Της Στεφανίας Σούκη

Μπορεί για μία μόνο ημέρα, την περασμένη Πέμπτη, η Αθήνα να είχε πληρότητα 100% στα ξενοδοχεία της για πρώτη φορά μετά τους Ολυμπιακούς Αγώνες, η ελληνική πρωτεύουσα ωστόσο έχει να διανύσει ακόμη μακρύ δρόμο προκειμένου να φθάσει τις επιδόσεις των υπολοίπων ευρωπαϊκών πόλεων.

Από την πλευρά τους, οι ξενοδόχοι, στην προσπάθεια τους να δώσουν απαντήσεις για τις τιμές των ξενοδοχείων της Αθήνας και όχι μόνο, επιβεβαίωσαν πριν από λίγο την αναστροφή του κλίματος με αύξηση στις πληρότητες για το πρώτο πεντάμηνο του 2014, στο 64% εφέτος από το 51% το αντίστοιχο διάστημα πέρυσι για την ελληνική πρωτεύουσα, ωστόσο, όπως υποστήριξαν η αύξηση στις τιμές για το ίδιο διάστημα ήταν στο 2,7% σε σύγκριση με πέρυσι, ενώ υπάρχουν περιπτώσεις όπου παρατηρήθηκε ακόμη και μείωση από 0,1%

Σύμφωνα με τον κ. Αλέξανδρο Βασιλικό, πρόεδρο της Ένωσης Ξενοδόχων Αττικής- Αργοσαρωνικού, η περυσινή τιμή δωματίου για τα ξενοδοχεία της Αθήνας ήταν 74,97 ευρώ έναντι 76,99 ευρώ εφέτος. Την ίδια στιγμή, σε άλλες ευρωπαϊκές πόλεις οι αντίστοιχες τιμές κυμαίνονται από τα 83 έως τα 231 ευρώ ανά δωμάτιο. «Στις παραμέτρους που θα πρέπει να ληφθούν υπόψη είναι και το γεγονός ότι 87 ξενοδοχεία έχουν κλείσει στην Αττική τα τελευταία χρόνια και αν συμψηφισθούν τα ξενοδοχεία που έχουν λειτουργήσει κατά το ίδιο διάστημα, το αντίστοιχο νούμερο πέφτει στα 72 ξενοδοχεία. Η πληρότητα της Αθήνας είναι μεν καλύτερη αλλά δεν είναι καλή. Τα νούμερα της Αθήνας στο πεντάμηνο εφέτος υπολείπονται σε ποσοστό 25% σε σχέση με το αντίστοιχο νούμερο του πενταμήνου του 2008.
Η Αθήνα βρίσκεται σε μία πορεία ανάκαμψης, υπάρχει αναστροφή της ζήτησης, ωστόσο υπάρχει ακόμη μεγάλο πεδίο βελτίωσης. Υπήρξε την περασμένη εβδομάδα μία ημέρα κατά την οποία η Αθήνα άγγιξε το 100% της πληρότητας (σ.σ. με τη διοργάνωση του συνεδρίου των μαρτύρων του Ιαχωβά)  κι αυτό είναι κάτι που μας χαροποιεί ιδιαίτερα, σε καμία όμως των περιπτώσεων δεν αντιπροσωπεύει την εικόνα της Αθήνας.»
Στο ερώτημα γιατί έχει αυξηθεί η ζήτηση, οι ξενοδόχοι αναφέρουν ότι αυτή την στιγμή η ελληνική πρωτεύουσα πουλάει ένα εξαιρετικά οικονομικό προϊόν, ενώ πολύ σημαντικός παράγοντας είναι ότι πλέον έπαψε να εκπέμπει αρνητικές εικόνες. Επιπλέον, έχει υπάρξει μία στροφή διεθνώς στα media προς την Ελλάδα και την Αθήνα.

Πάντως, όπως ανέφερε ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ξενοδόχων κ. Γιάννης Ρέτσος, η ανάκαμψη του τουρισμού της Αθήνας «έχει να κάνει με πολύ συγκεκριμένες περιοχές, για παράδειγμα στο Σύνταγμα, τη Συγγρού, το παραλιακό μέτωπο κ.τ.λ., ενώ γειτονιές στα πέριξ της Ομόνοιας παραμένουν άδειες. Η Αττική, παρά την ανάκαμψη, παραμένει ένας προορισμός ‘’γκετοποιημένος’’, η Αθήνα δεν είναι μία πόλη ενιαία κι επομένως δεν μπορούμε να πούμε ότι ως προορισμός πάει συνολικά καλά». Μάλιστα, όπως επισημάνθηκε είναι πιθανό να υπάρχει ξενοδοχείο στην περιοχή της Ομόνοιας με πληρότητα, ακόμη και σήμερα, στο 20%.
Απαντήσεις έδωσαν οι ξενοδόχοι και σε σχέση με τους ελέγχους από την Πολιτεία:

