search icon

Γνώμες

Οι εκλογές και η επόμενη κυβέρνηση

Με το ξεκίνημα του νέου έτους μπήκαμε πλέον στην τελική ευθεία. Σε περίπου δύο μήνες από σήμερα έχουμε εκλογές - λίγη σημασία έχει πότε ακριβώς θα προκηρυχθούν

Από εδώ και στο εξής, ό,τι και αν γίνεται στην πολιτική σκηνή «μετράει ως προεκλογικό», είτε εμφανίζεται ένα θετικό μέτρο είτε κάποιο σκάνδαλο, χωρίς βέβαια να σημαίνει ότι δεν μπορεί να επηρεάσει την κοινή γνώμη.

Οταν θα φτάσουμε στη δεύτερη κάλπη, η κυβέρνηση θα έχει συμπληρώσει σχεδόν μια ολόκληρη κανονική θητεία. Ας δούμε λοιπόν τα σενάρια της επόμενης μέρας.

Σήμερα, όπως δείχνουν τα πράγματα από τις δημοσκοπήσεις αλλά και η αίσθηση που κυριαρχεί στην κοινή γνώμη, η πρωτιά της Ν.Δ. δεν αμφισβητείται. Οταν η MRB, που ουσιαστικά «μετράει» για τον ΣΥΡΙΖΑ, δίνει τη Ν.Δ. πρώτη με περίπου 5,5 μονάδες διαφορά λίγες ημέρες πριν από την προκήρυξη εκλογών και όλες οι υπόλοιπες μεγάλες δημοσκοπικές εταιρείες τη δίνουν από 6% έως 8%, αλλά ακόμα και 9%-10% ως τελική αναγωγή του συνόλου των ψηφοφόρων (Metron Analysis, Στράτος Φαναράς), δημοσκοπικά τουλάχιστον υπάρχει ξεκάθαρη εικόνα.

Ας επισημανθεί ότι οι εταιρείες που διεξάγουν τα γκάλοπ από το 2017 και μετά έχουν επανέλθει στις αξιόπιστες προβλέψεις, κάτι που έχασαν κατά τη διάρκεια της πολιτικής αναταραχής που προκάλεσαν τα μνημόνια και ανέδειξαν όλα τα «αντί» κόμματα, με κυρίαρχο τον ΣΥΡΙΖΑ και δευτερευόντως τους ΑΝ.ΕΛ., τη Χρυσή Αυγή κ.λπ. Σχεδόν όλες οι έρευνες των πέντε μεγάλων εταιρειών έπιασαν τις 8 με 10 μονάδες διαφορά της Ν.Δ. με τον ΣΥΡΙΖΑ από το 2017 έως και τις εθνικές εκλογές και τις ευρωεκλογές του 2019.

Το μέγα ερώτημα σήμερα λοιπόν δεν είναι ποιος θα κερδίσει τις εκλογές που έρχονται, αλλά αν ο Μητσοτάκης θα πάρει κάτι μεταξύ 37% και 38% που χρειάζεται ο -επιεικώς λανθασμένος- εκλογικός νόμος που ψήφισε η κυβέρνηση σε αντικατάσταση της χαοτικής απλής αναλογικής.

Ασφαλής απάντηση για μερικές δεκάδες χιλιάδες ψήφους δεν μπορεί να υπάρξει από κανέναν σήμερα – ίσως θα είναι και δύσκολο να προβλέψει κανείς ακόμα και μετά την πρώτη κάλπη. Αν όμως κανείς εμπιστευθεί πάλι τις δημοσκοπήσεις, η Ν.Δ. θα βρίσκεται κοντά στο όριο της αυτοδυναμίας ακόμα και αν υπολείπεται κατά τι, η δε διαφορά του πρώτου με το δεύτερο κόμμα θα είναι αρκετά διακριτή όταν πια έρθει η ώρα για τις διερευνητικές εντολές μετά τη δεύτερη κάλπη και σε περίπτωση που δεν έχει πάρει αυτοδυναμία.

Τα περί «κυβερνήσεως πρώτης κάλπης» ή κυβέρνησης ηττημένων, όπως την έχει αποκαλέσει ορθώς ο ίδιος ο κ. Τσίπρας, φαντάζουν πολύ δύσκολα σενάρια, γιατί, ακόμα και αν προκύψουν, μαθηματικά θα πρέπει να επιστρατευτεί να συμμετάσχει όλη η Βουλή πλην του πρώτου κόμματος. Δηλαδή να έχει ψηφίσει η πλειοψηφία των Ελλήνων τη Ν.Δ. και να κυβερνάνε όλοι οι άλλοι. Αυτό θα ήταν το απόλυτο δώρο στον Μητσοτάκη, μόλις πέσει αυτό το «πολιτικό έκτρωμα», να σαρώσει.

Για να επανέλθουμε όμως στη δεύτερη κάλπη που θα κρίνει την κυβέρνηση, φαντάζεστε να έχει κερδίσει ο Μητσοτάκης με 5%-7% τον Τσίπρα και να λέει ο Ανδρουλάκης του 10% (λίγο πάνω, λίγο κάτω)… να βρούμε κάποιον τρίτο για πρωθυπουργό; Ασχετως αν θα μπορεί η Ν.Δ. να συγκυβερνήσει με τον Βελόπουλο, η στάση του τρίτου κόμματος -που διεθνώς και κυρίως στην Ευρώπη αποτελεί συνήθως και τον «ρυθμιστή» αν δεν προκύψει αυτοδύναμη κυβέρνηση- θέτει ένα θέμα αξιοπιστίας και σοβαρότητος γι’ αυτό.

Σε κάθε περίπτωση, μοιάζει το πολιτικό σκηνικό, χωρίς να είναι τίποτα δεδομένο, να βαδίζει σε μια προδιαγεγραμμένη πορεία. Για να το θέσω αλλιώς, δεν «μυρίζει» πολιτική αλλαγή όπως το 2015 και αυτό για δύο λόγους.

Ο πρώτος είναι ότι η κυβέρνηση, παρά τη φθορά και τα λάθη μιας τετραετίας, «εκπλήρωσε τα βασικά» που ξαναδίνουν μια δεύτερη τετραετία, κίνησε την οικονομία, αύξησε τα εισοδήματα της πλειοψηφίας των πολιτών, ελάφρυνε σχεδόν όλους τους φόρους. Και τα έπραξε μέσα σε δύο πρωτοφανείς διεθνείς κρίσεις, της πανδημίας και ενός πόλεμου που προκάλεσε παγκοσμίως πληθωριστική έκρηξη. Φρόντισε επίσης την εθνική ασφάλεια έναντι της Τουρκίας, έλυσε το μεταναστευτικό και προετοιμάζεται να μοιράσει μερικές δεκάδες δισ. ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης.

Ο δεύτερος λόγος αφορά τον ίδιο τον ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος από την πρώτη μέρα που πήγε στην αντιπολίτευση δεν έχει εμφανίσει ούτε ένα σημείο αλλαγής το οποίο να πείθει όσους τον εγκατέλειψαν, να τον ξαναψηφίσουν. Το πρώτο νέο πρόσωπο που εμφανίστηκε στη «βιτρίνα» της αξιωματικής αντιπολίτευσης είναι η κυρία Τσαπανίδου πριν από δέκα ημέρες. Μένει να αποδειχθεί αν θα το πράξει αυτό, έστω με καθυστέρηση, την επόμενη θητεία αντιπολίτευσης ο ΣΥΡΙΖΑ.

Exit mobile version