Ποια είναι η βορειοελλαδίτικη επιχειρηση που με την πτώση της οικογένειας Λεμονή θεωρείται η νέα διάδοχη κατάσταση
Του Δημήτρη Μαρκόπουλου
Ελεγαν παλιά ότι «η περηφάνια είναι σημάδι άγνοιας». Στον ελληνικό κόσμο της υπόδησης, το ξεκάθαρα No1 ήταν η οικογένεια Λεμονή. Με τζίρους άνω των 100 εκατ. ευρώ και με τα πιο διάσημα σήματα στον χώρο, Καλογήρου, Χαραλάς, Prada, Tod’s κ.ά., o όμιλος δημιουργούσε τις εξελίξεις. Ηταν η εποχή της ευμάρειας. Η χρονική συγκυρία όπου «δέναμε τα σκυλιά με τα λουκάνικα», όπως λέει και ο λαός. Τα πράγματα όμως το 2010 άλλαξαν. Η κατεστημένη πορεία όλων των πραγμάτων ανατράπηκε. Ακόμα και στα παπούτσια που φοράμε. Και εκεί συντελέστηκε η μεγάλη ανατροπή.
Η «υπερήφανη» πρώτη αλυσίδα του συγκεκριμένου κλάδου άρχισε να υποχωρεί, προφανώς υποκύπτοντας στην δυσκολία αναγνώρισης του κινδύνου που είχε η διοικητική της ομάδα. Δάνεια κατέστησαν ληξιπρόθεσμα, επενδυτικές προσπάθειες που δεν είχαν μετρήσει το ρίσκο ακυρώθηκαν, καταστήματα που άνοιξαν εν μέσω κρίσης έκλεισαν. Στα ίδια όμως χρόνια, υπήρξε και μια άλλη, μικρότερη μα υπολογίσιμη δύναμη που κινήθηκε διαφορετικά. Που επένδυε με σύνεση, που δημιουργούσε καταστήματα με μεγάλη προσοχή που έχτιζε δημόσια εικόνα και που απλά… περίμενε. Ηταν η αλυσίδα ΝΑΚ Shoes της οικογένειας Γεωργούδα.
Η βορειοελλαδίτικη δύναμη που δεν πήγε με το ρεύμα και που όταν οι άλλοι σκορπούσαν χρήμα έμενε συνεπής σε μια ανάπτυξη με ίδιους -κατά το δυνατό- πόρους. Που, όταν ο ανταγωνισμός άνοιγε το ένα κατάστημα μετά το άλλο, επέλεγε μια πιο μετριοπαθή πορεία και που αν και είχε τη δυνατότητα να προχωρήσει σε ένα δίκτυο άνω των 50 καταστημάτων, σήμερα έχει 27 μαγαζιά, οικονομικά υγιή… Και αν η οικογένεια Λεμονή έχει παρουσία στον χώρο των υποδημάτων πάνω από 100 χρόνια και αποτελούσε την ηγέτιδα δύναμη ήδη από τις αρχές του 20ού αιώνα, η εταιρεία της οικογένειας Γεωργούδα δείχνει να είναι το new entry. Η ανερχόμενη δύναμη η οποία, εκμεταλλευόμενη το κενό που δημιουργούν τα λουκέτα του ομίλου Λεμονή, ετοιμάζεται να καλύψει τον χώρο που μένει κενός και -γιατί όχι;- ακόμα και να αναπτυχθεί περαιτέρω. Ηδη μια σειρά από καταστήματα που κλείνει η αλυσίδα Καλογήρου έχουν προταθεί στον όμιλο που ο κ. Αστέριος Γεωργούδας έχει δημιουργήσει και ο οποίος φέτος κλείνει 51 χρόνια διαρκούς παρουσίας. Αυτή εξάλλου είναι η μοίρα μιας αγοράς που παρά τις κρίσεις και τα προβλήματα, διαρκώς καλύπτει τα κενά που δημιουργούνται. Οπως η φύση απεχθάνεται το κενό, το ίδιο ακριβώς πράττει και η αγορά.
Επένδυση στις προσιτές σειρές
Την κυριαρχική της τάση στην αγορά υπόδησης η ΝΑΚ Shoes την είχε δείξει -έστω και αθόρυβα- πριν από έξι χρόνια, το 2011, όταν επεκτάθηκε με την αντιπροσώπευση της αμερικανικής φίρμας Steve Madden, καθώς και με το άνοιγμα της Bally στην Αθήνα. Η στρατηγική του κ. Αργύρη Γεωργούδα, του εκπροσώπου της δεύτερης γενιάς του ομίλου, ήταν μία: έχοντας διαγνώσει το πρόβλημα στα εισοδήματα των Ελλήνων εξαιτίας των μνημονίων και των απανωτών φόρων, επένδυσε σε σειρές οικονομικές και προσιτές. Ενώ δηλαδή η οικογένεια Λεμονή παρέμενε πιστή στο δόγμα των ακριβών μαρκών που κόστιζαν ανά ζευγάρι έως και 500 ή 600 ευρώ, η ΝΑΚ πόνταρε σε υπόδημα των 50, 80 ή 100 ευρώ.
