Γιάννης Μακρυγιάννης

tags

                        
Το σκιάχτρο Άδωνις ή η επανάληψη της ιστορίας ως φάρσα

Το σκιάχτρο Άδωνις ή η επανάληψη της ιστορίας ως φάρσα

Στις εκλογές που έγιναν τον Ιούνιο του 2012, δανειστές, «εταίροι» - και πολιτικές εταίρες αν θέλετε – και παραδοσιακό πολιτικό μπλοκ με προεξάρχουσα δύναμη τη δεξιά έστησαν εσπευσμένα έναν εκβιασμό και μια κινδυνολογία άνευ προηγουμένου, γύρω από τη δήθεν έξοδό μας από το ευρώ και κατάφεραν να φέρουν τούμπα τα πράγματα: Κέρδισαν.
Στην αναμέτρηση του Μαΐου τότε είχαν υποτιμήσει την κατάσταση και την κοινωνική αντίδραση. Νόμιζαν ότι θα λειτουργούσε το εκκρεμές του δικομματισμού και η ΝΔ θα απορροφούσε τη μεγαλύτερη δυσαρέσκεια για το ΠΑΣΟΚ και έτσι, μέσα από μια νέα συμμαχία των δύο αυτών κομμάτων, θα εξασφαλιζόταν η ομαλή και απρόσκοπτη εφαρμογή των μνημονίων. Διαψεύστηκαν όμως και έτσι τον Ιούνιο βρήκαν το κατάλληλο μοτίβο, δηλαδή το ενδεδειγμένο τρομοκρατικό δίλημμα.

Η μάχη τότε κρίθηκε στο θέμα του ευρώ, αφού επιστρατεύτηκε ο φόβος μιας μεγάλης ανατροπής στην πορεία και τη θέση της χώρας. Κρίθηκε υπό την απειλή ότι θα διαλυθεί όλο το σύστημα, αρχής γενομένης από το τραπεζικό: όλοι θυμήθηκαν – βοήθησαν σε αυτό και κατάλληλες προπαγανδιστικές επιθέσεις – τι έγινε με τη χρεοκοπία της Αργεντινής και τις φωτιές στα ΑΤΜ.

Η ιστορία πάει να επαναληφθεί και το 2014 – 2015: Μέχρι πριν λίγο καιρό, ίσως μέχρι τη ΔΕΘ, η κυβέρνηση πίστευε ότι οι εκλογές μπορεί να κριθούν με τα φούμαρα περί success story, δηλαδή οι εκλογείς να πουν ένα μεγάλο ευχαριστώ στον Σαμαρά. Φευ! Ούτε success story υπάρχει, ούτε λόγος για ευχαριστώ.

Έτσι μερικοί σκαρφίστηκαν να επαναλάβουν το παλιό τρομοκρατικό δίλημμα, αυτό με το οποίο νίκησαν το 2012. Η αλλαγή κυβέρνησης, λένε, και η έλευση του ΣΥΡΙΖΑ θα φέρει μαζί της την καταστροφή: Θα μας διώξουν από το ευρώ, θα φύγουν οι καταθέσεις, θα έρθει η Αποκάλυψη, η Δευτέρα Παρουσία, το τέρας του Λοχ Νες και πάει λέγοντας…

Και μόνο όμως που βγάλανε τον Άδωνι για να δουν εάν το δόλωμα πιάνει ψάρια καταλαβαίνει κανείς: Το 2012 βγήκαν μέχρι και ξένοι ηγέτες και διατύπωναν απειλές. Τώρα βγαίνει ο Άδωνις. Σαν να λέμε, εκεί που κρεμούσαν οι αντάρτες τ’ άρματα, κρεμούν οι γύφτοι τα νταούλια»…

Δεν υπάρχει πια χώρος, λόγος και αφορμή για τέτοιες γελοιότητες. Η κυβέρνηση απέτυχε παταγωδώς και είναι ανάγκη να υπάρξει μια άλλη πορεία. Αυτό δεν το σταματάει καμία απειλή και κανένας φόβος.

