τη σημερινή κυβέρνηση και να αποκηρύξουν στον ΣΥΡΙΖΑ, σε συνδυασμό με την πτώση του χρηματιστηρίου, θα καθαρίσουν τη… δουλειά: Οι ανεξάρτητοι βουλευτές θα τρέξουν να παρατείνουν την ζωή της κυβέρνησης, ώστε να μην έλθει ο… «μπαμπούλας», που λέγεται ΣΥΡΙΖΑ και όλα καλά και ωραία. Δηλαδή ότι ο κ. Σαμαράς,

-      χωρίς να παραδεχθεί ότι χρειάζονται διορθώσεις στην πολιτική του και στη γραμμή της διαπραγμάτευσης με τους δανειστές,

-      χωρίς να παρουσιάσει το πραγματικό του σχέδιο για την επόμενη ημέρα, ήτοι τι δεσμεύσεις και τι μέτρα προτίθενται να αναλάβει έναντι της τρόικας,

-      χωρίς να επιδιώξει ουσιαστική διεύρυνση του κυβερνητικού μπλοκ με τους «πρόθυμους» να τον ακολουθήσουν σε νέα μνημονιακά μονοπάτια,

-      χωρίς να μιλήσει καν για το χρόνο των εκλογών, μιας και όλοι αντιλαμβάνονται – πλην του επιτελείου του – ότι δεν μπορεί να πάει μακριά αυτή η κυβερνητική βαλίτσα,

-      χωρίς να συζητήσει και να συμφωνήσει με κανέναν για έναν υποψήφιο πρόεδρος Δημοκρατίας ευρύτερης αποδοχής, έστω στο χώρο των μνημονιακών δυνάμεων,

θα έπαιρνε τα πάντα: Ενάμισι χρόνο ακόμη στην εξουσία, με λευκή επιταγή για τις πολιτικές του και έναν Πρόεδρο Δημοκρατίας του κεφιού του.

Με αυτή τη λογική λοιπόν και παρά το ότι οργίασαν οι απειλές περί επερχόμενης… Αποκάλυψης στη χώρα, δεν έπεισε ούτε τον… Κουράκο, ούτε τον Γιοβανόπουλο, ούτε τον Βασίλη Οικονόμου, ούτε καν τον Πάρι Μουτσινά, που έχει όλη την καλή διάθεση ο άνθρωπος να βάλει πλάτη για να μην έλθει στα πράγματα εκείνος ο… τρισκατάρατος ΣΥΡΙΖΑ.

Όλη αυτή η ιστορία είναι ενδεικτική μίας αρρωστημένης νοοτροπίας ενός συστήματος εξουσίας, που ούτε τη χώρα βοήθησε, αλλά δεν μπορεί ούτε τον εαυτό του πλέον.

Ακόμη και στην περίπτωση που βρεθούν τελικά 180 βουλευτές να ψηφίσουν Πρόεδρο Δημοκρατίας από τη σημερινή Βουλή, πιστεύει στ’ αλήθεια κανείς ότι θα υπάρχει την επομένη μια κυβέρνηση με στέρεη βάση και ηθική νομιμοποίηση για να υλοποιήσει τις νέες επώδυνες δεσμεύσεις προς την τρόικα και να καθορίζει τις τύχες της χώρας;

Οι εκλογές ήταν και είναι η ενδεδειγμένη διέξοδος. Και έχει σημασία να βαδίσει κανείς με όση αξιοπρέπεια μπορεί σε αυτές… 

Γιάννης Μακρυγιάννης

Ομολογία ήττας ή ελιγμός η επιλογή του Σ. Δήμα

Ομολογία ήττας ή ελιγμός η επιλογή του Σ. Δήμα

Με βάση τις αντιδράσεις κομμάτων της αντιπολίτευσης και ανεξάρτητων βουλευτών στη φαεινή ιδέα του Αντώνη Σαμαρά να προτείνει τον Σταύρο Δήμα ως υποψήφιο Πρόεδρο Δημοκρατίας, είναι καλύτερα για την κυβέρνηση να μην… γίνουν καν οι σχετικές ψηφοφορίες: Ας παραδώσει κατευθείαν στον ΣΥΡΙΖΑ και τον Αλέξη Τσίπρα για να μην ταλαιπωρούμαστε μέσα στις γιορτές με… περιττές διαδικασίες, το αποτέλεσμα των οποίων το αντιλαμβανόμαστε ήδη.
Δυσκολεύομαι όμως να πιστέψω ότι όντως ο Σαμαράς ελπίζει πως ο Σταύρος Δήμας – ένας κατά τα άλλα συμπαθητικά αξιοπρεπής συντηρητικός πολιτικός – θα του φέρει τους πολυπόθητους 180 βουλευτές, ώστε να αποφύγει την προσφυγή σε πρόωρες εκλογές.

