Στα όρια της κατάρρευσης ο πρόεδρος της Κομισιόν κ. Ζαν Κλωντ Γιούνγκερ, προσήλθε για τις καθιερωμένες δηλώσεις του προς τους εκπροσώπους των ΜΜΕ, αμέσως μετά τη διακοπή –για πολλοστή φορά- των διαπραγματεύσεων στις Βρυξέλλες και δήλωσε εξουθενωμένος, κουρασμένος.
Ομολόγησε πως το ξενύχτι και η πίεση δεν του επιτρέπουν να σκεφτεί καθαρά και είπε πως κανείς δεν μπορεί να πάρει σωστές αποφάσεις εάν δεν είναι νηφάλιος και βρίσκεται στα όρια της φυσικής κατάρρευσης.
Απολύτως ανθρώπινη η αντίδραση του προέδρου της Κομισιόν και προφανώς και των υπολοίπων ηγετών και αξιωματούχων της Ευρώπης, συμπεριλαμβανομένων ασφαλώς και των Ελλήνων που βρίσκονται εκεί.
Αμφιβάλλω αν κανείς από όλους όσους συγκεντρώνονται κατά καιρούς στα κέντρα λήψης αποφάσεων και συζητούν επί ώρες, σκέφτηκε έστω και μια στιγμή τα όρια αντοχής των πολιτών και ειδικά των πολιτών στις χώρες που βρίσκονται υπό καθεστώς βαθύτατης οικονομικής κρίσης.
Ειδικά στη χώρα μας, οι πολίτες ανεξαρτήτως των ιδεολογικών τους πεποιθήσεων, ανεξαρτήτως αν συμμετέχουν στις συγκεντρώσεις στήριξης της κυβέρνησης ή τις συγκεντρώσεις «Μένουμε Ευρώπη», όλοι οι πολίτες είναι εξαντλημένοι. Από την αβεβαιότητα και την αγωνία. Από την πίεση και το άγχος μια μακρόχρονης επώδυνης διαδικασίας ανόρθωσης της οικονομίας που δεν επιτυγχάνεται. Οι έλληνες πολίτες, αλλά και οι Πορτογάλοι και οι Ισπανοί, βιώνουν στην καθημερινότητά τους την πίεση και το στρες. Αγωνιούν αν θα μπορούν να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους, αν θα συνεχίσουν να έχουν δουλειά όσοι έχουν, αν θα συνεχίσουν να πληρώνονται όσοι πληρώνονται, αν θα ξαναβρούν δουλειά όσοι είναι άνεργοι, αν θα μπορέσουν να εξασφαλίσουν το καθημερινό φαγητό στις οικογένειές τους όσοι βρίσκονται κάτω από το όριο της φτώχειας.
Ακόμα και οι πιο «τακτοποιημένοι» οι «τυχεροί» μέσα στην κρίση, κι αυτοί αγωνιούν, βλέποντας και καταλαβαίνοντας ότι αυτή η κατάσταση δεν μπορεί να συνεχιστεί άλλο. Δεν μπορεί η χώρα να σέρνεται. Δεν μπορούν οι άνθρωποι να ζουν χωρίς προοπτική, χωρίς δυνατότητα να κάνουν τον παραμικρό σχεδιασμό για τη ζωή τους, για το μέλλον τους, για τα παιδιά τους.
Αν οι ηγέτες είναι κουρασμένοι, οι πολίτες είναι εξαντλημένοι. Σ’ αυτή την ταραγμένη και αβέβαιη πενταετία της κρίσης, αυξήθηκαν τα κρούσματα κατάθλιψης, αυξήθηκαν οι ασθένειες που συνδέονται κατά κάποιο τρόπο με το άγχος. Δεν υπάρχει άνθρωπος φυσιολογικός που να μπορεί να ζήσει και να λειτουργήσει και να δημιουργήσει υπό διαρκείς στρεσογόνες συνθήκες.
Αυτό το «δεν αντέχω άλλο» που ακούμε συνέχεια στο δρόμο, στα μέσα μεταφοράς, στις κοινωνικές συναναστροφές, υποδηλώνει ότι ένας λαός ολόκληρος που προσπαθεί να συνεχίσει μια φυσιολογική ζωή, έχει ξεπεράσει τα όριά του. Τα όρια των ψυχικών και σε αρκετές περιπτώσεις των φυσικών αντοχών.
