Σε μια θάλασσα που μπορεί να κρύβει πλούσιο ορυκτό πλούτο αλλά και διεκδικήσεις, η Ελλάδα μπαίνει στην τελική ευθεία για έναν διαγωνισμό που δεν θα κρίνει μόνο ποιος θα αναλάβει τις έρευνες υδρογονανθράκων, αλλά και ποιος θα διαμορφώσει τον ενεργειακό και γεωπολιτικό χάρτη της χώρας για τις επόμενες δεκαετίες. Στις 10 Σεπτεμβρίου λήγει η προθεσμία για τις προσφορές στα τέσσερα θαλάσσια blocks νότια της Κρήτης και της Πελοποννήσου – μια διαδικασία όπου τα συμφέροντα της Ουάσινγκτον, οι φιλοδοξίες ελληνικών ομίλων και οι σκιές αμφισβητήσεων από Τουρκία και Λιβύη συναντιούνται στο ίδιο τραπέζι.
Η συμμετοχή κολοσσών όπως η Chevron ή η ExxonMobil (που είναι ήδη στα οικόπεδα ΝΔ και Δυτικά της Κρήτης) δεν θα φέρει μόνο κεφάλαια και τεχνογνωσία, αλλά θα λειτουργήσει και ως ασπίδα απέναντι στις γεωπολιτικές πιέσεις και σε όσους αμφισβητούν τα κυριαρχικά μας δικαιώματα.
Στόχος του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας είναι να έχει αναδειχθεί ανάδοχος μέχρι το τέλος του 2025, ώστε οι πρώτες ερευνητικές γεωτρήσεις να μπορούν να δρομολογηθούν το συντομότερο. Η πίεση για ταχύτητα είναι εμφανής τόσο από τους διεθνείς operators όσο και από την κυβέρνηση: η Ελλάδα θέλει να εκμεταλλευθεί τη διεθνή στροφή στο πετρέλαιο και το φυσικό αέριο, αλλά και να κατοχυρώσει εμπράκτως τις κυριαρχικές της θέσεις σε θαλάσσιες περιοχές όπου οι διεκδικήσεις της αμφισβητούνται.
Κεντρικό ρόλο σε αυτές τις εξελίξεις διαδραματίζει αναμφισβήτητα η Chevron, η δεύτερη μεγαλύτερη παγκοσμίως πετρελαϊκή εταιρεία, η οποία έχει φτάσει στο κατώφλι των δυνητικών εγχώριων κοιτασμάτων με την ελπίδα ότι θα «σκύψει» για να «πιει νερό», δίνοντας στις 10 Σεπτεμβρίου ηχηρό «παρών». Η συμμετοχή της στον διαγωνισμό θα αποτελέσει και μία ισχυρή επιδοκιμασία για την κυβερνητική πολιτική, που μεσούσης της ενεργειακής κρίσης, αποφάσισε να ξαναμπεί στο παιχνίδι του upstream.
Οι διαδοχικές επαφές της κυβέρνησης με Αμερικανούς αξιωματούχους -μεταξύ των οποίων η πρόσφατη τηλεφωνική επικοινωνία του πρωθυπουργού με τον υπουργό Εξωτερικών Μάρκο Ρούμπιο– καθώς και της πολιτικής ηγεσίας του ΥΠΕΝ με ανώτατα στελέχη της Chevron αλλά και της αμερικανικής κυβέρνησης τις προηγούμενες εβδομάδες επιβεβαιώνουν την προσπάθεια που καταβάλλει η χώρα για μια αίσια έκβαση του μεγάλου διαγωνισμού.
Ο ρόλος της Chevron
Η αμερικανική εταιρεία έχει εκδηλώσει ενδιαφέρον για τρία από τα τέσσερα blocks που βγαίνουν στον νέο γύρο παραχωρήσεων, με την ελληνική κυβέρνηση να θεωρεί ότι η πιθανή εκδήλωση ενδιαφέροντος θα αποτελέσει ισχυρό μήνυμα στήριξης της ελληνικής ΑΟΖ.
Στον κύκλο των εταιρειών που φέρεται να εξετάζουν τη συμμετοχή τους περιλαμβάνονται επίσης και μεγάλες ευρωπαϊκές πολυεθνικές όπως η BP και η ιταλική Eni, οι οποίες έχουν μελετήσει τα σεισμικά δεδομένα των οικοπέδων, αφήνοντας ανοιxτό το ενδεχόμενο συμμετοχής.