Εάν πράγματι το πιστεύει, πρέπει να είναι η συμπεριφορά του μοναδική στα πολιτικά πράγματα της χώρας κατά την τελευταία 30ετία: Ουδείς πρωθυπουργός τόλμησε να προτείνει για Πρόεδρο Δημοκρατίας έναν πολιτικό που δεν ξεπερνά τα στενά κομματικά του όρια. Ουδείς μάλιστα πρότεινε υποψήφιο Πρόεδρο από τον δικό του πολιτικό χώρο. Μοναδική εξαίρεση ήταν ίσως ο Κωνσταντίνος Καραμανλής το 1990, όταν όμως ο ιδρυτής της ΝΔ και πρόσωπο σύμβολο της μεταπολίτευσης, ξεπερνούσε κατά γενική ομολογία τα όρια της παράταξής του – αφήστε που με το ζόρι τον πρότεινε τότε ο Μητσοτάκης.

Τόση αμετροέπεια και τέτοια προσήλωση στο παραταξιακό και κομματικό στοιχείο, δεν είχαμε ξαναδεί από πρωθυπουργό. Και μάλιστα με την εξής παραδοξότητα: Όλοι οι άλλοι πρότειναν Πρόεδρο εκτός του κόμματός τους, ενώ ήταν επικεφαλής μονοκομματικών, αυτοδύναμων κυβερνήσεων, ενώ ο Σαμαράς καίτοι πρωθυπουργός μίας συμμαχικής κυβέρνησης προτείνει κομματικό υποψήφιο!

Το πιθανότερο βέβαια είναι να μην πιστεύει ότι ο Δήμας θα φέρει τους 180. Δεν μπορεί να μην του είχαν μπει ψύλλοι στα αυτιά και τώρα απλά να αιφνιδιάστηκε από την ομοβροντία αρνήσεων. Σε αυτή λοιπόν την περίπτωση δύο τινά συμβαίνουν:

-      Ή ο Σαμαράς ξέρει ότι δεν μπορεί να συγκεντρώσει με τίποτα τους 180 και απλά κολακεύει την παράταξή του, στοχεύοντας στη συσπείρωση των δεξιών δυνάμεων γύρω του, τις δύσκολες μέρες που έρχονται για το κόμμα του. Βάζει δηλαδή τον θεσμό να υπηρετήσει τις κομματικές του επιδιώξεις. Άρα απλά ομολογεί την ήττα του και στρέφει το ενδιαφέρον του στην επόμενη ημέρα και πώς θα αντιμετωπιστεί, αλλά και πώς θα αντιμετωπίσει τους δικούς του. Δεν μπορεί να μην αντιλαμβανόταν ότι για να συσπειρωθούν σε αυτή τη φάση δυνάμεις από ένα ευρύτερο πολιτικό φάσμα χρειάζεται και μία υποψηφιότητα με ανάλογη αποδοχή και αναγνώριση.

-      Ή η επιλογή Δήμα είναι απλά ένας ελιγμός απελπισίας, μήπως καταφέρει τελικά να συγκεντρώσει τους 180 γύρω από μία άλλη υποψηφιότητα, που θα προκύψει μετά την πρώτη ή και τη δεύτερη ανεπιτυχή ψηφοφορία. Εξηγούμαι: Ο Σαμαράς επενδύει στο κλίμα αβεβαιότητας και καταστροφής, που καλλιεργείται από διάφορες πλευρές εξαιτίας της διαφαινόμενης αδυναμίας να εκλεγεί Πρόεδρος. Και ευελπιστεί ότι αυτό το κλίμα θα κάνει πολλούς ανεξάρτητους βουλευτές ή και βουλευτές που είναι σε κόμματα της ελάσσονος αντιπολίτευσης να το ξανασκεφτούν. Και ίσως τότε, με «αντάλλαγμα» μία άλλη, πιο «λαμπερή» και ευρύτερης προέλευσης και αποδοχής υποψηφιότητα, να προσελκύσει τις απαιτούμενες ψήφους.

