της Ελένης Στεργίου
Η παραγωγή ενέργειας από φυτά δεν είναι κάτι καινούργιο. Το νέο είναι ότι η αγορά που ξεκίνησε να κάνει δειλά βήματα γύρω στο 2007-8 έχει αναπτυχθεί, προσφέροντας καλές αποδόσεις. Η καλλιέργεια ενεργειακών φυτών στην Ελλάδα και η δημιουργία καυσίμων έπειτα αποδείχθηκε ότι δίνει μία εξασφαλισμένη απόδοση στον αγρότη, ενώ αποτελούν έναν καλό προϊόν για εξαγωγές. Γύρω από αυτήν την καλλιέργεια έχουν αναπτυχθεί και οι εταιρείες που παρασκευάζουν βιοκαύσιμα και οι προοπτικές τους προδιαγράφονται θετικότατες. Η ανάπτυξη του τομέα ΑΠΕ στην Ελλάδα διασφαλίζεται από συμβατικά δεσμευτικούς στόχους που απαιτούν τη συμμετοχή των ΑΠΕ με ποσοστό 40% μέχρι το 2020 και απαιτείται το 10% των σημερινών συμβατικών καυσίμων να αντικατασταθεί με βιοκαύσιμα.
Η αγκινάρα και η ελαιοκράμβη είναι τα φυτά που κάνουν θραύση στο κλάδο, καθώς καλλιεργούνται περίπου 750.000 στρέμματα ηλίανθου και 150.000 στρέμματα ελαιοκράμβης, τα οποία τροφοδοτούν περίπου 15 εργοστάσια, τα οποία παράγουν ετησίως κοντά 80.000 τόνους βιοντίζελ. Επίσης, η αγριοαγκινάρα έχει χαρακτηριστεί από τους ειδικούς το “ελληνικό πετρέλαιο”.
Στην Ελλάδα ο αγροτικός τομέας αποτελεί άνω του 5% του ΑΕΠ, σχεδόν το τριπλάσιο του μέσου όρου 1.8% της ΕΕ. Επομένως, οι εταιρείες που ασχολούνται με βιομάζα και βιοκαύσιμα θα βρουν άφθονες πηγές πρώτων υλών, όπως αναφέρει και ο Οργανισμός Enterprise Greece.
Σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς, υπάρχει πολύ μεγάλο περιθώριο στον κλάδο, καθώς οι πρώτες ύλες που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή των βιοκαυσίμων είναι σε αφθονία στην Ελλάδα, ενώ βοηθά η προώθηση της απεξάρτησης από τις εισαγωγές πετρελαίου, ενώ οι εταιρείες που ασχολούνται με τον τομέα έχουν μεγάλη δυναμική στις εξαγωγές.
Παρόλα αυτά, παράγοντες από την πλευρά των παραγωγών αναφέρουν ότι κρίσιμο για την πορεία του κλάδου είναι η τιμή πώλησης κάθε χρόνο, με τις οποίες κλείνουν οι αγρότες, ενώ απειλείται αρκετά από τις εισαγωγές βιομάζας από φθηνές χώρες, όπως είναι το Πακιστάν.
Μεγάλη βοήθεια έχει δώσει το πρόγραμμα της Συμβολαιακής Γεωργίας της Τράπεζας Πειραιώς (http://www.piraeusbank.gr/el/agrotes/simvolaiaki-gewrgia) , το οποίο λειτουργεί από το 2013 συμπεριέλαβε εξαρχής τα ενεργειακά φυτά και παρέχει πίστωση στον αγρότη και την επιχείρηση. Πως λειτουργεί: Ο παραγωγός μέσω ειδικής κάρτας και χωρίς να βάλει σε υποθήκη τη γη του, δανείζεται για την αγορά των γεωργικών εφοδίων, καυσίμων, μηχανημάτων και άλλων.
Να σημειωθεί ότι η παραγωγή βιοντίζελ στην Ελλάδα ξεκίνησε περίπου το 2006, όπου της οποίας το ξεκίνημα σημειώνεται στα τέλη του 2005, βρίσκεται σε εμβρυακό στάδιο στην Ελλάδα. Μια αγορά με σημαντικά περιθώρια δραστηριοποίησης για τους αγρότες, καθώς τους εξασφαλίζει εκ των προτέρων την απορρόφηση της παραγωγής τους, όπως επισημαίνουν παράγοντες του κλάδου. Εκτός του ότι θεωρείται επικερδής παραγωγή είναι και φιλική προς το περιβάλλον.
