Πολλές χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ισπανία, Πορτογαλία, Αγγλία, Γερμανία, Γαλλία) προχωρούν στην επιβολή αυστηρών μέτρων για να μπορέσουν να ελέγξουν την αύξηση των ενοικίων. Η επιβολή μέτρων σε χώρες της Ε.Ε, σήμανε καμπανάκι στους επενδυτές ακίνητης περιουσίας κλονίζοντας την επενδυτική τους εμπιστοσύνη.

Στη Βαρκελώνη το μέσο ενοίκιο αυξήθηκε κατά 50% την τελευταία πενταετία, η ευθύνη αποδόθηκε κατά κύριο λόγο στον υπερβολικό τουρισμό.  Η ισπανική κυβέρνηση, προχώρησε στην επιβολή αυστηρών μέτρων για να μπορέσει να ελέγξει την αύξηση των ενοικίων. Βάση της απόφασης του Μαρτίου 2019, η αναπροσαρμογή του ενοικίου ανά έτος θα πρέπει α ρυθμίζεται ανάλογα με τον πληθωρισμό. Ταυτόχρονα, επιβάλλει την παραμονή του ενοικιαστή μέχρι τη λήξη του συμβολαίου ακόμα και στη περίπτωση που το ακίνητο έχει πουληθεί, ενώ η ελάχιστη διάρκεια του μισθωτηρίου συμβολαίου αυξήθηκε από τα τρία στα πέντε χρόνια.

Μεγάλο πρόβλημα εντοπίζεται και στη Λισσαβόνα της Πορτογαλίας, λόγω του προγράμματος χορήγησης «Golden visa» (το όριο είναι 350.000 € για αγορά ακινήτου εκτός Λισαβόνας ή 500.000€ για αγορά ακινήτου στη Λισαβόνα) σε πολίτες εκτός Ε.Ε., καθώς και η ραγδαία διάδοση των βραχυχρόνιων μισθώσεων, έχουν τονώσει την κτηματαγορά αλλά ταυτόχρονα έχουν αυξήσει σημαντικά τόσο τις τιμές πώλησης όσο και ενοικίων.

Σε διάστημα πέντε ετών, οι τιμές ενοικίασης στην πορτογαλική πρωτεύουσα έχουν αυξηθεί κατά 71%, μόνο το πρώτο τρίμηνο του 2019 οι τιμές αυξήθηκαν κατά 9,2% σε ετήσια βάση, που αποτελεί τον υψηλότερο ρυθμό ανόδου στην Ευρωζώνη.

Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που πολλοί ιδιοκτήτες ακινήτων, δεν συντηρούν ή/και δεν αποκαθιστούν ζημιές που έχουν υποστεί τα ακίνητα τους από το χρόνο, με σκοπό να αναγκαστεί να φύγει ο εκμισθωτής. Μη ξεχνάμε ότι στη Πορτογαλία το πρόγραμμα «Golden» visa έφερε περισσότερα από 4,5 δισ. €.

Με στόχο να προστατευτούν οι ευπαθείς κοινωνικά ομάδες, το 2018 το πορτογαλικό κοινοβούλιο ενέκρινε νόμο για την στέγαση στον οποίο, τα άτομα άνω των 65 ετών, ή τα άτομα με 60% αναπηρία, δεν μπορούν να εκδιωχθούν από την κατοικία τους, εάν διαμένουν περισσότερα από 15 έτη σε αυτή. Απαγόρευσε τις συμβάσεις διάρκειας μικρότερης των 12 μηνών με δικαίωμα αυτόματης ανανέωσης για τρία χρόνια εάν το επιθυμεί ο ενοικιαστής. Παράλληλα, η κυβέρνηση με στόχο να δώσει κίνητρα στους ιδιοκτήτες των ακινήτων, προωθεί φορολογικά μέτρα για μακροχρόνιες μισθώσεις με προοδευτική φορολογική απαλλαγή για τα εισοδήματα που λαμβάνονται από τον ιδιοκτήτη.