Ο Άδωνις είναι σαν τα σκιάχτρα που βάζουν οι αγρότες στα χωράφια για να διώχνουν τα πουλιά. Από μακριά είναι ψιλοτρομακτικά, από κοντά όμως γελάς με την ψυχή σου, κυρίως με την ευρηματικότητα του κατασκευαστή τους να συνθέσει τα κουρέλια γύρω από έναν καλαμένιο σταυρό.

Κάποιοι λένε ότι έτσι όπως συμπεριφέρεται η κυβέρνηση, δια του Αδώνιδος, είναι επικίνδυνη για την σταθερότητα της οικονομίας. Μπούρδες. Το πολύ πολύ να απειλήσει τον Μάρκο Σεφερλή. Μόνο ένα θέμα υπάρχει: Πώς νιώθουν από αισθητικής και πολιτισμικής άποψης – από πολιτικής είναι σαφές, πιστεύω ότι δεν πρέπει να τους αδικήσω – οι σοβαροί παράγοντες και ψηφοφόροι της κεντροδεξιάς παράταξης όταν τους εκπροσωπεί ο Άδωνις; Να είστε βέβαιοι: Απ' όλη αυτή την ιστορία μόνο αυτό θα μείνει στο τέλος για συζήτηση: Πώς ανέχτηκαν τόσο καιρό και τόσοι πολλοί τον Άδωνι...

Γιάννης Μακρυγιάννης

Ο Τσίπρας και ο Γουίλμπερφορς

Ο Τσίπρας και ο Γουίλμπερφορς

Στην  ταινία «ο δρόμος προς την ελευθερία», που ακολουθεί την πορεία του βρετανού πολιτικού Γουίλλιαμ Γουίλμπερφορς, παρουσιάζεται με έναν συγκλονιστικό και γοητευτικό τρόπο πώς ο τελευταίος πέτυχε να καταργηθεί η δουλεία στην Αγγλία:
Αφού είδε και απόειδε με την τακτική του να πηγαίνει στο κοινοβούλιο το σχετικό νομοσχέδιο και να του το απορρίπτουν διαρκώς, το πήγε πλαγίως. Με μια φαινομενικά άσχετη ρύθμιση σε ένα άσχετο νομοσχέδιο κατάφερε να καταστήσει το δουλεμπόριο παράνομο, αφού τα δουλεμπορικά, έτσι όπως γίνονταν τα δρομολόγια, κινδύνευαν να επιταχθούν στον πόλεμο με τη Γαλλία. Με το πρακτικό δίλημμα ή σταματάτε το δουλεμπόριο που σαν αναγκάζει να πηγαίνετε από εμπόλεμες ζώνες ή συνεχίζετε και χάνετε τα πλοία σας, η δουλεία ουσιαστικά σταμάτησε για να καταργηθεί μετά και τυπικά.

Τον Γουίλμπερφορς μου θύμισε ο Αλέξης Τσίπρας με όσα είπε στη Θεσσαλονίκη. Όπως το εμφάνισε το πράγμα, δεν θα σκίσει μια κι έξω κανένα μνημόνιο το βράδυ των εκλογών. Θα αρχίσει όμως να ξηλώνει το μνημόνιο σιγά – σιγά μέχρις ότου αυτό δεν θα υπάρχει στην πράξη, τουλάχιστον το μεγαλύτερο μέρος του.

Είναι τέτοιοι οι παραλογισμοί της μνημονιακής συνταγής και ακόμη πιο παρανοϊκές ορισμένες πλευρές εφαρμογής του από τους κρετίνους της κυβέρνησης (βλέπε ΕΝΦΙΑ κλπ), που μπορεί να κάνει πολύ δουλειά – και τη διαφορά – έως ότου επιχειρήσει, να επιχειρήσει τελικά, κάποια ολική ανατροπή.