Ας μην αναρωτιέται κανείς εάν γίνεται να αλλάξει η υποψηφιότητα του Δήμα, στη δεύτερη ή, κυρίως στην τρίτη ψηφοφορία, από την ώρα που ο Σαμαράς είπε ότι θα πάει με αυτόν και στις τρεις ψηφοφορίες. Φυσικά και γίνεται να προκύψει άλλη υποψηφιότητα, είτε ως πρόταση άλλων, είτε με οικειοθελή αποχώρηση του ίδιου του Δήμα, που θα αντιληφθεί ότι δεν συγκεντρώνει με τίποτα τους 180.

Για να μάθουμε τι ακριβώς συμβαίνει χρειάζεται απλά υπομονή… γιατί η υπομονή είναι ο δρόμος που οδηγεί στο παλάτι της σοφίας, όπως λένε συχνά οι φιλοσοφούντες των δημοσιογραφικών γραφείων…

Γιάννης Μακρυγιάννης

Αποστασία και Μεταδημοκρατία

Αποστασία και Μεταδημοκρατία

Φυσικά και οποιοσδήποτε θα μπορεί να μιλήσει για αποστασία στην περίπτωση που βουλευτές διαφοροποιηθούν όχι μόνο από την απόφαση του κόμματός και τελικά ψηφίσουν για Πρόεδρο της Δημοκρατίας από τη σημερινή Βουλή, αλλά και από τις δικές τους μέχρι πρότινος πολιτικές θέσεις και απόψεις για να παρατείνουν τη ζωή μιας κυβέρνησης την οποία επικρίνουν από το πρωί μέχρι το βράδυ.

Για να το ξεκαθαρίσουμε: Αποστασία δεν είναι όταν διαφωνείς επί της πολιτικής κατεύθυνσης και αποχωρείς από το κόμμα σου - αλίμονο. Αποστασία είναι να διαφοροποιείσαι ξαφνικά από το κόμμα σου και ενώ έλεγες άλλα, να πράττεις τελικά διαφορετικά σε μία κρίσιμη καμπή.

Αλλά το θέμα δεν είναι μόνο αυτό με την επικείμενη προεδρική εκλογή. Στο κάτω κάτω δεν είναι η πρώτη φορά που σημειώνονται αποστασίες.

Το κύριο πρόβλημα είναι το πείραμα της Μεταδημοκρατίας για το οποίο μίλησε ο Τσίπρας, που εφαρμόζεται στη χώρα μας από τις πιο αντιδραστικές δυνάμεις που κυριάρχησαν στην Ευρώπη εδώ και δεκαετίες.

Είναι δηλαδή η πλήρης υποταγή των εκλεγμένων θεσμών στις λεγόμενες αγορές.

Ακούς τους βουλευτές και το πολιτικό προσωπικό που διοικεί τη χώρα να επικαλούνται συνεχώς τη βούληση των περιβόητων πια αγορών.

Οι αγορές θα κάνουν τούτο, οι αγορές θα κάνουν το άλλο, λένε και τρομάζω. Τρομάζω όχι για τα σκληρά, τα άδικα και τα αναποτελεσματικά μέτρα που έρχονται και τις άκρως νεοφιλελεύθερες και αντιδραστικές μεταρρυθμίσεις που προωθούνται, αλλά για τη Δημοκρατία.

 Βλέπω πολιτικούς τρομοκρατημένους, μοιραίους και άβουλους, να περιμένουν τις αγορές για να πουν κι αυτοί τη γνώμη του. Δηλαδή για να συνταχθούν με τις βουλές των αγορών τελικά.

Μα, αν είναι να αποφασίζουν κάθε φορά τα fund και τα επενδυτικά κεφάλαια, έτσι ασύδοτα και χωρίς να δίνουν λογαριασμό σε κανέναν, τότε τι χρειαζόμαστε τη Βουλή και την κυβέρνηση; Θα μας λέει η Bank Of America και το Capital τι να κάνουμε και έτσι η σεμνή τελετή, που από τα χρόνια του Διαφωτισμού λέμε Δημοκρατικό Πολίτευμα και κοινοβουλευτισμό, λήγει.

Μπορεί πάλι να είναι απλά το πρόσχημα η επίκληση των αγορών. Να έχουν στοιχηθεί πίσω τους όλα τα κοράκια της ακραίας συντήρησης και του νεοφιλελευθερισμού, αξιοποιώντας τες για να περάσουν τις πολιτικές τους.