Ο ελληνικός διαγωνισμός συμπίπτει με μια παγκόσμια αναθεώρηση της στρατηγικής των «πηγαδιών», με τους πετρελαϊκούς κολοσσούς να έχουν «πέσει με τα μούτρα» στην αναζήτηση νέων κοιτασμάτων προκειμένου να ανακτήσουν το χαμένο έδαφος της προηγούμενης περιόδου. Η BP, για παράδειγμα, επένδυσε την τελευταία τετραετία περί τα 15 δισ. δολάρια στον τομέα της καθαρής ενέργειας. Τώρα στρέφει το τιμόνι στις εξορύξεις προγραμματίζοντας 40 γεωτρήσεις μέχρι το 2028. Περί τα 10 δισ. βαρέλια λιγότερα αποθέματα πετρελαίου μετρά αντίστοιχα η Chevron από τα «φρένα» στο upstream των τελευταίων ετών, με τη διοίκηση να προσθέτει 11 εκατομμύρια νέα στρέμματα εξερεύνησης σε σχέση με πέρυσι για να ανεβάσει ρυθμούς.
Προς νέες παραχωρήσεις στρέφεται και η ExxonMobil, η οποία τις προηγούμενες μέρες υπέγραψε συμφωνία για την έρευνα τεσσάρων υπεράκτιων οικοπέδων στη Λιβύη, ενώ προσανατολίζεται στην επιστροφή της σε εξορύξεις στη νότια Καραϊβική (Τρινιντάντ και Τομπάγκο) μετά από πολλά χρόνια.
Υπάρχουν φόβοι ότι η προηγούμενη αποεπένδυση από τα ορυκτά καύσιμα των διεθνών μεγαθηρίων του πλανήτη μπορεί να προκαλέσει θέματα ενεργειακής ασφάλειας. Με κίνδυνο, όπως επισημαίνουν οι αναλυτές, -αν δεν υπάρξει νέα παραγωγή- ο πλανήτης να μην μπορεί να καλύψει τη μεγαλύτερη ζήτηση το επόμενο διάστημα που γεννά η επιβράδυνση των ρυθμών της πράσινης ανάπτυξης.
Το ελληνικό ενδιαφέρον
Σε αυτόν τον νέο δρόμο που ανοίγεται στον κόσμο των ορυκτών καυσίμων, παρούσα με ενεργό ρόλο ως ένας εκ των βασικών διεκδικητών παραμένει και μια εταιρεία αμιγώς ελληνικού ενδιαφέροντος, η HELLENiQ ENERGY (μέσω της Helleniq Upstream).
Στις αρχές Αυγούστου προχώρησε στη σύσταση τριών νέων θυγατρικών -«Helleniq Upstream Νότια Κρήτης Ι», «Νότια Κρήτης ΙΙ» και «Νότια Πελοποννήσου»– με αποκλειστικό αντικείμενο τις περιοχές του διαγωνισμού. Στην πρόσφατη παρουσίαση των οικονομικών αποτελεσμάτων εξαμήνου στους αναλυτές, ο διευθύνων σύμβουλος της HE Ανδρέας Σιάμισιης απέφυγε να δώσει συγκεκριμένες λεπτομέρειες και περιορίστηκε σε δηλώσεις του τύπου «έρχονται εξελίξεις στον τομέα του upstream». Ωστόσο, η HELLENiQ ENERGY δεν έχει κρύψει την προσπάθειά της για αναζήτηση συνεπενδυτή λόγω της πολυπλοκότητας, της τεχνογνωσίας, αλλά και του κόστους αυτών των έργων, επιλογή που ακολουθεί και η Energean για το Μπλοκ 2 του Ιονίου.
Το τελευταίο διάστημα, η αγορά παρακολουθεί και την αναθέρμανση σεναρίων για μεγάλα deals ακόμη και μεταξύ ελληνικών ομίλων. Φήμες που είχαν κυκλοφορήσει πριν από έναν χρόνο -περί προσέγγισης κορυφαίων επιχειρηματικών σχημάτων για τη δημιουργία ενός ενιαίου ισχυρού παίκτη στον τομέα των υδρογονανθράκων- επανέρχονται. Ωστόσο, όπως σημειώνουν στελέχη της αγοράς, οι τότε διαπραγματεύσεις κατέληξαν σε μετοχική διασύνδεση σε επίπεδο φυσικών προσώπων και όχι εταιρειών, αφήνοντας ανοιχτό το ερώτημα αν αυτή τη φορά θα υπάρξει ουσιαστική εταιρική σύμπραξη.