Ο Τσίπρας θα βάλει μπροστά τα αυτονόητα. Τα οποία δεν κοστίζουν και πολλά χρήματα. Μόνο να σταματήσει την τρέλα με τις ποινικές διώξεις για οφειλές στο δημόσιο, θα κάνει χάρη σε πολύ κόσμο. Θα πει κανείς ότι αυτό μπορεί να το κάνει στο μεταξύ και ο Σαμαράς. Ναι, αλλά ο Σαμαράς δεν μπορεί να κάνει πολλά πράγματα ούτε με τον ΕΝΦΙΑ, ούτε με το βασικό μισθό – βγήκε και τον υπεράσπισε την Κυριακή άλλωστε - ούτε με τις χαμηλές συντάξεις. Εδώ 500 εκατομμύρια είχε πριν τις ευρωεκλογές να μοιράσει και δεν κατάφερε ούτε αυτό να κάνει σωστά!  

Τι κάνει λοιπόν ο Τσίπρας; Σου λέει θα δώσω 500 εκατομμύρια για τις χαμηλές συντάξεις για να μην έχουμε τα γνωστά καταγεγραμμένα δράματα στην τρίτη ηλικία των τελευταίων χρόνων. Σου λέει θα κάνω ένα πρόγραμμα με δωρεάν εισιτήρια στα μέσα μαζικής μεταφοράς για τους άνεργους και πάμφτωχους. Θα κάνω ένα ευρύ πρόγραμμα συσσιτίων και θα δώσω ρεύμα σε όσους δεν μπορούν να πληρώσουν. Και θα ξαναφέρω το πετρέλαιο θέρμανσης σε λογική τιμή, γιατί η εξίσωση είναι μια οικονομική και κοινωνική τρέλα, την οποία πρέπει να εμπνεύστηκαν παράφρονες. Μπορεί άραγε να σταματήσει η Μέρκελ και η τρόικα τέτοιες πολιτικές; Να του πουν δεν ανακυκλώνουμε το δανεισμό και σας βγάζουμε από το ευρώ; Όταν έχει βουίξει η διεθνής πιάτσα για τη λιτότητα στην Ελλάδα; Φαντάζεται κανείς τι έχει να γίνει μέσα και έξω από την Ελλάδα εάν η τρόικα και η Μέρκελ αρχίζουν τις ζεϊμπεκιές των απειλών και των εκβιασμών με αφορμή τέτοιες πολιτικές;

Μπορεί να του πει η Μέρκελ σας βγάζουμε από την Ευρώπη επειδή πάτε το βασικό μισθό στα 751 ευρώ, όταν θα υπάρχει συμφωνία μεταξύ των κοινωνικών εταίρων – ίσως και επειδή στο μεταξύ η κυβέρνηση θα έχει δώσει κίνητρα στις επιχειρήσεις, όπως ενέργεια με χαμηλό κόστος; Εδώ ίσως ο Τσίπρας θα πρέπει να πάρει όντως το παράδειγμα της Κρίστνερ στην Αργεντινή, με το εθνικό μέτωπο που έφτιαξε απέναντι στα κοράκια των αγορών.

Ο Τσίπρας δείχνει να έχει σχέδιο για το πώς θα αρχίσει τη δουλειά. Δεν φαίνεται αν έχει σχέδιο για το πώς θα τη συνεχίσει. Εάν θελήσει δηλαδή να τη συνεχίσει και δεν επαναπαυτεί ή φοβηθεί.

Γιάννης Μακρυγιάννης

Γκίκας, έτοιμος για όλα – σε βάρος μας…

Γκίκας, έτοιμος για όλα – σε βάρος μας…

Το πρόβλημα με τις γραμμές είναι ότι πρέπει να ξέρεις τι να τις κάνεις. Γι παράδειγμα σε ένα γνωστό ανέκδοτο ο τροχονόμος τραβά μια άσπρη γραμμή στην άσφαλτο και ο εξεταζόμενος με αλκοτέστ οδηγός σκύβει να τη… ρουφήξει, μπερδεύοντάς την κιμωλία με κάτι άλλο.

Ο Γκίκας Χαρδούβελης όμως δεν έχει τέτοια προβλήματα. Είπε από την αρχή, πριν καν ξεκινήσει για το Παρίσι και τις συναντήσεις αναψυχής με την τρόικα, ότι δεν υπάρχουν κόκκινες γραμμές για την ελληνική κυβέρνηση. Ότι η τρόικα δηλαδή μπορεί να ζητήσει ό,τι θέλει και η ελληνική κυβέρνηση ίσως (γιατί όχι δηλαδή) να το δεχθεί.