Με τις αγορές λοιπόν παρέα θα αποφασίσουν και για τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και για τις εκλογές. Ή τουλάχιστον έτσι θα προσπαθήσουν.

Δεν ξέρω εάν ο ΣΥΡΙΖΑ θα πετύχει αυτή τη φορά το στόχο του, δηλαδή να προκαλέσει εκλογές, ώστε να αποκατασταθεί μια εμφανής δυσαρμονία ανάμεσα στη λαϊκή βούληση και την εφαρμοζόμενη πολιτική. Πιθανόν να μην τα καταφέρει, όπως δεν τα κατάφερε και με τις ευρωεκλογές – και γι’ αυτό οξύνει την κριτική ο Τσίπρας. Ίσως πρόκειται για μία άνιση μάχη, αλλά σίγουρα είναι μια αναμέτρηση που αξίζει να τη δώσει κανείς.

Διότι όταν εκλεγμένοι αντιπρόσωποι του λαού στο κοινοβούλιο όχι απλά δεν παραδέχονται το πρόβλημα με την επικυριαρχία που επιζητούν οι αγορές επί της πολιτικής, αλλά το επικαλούνται ως φυσιολογικό δεδομένο, τότε τα πράγματα είναι πιο σοβαρά και πιο απογοητευτικά απ’ όσο νομίζαμε. 

Γιάννης Μακρυγιάννης

Μόνη τους ελπίδα ο φόβος

Μόνη τους ελπίδα ο φόβος

Ο Μακιαβέλι γράφει στον Ηγεμόνα ότι είναι καλύτερο για τον ηγέτη να τον φοβούνται παρά να τον αγαπάνε. Και εξηγεί ότι η αγάπη εξαρτάται από τη καλή πρόθεση του λαού, ενώ ο φόβος από τη συμπεριφορά του ηγέτη. Άρα ο φόβος είναι πιο αποτελεσματικό και σίγουρο μέσο ελέγχου και διατήρησης της εξουσίας.

Δεν ξέρω πώς σκέφτεται αυτά τα μακιαβελικά ο Σαμαράς και τι θα προτιμούσε θεωρητικά. Αλλά έτσι όπως τα έκανε τα πράγματα, δύο χρόνια ως αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης και τρία ως πρωθυπουργός, έχει μόνο ένα δρόμο, έτσι κι αλλιώς: τον φόβο! Διότι σε… αγάπη από τους πολίτες δεν μπορεί να ελπίζει – εκτός κι αν όντως μας… ψεκάζουν, αλλά τι στο διάολο!

Ο φόβος λοιπόν είναι το μόνο μέσο για να παραμείνει στην εξουσία. Και η τρομοκράτηση πολιτών και, κυρίως βουλευτών, που θα κληθούν να επιλέξουν σε εκλογές ή κυβέρνηση, κατά τη διαδικασία της προεδρικής εκλογής.

Ετοιμαστείτε για μια ισχυρή δόση φόβου λοιπόν.

Θα μας πουν ότι οι αγορές έχουν τρομάξει από τον ΣΥΡΙΖΑ – για να τρομάξουμε στην πραγματικότητα εμείς.

Θα μας πουν ότι θα καταρρεύσει η χώρα και μόνο στην ιδέα ότι θα φύγει από πρωθυπουργός ο Σαμαράς και από υπουργοί ο Σκρέκας και ο Καρασμάνης.

Θα μας πουν ότι οι τράπεζες θα χάσουν τις καταθέσεις – ο Άδωνις θα βοηθήσει αυθορμήτως και ενθέρμως μπας και γίνει πραγματικότητα αυτό.

Θα μας πουν ότι δεν πρόκειται να αλλάξει τίποτα προς το καλύτερο, γιατί η τρόικα θα είναι εξίσου σκληρή και ανυποχώρητη και με τον ΣΥΡΙΖΑ, άρα προς τι η φασαρία.

Πιθανόν ορισμένα από αυτά να γίνουν και στην πράξη για ένα διάστημα τουλάχιστον, προκειμένου ο εκβιασμός να γίνει αντιληπτός και στον τελευταίο.

