search icon

Fine Living

Αεροπορικά ταξίδια: Η χρυσή εποχή της πρώτης θέσης

Παλιά, η πολυτέλεια πετούσε -κυριολεκτικά. Με δερμάτινα καθίσματα, lounge εν πτήσει και σαμπάνια σε ασημένιους δίσκους, η πρώτη θέση των ’60s και ’70s θύμιζε περισσότερο πτήση ονείρου παρά απλή μετακίνηση. Ήταν η εποχή των αεροσκαφών Boeing 747, των cocktail lounge στον αέρα και του foie gras που σερβιριζόταν πάνω σε πορσελάνινα πιάτα με συνοδεία ζωντανής […]

Πετώντας στα 30.000 πόδια, με έναν πιανίστα να παίζει Sinatra και αεροσυνοδούς να σερβίρουν χαβιάρι με λευκά γάντια, η δεκαετία του ’70 έγραψε ιστορία.

Παλιά, η πολυτέλεια πετούσε -κυριολεκτικά. Με δερμάτινα καθίσματα, lounge εν πτήσει και σαμπάνια σε ασημένιους δίσκους, η πρώτη θέση των ’60s και ’70s θύμιζε περισσότερο πτήση ονείρου παρά απλή μετακίνηση. Ήταν η εποχή των αεροσκαφών Boeing 747, των cocktail lounge στον αέρα και του foie gras που σερβιριζόταν πάνω σε πορσελάνινα πιάτα με συνοδεία ζωντανής μουσικής.

Στη δεκαετία του 1970, η πρώτη θέση στα αεροπλάνα δεν ήταν απλώς πολυτελής, ήταν μεγαλοπρεπής και ανέφικτη με τα σημερινά δεδομένα. Παρόλα αυτά, όσο κι αν έχουν εξελιχθεί οι τεχνολογίες της αεροπορίας, τίποτα δεν μπορεί να συγκριθεί με τη μεγαλοπρέπεια, την αισθητική και την ανεπιτήδευτη υπερβολή των πτήσεων πρώτης θέσης της δεκαετίας του 1970.

Αεροσυνοδός της BOAC υποδέχεται έναν επιβάτη μπροστά από μια σπειροειδή σκάλα που οδηγεί στο σαλόνι του άνω καταστρώματος σε Boeing 747, 1970. 

Η χρυσή εποχή του 747
Στο πάνω κατάστρωμα του Boeing 747 αεροπορικές εταιρείες, όπως η αμερικανική Pan Am, έστηναν κυριολεκτικά ατμοσφαιρικά σαλόνια. Η θρυλική «Clipper Class» φιλοξενούσε μόλις 14 επιβάτες, σε έναν χώρο διαμορφωμένο ως εστιατόριο υψηλής γαστρονομίας, με λευκά τραπεζομάντιλα, ασημένια μαχαιροπίρουνα και λουλούδια στα τραπέζια. Το μενού περιλάμβανε, μεταξύ άλλων, θαλασσινά και foie gras -όλα σερβιρισμένα à la minute από προσωπικό που φορούσε λευκά γάντια. Κάθε γεύμα συνοδευόταν από σαμπάνια ή σπάνια κρασιά από προσωπικό που είχε εκπαίδευση sommelier.

Στην άλλη άκρη του κόσμου, η αυστραλέζικη Qantas εμπνεύστηκε από τη ναυτική ιστορία και σχεδίασε το Captain Cook Lounge, έναν θεματικό χώρο στον οποίο κυριαρχούσαν διακοσμητικά στοιχεία από ξύλο και σχοινί, χαμηλωμένα sunken lounge chairs και ένα κυκλικό μπαρ. Ήταν κάτι ανάμεσα σε γιοτ, λέσχη και ιπτάμενο σαλόνι.

Στο Captain Cook Lounge του Jumbo Jet της αεροπορικής Qantas, ο Sir Ronald Wilson, Πρόεδρος της εταιρίας, ο Γερουσιαστής R. C. Cotton και η σύζυγός του, 1971.
Το άνετο lounge της πρώτης θέσης του Jumbo 747 της Singapore International Airline, 1975.
Η Singapore Airlines ανέβασε τον όρο διασκέδαση σε άλλο επίπεδο και εισήγαγε την ζωντανή μουσική εν ώρα πτήσης. Οι τραγουδίστριες εμφανιζόταν σε δύο πτήσεις την εβδομάδα, παίζοντας και τραγουδώντας μετά την απογείωση και πριν την προσγείωση στη Σιγκαπούρη, 1976.

