Η Πέμπτη σηματοδότησε μια ακόμη θετική ημέρα για τον S&P 500 και τον Nasdaq, καθώς και οι δύο δείκτες κατέγραψαν νέα ιστορικά υψηλά, τόσο ενδοσυνεδριακά όσο και στο κλείσιμο. Για τον S&P 500, ήταν το 13ο ρεκόρ κλεισίματος μέσα στο 2025 – και το τέταρτο μόνο αυτή την εβδομάδα – με το ορόσημο των 6.300 μονάδων να κατακτάται για πρώτη φορά τη Δευτέρα.
Μπροστά σε αυτή την εντυπωσιακή άνοδο, εύλογα εγείρονται ερωτήματα: ποιοι είναι οι παράγοντες που κινούν την αγορά; Πρόκειται για βιώσιμη δυναμική ή μήπως η Wall Street διατρέχει τον κίνδυνο μιας νέας φούσκας; Η απάντηση βρίσκεται σε ένα συνδυασμό δυνάμεων, που δημιουργούν ένα σύνθετο – και ίσως εύθραυστο – σκηνικό.
Τι κρύβεται πίσω από το ασταμάτητο ράλι του S&P 500
1. Τεχνολογική ώθηση από τα mega caps
Μεγάλες εταιρείες τεχνολογίας όπως Nvidia, Apple, Microsoft, Amazon, Meta και Alphabet έχουν υπεραποδώσει και αντιπροσωπεύουν μεγάλο ποσοστό της συνολικής κεφαλαιοποίησης του δείκτη. Ο ενθουσιασμός γύρω από την τεχνητή νοημοσύνη (AI) τροφοδοτεί τις αποτιμήσεις και ενισχύει τον δείκτη, ακόμα και όταν άλλοι κλάδοι υστερούν.
2. Ελπίδες για μείωση επιτοκίων από τη Fed
Παρόλο που η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ παραμένει επιφυλακτική, οι αγορές προεξοφλούν τουλάχιστον μία μείωση επιτοκίων εντός του 2025, γεγονός που ευνοεί την αποτίμηση μετοχών υψηλής ανάπτυξης.
3. Ισχυρά εταιρικά αποτελέσματα
Οι περισσότερες μεγάλες εισηγμένες εμφανίζουν υψηλά κέρδη και περιθώρια κερδοφορίας, ιδίως στους τομείς της τεχνολογίας, ενέργειας και υγείας.
4. Πλεονάζουσα ρευστότητα
Αρκετά χρήματα παραμένουν εκτός αγοράς, και κάθε νέα διόρθωση προσελκύει επενδυτές που «αγοράζουν στο χαμηλό» (buy the dip). Επίσης, τα μεγάλα funds συνεχίζουν να τοποθετούνται μακροπρόθεσμα.
5. Απουσία εναλλακτικών
Παρόλο που τα επιτόκια είναι αυξημένα, πολλοί επενδυτές θεωρούν ότι δεν υπάρχουν ελκυστικές εναλλακτικές έναντι των μετοχών.
Η γεωοικονομία στο ταμπλό: Καθοριστικός παράγοντας ή συγκυριακός καταλύτης;
Να σημειωθεί ότι οι εμπορικές συμφωνίες και οι σχετικές γεωοικονομικές εξελίξεις παίζουν ρόλο, αλλά συχνά λειτουργούν περισσότερο ως αφορμή παρά ως ο κύριος κινητήριος μοχλός της ανόδου του S&P 500.
Στην πραγματικότητα οι ειδήσεις για μια θετική εξέλιξη στις εμπορικές σχέσεις – π.χ. αναστολή δασμών, πρόοδος στις διαπραγματεύσεις ΗΠΑ–Κίνας, νέα συμφωνία ΗΠΑ–Ιαπωνίας ή μειώσεις εμπορικών φραγμών – προσφέρουν ψυχολογική ώθηση στις αγορές, ενισχύοντας το “risk-on” κλίμα. Αυτό όμως είναι συγκυριακό, δηλαδή πυροδοτεί ανοδικές κινήσεις, αλλά δεν αλλάζει τα θεμελιώδη της αγοράς από μόνο του.
Μια νέα εμπορική συμφωνία μπορεί να βοηθήσει ορισμένους κλάδους (π.χ. ημιαγωγούς, αυτοκινητοβιομηχανία, γεωργικά προϊόντα), αλλά δεν οδηγεί απαραίτητα σε συστημική ανατίμηση του S&P 500, ο οποίος επηρεάζεται πρωτίστως από:
- εταιρικά κέρδη,
- επιτόκια,
- νομισματική πολιτική,
- αποτιμήσεις,
- τεχνολογικές εξελίξεις (όπως η AI στην εποχή μας).
