Η άνοδος του streaming και το αυξημένο κόστος της εξόδου αλλάζουν το επιχειρηματικό μοντέλο του σινεμά στην Ελλάδα και μετατρέπουν τη μεγάλη οθόνη από συνήθεια σε επιλεκτική εμπειρία.
Η σχέση των Ελλήνων με τη μεγάλη οθόνη αλλάζει και ο τρόπος που διαμορφώνονται οι επιλογές ψυχαγωγίας το αποτυπώνει καθαρά. Το σινεμά παραμένει μια αγαπημένη εμπειρία, αλλά δεν είναι πια η αυτονόητη, προσιτή έξοδος που ήταν κάποτε. Το κόστος, οι πλατφόρμες streaming και η μετατόπιση των οικογενειών προς πιο οικονομικές δραστηριότητες έχουν δημιουργήσει ένα νέο, διαφοροποιημένο τοπίο όπου multiplex και ιστορικά σινεμά της Αθήνας συνυπάρχουν με εντελώς διαφορετικούς ρυθμούς.
Τα multiplex κάνουν την εμπειρία premium και ακριβή
Τα μεγαλύτερα σινεμά της χώρας, όπως τα Village Cinemas, προσφέρουν μια εμπειρία που συνδυάζει ψηφιακή τεχνολογία, IMAX, Dolby Atmos, μεγάλες οθόνες, άνετες θέσεις και πολλαπλές παράλληλες προβολές. Το Village στο The Mall Athens αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα, με 14 αίθουσες και μεγάλη δυναμικότητα. Όμως η εμπειρία αυτή έχει και κόστος. Σύμφωνα με την επίσημη τιμολογιακή πολιτική της εταιρείας, το βασικό εισιτήριο κινείται γύρω στα 9,50 ευρώ, ενώ οι προβολές με ενισχυμένη τεχνολογία και οι premium αίθουσες τιμολογούνται σε αισθητά υψηλότερα επίπεδα, φτάνοντας σε ορισμένες περιπτώσεις περίπου τα 24 ευρώ ανά άτομο.
Για μια τυπική τετραμελή οικογένεια (δύο ενήλικες και δύο παιδιά), το κόστος εισιτηρίων σε μια απλή προβολή 2D κυμαίνεται μεταξύ 36 και 40 ευρώ. Αν προστεθούν IMAX ή premium επιλογές η τιμή ανεβαίνει ενώ με ποπ-κορν και αναψυκτικά η συνολική έξοδος μπορεί να φτάσει τα 60–70 ευρώ. Σε μια εποχή περιορισμένων οικογενειακών προϋπολογισμών, η εμπειρία του multiplex μετατρέπεται σε «προγραμματισμένη» έξοδο και όχι σε αυθόρμητη επιλογή.
Τα multiplex συγκεντρώνουν κυρίως νεότερο κοινό και οικογένειες, οι μεγαλύτερες ηλικίες -αλλά και σινεφίλ ομάδες- στρέφονται ξανά στα κλασικά σινεμά της πόλης. Σύμφωνα με τα στοιχεία, οι τιμές εκεί κινούνται μεταξύ 7–8 ευρώ η γενική είσοδος και μεταξύ 6–7,50 ευρώ για φοιτητές, ανέργους ή άτομα άνω των 65 ετών.
Η ελληνική οικογένεια και οι νέες ισορροπίες
Τα στοιχεία δείχνουν ότι το σινεμά παραμένει επιθυμητή επιλογή, αλλά όχι συχνή. Με βάση την επίσημη έκθεση της Ελληνικής Κινηματογραφικής Διανομής (ΕΚΚΟΜΕ) για το 2024, η μέση συχνότητα επίσκεψης στην Ελλάδα βρίσκεται μόλις στις 0,7 φορές ανά κάτοικο -περίπου η μισή από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Η οικονομική επιβάρυνση, η άνοδος του streaming και η πληθώρα εναλλακτικών ψυχαγωγίας εξηγούν την εικόνα αυτή. Οι οικογένειες επιλέγουν πια πιο προσεκτικά, συντονίζοντας την έξοδο με μεγάλες ταινίες ή ειδικές περιπτώσεις. Οι μεγαλύτεροι προτιμούν κλασικές αίθουσες για λόγους τιμής και ύφους, ενώ οι νεότεροι στρέφονται σε multiplex για την εμπειρία και την τεχνολογία.
Η νέα ευρωπαϊκή κανονικότητα
Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, σύμφωνα με τα στοιχεία του European Audiovisual Observatory, το 2024 καταγράφηκαν 841 εκατομμύρια εισιτήρια. Η προσέλευση κινήθηκε χαμηλότερα σε σχέση με το 2023 και παραμένει αισθητά κάτω από τα προ πανδημίας επίπεδα του 2019. Πρόκειται για μια παρατεταμένη περίοδο στασιμότητας: οι αίθουσες λειτουργούν και οι μεγάλες παραγωγές δημιουργούν δυναμική, όμως η μαζικότητα που χαρακτήριζε την προ πανδημίας εποχή δεν έχει επιστρέψει.
