Η συνεχιζόμενη ακρίβεια γονατίζει τους πολίτες και τροφοδοτεί νομοτελειακά τον πολιτικό εξτρεμισμό.
Τα επίσημα ευρωπαϊκά στοιχεία δεν λένε ψέματα. Οι τιμές κατοικίας, αγοράς και ενοικίασης συνεχίζουν την εξωφρενικά ανοδική τους πορεία. Στην Ελλάδα, σύμφωνα με τα στοιχεία της Τραπέζης της Ελλάδος, οι δείκτες δείχνουν μεγάλη άνοδο, ιδιαίτερα στα αστικά κέντρα. Τα τρόφιμα προκάλεσαν την έκρηξη πληθωρισμού το 2021-2023 και, παρά τη μερική αποκλιμάκωση, παραμένουν σημαντικά πιο ακριβά σε σχέση με το 2020. Η ενέργεια, παρά τις υποσχέσεις για «πράσινη φθηνότερη μετάβαση», εξακολουθεί να είναι ακριβή, ειδικά στη χώρα μας, ενώ αλληλεπιδρά στις τιμές των άλλων αγαθών.
Υποτίθεται ότι για δεκαετίες χτίστηκαν… χρηματιστήρια ενέργειας και αγροτικών προϊόντων, μηχανισμοί προστασίας, ρυθμίσεις, επιδοτήσεις, φορολογικά κίνητρα, προγράμματα επιδότησης στέγης, προγράμματα στήριξης Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας και γεωργικές ενισχύσεις με έναν κεντρικό στόχο: φθηνότερα αγαθά για την κοινωνία. Ποιο είναι το αποτέλεσμα; Το ακριβώς αντίθετο από το επιδιωκόμενο. Τα αγαθά έγιναν πιο ακριβά και πιο «δυσεύρετα» για τον πολίτη, αλλά πιο «κερδοφόρα» για τα συμφέροντα και τους επενδυτές. Και όχι από κακή τύχη, αλλά από ύποπτη σύνθεση μέτρων και κινήτρων, με ευθύνη των κυβερνήσεων. Οι νόμοι και τα προγράμματα πολύ συχνά δεν έχουν έναν απλό, σαφή σκοπό. Αντί να προστατεύουν τον πολίτη, δημιουργούν πολύπλοκα δίκτυα με εξαιρέσεις και «μικρά γράμματα» που τροφοδοτούν την αισχροκέρδεια και ευνοούν όσους έχουν πρόσβαση στη γνώση, στα κεφάλαια και τις βολικές νομικές ερμηνείες, δηλαδή τις μεγάλες εταιρείες, τα χρηματοπιστωτικά σχήματα και τους μεσάζοντες.
Στη στέγη οι επιδοτήσεις για ιδιοκατοίκηση, φοροαπαλλαγές για επενδυτές, τουριστικοποίηση κατοικιών συνδυάζονται με περιορισμένη παραγωγή προσιτών κατοικιών και αυστηρούς χωροταξικούς κανόνες. Το αποτέλεσμα είναι προσφορά υποδεέστερη της ζήτησης, υψηλότερες τιμές και κερδοσκοπία. Η μεταπολεμική υπόσχεση της προσιτής κατοικίας ήταν ακρογωνιαίος λίθος της δημοκρατίας. Κατοικία ίσον σταθερότητα και προοπτική. Σήμερα έχουμε τον αποκλεισμό της νέας γενιάς από την ιδιότητα του «σπιτονοικοκύρη».
Στην ενέργεια η μετάβαση στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας θεωρητικά θα μείωνε το κόστος των καυσίμων και θα βελτίωνε την αντοχή του συστήματος στις γεωπολιτικές κρίσεις. Στην πράξη, το σύστημα κοστολόγησης αποδείχθηκε άδικο για τον πολίτη, το χρηματιστήριο ενέργειας χρήσιμο μόνο για τις επιχειρήσεις παραγωγής, ενώ οι καθυστερήσεις στον εκσυγχρονισμό του δικτύου επιτρέπουν σε μεσάζοντες και παρόχους να αυξάνουν το κέρδος σε βάρος των καταναλωτών. Η τεχνολογική πρόοδος δεν αυτοματοποιεί την πολιτική διαχείριση του προβλήματος. Χρειάζονται ρυθμίσεις που να δεσμεύουν τους παραγωγούς και τους διαχειριστές δικτύου να μεταφέρουν τα οφέλη στον καταναλωτή και να μην αφήνουν το περιθώριο κέρδους ανεξέλεγκτο.
Στα τρόφιμα οι διακοπές στην εφοδιαστική λόγω πολέμων, κλιματικής αλλαγής, αύξησης των μεταφορικών και κυρίως η συμπεριφορά των σούπερ μάρκετ συνέβαλαν στην αύξηση των τιμών και τη διατήρησή τους σε υψηλά επίπεδα, μακριά από τις αντοχές ενός μέσου νοικοκυριού. Οταν οι μεσάζοντες κυριαρχούν στην αγορά, την πληρώνουν οι καταναλωτές και κυρίως οι οικογένειες με τα χαμηλά εισοδήματα.
Η κρίση στέγης, ενέργειας και τροφίμων δεν είναι «ατύχημα», ούτε μόνο αποτέλεσμα των πολέμων, της πανδημίας ή της διεθνούς οικονομικής αστάθειας. Είναι και προϊόν πολιτικών επιλογών, κακών σχεδιασμών και συμφερόντων. Ρύθμισαν τα πάντα για να τα κάνουν φθηνότερα, αλλά τελικά τα έκαναν ακριβότερα. Οχι επειδή όλα έγιναν από δόλο, αλλά επειδή σχεδίασαν και εφάρμοσαν μηχανισμούς ρυθμίσεων και επιδοτήσεων χωρίς να προβλέψουν ή να αποθαρρύνουν τις στρεβλώσεις που δημιουργούν. Και όταν οι πολιτικοί και… η πολιτική ευθύνη απουσιάζουν, οι κερδοσκόποι και οι ισχυροί παίκτες γεμίζουν το κενό. Αυτό δεν είναι ηθικολογία, είναι πολιτική οικονομία. Χρειάζονται πολιτική τόλμη και κανόνες για το πώς επιδοτούμε, πώς σχεδιάζουμε τις αγορές ή πώς τιμωρούμε την ασυδοσία.
Αυτή είναι η ώρα της ευθύνης για την κυβέρνηση. Αν θέλουμε να διατηρηθεί η σταθερότητα στη χώρα και να αποκατασταθεί η κοινωνική ηρεμία, την επόμενη πενταετία απαιτούνται πράξεις, όχι λόγια, και σίγουρα όχι αναβολές. Οποιος φοβάται το πολιτικό κόστος πρέπει να γνωρίζει ότι η αδράνεια θα αποδειχθεί μεγαλύτερη παγίδα από εκείνη μιας συνεχούς, παρεμβατικής, φιλολαϊκής πολιτικής. Οταν μια ολόκληρη γενιά αδυνατεί να αποκτήσει στέγη, όταν λογαριασμοί ενέργειας τσακίζουν προϋπολογισμούς, όταν το καλάθι της νοικοκυράς αδειάζει, η εμπιστοσύνη υποχωρεί. Και όπου υποχωρεί η εμπιστοσύνη, ανθούν οι απλουστεύσεις σε σοβαρά προβλήματα, οι ακραίες λύσεις, ο λαϊκισμός, η πολωτική ρητορική, η αποστροφή προς το συντεταγμένο πολιτικό σύστημα. Ο θυμός τρέφεται από το αίσθημα της αδικίας.