Τι συμβαίνει στα άλλα οικόπεδα
Η έρευνα και εκμετάλλευση υδρογονανθράκων επανέρχεται δυναμικά στον ενεργειακό σχεδιασμό της χώρας, σε μια συγκυρία όπου η ενεργειακή ασφάλεια και η διαφοροποίηση πηγών τροφοδοσίας βρίσκονται στην κορυφή της διεθνούς ατζέντας.
Σήμερα, η χώρα διαθέτει έξι ενεργές συμβάσεις. Ο Πρίνος παραμένει το μοναδικό κοίτασμα σε παραγωγή, ενώ πέντε υπεράκτιες περιοχές -Μπλοκ 2, Μπλοκ 10, Μπλοκ Ιονίου, Δυτικά και Νοτιοδυτικά της Κρήτης- βρίσκονται σε φάση έρευνας. Αντίστοιχα, το κοίτασμα του Κατακόλου επιστράφηκε στο Δημόσιο, καθώς δρομολογείται η μετατροπή του σε θαλάσσιο πάρκο. Θετική έκβαση καταγράφεται στη διεθνή διαιτησία για τον Πατραϊκό Κόλπο, με το ποσό που επιδικάστηκε υπέρ της ΕΔΕΥΕΠ να ανέρχεται στο ύψος των 3,4 εκατ. ευρώ.
Η ενεργειακή κρίση του 2021-2022, η γεωπολιτική αναταραχή και η ανάγκη ενίσχυσης της ενεργειακής επάρκειας ώθησαν την ελληνική κυβέρνηση στην αναβάθμιση του ρόλου των υδρογονανθράκων.
Τον Απρίλιο του 2022, ο πρωθυπουργός χαρακτήρισε την έρευνα και παραγωγή έργο «εθνικής στρατηγικής προτεραιότητας», σηματοδοτώντας στροφή σε έναν τομέα που τα προηγούμενα χρόνια κινούνταν με βραδείς ρυθμούς, σχεδόν είχε εγκαταλειφθεί. Ακολούθησε επιτάχυνση των ερευνών, με την ολοκλήρωση όλων των γεωφυσικών προγραμμάτων για τις ενεργές παραχωρήσεις.
Η είσοδος της Chevron και ο διεθνής διαγωνισμός
Η αγορά απέκτησε νέα δυναμική, καθώς μεγάλες διεθνείς εταιρείες, όπως η αμερικανική Chevron, εκδήλωσαν έντονο ενδιαφέρον για νέες περιοχές.
Καθοριστική εξέλιξη αποτέλεσε η εμφάνιση στο προσκήνιο της αμερικανικής εταιρείας για τρεις υπεράκτιες περιοχές νότια της Κρήτης και της Πελοποννήσου. Οι επαφές με την ΕΔΕΥΕΠ ξεκίνησαν το 2022 και κορυφώθηκαν με το επίσημο αίτημα προς την ελληνική κυβέρνηση τον Αύγουστο του 2024 και να δημοσιοποιείται με τη νίκη Τραμπ τον Νοέμβριο του 2024 σε δύο δόσεις. Η κίνηση αυτή άνοιξε τον δρόμο για την προκήρυξη νέου διεθνούς διαγωνισμού στις αρχές του 2025.
Σύμφωνα με προκαταρκτικές εκτιμήσεις της ΕΔΕΥΕΠ, της κρατικής εταιρείας που έχει την ευθύνη για τις έρευνες και την εκμετάλλευση υδρογονανθράκων, οι δυνητικές και πιθανές ποσότητες φυσικού αερίου στις τρέχουσες παραχωρήσεις ανέρχονται σε περίπου 24 τρισ. κυβικά πόδια (680 δισ. κυβικά μέτρα). Αν επιβεβαιωθούν από τις γεωτρήσεις, τα αποθέματα αυτά μπορούν να καλύψουν πλήρως την εγχώρια ζήτηση για δεκαετίες, μετατρέποντας την Ελλάδα σε καθαρό εξαγωγέα έως το τέλος της δεκαετίας.
Κρίσιμη διετία για τις αποφάσεις
Σύμφωνα με την ετήσια επισκόπηση της ΕΔΕΥΕΠ, μέσα στην επόμενη διετία, οι μισθωτές θα κληθούν να αποφασίσουν αν θα προχωρήσουν στις πρώτες ερευνητικές γεωτρήσεις μεγάλου βάθους. Οι εργασίες αυτές αποτελούν το κλειδί για την επαλήθευση των εκτιμήσεων και την είσοδο σε φάση ανάπτυξης και παραγωγής.