Η Ελλάδα σε μια χαμηλότερη τροχιά
Στην Ελλάδα, τα στοιχεία του ΕΚΚΟΜΕ για το 2024 δείχνουν ότι κόπηκαν 7.608.000 εισιτήρια, έναντι 7.383.000 το 2023. Η οριακή αυτή αύξηση παραπέμπει περισσότερο σε σταθεροποίηση παρά σε ουσιαστική ανάκαμψη. Στις αρχές της δεκαετίας του 2000, η ελληνική αγορά κινηματογράφου κατέγραφε σε αρκετά έτη πάνω από 12 εκατομμύρια εισιτήρια, ενώ ακόμη και στις αρχές της επόμενης δεκαετίας τα μεγέθη ήταν αισθητά υψηλότερα από τα σημερινά. Σήμερα, η χώρα διαθέτει 456 κινηματογράφους, ένδειξη ότι η υποδομή των αιθουσών αντέχει, ακόμη κι αν η συχνότητα επίσκεψης έχει μειωθεί.
Από τα multiplex στις χαμένες αίθουσες
Η αγορά των πολυκινηματογράφων στην Ελλάδα έχει πλέον συγκεντρωθεί σε λίγους, ισχυρούς παίκτες. Τα Village Cinemas παραμένουν η κυρίαρχη αλυσίδα, με μεγάλα multiplex σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη και περιφερειακές αγορές, επενδύοντας σε IMAX, Dolby Atmos και premium αίθουσες. Παράλληλα, συνεχίζουν να λειτουργούν τα ODEON Cinemas και το Cineplexx, με πιο περιορισμένη γεωγραφική παρουσία, αλλά σταθερή δραστηριότητα, κυρίως σε αστικά κέντρα.
Την ίδια στιγμή, το κέντρο της Αθήνας μετρά απώλειες. Τα τελευταία χρόνια έκλεισαν ή έπαψαν να λειτουργούν ως κινηματογράφοι ιστορικές αίθουσες όπως το ΑΤΤΙΚΟΝ στη Σταδίου.
Πώς το streaming αλλάζει οριστικά το σινεμά
Το μεγαλύτερο μέρος της πίεσης που δέχεται σήμερα το σινεμά δεν προέρχεται από την ίδια την αίθουσα, αλλά από τον τρόπο που άλλαξε η καθημερινή σχέση των θεατών με το περιεχόμενο. Οι πλατφόρμες streaming έχουν μεταμορφώσει το πώς βλέπουμε ταινίες και σειρές και αυτή η αλλαγή αποτυπώνεται πλέον καθαρά στα στοιχεία των διεθνών οργανισμών. Με λίγα λόγια, η «καθημερινή» ταινία δεν πάει πια στο σινεμά, έρχεται στο σπίτι.
Η πιο κρίσιμη επίδραση αφορά στη «μεσαία ζώνη» ταινιών. Οι παραγωγές που κάποτε γέμιζαν τις αίθουσες εκτός περιόδων blockbusters -ρομαντικές κομεντί, δράματα, μικρότερες ανεξάρτητες ταινίες- έχουν μετακομίσει μαζικά στο Netflix, στο Disney+, στο Amazon Prime και στις υπόλοιπες πλατφόρμες. Αυτό σημαίνει ότι το σινεμά στηρίζεται πλέον σχεδόν αποκλειστικά σε λίγες μεγάλες ταινίες, σε franchises και σε γεγονότα-προβολές, μετακινώντας τον θεατή από τη συνήθεια στην περίσταση.
Η οικονομική σύγκριση είναι επίσης καταλυτική. Με 8-12 ευρώ τον μήνα, μια συνδρομή streaming προσφέρει απεριόριστο περιεχόμενο, την ώρα που ένα εισιτήριο κοστίζει πάνω από 8 ευρώ/άτομο, ανάλογα με την αίθουσα και την τεχνολογία προβολής. Για μια οικογένεια, η επιλογή γίνεται περισσότερο οικονομική πράξη παρά πολιτιστική συνήθεια. Προσθέτοντας και το γεγονός ότι πολλές ταινίες φτάνουν πλέον στις πλατφόρμες μέσα σε 21-45 ημέρες από την πρεμιέρα, ο θεατής εύκολα σκέφτεται ότι μπορεί να περιμένει. Το streaming δεν «σκοτώνει» το σινεμά. Το αναγκάζει όμως να αλλάξει.
Το σινεμά δεν χάνεται, αλλά η θέση του επαναπροσδιορίζεται. Οι Έλληνες δεν το εγκατέλειψαν, αλλά το αντιμετωπίζουν πλέον ως επιλογή ειδικής περίστασης και όχι ως τακτική συνήθεια.
Εισαγωγική φωτογραφία: Getty Images / Ideal Image