Ο Χαρδούβελης είναι ωμά ειλικρινής. Περιγράφει αυτό που ισχύει στις σχέσεις της κυβέρνησης με την τρόικα: Δεν πρόκειται για διαπραγματεύσεις, αλλά για μια σχέση επικυρίαρχων και υπόδουλων.

Στη διαπραγμάτευση βάζεις και κόκκινες γραμμές και απαράβατα όρια. Τουλάχιστον τα λες και τα διεκδικείς. Ακόμη κι αν κατά βάθος ξέρεις ότι δύσκολα θα τα κρατήσεις όλα. Ωστόσο τα λες τουλάχιστον.

Όταν λες όμως ότι δεν έχει κόκκινες γραμμές, άρα δεν σε πειράζει τίποτα, τότε ξεβρακώνεσαι από την αρχή. Δηλώνεις συμβιβασμένος. Είναι σαν να παίζεις πόκερ και να φανερώνεις τα χαρτιά σου και να λες στον αντίπαλο ότι έχει το ελεύθερο να κάνει ό,τι θέλει. 

Η αλήθεια λοιπόν είναι η εξής: Για τους νεοφιλελεύθερους με μανδύα «εκσυγχρονιστή» και «μεταρρυθμιστή» δεν χρειάζεται η τρόικα να τους πει τίποτα. Είναι από μόνοι τους θιασώτες του μνημονίου, των περικοπών, της λιτότητας, ως μέσο εξαγνισμού μιας κοινωνίας. Θεωρούν περιττά και το κοινωνικό κράτος και την πρόνοια και την προστασία των αδυνάτων και την διασφάλιση εργασιακών δικαιωμάτων και την ύπαρξη του δημόσιου τομέα στην οικονομία.

Γι’ αυτό δεν τους νοιάζει να πουν τίποτα αντίθετο και δυσάρεστο στην τρόικα: Ούτε για την αδιέξοδη λιτότητα, που επισημαίνουν κορυφαίοι οικονομολόγοι, ούτε για την ύφεση και τα σχετικά λάθη του ΔΝΤ, ούτε για τις κοινωνικές και ανθρωπιστικές επιπτώσεις της κρίσης.

Δεν κάνουν διαπραγμάτευση. Κάνουν επικύψεις. Δεν βλέπουν «απέναντι πλευρά», αλλά «συνεργάτες» και «ομοϊδεάτες». Δεν είναι με τη χώρα, είναι με την τρόικα.

Εκεί είναι ακριβώς το πρόβλημά μας: Ότι ενώ στο διεθνές πεδίο αυξάνονται οι φωνές κατά της συνταγής του Βερολίνου και των νεοφιλελεύθερων, από την Ελλάδα, το κατεξοχήν θύμα των πολιτικών αυτών, δεν ακούγεται κιχ. Κι όταν το θύμα δεν βγάζει άχνα, τι να σου κάνουν οι άλλοι;

Εμείς δεν έχουν τα προβλήματα του Ολάντ, που έβαλε κάποιους δυσάρεστους για τη Μέρκελ υπουργούς και αναγκάστηκε να τους αλλάξει μόλις η τελευταία πήρε ανάποδες. Εμείς βάλαμε κατ’ ευθείαν τους εκλεκτούς της Μέρκελ και της τρόικας – π.χ. Στουρνάρας και Χαρδούβελης – και ησυχάσαμε.

Γι’ αυτό και η ιστορία γράφεται μέχρι τώρα όπως γράφεται – με το χειρότερο τρόπο δηλαδή. Όπως θα γραφόταν και η ιστορία εάν στις Θερμοπύλες δεν ήταν επικεφαλής ο Λεωνίδας, αλλά ο Εφιάλτης - ή έστω ο Γκίκας τέλος πάντων.

