search icon

Διεθνή

Εκλογές ΗΠΑ: Τι θα συμβεί αν εκλεγεί ο Τραμπ

«Πανέτοιμος για πυρηνικό όλεθρο» ο ένας, «η πιο διεφθαρμένη στην ιστορία των ΗΠΑ» η άλλη: Και οι δύο υποψήφιοι ένοικοι του Λευκού Οίκου διεκδικούν το πλέον αρνητικό ρεκόρ της κοινής γνώμης για τον πιο απεχθή ηγέτη

«Πανέτοιμος για πυρηνικό όλεθρο» ο ένας, «η πιο διεφθαρμένη στην ιστορία των ΗΠΑ» η άλλη: Και οι δύο υποψήφιοι ένοικοι του Λευκού Οίκου διεκδικούν το πλέον αρνητικό ρεκόρ της κοινής γνώμης για τον πιο απεχθή ηγέτη

Του Βασίλη Τσακίρογλου

Με την ακραία ρητορική του, τις κατηγορίες για σεξισμό, ρατσισμό και ξενοφοβία, τις απειλές για διάλυση του ΝΑΤΟ και μια σειρά από ριζοσπαστικά μέτρα, ο Ντόναλντ Τραμπ δεν είναι απλώς ένας υποψήφιος πλανητάρχης. Εάν κερδίσει τις εκλογές της ερχόμενης Τρίτης, πιθανώς ο κόσμος δεν θα είναι πια ο ίδιος. Και, ίσως, όπως πολλοί φοβούνται, δεν θα είναι καθόλου καλύτερος.

Παγκόσμιο πυρηνικό πόλεμο θα προκαλέσει ο Ντόναλντ Τραμπ μόλις καθίσει στη θέση του πλανητάρχη. Συνταγματική εκτροπή θα συμβεί εάν τα κλειδιά του Λευκού Οίκου δοθούν στη Χίλαρι Κλίντον, η οποία θα γίνει επίσης «η πιο διεφθαρμένη πρόεδρος στην ιστορία των ΗΠΑ», όπως τη χαρακτηρίζει ο Τραμπ.

Οι αμερικανικές εκλογές γίνονται την Τρίτη 8 Νοεμβρίου και οι προναφερθείσες εκδοχές για το πώς θα μοιάζει η επόμενη μέρα για την Αμερική θα μπορούσαν να κωδικοποιηθούν ως «πυρηνικός όλεθρος» η μία και «παρανομία στην εξουσία» η άλλη. Τα δύο σενάρια τρόμου και καταστροφής προβάλλονται συστηματικά στο πλαίσιο της λυσσαλέας ανταλλαγής φραστικών πυρών ανάμεσα στους βασικούς μονομάχους. Καθώς για την αντίστροφη μέτρηση μέχρι τις κάλπες απομένουν πλέον ώρες, Ντόναλντ Τραμπ και Χίλαρι Κλίντον αναλώνονται σχεδόν αποκλειστικά σε σφοδρές αλληλοκατηγορίες. Ο μόνος κοινός τόπος στον οποίο συναντώνται και ομονοούν είναι η ακραία πόλωση και ο φανατισμός που καλλιεργούν στους εκλογείς.

Τα αμερικανικά ΜΜΕ που αντιστρατεύονται ανοιχτά τον Τραμπ, όπως η εφημερίδα «Washington Post», τον αποκαλούν «πρόεδρο-όλεθρο» («president-havoc»). Στο εξώφυλλο του τελευταίου του τεύχους, αφιερωμένου στη μονομαχία Χίλαρι – Τραμπ, το γερμανικό περιοδικό «Der Spiegel» απεικονίζει τους δύο διεκδικητές σαν να έχουν μόλις βγει από βούρκο, καταλασπωμένοι απ’ την κορυφή ως τα νύχια, προφανώς από τη μεταξύ τους βρώμικη πάλη. Ο τίτλος είναι «Σενάριο μιας τραγωδίας», κάτι που απηχεί ακριβώς το αδιέξοδο στο οποίο έχει περιέλθει ο αμερικανικός λαός, ο οποίος καλείται να επιλέξει τον επόμενο πρόεδρό του μεταξύ δύο προσώπων που, αποδεδειγμένα, αποστρέφεται εξίσου.

