Στην Ελλάδα αυτό σημαίνει να διασχίζεις δρόμους γεμάτους λακκούβες, αδέσποτα ζώα, πεζούς που πετάγονται από τα πεζοδρόμια (πολλές φορές διότι απλώς δεν υπάρχουν πεζοδρόμια) και άλλους οδηγούς που έχουν υπνωτιστεί από την ίδια ακριβώς αιτία.
Η ουσία της οδήγησης -να διαβάζεις το περιβάλλον, να προνοείς για τον απρόβλεπτο έτερο- χάνεται μέσα στον ψηφιακό θόρυβο του αυτοκινήτου. Αναλογικά το βλέπεις βέβαια σε όλες τις εκφάνσεις της κοινωνικής ζωής: παρέες που κάθονται στο ίδιο τραπέζι και κοιτούν ο καθένας το κινητό του, αγόρια που φλερτάρουν κορίτσια (και το αντίστροφο) με την έκφραση «θα μου δώσεις το insta σου;» ενώ τα έχουν εκεί, μπροστά τους, ανθρώπους που πηγαίνουν σε συναυλίες και δεν αφήνουν στιγμή το κινητό από το χέρι τους αντί να χαθούν στη μέθεξη της μουσικής και άλλους που πιθανόν να θεωρούν ότι δεν έχουν κάνει στην πραγματικότητα διακοπές αν δεν έχουν μοιραστεί κάθε παραλία, κάθε βουτιά, κάθε ηλιοβασίλεμα, κάθε μικρή ή μεγάλη στιγμή με το μικρό ή μεγαλύτερο κοινό τους.
Μέχρι να φτάσουμε στο σημείο όπου τα αυτοκίνητα θα μπορούν πράγματι να οδηγούν μόνα τους, αν ποτέ φτάσουμε εκεί, η εμπιστοσύνη σε συστήματα που αγνοούν τους αστάθμητους παράγοντες είναι επικίνδυνη.
Η ζωή στον δρόμο δεν χωράει σε αλγόριθμο. Δεν έχει μόνο διαγράμμιση και πινακίδες· βρίθει από αστάθμητους παράγοντες, από τα μηχανάκια που περνούν ανάμεσα από τα αυτοκίνητα σαν να κάνουν βουτιά σε νεροτσουλήθρα μέχρι την οργή του Νεάντερταλ που ξεσπά μπροστά σου. Κι εκεί, το software δεν αρκεί.
Εδώ που τα λέμε, θα ήταν πολύ χρήσιμο να υπάρξει μια ανάλυση για το αν το software έχει προξενήσει περισσότερα προβλήματα απ’ όσα έχει λύσει. Θέλω να πω, θα ήταν καλό να ξέρουμε πόσα από τα «προβλήματα» που λύνει το software ήταν στην πραγματικότητα υπαρκτά. Προφανώς αντιλαμβάνομαι τη χρησιμότητα μερικών από τα συστήματα ADAS. Αλλά εξακολουθώ να θεωρώ ότι πολλά από αυτά δίνουν απαντήσεις σε ερωτήματα που ποτέ δεν τέθηκαν από τους χρήστες.
Για να γίνω ακόμα πιο αιρετικός, θα διατυπώσω την εξής θεωρία: πιστεύω πως αν αντί όλων αυτών των συστημάτων που αναπτύχθηκαν για να μας προστατεύουν εφαρμοζόταν η πιο απλή λύση της απενεργοποίησης των οθονών αφής και του streaming (εκτός από την πλοήγηση) ενόσω το αυτοκίνητο βρίσκεται εν κινήσει, η τωρινή χαώδης κατάσταση στους δρόμους θα εξομαλυνόταν σημαντικά.
Μπαίνεις στο αυτοκίνητο και από τη στιγμή που αρχίζεις να κινείσαι η οθόνη απενεργοποιείται. Δεν μπορείς να κάνεις κλήσεις από το τηλέφωνο παρά μόνο φωνητικά, δεν μπορείς να στέλνεις μηνύματα, δεν μπορείς να μπαίνεις στα social. Εχεις μία δουλειά, κάν’ τη σωστά.
Και πέρα από το πρακτικό υπάρχει και το ηθικό. Φανταστείτε το σενάριο: το σύστημα ενός «αυτόνομου» αυτοκινήτου καλείται να διαλέξει ανάμεσα στο να το ρίξει σε ένα δένδρο ή να χτυπήσει το παιδί που πετάχτηκε στον δρόμο πίσω από μια μπάλα.
Ο άνθρωπος μπορεί να αντιδράσει ενστικτωδώς – με την καρδιά, με τους ηθικούς κανόνες που διέπουν την κοινωνία, με τον αξιακό του κώδικα. Η μηχανή όμως θα εκτελέσει μια προγραμματισμένη απόφαση. Και ποιος ακριβώς αποφασίζει ποια ζωή έχει προτεραιότητα; Ο μηχανικός; Ο νομοθέτης; Η ασφαλιστική εταιρεία;
Η Τεχνητή Νοημοσύνη και τα ηλεκτρονικά βοηθήματα γενικά είναι εργαλείο, όχι σωτήρας. Και όσο εμείς τους παραχωρούμε την κρίση μας, τόσο πιο επικίνδυνη γίνεται η ψευδαίσθηση ότι δεν χρειάζεται να είμαστε ξύπνιοι, συγκεντρωμένοι, κοινωνικά υπεύθυνοι.
Η οδήγηση δεν είναι ποτέ μια απλή εξίσωση. Είναι μια ζωντανή συνάντηση με το τυχαίο, μια καθημερινή πρόκληση που απαιτεί παρατηρητικότητα, εμπειρία, ένστικτο και ανθρώπινη κρίση. Και εκεί, η μόνη πραγματική «υποβοήθηση» είναι το μυαλό μας – όλο το υπόλοιπο είναι απλώς δυνητικά επικίνδυνος αποπροσανατολισμός. Μια α-νοησία με όλη τη σημασία της λέξης.