Αλλά τα δεδομένα είναι ακράδαντα και τα ερωτήματα αδυσώπητα: ή η συνταγή (της τρόικας) απέτυχε ή οι μάγειροι, δηλαδή η κυβέρνηση. Πιθανόν και οι δύο. Διότι ούτε στις αγορές βγαίνουμε, ούτε τους στόχους πετύχαμε, ούτε το ΔΝΤ φεύγει, ούτε καν το μνημόνιο  λήγει – η πιθανότερη λύση είναι να παραταθεί το υπάρχον, εάν δεν αντικατασταθεί με κάποιο άλλο παρόμοιο.

Άρα γιατί να συνεχίσεις την ίδια συνταγή με τους ίδιους μαγείρους; Για να μην γίνουν ακόμα χειρότερα τα πράγματα, λένε. Μόνο που τα πράγματα πάνε έτσι κι αλλιώς ως τώρα προς το χειρότερο. Αυτό δείχνουν και οι συζητήσεις στο Παρίσι, ανεξάρτητα εάν θα υπάρξει συμφωνία κυβέρνησης – τρόικας και πώς αυτή θα υλοποιηθεί πολιτικά, οικονομικά και επικοινωνιακά.

Λένε «μα είναι λύση ο ΣΥΡΙΖΑ»; Απάντηση: θα αποδειχθεί, μπορεί να είναι, μπορεί και όχι.

Αλλά όταν οι σημερινοί είναι το πρόβλημα, είναι οι τελευταίοι που δικαιούνται να μιλήσουν για το πού βρίσκεται η λύση…

Γιάννης Μακρυγιάννης

Βάλε μια μερίδα πολιτική σταθερότητα με ολίγη από συναίνεση!

Βάλε μια μερίδα πολιτική σταθερότητα με ολίγη από συναίνεση!

Αφού μας φλόμωσαν επί ένα χρόνο με το Success Story, το οποίο έπεσε κι έσπασε σαν καρπούζι, τώρα μας σερβίρουν νέο πιάτο: «Πολιτική σταθερότητα», σου λέει.

Φυσικά με «συναίνεση». Στον άνεργο δηλαδή και στον καταδιωκόμενο από την εφορία του λένε φάε… μια μερίδα πολιτική σταθερότητα, καλά ψημένη στο φούρνο, με γαρνιτούρα βραστή συναίνεση! Και, αλίμονο, με τίποτα πρόωρες εκλογές – πειράζουν στο… στομάχι!

Βλέπω με πόση ζέση ανακάλυψαν κάποιοι την αξία των δύο αυτών στοιχείων. Και μας τις παρουσιάζουν ως… μέγα αγαθό της δημοκρατίας. Μα, η πολιτική σταθερότητα και η συναίνεση δεν είναι αυτοσκοπός. Είναι απλά τα μέσα για να επιτευχθεί ο σκοπός. Εάν η χώρα πάει καλά, ναι, χρειάζεται πολιτική σταθερότητα. Και αν υπάρχει πραγματική σύγκλιση απόψεων μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων, ναι, χρειάζεται συναίνεση. Εδώ, όμως δεν συμβαίνει ούτε το ένα, ούτε το άλλο. Άρα, πολιτική σταθερότητα και συναίνεση για ποιον και γιατί; Για να συνεχιστεί κι άλλο αυτή η (δήθεν) στρατηγική έναντι των δανειστών, που μέχρι και οι Financial Times καταδικάζουν, αναγνωρίζοντας ότι η προσέγγιση του ΣΥΡΙΖΑ και της αριστεράς είναι η ορθή; Ή για να διατηρήσουν την εξουσία, όσοι μας έφεραν στα πρόθυρα νέου μνημονίου, αποτυγχάνοντας παταγωδώς στους ίδιους τους στόχους τους;   

Επειδή λοιπόν η σχετική συζήτηση και η επίκληση της συναίνεσης, της πολιτικής σταθερότητας και της ανάγκης, λέει, να αποφευχθούν οι πρόωρες εκλογές με βάζει σε μεγάλο πειρασμό, θυμήθηκα τι ακριβώς έκαναν την τελευταία 20ετία τα κόμματα, που μιλούν για όλα αυτά:

·         Το 1993 ο Σαμαράς έριξε την κυβέρνηση Μητσοτάκη (στην οποία αρχικά μετείχε) δέκα μήνες πριν την ολοκλήρωση της θητείας της. Τότε προφανώς «υπήρχε λόγος σοβαρός»!

