Η πετυχημένη εφαρμογή μίας στρατηγικής με βάση τα κριτήρια ESG από μία επιχείρηση περνά απ’ την ίδια την ικανότητα της ηγεσίας της να ανταποκριθεί και να κατανοήσει έναν κόσμο που αλλάζει.

Σύμφωνα μάλιστα με έρευνα που διενήργησαν από κοινού η Accenture με το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ, οι ηγέτες των επιχειρήσεων μπορούν να δουλέψουν σε αυτή την κατεύθυνση με βάση 21 πρακτικές που αναγνωρίστηκαν ως τα «κύρια συστατικά» του «DNA Βιωσιμότητας» (Sustainability DNA), όπως το χαρακτηρίζει η έρευνα.

Ουσιαστικά πρόκειται για συστήματα και διαδικασίες διαχείρισης που αποτελούν τα θεμέλια μιας στρατηγικής που επικεντρώνεται στους stakeholders και απαντούν στην ουσία των περιβαλλοντικών, κοινωνικών κριτηρίων καθώς και αυτών της εταιρικής διακυβέρνησης για μία βιώσιμη ανάπτυξη.

H έρευνα, που τιτλοφορείται «Shaping the Sustainable Organization», αποκαλύπτει τις δυνατότητες που απαιτείται να διαθέτουν τα στελέχη που βρίσκονται σε C-Suite θέσεις για τη δημιουργία βιώσιμων οργανισμών με στόχο να παράγουν μόνιμη αξία.

Σύμφωνα μάλιστα με τη μελέτη, που τρέχει υφιστάμενα παραδείγματα και μοντέλα οι εταιρείες που επιτυγχάνουν αυτό το μετασχηματισμό μπορούν να δουν κατά μ.ο. αύξηση στο περιθώριο EBITDA 21%, πέραν της βελτίωσης του περιβαλλοντικού και κοινωνικού αντικτύπου.

Στο πλαίσιο αυτό η έρευνα προτείνει τρία βήματα στα οποία θα πρέπει να προβούν οι εταιρείες και οι ηγέτες τους:

Διάγνωση: Αξιολόγηση σε υψηλό επίπεδο με χρήση διαγνωστικών εργαλείων που αποκαλύπτουν τομείς της επιχείρησης όπου το DNA Βιωσιμότητας είναι ισχυρότερο και τομείς όπου απαιτείται ενίσχυση.
Καθορισμός: Προσδιορισμός βασικών παρεμβάσεων που είναι απαραίτητοι για την επίτευξη των στόχων βιωσιμότητας της εταιρείας.
Ανάπτυξη: Δημιουργία οδικού χάρτη -βασισμένου στο όραμα της εταιρείας για αλλαγή- με ένα σαφές σύνολο δεικτών (KPIs) για τη μέτρηση της προόδου σχετικά με την ενίσχυση του DNA Βιωσιμότητας σε διαρκή βάση.

Για την αξιοπιστία του Sustainability DNA, η Accenture και το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ δημιούργησαν τον Δείκτη Αειφόρου Οργάνωσης (SOI), ο οποίος βαθμολογεί σχεδόν 4.000 εταιρείες με βάση τα στοιχεία της αγοράς που υποστηρίζουν πρακτικές υποστήριξης ESG σε 146 τομείς.

Οι οργανισμοί στο ανώτατο τεταρτημόριο του SOI εμφανίζουν σημαντικά ισχυρότερη απόδοση σε σύγκριση με αυτούς με χαμηλότερες ή λιγότερο σταθερές βαθμολογίες. Συγκεκριμένα, οι εταιρείες με ισχυρότερο Sustainability DNA επιτυγχάνουν κατά μέσο όρο αύξηση 21% τόσο στο περιθώριο EBITDA όσο και στο περιβαλλοντικό και κοινωνικό αντίκτυπο.

Σύμφωνα με την έκθεση, η ενσωμάτωση του Sustainability DNA οδηγεί σε αλλαγές συμπεριφοράς σε όλους τους οργανισμούς με τρεις τρόπους – ενισχύοντας την ανθρώπινη επαφή, ενισχύοντας τη συλλογική νοημοσύνη και εγκαθιδρύοντας την υπευθυνότητα σε όλα τα επίπεδα.

Συνολικά, οι εταιρείες τείνουν να βαθμολογούνται υψηλότερα σε παράγοντες που εμβαθύνουν τις “ανθρώπινες συνδέσεις” (μέσος όρος βαθμολογίας SOI = 57), αντικατοπτρίζοντας την ικανότητά τους να εμπλέκουν ενδιαφερόμενα μέρη, αλλά είναι πιο αδύναμες στους παράγοντες που δημιουργούν “συλλογική νοημοσύνη” (47), υποδηλώνοντας τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι διοικήσεις στο να επικεντρωθούν στους stakeholders.

Συνολικά, η μέση βαθμολογία σε όλες τις εταιρείες στο SOI ήταν μόλις 52/100, κάτι που σημαίνει ότι για τις περισσότερες υπάρχουν σημαντικά περιθώρια για να ενισχύσουν το «DNA Βιωσιμότητάς» τους. Ιδιαίτερη αναφορά γίνεται και στον αντίκτυπο της υγειονομικής κρίσης, η οποία ανέδειξε ακόμη περισσότερο την έννοια της εταιρικής υπευθυνότητας.