Παρ’ όλα αυτά, είχε ιδιαίτερο νόημα μια φράση του Γερμανού υπουργού Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, ο οποίος σε ανύποπτο χρόνο τον περασμένο Ιούλιο είχε δηλώσει ότι «το να γίνει πρόεδρος ο Ντόναλντ Τραμπ δεν θεωρείται αδιανόητο». Η Δύση, και δη οι ένθερμοι προασπιστές της Ενωμένης Ευρώπης, σχεδόν συλλήβδην περιφρονούν τον Τραμπ, στην πραγματικότητα όμως προετοιμάζονται σιωπηρά για το χειρότερο: όπως αποκάλυψε το «Spiegel», ο μεν υπουργός Εξωτερικών της Γερμανίας Φρανκ-Βάλτερ Στάινμαϊερ θεωρεί ότι ο Τραμπ είναι «ευαγγελιστής του μίσους», ταυτόχρονα όμως η γερμανική κυβέρνηση έχει ήδη εγκαταστήσει διαύλους επικοινωνίας με το επιτελείο του. Προφανώς αναζητά απαντήσεις για το τι θα γίνει στις ΗΠΑ και όλο τον κόσμο με τον Τραμπ στη θέση του πλανητάρχη. Η Χίλαρι Κλίντον ισχυρίζεται ότι ο αντίπαλός της συνωμοτεί με τον Βλαντιμίρ Πούτιν και ότι θα παίξει το παιχνίδι της Ρωσίας εάν -φευ- κερδίσει τις εκλογές.

Ταγμένος θαυμαστής του Τραμπ στη Γαλλία είναι ο άνθρωπος που προσωποποιεί την Ακροδεξιά, ο Ζαν-Μαρί Λεπέν. Στη Βρετανία ο Νάιτζελ Φάρατζ, κορυφαίος απόστολος του Brexit, υποστηρίζει τον Τραμπ, με την ιδεολογία του οποίου είναι απολύτως συντονισμένος. Μεταξύ σοβαρού και αστείου, μάλιστα, ο Φάρατζ ανακοίνωσε ότι «την επομένη των αμερικανικών εκλογών θα βρίσκομαι στον Λευκό Οίκο για να ενταχθώ στο επιτελείο συμβούλων του προέδρου Τραμπ».

Ο Ντόναλντ Τραμπ δεν συμπαθεί ιδιαίτερα τους συνασπισμούς και τις συμμαχίες, κάτι που ανησυχεί ιδιαίτερα την Καγκελαρία. Μάλιστα έχει χαρακτηρίσει «απαρχαιωμένη» τη Βορειοατλαντική Συμμαχία, οπότε οι Γερμανοί φοβούνται ότι εξαιτίας του θα υπάρξει αναταραχή στους κόλπους του ΝΑΤΟ. Στα μάτια των Γερμανών και σε μια παράδοξη αντιστροφή της Ιστορίας μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο που εξερράγη ακριβώς εξαιτίας της Γερμανίας, ο Ντόναλντ Τραμπ είναι ικανός να δυναμιτίσει τα θεμέλια της Συμμαχίας. Και ενώ στενοί συνεργάτες του υποψήφιου προέδρου διαβεβαιώνουν τους απεσταλμένους της Γερμανίας ότι ο «Ντόναλντ είναι πάνω απ’ όλα ένας επιχειρηματίας ο οποίος διαπραγματεύεται για όλα και δεν είναι τόσο αυταρχικός όσο φαίνεται», οι κατηγορίες του εναντίον της Ανγκελα Μέρκελ δεν προάγουν την εμπιστοσύνη μεταξύ των δύο πλευρών. Ο Τραμπ έχει επιτεθεί με τρομακτικά απαξιωτικές εκφράσεις στη Γερμανίδα καγκελάριο για την υπερβολικά ανοιχτή -κατά τη γνώμη του- πολιτική της στο Προσφυγικό, ενώ συχνά περιπαίζει τη Χίλαρι Κλίντον αποκαλώντας την «Αμερικανίδα Μέρκελ».