·         Το 1996, ο Σημίτης πήγε σε πρόωρες εκλογές 13 μήνες πριν τη λήξη της τετραετίας. Όλοι κατάλαβαν ότι το έκανε γιατί κέρδιζε, αλλά κανείς δεν τον κατηγόρησε – τουλάχιστον όχι μέσα από το ΠΑΣΟΚ!

·         Το 2000, ο Κώστας Καραμανλής ως αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης ζήτησε να επισπευστούν οι εκλογές για να ψηφίσει κι αυτός τον Στεφανόπουλο στην προεδρία της Δημοκρατίας. Ο Σημίτης συμφώνησε και οι εκλογές έγιναν 5 μήνες πριν την τετραετία.

·         Το 2004, ο Σημίτης επίσπευσε τις εκλογές κατά 3 μήνες, θεωρώντας ότι έτσι θα ωφελούνταν το ΠΑΣΟΚ από τη δυναμική του Γιώργου Παπανδρέου, που είχε αναλάβει την ηγεσία του Κινήματος.

·         Το 2007, ο Κώστας Καραμανλής πήγε σε εκλογές οκτώ μήνες πριν τη συμπλήρωση της τετραετίας, προφανώς επειδή κέρδιζε άνετα τον Παπανδρέου και κανείς δεν τον κατηγόρησε – τουλάχιστον όχι μέσα από τη ΝΔ!

·         Το 2009, ο Παπανδρέου ξεκαθάρισε ότι θα έριχνε – αφού μπορούσε – την κυβέρνηση Καραμανλή ενάμιση χρόνο πριν την ολοκλήρωση της θητείας της. Ο Καραμανλής το αντιλήφθηκε και πήγε σε εκλογές, προφανώς για να σκάσει η χρεοκοπία στα χέρια του ΠΑΣΟΚ, 2 χρόνια πριν την τετραετία!

·         Το 2011 ο Σαμαράς ζήτησε να πέσει η κυβέρνηση Παπανδρέου, 2 χρόνια πριν να λήξει η θητεία της. Συμφώνησε σε αυτό και ο Βενιζέλος. Οι εκλογές έγιναν τελικά 17 μήνες πριν να λήξει η τετραετία της τότε Βουλής, με την κυβέρνηση Παπαδήμου να απομακρύνεται κακήν κακώς.

Επί 21 χρόνια δηλαδή, σε επτά περιπτώσεις, οι εκλογές δεν έγιναν ΠΟΤΕ, μα ΠΟΤΕ στην ώρα τους. Με ευθύνη και των δύο κομμάτων, ενώ υπεύθυνος 2 φορές ήταν ο Σαμαράς, 3 ο Σημίτης, 3 ο Καραμανλής και μία ο Παπανδρέου – σε ορισμένες περιπτώσεις ευθυνόταν περισσότεροι από ένας!   

Ποιος είπαμε ότι μίλησε για πολιτική σταθερότητα, συναίνεση και αποφυγή πρόωρων εκλογών;   
 

newmoney team

Λένε συναίνεση, εννοούν παράδοση

Λένε συναίνεση, εννοούν παράδοση

Ας είμαστε ειλικρινείς. Όλη αυτή η συζήτηση περί συναίνεσης και εθνικής συνεννόησης και τα σχετικά, δεν είναι τίποτα περισσότερο από ένα σύνηθες πολιτικό και επικοινωνιακό παιχνίδι, που ζεσταίνεται και ξαναζεσταίνεται για να πλασαριστεί όταν μια κυβέρνηση βλέπει ότι σφίγγουν τα γάλατα. Και για να κατηγορήσει την αντιπολίτευση ότι δεν συνδράμει την εθνική προσπάθεια (την οποία φυσικά... πάντα εκφράζει η κυβέρνηση), ακυρώνοντας το ρόλο της αντιπολίτευσης.

Είναι σύνηθες οι κυβερνήσεις στον τόπο μας να αδιαφορούν για κάθε είδους συνεννόηση και συναινετικών διαδικασιών όταν νιώθουν ισχυρές. Τότε οι κυβερνητικές ενέργειες δείχνουν «πυγμή», «αποφασιστικότητα»,«αδιαφορία για το πολιτικό κόστος» και άλλα τέτοια όμορφα.