Οι ηγέτες το αγνοούν αυτό. Αναφέρονται σε σύντομες δηλώσεις τους στις θυσίες των πολιτών, τις επικαλούνται όταν ανακοινώνουν μέτρα και μεταρρυθμίσεις για το καλό του, αλλά στην πραγματικότητα ούτε μπορούν ούτε και θέλουν να ασχοληθούν με το τι σημαίνουν όλα αυτά για τις ζωές των ανθρώπων.
Ίσως αρκετοί θεωρούν πως όλα αυτά είναι γενικόλογοι αφορισμοί, με μια δόση λαϊκισμού ενδεχομένως. Αντίστοιχα και τα ευφυολογήματα του τύπου «the game is over» που είπε ο κ. Τουσκ στον κ. Τσίπρα, μπορεί να θεωρηθούν επικοινωνιακά τεχνάσματα για να «παίξουν» στα ΜΜΕ. Πολλοί από τους πολίτες της Ελλάδας αισθάνθηκαν ότι τους καλύπτει η απάντηση Τσίπρα στον ευρωπαίο αξιωματούχο «μην υποτιμάτε μέχρι πού μπορεί να φτάσει ένας λαός όταν αισθανθεί ταπεινωμένος». Η φράση αυτή περιγράφει τις ψυχικές αντοχές των πολιτών όπως η κρίση δοκιμάζει τις φυσικές τους αντοχές.
Και μπορεί οι ευρωπαίοι ηγέτες και αξιωματούχοι να μην ενδιαφέρονται για τις αντοχές των ελλήνων πολιτών. Οι Έλληνες ηγέτες όμως έχουν υποχρέωση να ενδιαφερθούν. Δυστυχώς ούτε οι Έλληνες πολιτικοί δείχνουν να αντιλαμβάνονται. Όποιος παρακολούθησε βραδυνή τηλεοπτική εκπομπή με εκπροσώπους των κομμάτων και απέναντί τους πέντε έλληνες μικρομεσαίους επιχειρηματίες, κατάλαβε πολύ καλά ότι οι επιχειρηματίες είναι πολύ πιο σοβαροί, πολύ πιο ρεαλιστές, πολύ πιο υπεύθυνοι. Και οι πολιτικοί απέναντί τους, στον κόσμο τους. Κυριολεκτικά. Με κραυγές και αλληλοκατηγορίες, ποιος έκανε τα χειρότερα, ποιος φταίει περισσότερο, ποιος είναι ο κατάλληλος και ποιος ο επικίνδυνος. Οποιοσδήποτε πολίτης παρακολούθησε την εκπομπή αυτή, θα διαπίστωσε ότι οι έλληνες πολιτικοί ούτε άκουσαν, ούτε τους ένοιαζε ν’ ακούσουν, ούτε φυσικά ευαισθητοποιήθηκαν για τα προβλήματα των πολιτών απέναντί τους. Το ποίημά του έλεγε ο καθένας, με φωνές, με φλέβες τεντωμένες, μιλώντας ο ένας πάνω στον άλλο σε μια συζήτηση βαβέλ, εκτός τόπου και εκτός χρόνου. Και τότε αναρωτιέται κανείς: αυτοί είναι που πράγματι θα βρουν λύση στα προβλήματά μας;
Αναρωτιέται όμως και πώς επιλέξαμε τόσο απογοητευτικά λίγους, τόσο μικρούς, εγωκεντρικούς εκπροσώπους για το έθνος μας;
Αν μέσα από αυτή την κρίση έχουμε έστω και μια ευκαιρία, αυτή είναι, να ωριμάσουμε σαν πολίτες. Με τέτοιους εκπροσώπους, η δική μας ανωριμότητα αναδεικνύεται πάνω από την μικρότητα των πολιτικών μας. Κι αν περιμένουμε να κατανοήσουν τα όρια των αντοχών μας, θα περιμένουμε πολύ. Γιατί αυτοί ούτε μας ακούν, ούτε και μας βλέπουν. Δεν τους αφήνει το εγώ τους.