Πρώτη κυρία η Μελάνια ή… πρώτος κύριος ο Μπιλ;

Mε Τραμπ οι ΗΠΑ έξω από το ΝΑΤΟ;

Μαζί με τη Γερμανία θα υπέθετε κανείς εύλογα ότι ολόκληρη η οικουμένη αναρωτιέται ποιες θα είναι οι μεταβολές που θα επιφέρει μια ενδεχόμενη νίκη του Τραμπ. Θα κρατήσει στις ΗΠΑ μόνο τους αυθεντικούς Αμερικανούς και θα διώξει κάθε μετανάστη, με έμφαση στους μουσουλμάνους; Θα υψώσει ένα ατελείωτο και θηριώδες τείχος, μήκους άνω των 3.000 χλμ., στη μεθόριο της Αμερικής με το Μεξικό, αναγκάζοντας μάλιστα τη μεξικανική κυβέρνηση να χρηματοδοτήσει την ανέγερσή του; Θα επιβάλει μια κουλτούρα ρατσισμού, σεξισμού και ξενοφοβίας; Θα κατακρημνίσει το δολάριο με τις άφρονα μέτρα που θα πάρει, π.χ. μειώνοντας στο ήμισυ ή και λιγότερο τις εισαγωγές ξένων προϊόντων στην αμερικανική αγορά; Θα ανακόψει την επέλαση του κινεζικού εμπορίου στις ΗΠΑ με σκληρή αναδιαπραγμάτευση των συμφωνιών Αμερικής – Κίνας; Θα παρασύρει στα τάρταρα την παγκόσμια οικονομία; Θα εκμηδενίσει τις δαπάνες του αμερικανικού κράτους για την προστασία του περιβάλλοντος; Οσο σουρεαλιστική κι αν φαντάζει η Αμερική υπό την ηγεσία του Τραμπ, οι απαντήσεις στα ερωτήματα που προκύπτουν σχετικά με τα μέτρα που θα λάβει σε κάθε επιμέρους τομέα παραμένουν στο ημίφως της ασάφειας. Σε μια προσπάθεια διακωμώδησης όσων τερατολογιών κυκλοφορούν για την ενδεχόμενη θητεία του ως προέδρου (πολλές από τις οποίες οφείλονται σε αποστροφές ομιλιών του ίδιου), ένας δημοσιογράφος έγραψε ότι «την πρώτη εβδομάδα του στον Λευκό Οίκο ο Ντόναλντ Τραμπ θα είναι κιόλας τόσο μεθυσμένος από το μεγαλείο της εξουσίας του, ώστε θα αποπειραθεί να βάλει χέρι σε μια εκπαιδευόμενη, εκείνη θα του ξεφύγει, ο πρόεδρος θα χάσει την ισορροπία του και τότε θα πέσει κατά λάθος πάνω στο Κόκκινο Κουμπί, οπότε θα πυροδοτηθεί πυρηνικό ολοκαύτωμα». Καθώς οι τόνοι της προπαγάνδας εναντίον ή υπέρ του Τραμπ έχουν εκτοξευτεί στη στρατόσφαιρα, για ορισμένους όλα αυτά δεν είναι αστεία. Είναι η πραγματικότητα, αυτή που θα αρχίσει να εξελίσσεται από τη σημαδιακή 8η Νοεμβρίου.

Κάπου μεταξύ μύθου και αλήθειας, υπάρχουν ορισμένοι τομείς για τους οποίους το πρόγραμμα του Ντόναλντ Τραμπ φαίνεται ότι, όσο ριψοκίνδυνα και εάν το χειριστεί, τελικά θα καταφέρει να το εφαρμόσει. Το ότι θα εγκρίνει την άμεση μεγιστοποίηση της ανάμειξης των ΗΠΑ στην εκστρατεία κατά των τζιχαντιστών και την κλιμάκωση της στρατιωτικής επέμβασης στη Μέση Ανατολή μοιάζει απολύτως ρεαλιστικό για τη λογική του. «Θα βρω τον επόμενο στρατηγό Πάτον, τον νέο ΜακΚάρθουρ. Θα τον βρω και θα κατατροπώσω τους τζιχαντιστές», έχει δηλώσει, προκαλώντας τους μαχητές του ISIS. Και ακριβώς επειδή το χρήμα είναι κάτι που ξέρει από πρώτο χέρι ως δισεκατομμυριούχος, θα παλέψει με όλες του τις δυνάμεις για να επιβάλει μείωση της φορολογίας των Αμερικανών. Στοχεύει σε μια ελάφρυνση-μαμούθ, ύψους 6,2 τρισ. δολαρίων, σε βάθος δεκαετίας. Εννοείται ότι προτεραιότητά του είναι η πλήρης φιλελευθεροποίηση της αμερικανικής οικονομίας, η αθρόα παροχή κινήτρων για την επιχειρηματικότητα και την ανάπτυξη, αλλά και την ταξική κινητικότητα.