Γιάννης Μακρυγιάννης

Η δεξιά πολιτική το πρόβλημα του ΠΑΣΟΚ – και μετά η δεξιά

Η δεξιά πολιτική το πρόβλημα του ΠΑΣΟΚ – και μετά η δεξιά


Ωραία κουβέντα πιάσαν στο ΠΑΣΟΚ. Ποιος έφερε τη δεξιά. Δηλαδή ποιος από τους Παπανδρέου ή Βενιζέλο άνοιξαν την πόρτα στον Σαμαρά και συνεργάστηκαν μαζί του.
Πρόκειται για συζήτηση που αφορά μόνο χαχόλους, κρετίνους και άλλες τέτοιες κατηγορίες πολιτών που ζουν στη γαλαρία του πασοκικού φρενοκομείου. Η όλη κουβέντα είναι γεμάτη με παράδοξα και υποκρισία.

Τα όσα δε γίνονται, με αφορμή αυτή την υποτιθέμενη συζήτηση, είναι απλά θλιβερά.

Παράδοξο, όσο και υποκριτικό, πρώτο: Και ο Παπανδρέου και ο Βενιζέλος συμφωνούν ότι η χώρα πάει πλέον πολύ καλά, ή έστω πολύ καλύτερα. Προφανώς πάει καλά ή καλύτερα χάρις στην κυβέρνηση συνεργασίας ΠΑΣΟΚ – ΝΔ. Άρα πού ακριβώς είναι το πρόβλημα με τη δεξιά;

Παράδοξο, όσο και υποκριτικό, δεύτερο: Αφού είναι τόσο κακή η συνεργασία με τη δεξιά γιατί δεν την τερματίζουν τώρα; Αφού δεν γουστάρουν τον Σαμαρά γιατί δεν τον στέλνουν σπίτι του; Ο Σαμαράς του 29% (δεν μιλάμε καν για το 19%) και των 125 βουλευτών έγινε και παραμένει πρωθυπουργός επειδή τον στηρίζει το ΠΑΣΟΚ. ΟΛΟ το ΠΑΣΟΚ, πλην ελαχίστων που έφυγαν νωρίς το 2012. Πού ακριβώς είναι το δύσκολο εάν δεν τον γουστάρουν; Θα προκύψει κυβερνητική και πολιτική αστάθεια; Τότε δύο πράγματα συμβαίνουν, σύμφωνα με τη στάση του ΠΑΣΟΚ φυσικά: ή ο Σαμαράς είναι ο ένας και μοναδικός εγγυητής της πολιτικής σταθερότητας, άρα ενδεχόμενη πτώση του θα είναι καταστροφή για τη χώρα, ή το ΠΑΣΟΚ έχει καταντήσει μοιραίο και άβουλο.

Παράδοξο, όσο και υποκριτικό, τρίτο: Με ελάχιστες εξαιρέσεις σε μάλλον επιμέρους θέματα, υπάρχει συνολική συμφωνία επί της ουσίας της πολιτικής που ακολουθείται. ΝΔ και ΠΑΣΟΚ βρίσκονται στη ίδια ρότα. Καλώς ή κακώς είναι άλλη συζήτηση. Άρα η συζήτηση που γίνεται «με τη δεξιά ή απέναντί της» δεν έχει το παραμικρό νόημα, εάν δεν συνοδεύεται από διαφοροποίηση στην ουσία της ακολουθούμενης πολιτικής. Κι από τη στιγμή που τέτοια διαφοροποίηση δεν υπάρχει, τότε δεν έχει νόημα και η συζήτηση περί δεξιάς.

Ας το ξεκαθαρίσουμε λοιπόν:

Τον Σαμαρά και τη ΝΔ τον έφερε η δεξιά, νεοφιλελεύθερη πολιτική που αποφάσισε να εφαρμόσει το ΠΑΣΟΚ ως φάρμακο στην οικονομική κρίση. Πολύ πριν έρθει ο ίδιος ο Σαμαράς με τη ΝΔ, το ΠΑΣΟΚ είχε φέρει το πνεύμα τους και την πολιτική τους. Γι’ αυτό και ο Παπανδρέου ζητούσε επιμόνως το 2011 και τη φυσική τους παρουσία στην κυβέρνηση. Σου λέει, δεν γίνεται να εφαρμόζω δεξιά πολιτική χωρίς τη δεξιά. Δηλαδή και κερατωμένος και δαρμένος.