Το κόστος για την διαμονή στην γερμανική πρωτεύουσα διπλασιάστηκε την τελευταία δεκαετία, ιδιαίτερα από το 2013 έως το 2018 το μέσο κόστος των διαμερισμάτων αυξήθηκε κατά 63,4%. Η δημοτική αρχή αποφάσισε να αναλάβει δράση και συμφώνησε στο πάγωμα των ενοικίων μέχρι το 2025. Σύμφωνα με το σχέδιο νόμου, οι ιδιοκτήτες που ζητούν αυξημένα ενοίκια εξαιτίας ανακαινίσεων, οφείλουν να ζητούν επίσημη άδεια για κάτι τέτοιο, εφόσον οι αυξήσεις ξεπερνούν το μισό ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο. Στόχος του μέτρου είναι να εξασφαλίζονται οι απαιτούμενες συνθήκες για την πρόσβαση όλων στην αγορά ακινήτων και να αποφεύγεται η «γκετοποίηση».

Εάν οι ιδιοκτήτες αποφασίσουν να χρεώσουν περισσότερα, πρέπει να δικαιολογήσουν το λόγο ενώ η μη τήρηση των κανόνων μπορεί να οδηγήσει σε πρόστιμο έως 100.000 ευρώ.

Στο Λονδίνο, από το 2010 τα ενοίκια έχουν αυξηθεί τρεις φορές περισσότερο από ό,τι ο μέσος μισθός. Ο δήμαρχος του Λονδίνου, πρότεινε στη βρετανική κυβέρνηση να εφαρμοστούν περιορισμοί στα ενοικιαστήρια, ώστε να εξασφαλιστεί η σταθερότητα και να προστατευθούν οι ενοικιαστές.

Στην πόλη του φωτός, το Παρίσι, η μηναία τιμή ενοικίασης ανά τμ. το 2018 ανήλθε στα 24,4€, ενώ το 2019 το κόστος απόκτησης κατοικίας αυξήθηκε κατά 6,6% σε σχέση με το προηγούμενο έτος. Τέλη του 2018, το Διοικητικό Συμβούλιο του Παρισιού, με νέο νόμο για τη στέγαση επαναφέρει τον έλεγχο των ενοικίων.

Στο Άμστερνταμ από το 2013 έως το 2018, το κόστος των κατοικιών αυξήθηκε κατά 64,6%, ενώ το διαθέσιμο εισόδημα κατά 4,4%. Πολλοί αξιωματούχοι ανέφεραν ότι αν επιβληθούν μέτρα ελέγχου των ενοικίων, η επενδυτική εμπιστοσύνη θα μειωθεί και θα χτιστούν λιγότερα σπίτια, ενώ η λύση είναι να δοθούν κίνητρα για να χτιστούν ακόμη περισσότερα. Η ολλανδική κυβέρνηση για να αποφύγει την επιβολή μέτρων ελέγχου των ενοικίων,  έχει θέσει ως στόχο αν κατασκευαστούν  1 εκατ. διαμερίσματα μέχρι το 2030.

Η περίπτωση της Ελλάδας

Στη χώρα μας, οι μειωμένες τιμές πώλησης και ταυτόχρονα οι αυξήσεις στις τιμές ενοικίασης, έλκουν επενδυτές ακίνητης περιουσίας από όλο τον κόσμο. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον στην αγορά ακινήτου με στόχο την μακροχρόνια μίσθωση, καταγράφεται τόσο από Ισραηλινά Funds όσο και από Αμερικανικά κεφάλαια που διακρίνουν την ευκαιρία αποδόσεων στη χώρα μας.

Ταυτόχρονα, αρχίζουν να ρευστοποιούν τις τοποθετήσεις που είχαν πραγματοποιήσει αρχές του 2014-2016 σε Ισπανία και Πορτογαλία τόσο λόγω των ρυθμιστικών μέτρων που έχουν επιβληθεί πλέον στις τιμές των ενοικίων όσο και του γεγονότος ότι η κτηματαγορά των εν λόγω χωρών δεν προσφέρει πλέον μεγάλες αποδόσεις, όπως τα προηγούμενα 3-4 χρόνια.