Η περίοδος της ευμάρειας, όπου κανείς φορούσε ό,τι πιο ακριβό κυκλοφορούσε, είχε παρέλθει και ο 42χρονος επιχειρηματίας το κατάλαβε πρώτος. Η Steve Madden ανήκε λοιπόν σε αυτή την κατηγορία προϊόντων. Παράλληλα, η εταιρεία επένδυσε και σε άλλες φίρμες. Δεν είναι τυχαίο ότι αυτή τη στιγμή η ΝΑΚ έχει στο πορτφόλιό της τις φίρμες Bally, New Balance, Rockport, Steve Madden, Ellesse και Versace, οι οποίες θεωρούνται σημαντικές αλλά και πιο εύκολες να επιλεγούν από το καταναλωτικό κοινό που έχει απολέσει το εισόδημά του. Δόγμα της οικογένειας Γεωργούδα είναι ότι η μεσοαστική τάξη πρέπει να μείνει στο παιχνίδι της κατανάλωσης και να μη νιώσει ότι τα πάντα έχουν χαθεί υπό το βάρος της κρίσης. Με τζίρο στις αρχές της τρέχουσας δεκαετίας κοντά στα 20 εκατ. ευρώ, η ΝΑΚ Shoes τα δύσκολα αυτά χρόνια κατόρθωσε να μεγαλώσει περισσότερο αντί να μικρύνει όπως κάποιοι φοβούνταν και να προσλαμβάνει αντί να απολύει. Και είναι πραγματικά πρωτόγνωρη η επιτυχία αυτής της αλυσίδας σε μια αγορά η οποία περνάει σε μια νέα φάση.
Η ιστορία της ΝΑΚ Shoes
Ιδρυτής της αλυσίδας υποδημάτων είναι ο Θεσσαλονικιός Αστέριος Γεωργούδας. Ξεκίνησε την προσωπική του προσπάθεια λίγο πριν από τη δικτατορία, το 1966, βλέποντας πως το διαθέσιμο καταναλωτικό εισόδημα αυξανόταν και πως η Θεσσαλονίκη εξελισσόταν παράλληλα με την Αθήνα σε ένα μεγάλο εμπορικό κέντρο. Ολοι θυμούνται την άνοδο της οικοδομικής και βιομηχανικής δραστηριότητας και την αστικοποίηση των πληθυσμών, καταστάσεις οι οποίες αύξησαν την κατανάλωση. Σε ηλικία μόλις 26 ετών, λοιπόν, ο Αστέριος Γεωργούδας αποφάσισε να ρισκάρει. Η πρώτη του δουλειά ήταν επίσης στον κλάδο, αλλά σε πολύ χαμηλότερο επίπεδο. Για την ακρίβεια είχε θητεύσει ως βοηθός τσαγκάρη στο χωριό του. Γρήγορα έμαθε «απέξω κι από μέσα» το παπούτσι και πηγαίνοντας στη Θεσσαλονίκη δούλεψε ως πωλητής σε κατάστημα και κατόπιν σε εργοστασιακή μονάδα και πάλι με το ίδιο αντικείμενο.
Μέσα από αυτή τη διαδικασία, ο κ. Γεωργούδας εξελίχθηκε σε άριστο γνώστη όλων των διαδικασιών της υπόδησης κι έτσι έκανε το μεγάλο άλμα. Να δημιουργήσει τη δική του αλυσίδα καταστημάτων. Επέλεξε, μάλιστα, το όνοµα Nak χάρη στη βρετανική ταινία «The knack and how to get it», η οποία εντυπωσίασε τον νεαρό τότε επιχειρηµατία.
Πρόκειται για μια ταινία που μιλούσε για τη σεξουαλική επανάσταση στην Αγγλία των μέσων της δεκαετίας του ‘6ο, όπου «knack» ήταν το καμάκι στις γυναίκες. Με έμφαση στις μοντέρνες γραμμές, η ΝΑΚ κατόρθωσε να αναπτυχθεί σε μια Θεσσαλονίκη πάντοτε πιο μοντέρνα ως προς τις τάσεις και επιταγές της μόδας. Η μεγάλη καινοτομία του Αστέριου Γεωργούδα μάλιστα ήταν ότι εμπιστεύτηκε παραγωγούς υποδημάτων και βιοτεχνίες του ελληνικού Βορρά για να δημιουργήσουν μοντέρνα σχέδια και υποδήματα που έβλεπε ο επιχειρηματίας στη διεθνή σκηνή του παπουτσιού.
Το πρώτο κατάστημα ΝΑΚ άνοιξε στην πλατεία Αγίας Σοφίας στη Θεσσαλονίκη, σε έναν υπόγειο χώρο. Ενα μαγαζί που έκανε μεγάλη επιτυχία και έδωσε τον τόνο στην αγορά της συμπρωτεύουσας.