Αμφότεροι αντιπαθείς

Σε αντίθεση με τον Τραμπ, η Χίλαρι Κλίντον σκοπεύει να αυξήσει τους φόρους κατά 1,4 τρισ. δολάρια κατά τη διάρκεια των επόμενων δέκα ετών. Σύμφωνα με το σχέδιο Κλίντον, εκείνοι που θα επιβαρυνθούν περισσότερο θα είναι οι έχοντες υψηλά εισοδήματα. Οι οικονομικοί αναλυτές προεξοφλούν ότι εάν την Τρίτη νικήτρια αναδειχθεί η Χίλαρι, τα χρηματιστήρια θα υποδεχτούν με ενθουσιασμό και ράλι ανόδου των δεικτών την εκλογή της. Το ακριβώς αντίστροφο θα προκαλέσει η κυριαρχία Τραμπ στην εκλογική διαδικασία.

Φυσικά η Χίλαρι, εάν είναι τελικά αυτή η 45η πρόεδρος των ΗΠΑ, θα προσπαθήσει να δώσει απρόσκοπτη συνέχεια στη μεγάλη τομή που επιχείρησε στην κοινωνική ασφάλιση ο Μπαράκ Ομπάμα με το περιβόητο -αλλά και αμφιλεγόμενο- σύστημα «Obamacare». Εξίσου αυτονόητο είναι, όμως, ότι ο συγκεκριμένος θεσμός είναι κόκκινο πανί για τον Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος το θεωρεί «μια παταγώδη αποτυχία» και οποιαδήποτε ενίσχυσή του «πεταμένα λεφτά».

