search icon

Γνώμες

Η αντίστροφη μέτρηση

Δεν υπάρχει αμφιβολία: ο χρόνος έχει αρχίσει και μετράει αντίστροφα για την ανακοίνωση των τελικών αποφάσεων του πρωθυπουργού όσον αφορά στην προκήρυξη των εκλογών.

Όπως όλα δείχνουν, το αργότερο μέσα σε δύο εβδομάδες ο κ. Μητσοτάκης θα κάνει τα «αποκαλυπτήρια» του χρονοδιαγράμματος και θα δώσει τέλος σε μια παρατεταμένη προεκλογική περίοδο χωρίς επίσημη αφετηρία.

Τα «προγνωστικά» λένε ότι είτε την παγκόσμια ημέρα της γυναίκας, στις 8 του Μάρτη, είτε δύο ημέρες αργότερα στο τελευταίο υπουργικό συμβούλιο (με τον προσδιορισμό της αύξησης του κατώτατου μισθού), θα κηρύξει την επίσημη έναρξη μιας κρίσιμης για τη χώρα προεκλογικής μάχης, περιγράφοντας βάσει και του Συντάγματος το «διακύβευμα» των (πρόωρων, αν και σχεδόν στο τέλος της τετραετίας) εκλογών. Ο μόνος αιφνιδιασμός θα μπορούσε να παραπέμψει ενδεχομένως στις 2 αντί στις 9 Απρίλη. Δεν υπάρχει άλλωστε κυβερνητικό στέλεχος που να μην ετοιμάζει τον πλήρη φάκελο με την υποψηφιότητά του για να κατέβει στην εκλογική του περιφέρεια. Το τι θα ζήσουμε στη συνέχεια, εξαρτάται από τη στρατηγική των κομμάτων συνολικά για το προφίλ της μάχης, πριν και μετά το άνοιγμα της πρώτης κάλπης.

Νέα Δημοκρατία και ΣΥΡΙΖΑ έχουν αποδείξει ότι δεν πρόκειται να μείνουν στο πεδίο των «αναμενόμενων» σκληρών μαχών- κάτι τέτοιο θα έμοιαζε περισσότερο με ανταλλαγή …φιλοφρονήσεων, από τη στιγμή που και τα δύο μεγάλα κόμματα έχουν «συμφωνήσει» ότι βρίσκεται σε εξέλιξη ένας «πόλεμος» δύο διαφορετικών «κόσμων». Η όσο το δυνατόν μεγαλύτερη ένταση είναι το βασικό τους «όπλο» για τη «ιδανική» συσπείρωση στο διάστημα που απομένει μέχρι τις κάλπες. Στην πραγματικότητα με τη ρητορική τους αφήνουν ελάχιστα … περιθώρια στους ψηφοφόρους να ανακαλύψουν αν γύρω από την κόντρα τους υπάρχει και μια άλλη πρόταση για την επόμενη μέρα. Πόλωση για την πόλωση, σα να μην υπάρχει αύριο, παρότι η κυβερνητική παράταξη για παράδειγμα είχε επιλέξει αρχικά την σύγκριση των δύο διαφορετικών μοντέλων διακυβέρνησης.

Ποια σενάρια έχουν πέσει στιγμής σε κοινή προεκλογική θέα και σπεύδουν να αναδείξουν οι δύο μονομάχοι αλλά και το ΠΑΣΟΚ (ως τρίτο κόμμα που διεκδικεί προφανώς ρυθμιστικό ρόλο);  Το ένα σενάριο -αυτό της Νέας Δημοκρατίας- θέλει αυτοδυναμία πάση θυσία. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει πει καθαρά ότι θα «προσπεράσει» το αποτέλεσμα της απλής αναλογικής εξασφαλίζοντας βέβαια ότι θα αναχαιτίσει την έννοια της «χαλαρής ψήφου» στην πρώτη κάλπη. Η «αυτοδυναμία, πάση θυσία» σημαίνει λοιπόν ότι η ΝΔ που προβλέπει ότι θα είναι πρώτο κόμμα και με σημαντική διαφορά από το δεύτερο, δεν θα κάνει χρήση των διερευνητικών εκλογών, δεν θα διαβουλευτεί με κάποιο κόμμα, θα προχωρήσει ακάθεκτη στον δεύτερο γύρο. Ειδικά αν το ποσοστό, όπως δεν αποκλείεται στα γκάλοπ αγγίξει τη ζώνη του 34- 35%, τότε θα ακουστούν ελάχιστες κουβέντες από την πλευρά της ΝΔ όσον αφορά στις διερευνητικές. Θα επιταχύνουν τις διαδικασίες για το δεύτερο γύρο- έτσι απλά. Αν όμως το αποτέλεσμα της κάλπης δεν είναι αυτό ακριβώς που προβλέπουν και πχ. το ποσοστό τους βρεθεί πιο κοντά στο 30%; Τότε ίσως, τα μηνύματα «περί αυτοδυναμίας, πάση θυσία» ίσως συμπληρωθούν με μικρές χαραμάδες συνεργασίας- αλλά προς ποια κατεύθυνση; Είναι προφανές ότι η ΝΔ έχει κάθε λόγο να «παίζει» σταθερά το σενάριο περί αυτοδυναμίας, αλλά όταν απευθύνεται σε ευρύτατα κοινά ψηφοφόρων δεν μπορεί παρά να περιγράψει όλους τους δρόμους που οδηγούν στο «διακύβευμα», αυτό της πολιτικής και κυβερνητικής σταθερότητας που επαγγέλλεται – άρα ενδέχεται να μιλήσει και για συνεργασίες και με ποιο κόμμα; Από την στιγμή που και ο ΣΥΡΙΖΑ προβλέπει ότι θα είναι πρώτο κόμμα, οφείλει να περιγράψει με «λεπτομέρειες» και τη δική του πρόταση.

Υπάρχει και το άλλο σενάριο, αυτό της κυβέρνησης των ηττημένων. Η αλήθεια είναι ότι δεν το έχει περιγράψει και προτείνει ο κ. Τσίπρας- ακούγεται περισσότερο από τα κυβερνητικά χείλη ως παράδειγμα προς αποφυγή. Μπορεί οι δημοσκοπήσεις να δείχνουν και προς αυτό το ενδεχόμενο, αλλά πρώτον ο ΣΥΡΙΖΑ συνεχίζει να κάνει λόγο για κυβέρνηση νικητών- αλλά με ποιους; Το ΠΑΣΟΚ απαντά επί του παρόντος ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι επί της ουσίας μια συντηρητική δύναμη. Το κόμμα Βαρουφάκη δίνει δημοσκοπικά μάχη για να κρατηθεί εντός βουλής και το ΚΚΕ έχει βέβαια καθαρή αρνητική άποψη.

Το ΠΑΣΟΚ από την πλευρά του προτείνει κάτι άλλο: από την πρώτη Κυριακή, με βάση τα αποτελέσματα και εφόσον λάβει ισχυρό διψήφιο ποσοστό, διαβούλευση για προγραμματική συμφωνία με τα άλλα κόμματα. Την πρώτη Κυριακή – να σημειωθεί- με την απλή αναλογική, διαβούλευση και κυβέρνηση συνεργασίας χωρίς το πρώτο κόμμα δεν γίνεται. Έτσι δεν είναι; Ο κ. Ανδρουλάκης θέτει επί του παρόντος και έναν άλλο όρο. «Ούτε Μητσοτάκης, ούτε Τσίπρας πρωθυπουργός», λέει. Και τότε ποιος; Σχετική απάντηση δεν έχει ακόμη δοθεί από το ΠΑΣΟΚ. Το μόνο που τονίζουν προσπαθώντας με επιχειρήματα να αναδείξουν την προγραμματική τους πρόταση για συνεργασία είναι ότι συμβαίνει ήδη στην Ευρώπη. Ναι, αλλά τα ευρωπαϊκά δεδομένα παραπέμπουν επίσης στα εξής: ο πρωθυπουργός προέρχεται από το πρώτο σε εκλογική δύναμη κόμμα, το δεύτερο κόμμα σε ένα πλαίσιο συνεργασίας εξασφαλίζει τον αντιπρόεδρο και τον υπουργό Οικονομικών ή Εξωτερικών και όλοι μαζί στο ίδιο τραπέζι αποφασίζουν για το πρόγραμμα και τα πρόσωπα του κυβερνητικού σχήματος. Εδώ πάντως, κανένα κόμμα δεν θέλει μέχρι στιγμής να μιλήσει «ανοιχτά» για το πώς «βλέπει», αναλόγως του αποτελέσματος, το κάθε σενάριο χωριστά. Το μόνο δίκιο που έχουν είναι ότι χωρίς τη λαϊκή ετυμηγορία στην πρώτη κάλπη δεν μπορούν να μιλούν με βεβαιότητες…

 

 

Exit mobile version