Την πολιτική ανάσταση του Σαμαρά και της ΝΔ το 2012 την πέτυχαν από κοινού τα τζιμάνια του ΠΑΣΟΚ και της ΔΗΜΑΡ – ο κυρ Φώτης με τις προεδρικές βλέψεις. Και ήταν φυσικό απότοκο της δεξιάς στροφής τους όλο αυτό το κατόρθωμα.

Αφού η επιλογή για τη χώρα ήταν να εφαρμοστεί μια δεξιά συνταγή για την κρίση, ποια είναι τελικά η «φυσιολογική» πολιτική λύση; Μα, να αναλάβει η κανονική δεξιά το τιμόνι.

Το ΠΑΣΟΚ βρίσκεται σε ολοκληρωτική παρακμή, η σοσιαλδημοκρατία οδηγείται σε πλήρη κατάρρευση και η κεντροαριστερή παράταξη έχει καταντήσει περίγελος, εξαιτίας του ότι δεν είχε προοδευτική λύση απέναντι στην κρίση. Και υποτάχθηκε στις νεοφιλελεύθερες επιταγές, παραδίδοντας τα πάντα στη Μέρκελ. Αντί να αντισταθεί μάλιστα, χαλάρωσε και το απόλαυσε. Υιοθέτησε τη γραμμή της ευρωπαϊκής συντήρησης. Και όχι μόνο αυτό, διότι μπορεί να πει κανείς ότι ήταν αναπόφευκτη η ήττα στο πλαίσιο των ευρωπαϊκών συσχετισμών. Εφόρμασε από την  πρώτη μέρα, από το 2009 και το 2010 δηλαδή, τις πιο δεξιές πολιτικές σε όλα τα επίπεδα. Άρα, το θέμα δεν είναι ο Σαμαράς - είναι οι πολιτικές επιλογές.

Γιάννης Μακρυγιάννης

Ο Φώτης και οι Ειδοί του Μαρτίου

Ο Φώτης και οι Ειδοί του Μαρτίου

Το έχει στο αίμα του ο Φώτης Κουβέλης. Να πατάει σε δύο ή και περισσότερες βάρκες, να ισορροπεί και να στρογγυλεύει τα πράγματα στην πιο ακατάλληλη στιγμή. Θα πει κάποιος «έτσι έκανε ολόκληρη πολιτική καριέρα για δεκαετίες, δεν μπορεί να το αλλάξει τώρα» και ίσως έχει και δίκιο.
Ωστόσο η εμπειρία των τελευταίων μηνών δεν δικαιώνει αυτή την τακτική πλέον. Ίσως γιατί στη χώρα που ζει τα μεγαλύτερα αδιέξοδα, πολιτικά, οικονομικά, κοινωνικά, τα μισόλογα και οι δηθενιές δεν έχουν καμία τύχη.

Ο Κουβέλης ήθελε να περνάει και ως αριστερός, αλλά και να κυβερνά με τον Σαμαρά. Ήθελε να εφαρμόσει προοδευτικές αλλαγές, αλλά με τον Μπαλτάκο δίπλα. Ήθελε να «απαγκιστρώσει» τη χώρα από το μνημόνιο, αλλά μετέχοντας σε μία κυβέρνηση που έχει ως θεά τη Μέρκελ. Αυτά λοιπόν δεν γίνονται. Και επειδή δεν γίνονται έφτασε η ΔΗΜΑΡ σε ποσοστά που παίρνουν στις εκλογές κάτι νούμερα σαν τον Τζήμερο και παλιότερα ο Βεργής.

Κι αν στις ευρωεκλογές η ήττα της ΔΗΜΑΡ σήμανε καμπανάκι ότι έρχεται το πολιτικό τέλος, έτσι όπως εξελίσσεται η υπόθεση με την προεδρία της Δημοκρατίας ο Κουβέλης κινδυνεύει και με την πλήρη απαξίωση ή και εξευτελισμό.