Εν ολίγοις, ο Τραμπ υπόσχεται, αμέσως ή εμμέσως, εκρήξεις και πυροτεχνήματα, σεισμούς και μετασεισμούς που θα δονήσουν ολόκληρο τον πλανήτη σύμφωνα με το θέλημά του. Υπάρχει όμως ένα τεράστιο πρόβλημα, το οποίο μάλιστα είναι κοινό τόσο γι’ αυτόν όσο και για την ανθυποψήφιά του: οι δυο τους είναι οι πλέον αντιπαθείς, αξιομίσητοι ή, στην καλύτερη περίπτωση, απλώς «αχώνευτοι» υποψήφιοι πρόεδροι στην πρόσφατη Ιστορία των ΗΠΑ – τουλάχιστον από το 1984 έως σήμερα. Επ’ αυτού σοκάρουν τα στοιχεία μιας δημοσκόπησης που διενεργήθηκε για λογαριασμό του ABC News και της «Washington Post»: έξι στους δέκα (60%) ψηφοφόρους θεωρούν αντιπαθή τη Χίλαρι Κλίντον, ενώ οι μισοί από αυτούς όχι μόνο διάκεινται αρνητικά, αλλά απεχθάνονται την επίδοξη πρώτη γυναίκα πρόεδρο των ΗΠΑ. Βέβαια ο Τραμπ δεν έχει κανέναν λόγο να πανηγυρίζει για την πανωλεθρία της αντιπάλου του: σύμφωνα με την ίδια έρευνα, το 48% του εκλογικού σώματος αποστρέφεται τον εκκεντρικό δισεκατομμυριούχο. Οι λεκτικές ακρότητές του και η χοντροκομμένη, εμπαθής, γεμάτη μανιχαϊστικές (ή και απροκάλυπτα ρατσιστικές) κορόνες ρητορική του πιθανότατα θα ενοχοποιηθούν από τους ιστορικούς του μέλλοντος ως τα βασικά αίτια της άνευ προηγουμένου πόλωσης που κυριάρχησε στην προεκλογική εκστρατεία. Το δε κρεσέντο σε αυτή την κακοφωνία ξέφυγε από κάθε όριο τα τελευταία 24ωρα πριν από την τελική προσέλευση του κοινού στις κάλπες, βυθίζοντας μια πολιτικά διχασμένη κοινωνία σε ντελίριο φανατισμού. Αυτό αποτυπώνεται με κρυστάλλινη διαύγεια στα δημοσκοπικά δεδομένα, που δείχνουν ότι το 97% των υποστηρικτών του Τραμπ μισεί τη Χίλαρι και το 95% των οπαδών εκείνης αντιμετωπίζει σαν τον χειρότερο εφιάλτη το ενδεχόμενο εκλογικής νίκης του Τραμπ. Λίγο πιο μικροσκοπικά, η Κλίντον είναι αντιπαθής στο 67% των ανδρών και ο Τραμπ στο 61% των γυναικών. Ομως, οι αριθμοί εκτοξεύονται, π.χ., στην περίπτωση των λευκών ανδρών χωρίς ανώτατη παιδεία, οι οποίοι στο 79% απορρίπτουν τη Χίλαρι. Οι μη λευκοί ψηφοφόροι υποστηρίζουν τη Χίλαρι σε ποσοστό 59% και, εύλογα λόγω της ξενοφοβίας που προωθεί, με 73% απορρίπτουν τον Τραμπ. Γενικώς, πάντως, η αρνητική γνώμη του αμερικανικού λαού για τους δύο υποψηφίους, η οποία αγγίζει το 60%, είναι η υψηλότερη που έχει καταγραφεί τα τελευταία 32 χρόνια. Για την αντίληψη της τάξης των μεγεθών, ο Μιτ Ρόμνεϊ στις προηγούμενες εκλογές κατέγραψε απαρέσκεια εκ μέρους των συμπατριωτών του έναντι του Ομπάμα σε ποσοστό «μόλις» 51%, όσο και ο Γουόλτερ Μοντέιλ το 1984. Πιθανώς, όμως, τα νούμερα προσαρμόστηκαν στα μέτρα κυρίως του Τραμπ, ο οποίος είναι συνηθισμένος στην υπερβολή και τον γιγαντισμό. Οπως και να ‘χει, όμως, οι Αμερικανοί καλούνται να επιλέξουν ανάμεσα σε δύο μη δημοφιλείς υποψηφίους, ή αλλιώς να καταπιούν την αυθόρμητη αντιπάθειά τους για τη Χίλαρι ακριβώς επειδή τρέμουν στην ιδέα ότι ένας αλλοπρόσαλλος, απρόβλεπτος και επικίνδυνος τύπος όπως ο Ντόναλντ Τραμπ θα μπορούσε να πατήσει το λάθος κουμπί τη λάθος στιγμή. Αντίστοιχα, για το αντίπαλο δέος του Τραμπ ισχύει ότι με τη δαμόκλειο σπάθη της χαμηλής δημοτικότητάς της να επικρέμαται και να περιορίζει τις κινήσεις της, η ρεαλιστική προσδοκία από τη θητεία της Χίλαρι θα είναι η συνέχιση της πολιτικής Ομπάμα – τόσο στο εσωτερικό των ΗΠΑ όσο και το εξωτερικό. Ετσι, μάλλον κανείς δεν θα ήθελε να βρίσκεται αυτές τις ημέρες στη θέση του Αμερικανού ψηφοφόρου: ανάμεσα σε δύο αντιπαθητικούς είναι άραγε λογικό να ψηφίσεις αυτόν που σε τρομοκρατεί λιγότερο;

Eίτε σοβαρές, είτε καυστικές, οι αναλύσεις, τα σκίτσα και τα χάπενινγκ αντικατοπτρίζουν όχι μόνο το 60% των Αμερικανών που δηλώνουν απέχθεια, αλλά και τη διεθνή ανησυχία 

 
Exit mobile version