Ωστόσο υπάρχουν και ορισμένες εξαιρέσεις. Σε περιόδους κρίσης ή εμπορικού πολέμου (π.χ. Τραμπ 2018–2019), η ανακοίνωση εμπορικών συμφωνιών λειτουργεί σαν καταλύτης για ανάκαμψη, καθώς αίρει την αβεβαιότητα και ενισχύει τη διεθνή εμπιστοσύνη. Αλλά και πάλι, πρόκειται για παράγοντα επιτάχυνσης, όχι για τον δομικό λόγο της ανόδου.
Πλησιάζει το σημείο καμπής;
Ο όρος «φούσκα» συνδέεται με παρατεταμένη υπερτίμηση των περιουσιακών στοιχείων, υπερβολική αισιοδοξία και αποσύνδεση από τα θεμελιώδη μεγέθη. Δεν είναι βέβαιο ότι είμαστε εκεί, αλλά υπάρχουν σημάδια που προκαλούν προβληματισμό:
– Ο δείκτης forward P/E του S&P 500 (ο λόγος της τρέχουσας τιμής του δείκτη -ή μιας μετοχής- προς τα προσδοκώμενα κέρδη ανά μετοχή για τους επόμενους 12 μήνες) είναι πάνω από τον ιστορικό μέσο όρο (γύρω στο 21x αντί για ~16x).
– Η συγκέντρωση απόδοσης σε λίγες μετοχές (κυρίως AI & τεχνολογία) δημιουργεί ευθραυστότητα.
– Ορισμένες μετοχές όπως η Nvidia ή η Broadcom έχουν παραβολικές ανόδους, που θυμίζουν την περίοδο 1999-2000 (φούσκα του dot-com).
– Ο δείκτης μεταβλητότητας VIX – γνωστός και ως «δείκτης φόβου» της Wall Street – παραμένει σε εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα. Αυτό σημαίνει ότι οι επενδυτές δεν προεξοφλούν σοβαρές διακυμάνσεις στο άμεσο μέλλον, γεγονός που φανερώνει μια σχεδόν απόλυτη ηρεμία στις αγορές. Όμως αυτή η ηρεμία μπορεί να είναι παραπλανητική. Η μεταβλητότητα θεωρείται «τεχνητά χαμηλή» όταν οι επενδυτές, παρά τους υπαρκτούς κινδύνους – όπως γεωπολιτικές εντάσεις, υπερτιμημένες μετοχές ή σφιχτή νομισματική πολιτική – συνεχίζουν να αγνοούν ή να υποτιμούν την πιθανότητα αρνητικών εξελίξεων. Έτσι, δημιουργείται ένα περιβάλλον εφησυχασμού, που συχνά προηγείται σοβαρών διορθώσεων.
– Αν και η Wall Street καταγράφει ρεκόρ, η αμερικανική οικονομία δεν εμφανίζει αντίστοιχα δυναμική. Με άλλα λόγια, οι αποτιμήσεις αυξάνονται πολύ πιο γρήγορα από ό,τι τα πραγματικά μεγέθη της οικονομίας: το ΑΕΠ, η κατανάλωση, η παραγωγικότητα ή οι πραγματικοί μισθοί.
Σε κάθε περίπτωση, μπορεί να μην έχουμε ακόμη τα αποδεικτικά στοιχεία μιας «φούσκας», όμως η αγορά κινείται ξεκάθαρα σε υπερθερμασμένο έδαφος. Η υπερσυγκέντρωση απόδοσης σε λίγες τεχνολογικές μετοχές και οι αποτιμήσεις που αγγίζουν – ή ξεπερνούν – τα ιστορικά όρια, γεννούν ερωτήματα. Αν η τεχνητή νοημοσύνη αποδειχθεί όντως επανάσταση, ίσως το ράλι δικαιολογείται. Αν όμως μεσολαβήσει ένας εξωτερικός κλυδωνισμός – γεωπολιτικός, μακροοικονομικός ή νομισματικός – τότε η διόρθωση ίσως αποδειχθεί απότομη και επώδυνη.
Διαβάστε ακόμη
JP Morgan: Τι προβλέπει για το β’ τρίμηνο των ελληνικών τραπεζών
Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο Θέμα