«Ο τουρισμός δεν είναι ένα προϊόν που μπορεί να μπεί σε διατίμηση, αλλά καθορίζεται από την προσφορά και τη ζήτηση», ανέφερε ο κ. Ρέτσος. «Επομένως δεν τίθεται θέμα καθορισμού από την Πολιτεία κατώτατων τιμών. Αυτό που πρέπει να ελέγχεται από το Κράτος, το οποίο παρεπιπτώντως είναι υπεύθυνο για τις σωστές υποδομές, είναι αν οι ξενοδόχοι τηρούν τις προδιαγραφές σε σχέση με την κατηγοριοποίησή τους ώστε να υπάρχει σωστή σχέση ποιότητας- τιμής.»

Γιατί ‘’απογειώθηκαν’’ οι τιμές στο Ιντερνετ

Σε ό,τι αφορά το φαινόμενο που παρατηρήθηκε τις τελευταίες εβδομάδες να εμφανίζονται σε σελίδες διεθνώς websites κρατήσεων ‘’υπέρογκες’’ τιμές δωματίων, άκρως δυσανάλογες των τιμών της Αθήνας ανά κατηγορία, επί της ουσίας, σύμφωνα με τους ξενοδόχους αποτελεί μία ‘’εικονική’’ πραγματικότητα: Το δωμάτιο εμφανίζεται ως ‘’ελεύθερο’’ αλλά και ως ‘’απρόσιτο’’ ταυτόχρονα λόγω τιμής, επειδή συμπεριλαμβάνεται σε ένα συγκεκριμένο τύπο σύμβασης/ συμφωνίας μεταξύ ξενοδοχείου και διεθνούς site κρατήσεων. Η στρέβλωση, κατά τους ξενοδόχους, οφείλεται σε ορισμένες, καθαρά τεχνικού τύπου, εσωτερικές αδυναμίες των συμβάσεων μεταξύ διεθνώς sites για τις οποίες οι δύο πλευρές έχουν ήδη προγραμματίσει συνάντηση ώστε να ξεπεραστούν και να μη δημιουργούνται εύλογα ερωτήματα στον καταναλωτή.

Ο καταναλωτής- πελάτης ούτως ή άλλως, οφείλει να ακολουθεί μία στοιχειώδη έρευνα αγοράς για να εντοπίσει έστω κατά προσέγγιση είτε τη μέση τιμή ανά κατηγορία, είτε την καλύτερη δυνατή τιμή για τις δικές του ανάγκες διαμονής. «Διαδικτυακά δεν μπορεί να υπάρξει διαφοροποίηση μεταξύ του Ελληνα και του ξένου τουρίστα. Η μόνη διαφοροποίηση υπάρχει λόγω της προ-αγοράς από τους tour operators των δωματίων στα ξενοδοχεία για πιο πολλά δωμάτια».

Αναφορικά με το αν υπάρχουν αυξήσεις στις τιμές των ξενοδοχείων ανά την Ελλάδα, ο πρόεδρος της ΠΟΞ ανέφερε ότι «οι αυξήσεις στις τιμές για τις τουριστικές περιοχές είναι μύθος. Τα περισσότερα δωμάτια των παραδοσιακών τουριστικών προορισμών είναι προαγορασμένα από τους tour operators και οι αυξήσεις που δόθηκαν για την εφετινή σεζόν είναι κοντά στο 1,5- 2%. Αν υπάρχει ‘’απόθεμα’’ δωματίων σε αυτά τα ξενοδοχεία τότε οι τιμές διαμορφώνονται αναλόγως της ζήτησης. Από την άλλη, περιοχές σε προορισμούς όπως η Μύκονος και η Σαντορίνη έχουν καθιερωθεί ως πολυτελείς- μοναδικοί προορισμοί.

Η πολιτική που ακολούθησαν εφέτος οι ξενοδόχοι φάνηκε από τις επιδόσεις των ορεινών προορισμών τον εφετινό χειμώνα: Η αυξημένη πληρότητα για τους ορεινούς προορισμούς, που κινούνται βασικά από τους Ελληνες, έδειξε ότι οι ξενοδόχοι έριξαν τις τιμές τους και το γεγονός αυτό σε συνδυασμό και με τη σχετική βελτίωση της ψυχολογίας  αύξησε τις πληρότητες».