Παράλληλα, τις αποδόσεις που προσφέρει η χώρα μας, διέκριναν και οι Έλληνες ομογενείς που αρχίζουν να επιστρέφουν επενδυτικά. Στοχεύουν στην αγορά ακινήτου με σκοπό την υπεραξία, την διαμονή τους καλοκαιρινούς μήνες, καθώς και τη συμμετοχή στην αναπτυσσόμενη τουριστική βιομηχανία. Οι ομογενείς γνωρίζουν ότι η αναζήτηση κατοικίας προς μίσθωση στην Ελλάδα έχει ενταθεί τα τελευταία 2 χρόνια και οι τιμές μίσθωσης σε περιοχές του κέντρου της Αθήνας έχουν καταγράψει ραγδαίες αυξήσεις.

Σκεπτόμενοι τα παραπάνω δεδομένα, επενδύουν στην αγορά κατοικίας με στόχο το μηνιαίο εισόδημα. Μην ξεχνάμε ότι, αν κάποιος ομογενείς έχει αποταμιεύσεις σε τράπεζες του εξωτερικού πολλές φορές αντί να έχει αποδόσεις από τον καταθετικό του λογαριασμό (δλδ κάποιο επιτόκιο) , πληρώνει ετήσια έξοδα για την τήρηση του τραπεζικού λογαριασμού.

Παράλληλα, πολλές φορές το αποταμιευμένο κεφάλαιο που διαθέτει για επένδυση, σε πολλές χώρες της Δυτικής Ευρώπης, στην Αμερική και στην Αυστραλία δεν επαρκεί για αγορά κατοικίας. Ενώ ρυθμιστικά μέτρα για την αύξηση των ενοικίων έχουν επιβληθεί και στην Νέα Υόρκη, ιδιαίτερα μετά με την υπογραφή του νέου νόμου στις 14 Ιουνίου.

Αξίζει να αναφέρουμε, ότι η μεταβολή των τιμών πώλησης στα παλαιά ακίνητα άνω των 5 ετών από το 2007 έως το 2019 (α΄6μηνο) έχει αγγίξει το -36,76 % , ενώ όσον αφορά τα νεόδμητα ακίνητα έως 5 ετών το αντίστοιχο διάστημα, έχει αγγίξει το -31,93 %.

Παράλληλα, η μεταβολή των τιμών ενοικίασης κατοικιών από το 2007 έως τα τέλη του 2019, έχει αγγίζει το +7,44 %, ενώ όσον αφορά περιοχές του κέντρου των Αθηνών και πόλεις που αποτελούν τουριστικούς προορισμούς και ταυτόχρονα υπάρχει έντονο το οικονομικό φαινόμενο της βραχυχρόνιας μίσθωσης, οι τιμές ενοικίασης καταγράφουν αυξήσεις ακόμη και +20% – +30% σε σχέση με το 2016.

Οι αυξητικές τάσεις στις τιμές των ενοικίων θα συνεχιστούν και το 2020 λόγω της αυξημένης ζήτησης αλλά και της μη δυνατότητας αγοράς κατοικίας τόσο λόγω των οικονομικών των νοικοκυριών, όσο και της μη αποταμίευσης του 25%-30% ιδίας συμμετοχής που ζητούν ως προαπαιτούμενο τα Τραπεζικά Ιδρύματα για τη χορήγηση στεγαστικού δανείου.

Η ελληνική κτηµαταγορά βγαίνει από το τέλµα στο οποίο είχε περιέλθει κατά τα «πέτρινα» χρόνια της κρίσης. Το κλίµα πλέον προκαλεί αισιοδοξία και δηµιουργεί προσδοκίες για κάτι καλύτερο στην πορεία της κτηµαταγοράς, αλλά θα πρέπει να δημιουργήσουμε δομές που θα αφορούν την κοινωνική κατοικία χωρίς να αναγκαστούμε στο άμεσο μέλλον να προβούμε ως χωρά σε ρυθμιστικά μέτρα ελέγχου αύξησης των ενοικίων, διότι θα σήμανε «καμπανάκι» στους επενδυτές ακίνητης περιουσίας κλονίζοντας την επενδυτική τους εμπιστοσύνη.

* Πρόεδρος Πανελλαδικού Δικτύου Κτηματομεσιτών E-Real Estates