Όταν αρχίζει η κατρακύλα έρχονται και τα υποκριτικά μπαλαμούτια στην αντιπολίτευση, ιδίως την αξιωματική. Τι εκθειασμός του ρόλου της και της σημασίας της, τι αναγνώριση της συμβολής της στην εθνική προσπάθεια, υπό τον όρο βέβαια να συμφωνήσει στην κυβερνητική πολιτική, πέφτει, δεν λέγεται.

Μέχρι χθες για παράδειγμα ο Τσίπρας ήταν ο επικίνδυνος, ο καταστροφέας, περίπου ο τρομοκράτης, ο αρχηγός των μπαχαλάκηδων.

Ξαφνικά και επειδή πέφτουν οι τροϊκανές σφαλιάρες σύννεφο, αλλά κυρίως επειδή τα γκάλοπ δείχνουν ότι η κυβέρνηση γκρεμοτσακίζεται, ανασύρεται από το ντουλάπι το κοστουμάκι της συναίνεσης. Και ο Τσίπρας γίνεται ο χρήσιμος σύμμαχος.

Φυσικά δεν είδα ποτέ εκείνους που πιέζουν την αντιπολίτευση να συναινέσει στα δύσκολα της κυβέρνησης, να πιέζουν και την κυβέρνηση όταν είναι στα εύκολα να κάνει μια στοιχειώδη συνεννόηση με την αντιπολίτευση.

Η καραμέλα περί συναίνεσης δεν είναι τίποτα περισσότερο από το παραδοθεί η αντιπολίτευση στις ορέξεις της κυβέρνησης. Και φυσικά στην πολιτική της κυβέρνησης.

Όταν και εάν υπάρχει σύγκλιση απόψεων και στρατηγικών, τότε ναι. Έχει νόημα να αναζητηθεί. Αλλά εδώ είναι σαφές ότι δεν υπάρχει. Και επί της ουσίας της πολιτικής που ασκείται, αλλά και για δύο ακόμη λόγους: από τη  μια μεριά είναι όσοι διαχειρίστηκαν τα πράγματα και φέρουν τις ευθύνες για εδώ που είμαστε και από την άλλη είναι δυνάμεις που δεν φέρουν καμία ευθύνη. Αλλά και επειδή ανάμεσα στη δεξιά και στον ΣΥΡΙΖΑ υπάρχει χάος στις αντιλήψεις – εκτός κι αν πρέπει να γίνουν όλοι μπαλτάκοι, γεωργιάδηδες και φορτσάκηδες!

Και βεβαίως έχει νόημα μια συνεννόηση, όχι φυσικά η συναίνεση σε αποτυχημένες πολιτικές, όταν είναι καταφανές το αδιέξοδο. Όταν το παραδέχονται όλοι, και κυρίως η κυβέρνηση, ανοιχτά. Και, πρωτίστως αυτό, όταν όλοι είναι έτοιμοι να αναλάβουν τις ευθύνες τους, με πρώτη την κυβέρνηση.

Εδώ όμως μας λέει η κυβέρνηση ότι πέτυχε και ότι οδηγεί τη χώρα με ασφάλεια στην έξοδο από την κρίση. Ότι απελευθερώνει τη χώρα από την τρόικα και τα μνημόνια. Ότι έχει την εμπιστοσύνη και την αναγνώριση των δανειστών! Άρα τι νόημα έχει οποιαδήποτε κουβέντα για συναίνεση της αντιπολίτευσης;

Δεν μπορεί να συμβαίνουν και τα δύο: Και η κυβέρνηση να πέτυχε, αλλά και να έχει την ανάγκη της αντιπολίτευσης για συναίνεση, τώρα που η πολιτική της υποτίθεται ότι δικαιώνεται.

Ή η κυβέρνηση πέτυχε, άρα ας σταματήσει η κοροϊδία με την καραμέλα περί συναίνεσης, ή δεν πέτυχε και γι’ αυτό έχει ανάγκη από τη στήριξη της αντιπολίτευσης, άρα ας το παραδεχθεί και ας αποχωρήσει από τη σκηνή. Είτε για εκλογές, είτε για τη συγκρότηση μιας άλλης κυβέρνησης συνεργασίας με άλλα πρόσωπα – το πρώτο είναι το ενδεδειγμένο βέβαια για να μην ξαναζήσουμε νόθες καταστάσεις σαν εκείνη με τον Παπαδήμο.

Γιάννης Μακρυγιάννης

ΦΟΡΤΩΣΗ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΩΝ