Στις αίθουσες του βρετανικού Κοινοβουλίου, το πολιτικό βάρος είναι συχνά βαρύτερο από τους αριθμούς. Η Ρέιτσελ Ριβς, υπουργός Οικονομικών της κυβέρνησης του Κιρ Στάρμερ, παρουσίασε έναν προϋπολογισμό που επιδιώκει περισσότερο να σταθεροποιήσει το πολιτικό έδαφος παρά να χαράξει αναπτυξιακή πορεία. Δημιούργησε δημοσιονομικό απόθεμα, άνοιξε τη βεντάλια των κοινωνικών παροχών και έδωσε στον πρωθυπουργό πολύτιμο χρόνο για να διατηρήσει τον έλεγχο του πολιτικού σκηνικού. Επενδυτές υποδέχθηκαν θετικά το οικονομικό πακέτο, ωστόσο οι βαθύτερες προκλήσεις της οικονομίας έμειναν ουσιαστικά ανέγγιχτες.
Το όραμα που δεν ήρθε
Παρά τον όγκο των κρατικών δαπανών — 1,6 τρισεκατομμύρια λίρες — οι προβλέψεις για ανάπτυξη παρέμειναν θολές. Δεν υπήρξε σαφής φορολογική μεταρρύθμιση ούτε το είδος του σχεδίου που θα μπορούσε να αντιστρέψει τη δυναμική του λαϊκιστικού Reform UK του Νάιτζελ Φάρατζ. Αντιθέτως, 1,7 εκατομμύρια εργαζόμενοι και υψηλόμισθοι θα κληθούν να επιβαρυνθούν φορολογικά, ώστε να χρηματοδοτηθούν κοινωνικά επιδόματα και η κρατική στήριξη των λογαριασμών ενέργειας. Το μεγαλύτερο τμήμα της φορολογικής αύξησης θα εφαρμοστεί λίγο πριν από τις εκλογές του 2029. Η Ριβς, σε συνέντευξή της στο Bloomberg, άφησε ανοικτό το ενδεχόμενο ακόμη πιο σκληρής φορολογίας στο μέλλον.
Με τις νέες ρυθμίσεις, το φορολογικό βάρος θα ανέλθει στο 38% του εθνικού εισοδήματος έως το 2031, ποσοστό που αποτελεί ιστορικό ρεκόρ. Κεντρικό σημείο του προϋπολογισμού είναι το τριετές πάγωμα των ορίων του φόρου εισοδήματος. Τα βρετανικά μέσα μιλούν για έναν «κρυφό φόρο» που αναμένεται να οδηγήσει έναν στους τέσσερις φορολογούμενους, περίπου 10,6 εκατομμύρια πολίτες, σε υψηλότερες φορολογικές κλίμακες έως το 2030.
Απρόσμενη αναστάτωση – και μια συγγνώμη
Η παρουσίαση του προϋπολογισμού ξεκίνησε νωρίτερα λόγω τυχαίας δημοσίευσης της 197σέλιδης ανάλυσης του Γραφείου Προϋπολογισμού (OBR). Ο πρόεδρος του οργανισμού Ρίτσαρντ Χιούζ χαρακτήρισε το συμβάν σοβαρό και δήλωσε έτοιμος να αποχωρήσει εφόσον του ζητηθεί. Η ίδια η Ριβς μίλησε για «κρίσιμο λάθος», αλλά το OBR στη συνέχεια αντιμετώπισε γενναιόδωρα τον προϋπολογισμό. Η αναμενόμενη υποβάθμιση της παραγωγικότητας θα μπορούσε να είχε προκαλέσει δημοσιονομικό σοκ — όμως η αύξηση μισθών και πληθωρισμού ενίσχυσε τα έσοδα, μετριάζοντας τους κραδασμούς.
Παρά την προσωρινή ανακούφιση, η Ριβς προχώρησε σε 26 δισεκατομμύρια λίρες νέων φόρων, μετά την ακόμη μεγαλύτερη αύξηση της προηγούμενης χρονιάς.