Το 2024 επικεντρώθηκε στην επεξεργασία και ερμηνεία του μεγάλου όγκου σεισμικών δεδομένων που συλλέχθηκαν τα προηγούμενα χρόνια.
Η κοινοπραξία ExxonMobil – HELLENiQ ENERGY ολοκλήρωσε νωρίτερα την τρισδιάστατη σεισμική έρευνα υψηλής ευκρίνειας στο μπλοκ Νοτιοδυτικά της Κρήτης, αποφασίζοντας την είσοδο στη 2η φάση ερευνών. Στο γειτονικό μπλοκ Δυτικά της Κρήτης, η ίδια κοινοπραξία έλαβε παράταση συνολικά 18 μηνών για περαιτέρω αξιολόγηση.
Στο Ιόνιο (Μπλοκ 2), η Energean και η HELLENiQ ENERGY έλαβαν επίσης νέα παράταση 12 μηνών για την εξασφάλιση χερσαίας εφοδιαστικής βάσης και την αναζήτηση συμμισθωτή με εμπειρία γεωτρήσεων σε ανθρακικές πλατφόρμες. Η τελευταία συμμετέχει αυτόνομα σε άλλα δύο οικόπεδα στο Ιόνιο και στο Μπλοκ 10 στον Κυπαρισσιακό Κόλπο, τα οποία βρίσκονται στη δεύτερη ερευνητική φάση.
Τον Μάρτιο του 2024, εξέπνευσε και η καταληκτική ημερομηνία για την μισθώτρια εταιρεία του Μπλοκ Ιωάννινα (Energean) να ανακοινώσει την είσοδό της στην 3η και τελευταία φάση του προγράμματος εξερεύνησης για την εκτέλεση της πρώτης διερευνητικής γεώτρησης. Κατόπιν αυτών, ενεργοποιήθηκε η διαδικασία διευθέτησης όλων των συμβατικών υποχρεώσεων και οριστικής επιστροφής του οικοπέδου στο Ελληνικό Δημόσιο.
Προοπτικές και προκλήσεις
Παρά τις αισιόδοξες εκτιμήσεις, οι έρευνες υδρογονανθράκων στην Ελλάδα παραμένουν έργο υψηλού ρίσκου. Η γεωλογία μεγάλου βάθους, το υψηλό κόστος γεωτρήσεων, οι περιβαλλοντικές απαιτήσεις αλλά και οι αντιδράσεις συνιστούν προκλήσεις για τους επενδυτές που εκτροχιάζουν τα χρονοδιαγράμματα.
Αν οι εκτιμήσεις επιβεβαιωθούν, υπερπηδηθούν εμπόδια και αγκυλώσεις και οι γεωτρήσεις στεφθούν με επιτυχία, η Ελλάδα μπορεί να βρεθεί σε ρόλο περιφερειακού προμηθευτή, ενισχύοντας την ενεργειακή ασφάλεια τόσο της ίδιας όσο και της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Αυτό όμως που έχει σημασία αυτή την περίοδο είναι να γίνει μια καλή εκκίνηση. Kαι καθώς η προθεσμία της 10ης Σεπτεμβρίου πλησιάζει, η ελληνική κυβέρνηση γνωρίζει ότι η συμμετοχή της Chevron στον διαγωνισμό θα έχει αξία που ξεπερνά την οικονομική διάσταση.
Σε μια περιοχή όπου η ενέργεια και η γεωπολιτική διαπλέκονται στενά, η παρουσία ενός τόσο μεγάλου αμερικανικού παίκτη θα λειτουργούσε ως μήνυμα σταθερότητας και στήριξης των ελληνικών θέσεων.
Η έκβαση δεν θα καθορίσει μόνο την πορεία των ερευνών υδρογονανθράκων, αλλά και το πώς η χώρα θα τοποθετηθεί στον ενεργειακό και γεωπολιτικό χάρτη της Ανατολικής Μεσογείου τα επόμενα χρόνια.
Διαβάστε ακόμη
Οι νέες ισορροπίες στο παγκόσμιο εμπόριο άνθρακα και οι επιπτώσεις στη ναυλαγορά
12 δισ. ευρώ οι εξαγωγές τροφίμων και ποτών (γραφήματα)
Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο Θέμα
