Η τελευταία λάμψη κοσμοπολιτισμού στην περιοχή του Ψυρρή έσβησε το 2009, αλλά ως εμπειρία παραμένει αξεπέραστη.
Aν και το επώνυμό του έχει συνδυαστεί με τη Μυκονιάτικη νύχτα ο Κωνσταντίνος Ζουγανέλης έχει πλέον συνδέσει το όνομα του με το Bar Guru Bar αλλά και το πετυχημένο Buba στο κτίριο που στέγαζε το Μπενάκειο βρεφονηπιακό σταθμό στην Κηφισιά. Η ασιατική κουζίνα και τα cocktails, ένα concept που σήμερα μπορεί να το έχουμε συνηθίσει αλλά το 1996 έμοιαζε πρωτοποριακό. Μιλήσαμε με τον Μιχάλη Μένεγο, barman τότε στο “Γκούρου” όπως το έλεγε όλη η Αθήνα και φτιάξαμε μια λίστα από τα πράγματα που έκαναν το συγκεκριμένο μέρος καινοτόμο:
Η ποιότητα του φαγητού και ποτού. Αυθεντικές ταϊλανδέζικες γεύσεις φτιαγμένες από Ταϊλανδέζους μάγειρες που τους καθοδηγούσαν άνθρωποι που είχαν καλή γνώση της Nοτιοασιατικής κουλτούρας. Ιδιαίτερη εικαστική και μουσική ταυτότητα. Χώρος διακοσμημένος με “αρχοντιά”. “Ήταν σα να άνοιγαν το σαλόνι του σπιτιού τους στους φίλους τους” είπε χαρακτηριστικά ο Μιχάλης Μένεγος και συμπλήρωσε “έμπαινες και ένιωθες μια οικειότητα αλλά έχοντας παράλληλα το συναίσθημα ότι πρωταγωνιστούσες σε μια θεατρική παράσταση”.
Μέσα στο Guru έπαιξαν όχι μόνο djs αλλά και θρύλοι της jazz του hip-hop και της soul.
Θα μπορούσαμε να το χαρακτηρίσουμε και τον πρώτο Αθηναϊκό “Ναό” του fine-drinking. “Τότε συνέβαινε μια αναγέννηση στην cocktail σκηνή του Λονδίνου” μας είπε ο Μιχάλης Μένεγος ενώ οδηγός για τις πρώτες λίστες ήταν το βιβλίο “The American Bar” του Charles Schumann. Ο Schumann είχε ανοίξει από το 1982 στο Μόναχο ένα μπαρ που έφερε ως ονομασία το επίθετό του και είχε γίνει από τα πιο γνωστά μπαρ στη Γερμανία. Με οδηγό το βιβλίο του Schumann που το “μπόλιασε” με την αναγέννηση της σκηνής των cocktails στο Λονδίνο, το Bar Guru Bar έγινε από τα πρώτα στην Ελλάδα που σέρβιρε μοναδικά cocktails “και το πρώτο μαγαζί στην Ευρώπη που σέρβιρε μαργαρίτα με κόλιανδρο” μας είπε ο Μιχάλης Μένεγος ο οποίος προσέθεσε καταλήγοντας “Δεν ήταν ένα απλό bar-restaurant-club, από τα πρώτα του είδους στη χώρα μας. Ήταν ένα από τα πιο ζωντανά κύτταρα της”. Πράγματι το Bar Guru Bar ήταν βγαλμένο από την εποχή που σε τέτοια μέρη γεννιόνταν ιδέες, στυλ και τρόποι ζωής. Παρακάτω μας μιλάει ο ένας από τους ιδρυτές του, Κωνσταντίνος Ζουγανέλης.
Πώς ξεκίνησε η ιδέα;
Ποιες ήταν οι συνθήκες της εποχής που έκαναν το “έδαφος” γόνιμο για την επιτυχία του Guru bar;
Ήμασταν τρεις, η αδερφή μου η Βανέσα, ο Γρηγόρης ο Παπαντώνης (σ.σ. με το τόσο ιδιαίτερο μουσικό γούστο) κι εγώ. Δουλεύαμε τα Καλοκαίρια στη Μύκονο και μας έλειπε να έχουμε ένα ωραίο στέκι στην Αθήνα για να πηγαίνουμε το χειμώνα. Κάποιος γνωστός μας είπε για αυτό το ακίνητο στην πλατεία Θεάτρου που είχε νοικιάσει και δεν ήξερε τι να το κάνει. Με το που το είδαμε -ειδικά εμένα μου άρεσε πολύ- θέλαμε αμέσως να φτιάξουμε κάτι το νέο που υπήρχε μέχρι τότε μόνο στο κεφάλι μας, δηλαδή δεν το είχαμε δει πουθενά.
Αυτό που ήταν περίεργο ήταν πως ήσασταν τρία άτομα. Πώς καταφέρατε να βρείτε ένα κοινό όραμα το οποίο ενσαρκώθηκε με αυτόν τον τρόπο;
Δεν είχαμε τόσο κοινό στόχο και όραμα -αν και το πιστεύαμε τότε ότι είχαμε. Βάζαμε ότι είχε ο καθένας στο μυαλό του. Αλλά με ένα μαγικό θα έλεγα τρόπο, συμπληρώναμε ο ένας τον άλλο. Κι εκεί στηρίζονταν η επιτυχία αυτού του εγχειρήματος. Ό,τι δεν είχε ο ένας το προσέφερε ο άλλος.
