search icon

Οικονομία

Τρία κορυφαία ευρωπαϊκά think tanks σχολιάζουν τις εξελίξεις στην Ελλάδα

Η νέα συμφωνία της Ελλάδας με τους πιστωτές έχει προκαλέσει ιδιαίτερο σκεπτικισμό, τόσο στην ελληνική κοινωνία, όσο και σε πολιτικό και ακαδημαϊκό επίπεδο.

Του Χρήστου Τσαπακίδη

Η νέα συμφωνία της Ελλάδας με τους πιστωτές έχει προκαλέσει ιδιαίτερο σκεπτικισμό, τόσο στην ελληνική κοινωνία, όσο και σε πολιτικό και ακαδημαϊκό επίπεδο. Οικονομολόγοι από τρία κορυφαία ευρωπαϊκά think tanks με παρεμβάσεις τους έχουν διατυπώσει τις αμφιβολίες τους ως προς το εάν το νέο πρόγραμμα μπορεί να τελεσφορήσει, ενώ έντονη ανησυχία διατυπώνεται και για την πορεία του ελληνικού χρηματοπιστωτικού τομέα. Παρακάτω μπορείτε να διαβάσετε πώς υποδέχτηκαν τις πρόσφατες εξελίξεις στο ελληνικό μέτωπο διακεκριμένοι ερευνητές ή συνεργάτες του Centre for European Reform, του Centre for European Policy Studies και του Bruegel.

Centre for European Reform

«Η συμφωνία για τη διάσωση της Ελλάδας δεν επιλύει τίποτα», υποστηρίζουν οι Κρίστιαν Όντενταλ και Τζον Σπρίνγκφορντ με παρέμβασή τους στο Centre for European Reform (CER). Οι δύο οικονομολόγοι εστιάζουν στην έλλειψη συνοχής του προγράμματος, το οποίο θα έχει ως αποτέλεσμα την αποτυχία του ακόμα και εάν η συμφωνία περάσει από την ελληνική Βουλή. Προς αυτή την κατεύθυνση επισημαίνουν ότι τα δημοσιονομικά μέτρα είναι αυτά που έχουν σημασία για τη βραχυπρόθεσμη μεγέθυνση και ως εκ τούτου αποτελούν το κλειδί για την επιτυχία της διάσωσης. Οι συμφωνημένες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις θα έχουν περιορισμένο αντίκτυπο στην έκβαση της διάσωσης, καθώς απαιτούν οικονομική μεγέθυνση, πληθωρισμό και χρόνο για να δείξουν τα αποτελέσματά τους – τρεις παράγοντες που βρίσκονται σε στενότητα στην περίπτωση της Ελλάδας. Εν ολίγοις, οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις θα αποδώσουν εάν υπάρχει επαρκής ζήτηση, ωστόσο η επιβληθείσα λιτότητα θα περιορίσει περαιτέρω την τελευταία. Έτσι, «η δημοσιονομική πολιτική θα καταστρέψει τις πιθανότητες επιτυχίας της διάσωσης».

Στο μέτωπο του χρέους, ο νέος γύρος δημοσιονομικής εξυγίανσης θα αυξήσει το ποσοστό του επί του ΑΕΠ, καθώς οι αρνητικές επιπτώσεις της λιτότητας σε μία περίοδο ύφεσης υπερισχύουν των οφελών από τη μείωση των δημόσιων δαπανών και μάλιστα σε μία εποχή που ο αντίκτυπος της «εμπιστοσύνης» δεν έχει αποδώσει απτά αποτελέσματα. Οι δύο οικονομολόγοι σχολιάζουν επίσης ότι η προσδοκία για άντληση 50 δισ. ευρώ από τις ιδιωτικοποιήσεις είναι εξαιρετικά αισιόδοξη, δεδομένου του πόσο έξω είχαν πέσει οι προηγούμενες προβλέψεις. Από την άλλη πλευρά, πάντως, η ελληνική πλευρά θα έχει κίνητρο να προχωρήσει σε ιδιωτικοποιήσεις, καθώς το ένα τέταρτο των εσόδων θα κατευθυνθεί σε επενδύσεις στη χώρα. Τέλος, οι Όντενταλ και Σπρίνγκφορντ επισημαίνουν το ρευστό πολιτικό σκηνικό, αναρωτώμενοι εάν η παρούσα κυβέρνηση μπορεί να περάσει τη νέα ατζέντα από τη βουλή. Όλα αυτά αποδεικνύουν ότι το Grexit δεν έχει απομακρυνθεί ως κίνδυνος.

Διάβασε περισσότερα: http://www.cer.org.uk/insights/greek-bailout-deal-resolves-nothing

Centre for European Policy Studies

Το Centre for European Policy Studies (CEPS) δημοσίευσε προχθές, Δευτέρα, δύο papers, τα οποία φαίνεται μεν πως γράφτηκαν πριν από την τελική συμφωνία της Ελλάδας με τους πιστωτές, όμως έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον γιατί εστιάζουν σε θέματα επικαιρότητας. Το πρώτο υπογράφεται από τον Ντάνιελ Γκρος, διευθυντή του CEPS, και επικεντρώνεται στην επόμενη ημέρα για τις ελληνικές τράπεζες. Ο Γκρος πιστεύει ότι ακόμα και με ένα νέο πρόγραμμα διάσωσης, η επιδείνωση της οικονομίας έχει χειροτερεύσει σημαντικά την κεφαλαιακή θέση των ελληνικών τραπεζών, φέρνοντάς τις κοντά στην κατάρρευση. Ο οικονομολόγος υποστηρίζει ότι εκτός από την ανακεφαλαιοποίηση που είναι απαραίτητη, ενδεχομένως να χρειαστεί και ένα bail-in από τους καταθέτες – ένα μέτρο που ενδεχομένως να έχει περιορισμένο αποτέλεσμα, δεδομένου ότι οι περισσότεροι μεγαλοκαταθέτες (άνω των 100.000 ευρώ) είχαν ήδη απομακρύνει τα κεφάλαιά τους από τη χώρα. Προς αυτή την κατεύθυνση θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν και ειδικά, μη εμπορεύσιμα ομόλογα του ESM για την παροχή πρόσθετων κεφαλαίων, τα οποία δεν θα ήταν πληρωτέα εάν η ελληνική κυβέρνηση αποφάσιζε να φύγει από την ευρωζώνη ή λάμβανε μέτρα που θα επηρέαζαν τη φερεγγυότητα των τραπεζών (προϋποθέσεις που εάν εφαρμοστούν μηδενίζουν το ρίσκο για τους πιστωτές).

Διάβασε περισσότερα: http://www.ceps.eu/system/files/DG%20Restructuring%20Greek%20Banks.pdf

Στο δεύτερο κείμενο του CEPS, η Ιλάρια Μασέλι ασχολείται με την εικόνα που έχει η διεθνής κοινή γνώμη για εμάς. Η ερευνήτρια επισημαίνει ότι τον τελευταίο καιρό καλλιεργήθηκαν δύο προφίλ για τους Έλληνες. Το ένα είναι του «φτωχού Έλληνα» και το άλλο είναι του «τεμπέλη Έλληνα». Η Μασέλι χρησιμοποιεί μία σειρά δεικτών (κατά κεφαλήν ΑΕΠ, ιδιωτική κατανάλωση, ανεργία, αριθμός εργάσιμων ωρών, φτώχεια, σοβαρή υλική στέρηση, κοινωνικές δαπάνες, αποζημίωση δημόσιων υπαλλήλων, όρια ηλικίας συνταξιοδότησης, δημόσιες δαπάνες για συντάξεις, ρύθμιση της αγοράς προϊόντων, ανταγωνιστικότητα και έλεγχος διαφθοράς) για την περίοδο 2000-14, προκειμένου να αποδείξει ποιο από τα δύο προφίλ ισχύει. Η ετυμηγορία; «Φτωχοί Έλληνες», ιδιαίτερα για τον πληθυσμό που δεν έχει δουλειά και πασχίζει κάθε μήνα να καλύψει τις στοιχειώδεις ανάγκες του (δεδομένου ότι παρατηρήθηκε αύξηση του αριθμού των πολιτών σε κίνδυνο φτώχειας και κοινωνικού αποκλεισμού, καθώς και των ατόμων που αντιμετωπίζουν σοβαρές υλικές στερήσεις). Παρόλα αυτά, η ερευνήτρια συμπληρώνει ότι η καταπολέμηση της διαφθοράς (πεδίο όπου υστερεί η χώρα μας) και η καλύτερη εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων θα είχαν οδηγήσει σε δικαιότερη κατανομή των απωλειών της τελευταίας περιόδου και θα συνέβαλαν στην ταχύτερη ανάκαμψη.

Διάβασε περισσότερα: http://www.ceps.eu/publications/poor-greeks-or-lazy-greeks

Bruegel

To blog του Bruegel κατέγραψε ζωηρή δραστηριότητα με αφορμή τις εξελίξεις. Δύο παρεμβάσεις αφορούν τα πρόσφατα σχόλια του Ολιβιέ Μπλανσάρ (διευθυντή του Τμήματος Έρευνας του ΔΝΤ) σχετικά με τη συμμετοχή του ΔΝΤ στη διάσωση της Ελλάδας. Ο Ασόκα Μόντι αποδομεί ένα προς ένα τα επιχειρήματα του Μπλανσάρ για την υπεράσπιση της συμπεριφοράς του Ταμείου στην ελληνική διάσωση. Κινούμενος στο ίδιο μήκος κύματος με το άρθρο των Όντενταλ και Σπρίνγκφορντ στο CER, ο διακεκριμένος οικονομολόγος μιλά για τις αρνητικές επιπτώσεις που ασκεί η λιτότητα στην οικονομική μεγέθυνση, αλλά και για το μικρό «μέρισμα» των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων μέσα σε ένα περιβάλλον ασφυξίας. Επισημαίνει μάλιστα την ασυνέπεια στους ισχυρισμούς του Μπλανσάρ, ο οποίος σε μία συνέντευξή του στο Sky News τον Απρίλιο του 2013 είχε προειδοποιήσει τις βρετανικές αρχές ότι «έπαιζαν με τη φωτιά» εφαρμόζοντας εκτενή λιτότητα. Από τις σημαντικότερες εκβιομηχανισμένες οικονομίες -και με την εξαίρεση της Ιταλίας-, η Βρετανία ήταν αυτή που καθυστέρησε περισσότερο να ανακάμψει από την κρίση. Ο Μόντι υπενθυμίζει επίσης ότι σε ένα paper των Ολιβιέ Μπλανσάρ και Ντάνιελ Λι υποστηριζόταν ότι η λιτότητα επιβραδύνει σημαντικά την ανάπτυξη.

Ο οικονομολόγος φτάνει τέλος στο συμπέρασμα ότι το ΔΝΤ ενεργεί βάσει των συμφερόντων των μεγαλύτερων «παικτών» του και για τον λόγο αυτό δεν μπορεί να είναι ένας τεχνοκρατικός θεσμός που θα υψώνει το ανάστημά του στα πιο ισχυρά κράτη. Αν και το 2009 η Ελλάδα μπλέχτηκε σε μία κρίση εξαιτίας των δικών της λαθών, στη συνέχεια παγιδεύτηκε σε ένα παιχνίδι ισχύος, όπου η πολιτική αψήφησε τα οικονομικά. Η τελευταία συμφωνία εξακολουθεί να αγνοεί την οικονομική λογική, επομένως είναι εξαιρετικά πιθανό η Ελλάδα να υποφέρει ακόμα περισσότερο, αλλά και οι πιστωτές να χάσουν τελικά ένα μέρος από τα λεφτά τους.

Διάβασε περισσότερα: http://www.bruegel.org/nc/blog/detail/article/1681-professor-blanchard-writes-a-greek-tragedy/

Το πρόσφατο κείμενο του Μπλανσάρ ενέπνευσε και τον διευθυντή του Bruegel, Γκούντραμ Βολφ, για τη δική του παρέμβαση, όπου επισημαίνει ότι το Ταμείο απέτυχε παταγωδώς σε δύο μέτωπα, όσον αφορά στη διάσωση της Ελλάδας. Πρώτον, έπρεπε να πιέσει για αναδιάρθρωση του χρέους πολύ νωρίτερα, καθώς αυτό θα επέτρεπε στη χώρα να τρέξει χαμηλότερα πρωτογενή πλεονάσματα στο μέλλον, αυξάνοντας την αξιοπιστία του προγράμματος και αποκαθιστώντας νωρίτερα την εμπιστοσύνη στην ελληνική οικονομία. Δεύτερον, έπρεπε να ασκήσει πίεση για την έγκαιρη εφαρμογή ενός σημαντικού πακέτου μεταρρυθμίσεων που θα αποκαθιστούσε την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας, μειώνοντας τους ρυθμούς συρρίκνωσης της τελευταίας μέσω της τόνωσης των εξαγωγών.

Ο Βολφ δεν παραλείπει να χρεώσει ένα μεγάλο μέρος της αποτυχίας του σχεδιασμού των προηγούμενων προγραμμάτων στους Ευρωπαϊκούς θεσμούς. Σε αυτό το πλαίσιο, ο διευθυντής του Bruegel προτείνει στο ΔΝΤ τρία κεντρικά σημεία ενόψει του νέου προγράμματος. Πρώτον, το ΔΝΤ πρέπει να επιμείνει σε χαμηλότερα πρωτογενή πλεονάσματα για την Ελλάδα. Πλεόνασμα της τάξης του 3,5% θα πυροδοτούσε περαιτέρω σημαντική συρρίκνωση της ελληνικής οικονομίας. Δεύτερον, το Ταμείο πρέπει να αδράξει την ευκαιρία που δίνουν οι συζητήσεις για το νέο πρόγραμμα και να επιμείνει στην εφαρμογή διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που έχουν ιδιαίτερο ρόλο στην ανάπτυξη. Τέλος, το Ταμείο πρέπει να αναθεωρήσει τη συμμετοχή του σε προγράμματα χρηματοδοτικής βοήθειας ως μικρότερος εταίρος.

Διάβασε περισσότερα: http://www.bruegel.org/nc/blog/detail/article/1680-olivier-blanchard-fails-to-recognise-two-major-imf-mistakes-in-greece/

Από τη μεριά της, η Σίλβια Μέρλερ εστιάζει στον χρηματοπιστωτικό τομέα της χώρας μας. Η οικονομολόγος του Bruegel αναδεικνύει τη σημασία της σταθεροποίησής του, καθώς η κατάρρευσή του θα μπορούσε να οδηγήσει σε Grexit. Η εξομάλυνση θα εξασφαλιστεί με την ταχεία ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, η οποία μπορεί να επιτευχθεί καλύτερα με τη συμμετοχή του ESM και την εφαρμογή ενός περιορισμένου bail-in (για όσους μεγαλοκαταθέτες έχουν διατηρήσει ακόμα τα κεφάλαιά τους στην Ελλάδα).

Διάβασε περισσότερα: http://www.bruegel.org/nc/blog/detail/article/1679-preserving-the-greek-financial-sector-options-for-recap-and-assistance/

Exit mobile version