Η επιτυχία, τις δεκαετίες του ’60 και του ’70, έφερε ανατροπές. Σύντομα η εταιρεία κατανοώντας τις νέες ανάγκες και την αύξηση του κόστους που η ελληνική τοπική παραγωγή επέφερε, στράφηκε στις εισαγωγές με παραγωγή των ΝΑΚ σε μονάδες της Ιταλίας και κατόπιν και της Ισπανίας. Ο νυν διευθύνων σύμβουλος Αργύρης Γεωργούδας στεκόταν δίπλα στον πατέρα του, σε όλη τη διάρκεια της δεκαετίας του ’80, πουλώντας παπούτσια και μαθαίνοντας τη δουλειά. Αυτή η εμπειρία τον βοήθησε να κατανοήσει, κατά το πρότυπο του πατέρα του, όλο το φάσμα της εργασίας και το σύνολο της υπόδησης ως κλάδου. Μπορεί η οικογένεια Γεωργούδα να ζούσε στο Πανόραμα και να απολάμβανε τους καρπούς μιας σημαντικής επιτυχίας, όμως η πορεία του Α. Γεωργούδα που ξεκίνησε από τις μικρές βαθμίδες της επιχείρησης του δίδαξε τα πάντα.
Ο ρόλος της νέας γενιάς
Η πρόοδος της ΝΑΚ Shoes ομολογουμένως έγινε με σύνεση και ήταν αποτέλεσμα πολύ προσεκτικών κινήσεων. Ο Αστέριος Γεωργούδας γνώριζε ότι το χρήμα που βγαίνει εύκολα άλλο τόσο εύκολα χάνεται. Από τη δεκαετία του ’90 και μετά όμως συντελούνται σημαντικές αλλαγές στην εταιρεία. Ο Αργύρης Γεωργούδας, με σπουδές στις ΗΠΑ και εμπειρία στη Διοίκηση Επιχειρήσεων αλλά και τις Πολιτικές Επιστήμες, θα δει τις παγκόσμιες τάσεις που υπήρχαν και θα επιδιώξει να τις φέρει και στην Ελλάδα. Θα επιδιώξει -και τελικά θα τα καταφέρει- να φέρει διάσημες στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού αλλά άγνωστες στην Ευρώπη φίρμες παπουτσιών και θα εγκαινιάσει μια νέα τάση. Σε μια Ελλάδα όπου το ιταλικό παπούτσι ήταν ο απόλυτος μύθος, μάθαμε σιγά-σιγά και το Made in USA.
Το 2003 θα υπογράψει λοιπόν deal µε την αµερικανική Brown shoe, µε ετήσιο τζίρο 2,5 δισ. ευρώ, η οποία διαθέτει, µεταξύ άλλων, τα παπούτσια Naturalizer. Θα υπάρξει και συνέχεια, καθώς στη διάρκεια των Ολυμπιακών Αγώνων θα υπογραφεί και στρατηγική συμμαχία με την Bally. Ετσι, ο Αργύρης Γεωργούδας θα πάρει μια δύσκολη απόφαση: να αφήσει την αγαπημένη του Θεσσαλονίκη και να κατέβει στον στίβο της Αθήνας. Μια απόφαση όμως που κρίνεται επιτυχημένη, καθώς η ΝΑΚ Shoes κέρδισε όλο αυτό το διάστημα μεγάλο έδαφος. Και είναι αλήθεια ότι στο διάστημα που ο 42χρονος διευθύνων σύμβουλος και γιος του ιδρυτή έχει την κατάσταση στα χέρια του, η εταιρεία έχει πραγματοποιήσει άλματα.
Παράλληλα, μαζί με την αδελφή του Μάγδα Μελίνα ενδυνάμωσαν τη φίρμα ΝΑΚ, έκαναν επένδυση στα παιδικά υποδήματα, ισχυροποίησαν το μάρκετινγκ με συμφωνίες με γνωστές περσόνες της ελληνικής τηλεόρασης όπως η Ελένη Μενεγάκη και η Κατερίνα Καινούργιου και κατέστησαν την εταιρεία τους την πλέον ανερχόμενη δύναμη του κλάδου. Επόμενος στόχος τους δεν είναι άλλος από το να οδηγήσουν την οικογενειακή φίρμα εκτός ελληνικών συνόρων και φυσικά στην πρώτη θέση του κλάδου λιανικής στα υποδήματα.
Στόχος όχι πλέον τόσο δύσκολος μετά την πτώση της μεγαλύτερης δύναμης. Σήμερα η ΝΑΚ Shoes διαθέτει 16 καταστήματα στην Αθήνα, 11 στη Θεσσαλονίκη, ένα online κατάστημα και παρουσία σε σημαντικούς εμπορικούς πολυχώρους όπως τα «Attica the Department Stores», «The Mall Athens, «Factory Outlet» και αλλού.