Η TWA εμπνεύστηκε από την κοσμοπολίτικη Νέα Υόρκη και δημιούργησε το Penthouse Lounge με βελούδινες πολυθρόνες και χρυσές λεπτομέρειες. Οι επιβάτες μπορούσαν να απολαύσουν τα υψηλής ποιότητας ποτά τους, να συζητήσουν ή να ακούσουν μουσική μέσα από ακουστικά που μοιράζονταν ανά ομάδες. Η American Airlines είχε ίσως την πιο ευφάνταστη πρόταση: ένα μπαρ στο κάτω κατάστρωμα, ανοιχτό σε όλες τις θέσεις, όπου ένας πιανίστας έπαιζε ζωντανά μουσική. Ήταν μια εποχή όπου μπορούσες να σταθείς όρθιος στον αέρα, με ένα κοκτέιλ στο χέρι, ακούγοντας Sinatra πάνω από τον Ατλαντικό.

Εμπειρία εστιατορίου
Το φαγητό ήταν κομμάτι της εμπειρίας -και λόγος από μόνος του για να επιλέξει κανείς την πρώτη θέση. Η Air France, η British Airways και η Lufthansa σέρβιραν μενού με πολλαπλά πιάτα, σαμπάνια Dom Pérignon, χαβιάρι και vintage κρασιά. Πτήσεις της Singapore Airlines ξεκινούσαν με χειροποίητα satay, ενώ οι επιβάτες σκούπιζαν τα χέρια τους με πετσέτες αρωματισμένες με γιασεμί.

Στους επιβάτες πρώτης θέσης του Boeing 747 Jumbo Jet της BOAC, σερβίρεται μεσημεριανό γεύμα.
Αεροσυνοδοί σερβίρουν ποτά και αναψυκτικά σε επιβάτες πρώτης θέσης.

Στην Japan Airlines οι επιβάτες απολάμβαναν το γεύμα τους σε έναν ειδικά διαμορφωμένο χώρο, στρωμένο με παραδοσιακά χαλιά tatami, με αεροσυνοδούς ντυμένες με κιμονό, προσφέροντας μια πιο αυθεντική ιαπωνική εμπειρία. Η διακόσμηση ήταν σχεδόν κινηματογραφική: αποχρώσεις πράσινου αβοκάντο, ταπετσαρίες σε σκούρο πορτοκαλί, πάνελ από ξύλο και αναδευτήρες κοκτέιλ με το λογότυπο της αεροπορικής εταιρείας, που ακόμα και σήμερα αναζητούνται από συλλέκτες.
Σε ορισμένες πτήσεις, διοργανώνονταν ακόμη και επιδείξεις μόδας κατά τη διάρκεια του φαγητού. Ήταν μια εποχή που τα όρια ανάμεσα στο ταξίδι και την ψυχαγωγία είχαν καταργηθεί πλήρως.

Το απόγειο της αεροπορικής πολυτέλειας, όμως, ήταν στο υπερηχητικό αεροσκάφος Concorde που ένωνε Λονδίνο και Νέα Υόρκη σε μόλις 3,5 ώρες, ταξίδευε στα 60.000 πόδια, με ταχύτητα διπλάσια του ήχου. Οι θέσεις δεν έγειραν πλήρως, αλλά ποιος χρειαζόταν ύπνο όταν είχε μπροστά του αστακό, πάπια à l’orange και soufflé Grand Marnier, όλα σερβιρισμένα με Christofle ασημικά; Η ατμόσφαιρα ήταν ελιτίστικη, αλλά όχι ψυχρή. Αντίθετα, είχε το ύφος ενός κλειστού κλαμπ, με επιβάτες που περιλάμβαναν αρχηγούς κρατών, ροκ σταρ και διευθύνοντες συμβούλους.

Κάπου πάνω από τον Ατλαντικό Ωκεανό, δείπνο με αστακό στο Concorde.

Δεν είναι λίγοι εκείνοι που αναπολούν την εποχή εκείνη ως πιο κομψή, πιο ρομαντική, πιο ανθρώπινη. Κι όμως, η πραγματικότητα είναι πως το αεροπορικό ταξίδι τότε ήταν πολυτέλεια για λίγους. Τα εισιτήρια πρώτης θέσης κόστιζαν μικρές περιουσίες και η εμπειρία αυτή ήταν απρόσιτη για τη συντριπτική πλειονότητα.

Σήμερα, το ταξίδι με το αεροπλάνο έχει εκδημοκρατιστεί. Όμως κάτι χάθηκε στον δρόμο: ο χώρος, η άνεση, η φροντίδα στη λεπτομέρεια και πάνω απ’ όλα, η αίσθηση ότι το ίδιο το ταξίδι είχε αξία. Για μια μικρή περίοδο της ιστορίας, το να πετάς ήταν ένα είδος τέχνης. Και το εισιτήριο πρώτης θέσης, μια πρόσκληση σ’ έναν κόσμο που δεν ήταν μόνο ψηλά, αλλά και μακριά από την πραγματικότητα.

Φωτογραφίες: Getty Images / Ideal Image

Exit mobile version