Πώς ήταν η πρώτη βραδιά που ξεκινήσατε;
Επειδή δεν είχαμε πολλά χρήματα ό,τι έγινε στο Guru ήταν προϊόν προσωπικής εργασίας. Τα κάναμε όλα μόνοι μας. Δεν είχαμε συμβούλους ή κάποιον διακοσμητή. Οι φίλοι μας κι εμείς το κάναμε. Για παράδειγμα, φίλοι από τη Μύκονο που έκαναν κατασκευές κι ένας φίλος ζωγράφος, μας βοήθησαν να το διακοσμήσουμε. Και όταν τελειώσαμε, θυμάμαι ήταν Χριστούγεννα του ’96, είπαμε να ξεκινήσουμε αλλά δεν είχαμε προσωπικό. Και πάλι, φέραμε φίλες και φίλους μας. Όλα έγιναν σιγά-σιγά. Σε μια περίοδο που δεν υπήρχε ίντερνετ για να διαφημιστείς. Υπήρχαν μόνο τα τηλέφωνα. Αλλά εμείς στο Guru δεν είχαμε ούτε τηλέφωνο. Ο ΟΤΕ έκανε τρεις μήνες να μας βάλει τηλέφωνο. Επίσης βρισκόμασταν σε ένα σημείο της Αθήνας που δεν περνούσε ποτέ άνθρωπος τη νύχτα. Δεν είχαμε ούτε δίκτυο επικοινωνίας, ούτε δημόσιες σχέσεις, ούτε τίποτα. Ήταν μια οργανική κατάσταση.
Στην εποχή που δεν υπήρχε διαδίκτυο και όλος αυτός ο “βομβαρδισμός” επικοινωνίας όταν κάτι συνέβαινε, το μάθαινε μέχρι και η άλλη άκρη της πόλης. Γιατί οι άνθρωποι που ήθελαν να φάνε σε ένα ωραίο μέρος ή που ήθελαν να δουν κάτι όμορφο, επικοινωνούσαν μεταξύ τους.
Η έκρηξη του clubbing τότε είχε θετική επιρροή στη δικιά σας λειτουργία;
Ναι, αν και δεν είμαι ειδήμων του clubbing, μπορώ να πω ότι το Guru επωφελήθηκε. Αλλά επειδή ξεκινήσαμε από το ’96 θα λέγαμε ότι συνεισφέραμε από τους πρώτους στην Αθηναϊκή club σκηνή αφού ήμασταν και από τους πρώτους που είχαμε resident djs…
Δηλαδή, πήγαινες ένα βράδυ και άκουγες: Την Τετάρτη ο Ακύλλας, την Πέμπτη ο Ζωγόπουλος, την Παρασκευή ο Πατρελάκης και το Σάββατο ο Ricardo Da Force.
Έπαιζε επίσης η Ιωσηφίνα Γκιόκα όπως και πολλοί άλλοι.
Πώς έγινε και ο κόσμος “αγκάλιασε” τις καινούργιες γεύσεις μιας κουζίνας που δεν είχε συνηθίσει. όπως αυτήν της Ταυλάνδης;
Νομίζω ήταν δύσκολο, πρωτοποριακό και αν θες τη γνώμη μου, πολύ τολμηρό. Δηλαδή προτείναμε ένα φαγητό το οποίο απλά δεν υπήρχε. Δεν υπήρχε κάποιο παρόμοιο εστιατόριο. Ούτε παρόμοια κουζίνα για να τη συγκρίνεις.
Άρα υπήρχε μια δόση “τρέλας” στο project;
Ήμασταν νέοι και είχαμε μια άγνοια κινδύνου -με την καλή πάντα έννοια. Για παράδειγμα διαλέξαμε ένα σημείο που δεν θα το διαλέγαμε ποτέ σε μια μεγαλύτερη ηλικία. Το ίδιο συνέβαινε και με το μενού του φαγητού. Ένας σώφρων επιχειρηματίας δεν θα ακολουθούσε ποτέ τις επιλογές μας. Αλλά εμείς τότε λειτουργούσαμε με το συναίσθημα. Δεν είπαμε “πάμε να κάνουμε ένα μαγαζί για να πετύχουμε ένα στόχο”. Όχι, το κάναμε γιατί σκεφτόμασταν ότι θέλουμε να περάσουμε εκεί καλά.
Θυμάμαι που ερχόμουν τότε εκεί και έβλεπα τον Πέτρο Κωστόπουλο ή ακόμα και τον πρεσβευτή των ΗΠΑ…
Ναι ήταν μια εποχή που στην Αθήνα δεν υπήρχαν πολλές εναλλακτικές επιλογές εξόδου. Με τη έννοια, πόσα μαγαζιά ήταν ταυτόχρονα μπαρ, εστιατόρια και λίγο κλαμπ; Ελάχιστα. Υπήρχαν ή μπαρ ή κλαμπ ή εστιατόρια. Δεν υπήρχαν πολλά μέρη που να ήταν και τα τρία μαζί. Καταρχήν εμείς καθιερώσαμε τα cocktail bars. To Guru ήταν ίσως ένα από τα πρώτα..
Η περιοχή που διαλέξατε ήταν κι αυτή που σας οδήγησε στο τέλος…
Δεν ήταν μια περιοχή που υπήρχαν άλλα μαγαζιά τότε. Μετά τους Ολυμπιακούς Αγώνες η εγκληματικότητα και οι ναρκομανείς είχαν κατακλύσει το μέρος. Σήμερα αν πας εκεί δεν θα πιστέψεις ότι το μέρος έζησε τις μέρες που περιγράφουμε.
Αν έκανες σήμερα κάτι παρόμοιο, που θα το έκανες;
Μάλλον στον Ελαιώνα.
Φωτογραφίες: Γιάννης Χατζηασλάνης