Το Institute for Fiscal Studies υπολόγισε ότι στους τελευταίους 13 μήνες οι δύο προϋπολογισμοί της περιλαμβάνουν τις μεγαλύτερες αυξήσεις φόρων από τη δεκαετία του 1970. Οι εισπράξεις αναμένεται να αγγίξουν το 38,3% του ΑΕΠ — ιστορικό υψηλό. Το πολιτικό διακύβευμα ήταν εμφανές: το Εργατικό Κόμμα έπρεπε να πείσει τους βουλευτές του πως η κυβέρνηση έχει σχέδιο, ύστερα από αμφισβητήσεις προς την ηγεσία Στάρμερ.
Σύμφωνα με τους οικονομολόγους Νταν Χάνσον και Άνα Αντράντε από το Bloomberg Economics, η προσπάθεια ενίσχυσης του δημοσιονομικού περιθωρίου ήταν σωστή, αλλά διαβρώθηκε από καθυστερήσεις στη δημοσιονομική εξυγίανση και από την εξάρτηση από επιμέρους αυξήσεις φόρων. Μεταξύ αυτών: επιβάρυνση για ακίνητα άνω των 2 εκατομμυρίων λιρών, επιπλέον φόροι 4,7 δισεκατομμυρίων στις αποταμιεύσεις και ενίσχυση του επιδόματος για δύο τέκνα. Προβλέπεται επίσης αύξηση 4,1% στον ελάχιστο μισθό, πάγωμα του φόρου καυσίμων και συγκράτηση των σιδηροδρομικών τιμών και των ενεργειακών λογαριασμών.
Στροφή προς τα αριστερά ή προς τη στασιμότητα;
Το Tribune Group των αριστερών Εργατικών χαιρέτισε τον προϋπολογισμό ως απόδειξη των «κορμών αξιών» του κόμματος, όμως άλλοι βουλευτές δήλωσαν απογοήτευση γιατί δεν υπήρξε σχέδιο τόνωσης της ανάπτυξης. Ο Φάρατζ, από την πλευρά του, χαρακτήρισε τον προϋπολογισμό «επίθεση στις φιλοδοξίες και στις αποταμιεύσεις». Οι επιχειρηματικές ενώσεις, όπως η Ρέιν Νιούτον-Σμιθ του CBI, προειδοποίησαν ότι η βρετανική οικονομία παραμένει βαλτωμένη, καθώς οι φορολογικοί κίνδυνοι δεν συνοδεύονται από στρατηγικό οικονομικό αφήγημα.
Η υπόθεση της Λιζ Τρας πριν από τρία χρόνια ήταν υπενθύμιση ότι οι αγορές έχουν τη δύναμη να τινάξουν στον αέρα μια κυβέρνηση. Ο αναλυτής της Schroders, Μάρκους Τζένινγκς, εκτιμά ότι η Ριβς δεν καθησύχασε επαρκώς τους επενδυτές και πως η δημοσιονομική αξιοπιστία παραμένει εύθραυστη. Παρά την ευελιξία που ζήτησαν οι αγορές, η καθυστέρηση των φορολογικών κινήσεων προκάλεσε αβεβαιότητα. Ο δανεισμός προβλέπεται αυξημένος κατά 57 δισεκατομμύρια λίρες, με το δημόσιο χρέος να φτάνει το 97% του ΑΕΠ το 2028-2029, προτού μειωθεί οριακά το έτος εφαρμογής των νέων κανόνων.
Το χρέος τελικά «συγκρατείται» μόνο χάρη στο πάγωμα των φορολογικών ορίων μέχρι το 2031, κάτι που θα οδηγήσει περισσότερους από 5 εκατομμύρια πολίτες σε υψηλότερα φορολογικά κλιμάκια. Τα έγγραφα του OBR δείχνουν ότι οι πιέσεις συνεχίζουν να αυξάνονται: οι δαπάνες για κοινωνική πρόνοια ξεπέρασαν τις προβλέψεις κατά 16 δισεκατομμύρια λίρες, λόγω της αύξησης των αιτήσεων για επιδόματα και της απόφασης της κυβέρνησης να αποσύρει το όριο για τα δύο τέκνα. Το Resolution Foundation προειδοποίησε ότι η δημοσιονομική εξυγίανση μετατίθεται «πολύ κοντά στις επόμενες εκλογές», κάτι που ίσως τελικά δημιουργήσει αμφιβολίες για τη βιωσιμότητα της στρατηγικής.
Διαβάστε ακόμη
Οι τρεις Χιώτισσες εφοπλίστριες που ταράζουν τα νερά της ναυτιλίας
Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο Θέμα