Ηλίανθος, αγκινάρα και ελαιοκράμβη
ΗΛΙΑΝΘΟΣ. Καλλιεργείται συστηματικά από το 2009 και ξεπερνά τα περίπου 700 χιλ. στρ., ενώ ο γεωργός μπορεί να πετύχει καλές αποδόσεις, ενώ δίνει παραγωγή περίπου 500 κιλά ανά στρέμμα. Η καλλιέργεια είναι αρκετά συμφέρουσα αφού τα έξοδα 60 ευρώ ανά στρέμμα και η πώληση ανά κιλό είναι περίπου 0,35 ευρώ
ΕΛΑΙΟΚΡΑΜΒΗ. Οι αποδόσεις της είναι ανάλογα με την εποχή, τη θερμοκρασία, το νερό και τις καλλιεργητικές φροντίδες. Κυμαίνονται μεταξύ 200-300 κιλά ανά στρέμμα, ενώ η περιεκτικότητα σε έλαιο φτάνει το 40-42%. Οι τιμές αλλάζουν κάθε φορά από τα συμβόλαια, ωστόσο σύμφωνα με τους παραγωγούς οι τιμές κυμαίνονται γύρω στα 40-45 λεπτά το κιλό. Θετικό είναι ότι αντέχει στο ψύχος, ακόμα και στο -25.
ΑΓΚΙΝΑΡΑ. Στην Ελλάδα καλλιεργούνται συνολικά 22.000 στρέμματα τα οποία παράγουν 26.500 τόνους, σύμφωνα με τα στοιχεία του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης, για την καλλιέργεια της αγκινάρας το 2010. Η τιμή της κυμαίνεται από 0,30 έως 0,50 ευρώ, με την μειωμένη προσφορά να αυξάνει την τιμή. Το εργαστήριο Γεωργίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας είχε αναφέρει τα θετικά αποτελέσματα της αξιοποίησης της αγριαγκινάρας ως ενεργειακού φυτού. Σύμφωνα με τον διευθυντή του εργαστηρίου καθηγητή Νίκο Δαναλάτο, το προϊόν που παρασκευάστηκε (ξηρό καύσιμο), μπορεί στο άμεσο μέλλον να χρησιμοποιηθεί προς αντικατάσταση του πετρελαίου θέρμανσης σε βιομηχανική έως και οικιακή χρήση. Από πειράματα που πραγματοποίησε το εργαστήριο σε καλλιέργειες αγριαγκινάρας διαπιστώθηκε ότι, μπορεί να παραχθεί από το πολυετές αυτό φυτό και τη βιομάζα του, ένα στερεό καύσιμο, το οποίο μπορεί να χρησιμοποιηθεί στη βιομηχανία, αλλά και για οικιακή χρήση. Το ίδιο υλικό μπορεί να εξαχθεί σε χώρες του εξωτερικού (Ιταλία, Γερμανία κ.α.), όπου η κατανάλωση στερεών καυσίμων είναι μεγάλη και μάλιστα σε πολύ καλή τιμή αγοράς.
Τα ενεργειακά φυτά κατηγοριοποιούνται ως εξής:
Ελαιούχα φυτά
• Ηλίανθος
• Ελαιοκράμβη
• Σόγια
• Ρετσινολαδιά
• Ατρακτυλίδα
Αμυλούχα φυτά
• Σιτηρά (σιτάρι, κριθάρι, κ.ά.)
• Καλαμπόκι
• Ζαχαρότευτλα
• Γλυκό σόργο
Λιγνοκυτταρινούχα φυτά:
• Ετήσια (κενάφ, ινώδες σόργο)
• Πολυετή (καλάμι, μίσχανθος, αγριαγκινάρα, κ.ά.)
• Πολυετή δενδρώδη (ψευδακακία, λεύκα, ιτιά, κ.ά.)