Παλιά καραβάνα στην πολιτική ο Κουβέλης θα έπρεπε να αντιληφθεί ότι όποιο όνομα βγαίνει τόσο νωρίς στην πιάτσα και το ξέφωτο είναι για να καεί, όχι για να προωθηθεί. Μέχρι την τελευταία ώρα έλεγαν στον ΠΑΣΟΚ ότι θα είναι ο Καραμανλής υποψήφιος Πρόεδρος το 1985 και ήρθε ο Σαρτζετάκης για να τους ξεράνει όλους. Τα ίδια και το 2005 με τον Παπούλια, το όνομα του οποίου έμεινε επτασφράγιστο μυστικό μέχρι που ανακοινώθηκε επίσημα.

Τον Κουβέλη θα τον ήθελε το Μαξίμου και το ΠΑΣΟΚ με την προϋπόθεση ότι τους πήγαινε όλη τη ΔΗΜΑΡ στην προεδρική ψηφοφορία. Επειδή όμως δεν μπορεί να τους την πάει, ψάχνουν για άλλον. Δεν είναι όμως μόνον αυτό: Ο Κουβέλης συζητά με τον ΣΥΡΙΖΑ και είναι εν δυνάμει σύμμαχος σε μια αυριανή κυβέρνηση με τον Τσίπρα. Είναι λογικό ο Σαμαράς να κάνει ό,τι μπορεί ώστε, αφού δεν μπορεί να τον έχει ο ίδιος σύμμαχος, να μην τον έχει ούτε ο αντίπαλος – όπως στην ταινία «οι Ειδοί του Μαρτίου» με τον Ράιαν Γκόσλινγκ, που τον καίει ο Τζιαμάτι επειδή δεν θέλει να τον έχει αντίπαλο, αφού δεν ήταν εξαρχής μαζί του.

Του Κουβέλη λοιπόν του κάνουν το εξής: Βγάζουν το όνομά του νωρίς στον αέρα. Τον εμφανίζουν να νταραβερίζεται ή να θέλει να νταραβεριστεί με μια κυβέρνηση, από την οποία έφυγε κακήν κακώς και διαφωνεί πλήρως με την πολιτική της. Πρώτο χτύπημα. Μετά στρέφεται το μισό κόμμα εναντίον του διαμαρτυρόμενο γιατί συζητά την υποψηφιότητά του, ενώ είναι εναντίον της κυβέρνησης και δεν παραμένει σταθερός στην άποψη ότι πρέπει να γίνουν εκλογές το συντομότερο. Έτσι δίνει την ευκαιρία και τον χρόνο στους αριστερόστροφους βουλευτές του να τα βρουν με τον ΣΥΡΙΖΑ άνετα και ωραία. Δεύτερο χτύπημα αυτό. Τρίτον, δίνουν την ευκαιρία και το χρόνο, όσο μάλιστα ο Κουβέλης τηρεί στάση αμφίσημη, να βρουν όσοι από τον ΣΥΡΙΖΑ δεν τον συμπαθούν να τον επικρίνουν, ου μην και να τον διασύρουν. Έτσι κόβονται και γέφυρες με τον ΣΥΡΙΖΑ, είτε για να μπει σε μια κυβέρνηση συνεργασία αύριο, είτε για να τον προτείνει ο Τσίπρας μετά τις εκλογές για την προεδρία. Τρίτο χτύπημα, επίσης σημαντικό.

Και τα τρία τελευταία χτυπήματα θα τα απέφευγε εάν έβγαινε από την αρχή που έπεσε το όνομά του στην πιάτσα και έλεγε ότι δεν ενδιαφέρεται και ότι προτεραιότητα έχει το πολιτικό και κοινωνικό θέμα, να αλλάξει δηλαδή η πορεία της χώρας. Να βρει ένα τρόπο δηλαδή και να θέσει θέμα να φύγει η κυβέρνηση. Και να κόψει τη συζήτηση, έστω προσεκτικά, της υποψηφιότητάς του.

Αλλά όταν ο οπορτουνισμός είναι στη φύση στου, δύσκολα μπορείς να αντιληφθείς τα αυτονόητα… Καλά ξεμπερδέματα κυρ Φώτη…

Δημήτρης Κωνσταντόπουλος

ΦΟΡΤΩΣΗ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΩΝ