search icon

Γνώμες

Με το θυμικό ή με την τσέπη;

Ποιος θα πείσει περισσότερο ότι θα ενισχύσει τον προϋπολογισμό των νοικοκυριών, μένει να αποδειχθεί και θα το μάθουμε σε 40 περίπου μέρες. Όμως μια και μιλάμε για «λογική τσέπης» δεν πρέπει να μας διαφεύγει πως δεν σκέφτεται όλο το εκλογικό σώμα έτσι

Έχει γίνει αξίωμα πια, πως ο Έλληνας στο τέλος, ψηφίζει σε μεγάλο βαθμό με την τσέπη του. Υπολογίζει δηλαδή με βάση τις υποσχέσεις και το πρόγραμμα των κομμάτων που διεκδικούν την εξουσία, ποιος δυνητικά θα του εξασφαλίσει καλύτερες οικονομικές συνθήκες. Κι αυτό έχει αποδειχθεί σχεδόν σε όλες τις τελευταίες εκλογές. Μόνο να θυμηθούμε πως το 2015 ο ΣΥΡΙΖΑ έπεισε το 36% των ψηφοφόρων που φυσικά δεν ήταν όλοι αριστεροί αλλά και πολλοί παραδοσιακοί δεξιοί, λέγοντας πως θα καταργήσει τα μνημόνια, θα καταργήσει τον ΕΝΦΙΑ, θα ανεβάσει τον κατώτατο μισθό στα 750 ευρώ, θα μειώσει τη φορολογία στους αδύναμους κ.λπ. Τον ψήφισαν λοιπόν με κριτήριο την τσέπη τους.

Αντίστοιχα ο Κυριάκος ψηφίστηκε από το σχεδόν 40% του εκλογικού σώματος, πρώτον γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ απέτυχε να υλοποιήσει τις υποσχέσεις του και δεύτερον γιατί υποσχέθηκε μειώσεις φόρων και ασφαλιστικών εισφορών που θα ενίσχυαν το διαθέσιμο εισόδημα και επενδύσεις που θα δημιουργούσαν νέες θέσεις εργασίας. Κι είναι αλήθεια πως παρά τα όσα στραβά και ανάποδα είχε να αντιμετωπίσει η χώρα με την υγειονομική και ενεργειακή κρίση, αυτά που υποσχέθηκε στον οικονομικό τουλάχιστον τομέα, τα πραγματοποίησε σε μεγάλο βαθμό.

Το ερώτημα είναι αν αυτό θα του πιστωθεί εκλογικά ή αν το εκλογικό σώμα προσδοκά περισσότερα από τον άλλο διεκδικητή της εξουσίας, τον ΣΥΡΙΖΑ, που αυτή τη φορά επειδή δεν υπάρχουν μνημόνια, υπόσχεται πως θα υλοποιήσει το πρόγραμμά του και πέραν από τους ευάλωτους θα ενισχύσει και τη μεσαία τάξη την οποία όπως παραδέχεται, αδίκησε την προηγούμενη φορά. Από την άλλη ο Μητσοτάκης υπόσχεται πως αν του δοθεί η ευκαιρία για μια νέα τετραετία, θα ρίξει όλο του το βάρος στην ενίσχυση των μισθών και των εισοδημάτων των πολιτών, μοιράζοντας το πλεόνασμα από την ανάπτυξη της οικονομίας που, όπως λέει, θα διατηρηθεί και θα ενισχυθεί και στα επόμενα χρόνια.

Ποιος θα πείσει περισσότερο ότι θα ενισχύσει τον προϋπολογισμό των νοικοκυριών, μένει να αποδειχθεί και θα το μάθουμε σε 40 περίπου μέρες. Όμως μια και μιλάμε για «λογική τσέπης» δεν πρέπει να μας διαφεύγει πως δεν σκέφτεται όλο το εκλογικό σώμα έτσι. Έτσι σκέφτεται εκείνη η κρίσιμη μάζα που διαμορφώνει τον εκάστοτε νικητή.

Στην παρούσα φάση όμως θα έχουμε και 450.000 νέους ψηφοφόρους ηλικίας 17-21 ετών που δεν σκέφτονται όπως ενδεχομένως οι γονείς τους από τους οποίους και είναι οικονομικά εξαρτώμενοι. Κι είναι όλοι αυτοί νέοι που δεν μπορούν εύκολα να προσεγγίσουν οι δημοσκόποι για να καταλάβουν πώς σκέπτονται και πώς θα ενεργήσουν. Είναι άτομα που στις περισσότερες των περιπτώσεων ακόμα σπουδάζουν και δεν έχουν βγει στην αγορά εργασίας για να γνωρίσουν και την άλλη, την πραγματική και σκληρή όψη της ζωής. Και κατά τεκμήριο, η πλειονότητα των νέων, κινείται αντισυστημικά προς τα δύο άκρα του πολιτικού φάσματος και το θυμικό μαζί με τη νεανική επαναστατικότητα μπορούν να γεννήσουν εκπλήξεις σε όλους μας.

Τελικά όμως, η πλάστιγγα για τον νικητή θα γείρει κατά κύριο λόγο με κριτήρια οικονομικά χωρίς αυτό να σημαίνει προεξόφληση για αυτοδύναμη κυβέρνηση ή κυβέρνηση συνεργασίας. Και γι’ αυτό οι δύο κύριοι διεκδικητές μέχρι την τελευταία στιγμή προσπαθούν να καλύψουν όλα τα κενά από ενδεχόμενη διαρροή ψήφων. Ο ΣΥΡΙΖΑ με τις τελευταίες ανακοινώσεις για την προστασία από πλειστηριασμούς της πρώτης κατοικίας συν τοις άλλοις και η κυβέρνηση με τις αυξήσεις των επιδομάτων στους ΑΜΕΑ αλλά και το πάγωμα των αυξήσεων στις δόσεις των δανείων λόγω αύξησης των επιτοκίων.

Όλα παίζουν τον ρόλο τους και κανείς τους δεν θέλει να χαρίσει ούτε μια ψήφο στον αντίπαλο είτε από αβλεψίες είτε από μέτρα που δεν στοιχίζουν γιατί απλά είναι υποσχέσεις που δεν θα εκπληρωθούν γιατί μπορεί να μην κληθούν να τις εφαρμόσουν!

Exit mobile version