Το τοπ ανανεώσιμο καύσιμο
Το βιοντίζελ παράγεται από φυτικά έλαια, ζωικά λίπη, διάφορες ενεργειακές καλλιέργειες, φύκια, αλλά και ποικίλα ανακυκλωμένα λάδια. Το βιοντίζελ ανήκει στη μεγάλη οικογένεια των ανανεώσιμων καυσίμων και είναι το πλέον γνωστό και διαδεδομένο από τα βιοκαύσιμα. Η συνήθης χρήση του είναι ως καύσιμο σε ντιζελοκινητήρες και τούτο διότι η χημική του σύσταση είναι παραπλήσια με αυτή του ορυκτού ντίζελ, δηλαδή του πετρελαίου κίνησης που προέρχεται από την διύλιση του αργού πετρελαίου. Η καύση του σε κινητήρες οχημάτων υποκαθιστά το πετρέλαιο κίνησης στις μεταφορές, με ευεργετικές για τους κινητήρες, την ατμόσφαιρα και το περιβάλλον επιδράσεις. Θεωρείται το καθαρότερο καύσιμο μετά το αέριο, λόγω των μειωμένων ρύπων που εκλύονται με την καύση του. Χρησιμοποιείται ως πρόσμεικτο στο πετρέλαιο κίνησης, με απόλυτη ασφάλεια για το κινητήρα. Τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα, το βιοντίζελ είναι προαναμεμειγμένο σε ένα μικρό ποσοστό σε όλες ανεξαίρετα τις ποσότητες του διατιθέμενου στη χώρα πετρελαίου κίνησης. Οι απαιτούμενες ετήσια ποσότητες προέρχονται κατά προτεραιότητα από ελληνικές ενεργειακές καλλιέργειες και πρώτες ύλες, οι οποίες απορροφούνται στο σύνολό τους και μετατρέπονται σε βιοντίζελ στις μεταποιητικές μονάδες που λειτουργούν στη χώρα. Οι επιπλέον αυτών ποσότητες παράγονται είτε από εισαγόμενες πρώτες ύλες σε εγχώριες μονάδες είτε εισάγονται ως έτοιμο τελικό προϊόν από άλλα Κράτη Μέλη.
Το πιο κοινό βιοκαύσιμο είναι το βιοντήζελ ή μεθυλεστέρας, που παράγεται κυρίως από ηλιόσπορους (ηλίανθος, ρέβα) και μπορεί να χρησιμοποιηθεί ανεξάρτητα ή σε συνδυασμό με ντήζελ σε ντηζελοκινητήρες. Η βιοαιθανόλη παράγεται από ζάχαρη, σελλουλόζη και άμυλο (σιτάρι, καλαμπόκι, σόργο, ζαχαρότευτλα) και χρησιμοποιείται ανεξάρτητα ή σε συνδυασμό με βενζίνη σε ειδικά τροποποιημένους κινητήρες. Επίσης, μπορεί να μετατραπεί σε ETBE, ένα πρόσμιγμα βενζίνης που είναι περισσότερο φιλικό στο περιβάλλον από τις σημερινές εναλλακτικές λύσεις.
Το ποσοστό ανάμειξης βαίνει αυξανόμενο. Η ανάμειξη ξεκίνησε από το τέλος του 2005 με ένα ποσοστό 2,5% κατ’ όγκο σε βιοντίζελ, σύντομα ανέβηκε στο 4,5%, για να αυξηθεί από τις αρχές του 2010 στο 6,5%. Μετά από επτά χρόνια, στις αρχές του 2013, αποκτούμε και στην Ελλάδα το καύσιμο Β7, το οποίο είναι ένα πετρέλαιο κίνησης, αποτελούμενο από αυτούσιο βιοντίζελ σε ποσοστό που φτάνει το 7%. Το Β7, διατίθεται από κάθε αντλία σε οποιοδήποτε πρατήριο υγρών καυσίμων εντός της ελληνικής επικράτειας. Η ανάμειξη, γίνεται είτε από τα διυλιστήρια είτε από τις εταιρίες που εισάγουν πετρέλαιο κίνησης, πριν τη διάθεση του στη χονδρική εγχώρια αγορά.
Δημοσιεύθηκε η Κοινή υπουργική απόφαση για τον τρόπο κατανομής στο αυτούσιο βιοντίζελ
Στον Διαδικτυακό τόπο Διαύγεια δημοσιεύθηκε ε η Κοινή Υπουργική Απόφαση (ΚΥΑ) για την κατανομή βιοντίζελ. Σε αυτή καθορίζεται το ποσό της συμμετοχής κάθε δικαιούχου εταιρείας στην κατανομή βιοντίζελ συνολικής ποσότητας 133.000 χιλιολίτρων για το 2014 καθώς και την υποχρέωση της υποβολής εγγυητικής επιστολής.
Την ΚΥΑ συνυπογράφουν οι υφυπουργοί Οικονομικών και Περιβάλλοντος καθώς και ο Αναπληρωτής Υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης. Να σημειωθεί ακόμα ότι το ύψος της εγγυητικής επιστολής καθορίζεται ανά εταιρεία, ενώ σε περίπτωση μη προσκόμισής της μέσα στην ορισθείσα προθεσμία που δεν μπορεί να υπερβαίνει τις 45 ημέρες από τη δημοσιοποίηση της εν λόγω απόφασης, υποβάλλεται υπεύθυνη δήλωση στην οποία δηλώνεται ότι έχει γίνει η αίτηση για την έκδοσή της. Επίσης στην απόφαση ορίζονται και οι υποχρεώσεις των δικαιούχων, ενώ ορίζονται και οι σχετικές κυρώσεις.
Δείτε τους πίνακες με τις εταιρείες που δραστηριοποιούνται: