Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) γίνεται πλέον 80 χρονών. Ήταν 27 Δεκεμβρίου του μακρινού πια 1945, όταν δημοσιευόταν στην Ουάσιγκτον η πράξη ίδρυσής του στο ΦΕΚ 315 και τον Αναγκαστικό Νόμο 766 της αμερικανικής κυβέρνησης, κάτι που σηματοδότησε την έναρξη λειτουργίας ενός από τους πιο αμφιλεγόμενους, όπως προέκυψε στην πορεία του, κορυφαίους διεθνείς οργανισμούς την νεότερης ιστορίας του κόσμου. Είχε προηγηθεί βεβαίως, η προπαρασκευαστική Διεθνής Νομισματική και Χρηματοδοτική Διάσκεψη στο Bretton Woods, του New Hampshire των Ηνωμένων Πολιτειών, ενάμισι χρόνο πριν, από 1ης μέχρι 22 Ιουλίου του 1944.
Μια Sυνδιάσκεψη που οργάνωσε ο τότε πρόεδρος Φραγκλίνος Ρούσβελτ, έχοντας ως κύριο στόχο τη δημιουργία ενός ευρύτερου διεθνούς οικονομικού συστήματος που θα προστάτευε τις χώρες και τις οικονομίες τους από τις διαλυτικές συνέπειες του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου -που ακόμα εξελισσόταν- και που αθροίζονταν σε εκείνες της Μεγάλης Ύφεσης του 1929, διευκολύνοντας έτσι την αναπτυξιακή τους προοπτική.
Η Διάσκεψη συνήλθε στο ξενοδοχείο «Mount Washington», με τη συμμετοχή 730 αντιπροσώπων από 44 χώρες του κόσμου, συμπεριλαμβανομένης και της Σοβιετικής Ένωσης. Την χώρα μας, που βρισκόταν τότε ακόμα υπό γερμανική κατοχή, εκπροσώπησε ο Διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος, Κυριάκος Βαρβαρέσος. Ενώ αξιοσημείωτο είναι και το ότι τις υπηρεσίες του στην ελληνική αποστολή προσέφερε ο νεαρός και φέρελπις οικονομολόγος Ανδρέας Γ. Παπανδρέου, που εκείνη την περίοδο ζούσε στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Ο απολογισμός
Στα 80 χρόνια που ακολούθησαν, ο απολογισμός της δράσης του ΔΝΤ δεν αποτιμάται και ως ο πλέον θετικός. Μπορεί τα μέλη του, από τα μόλις 29 που συνομολόγησαν την ίδρυσή του να έχουν εξαπλασιαστεί, φτάνοντας πλέον τα 191, καλύπτοντας το 99,5% της παγκόσμιας οικονομίας σε επίπεδο κρατών, αλλά τα success stories που κατέγραψε είναι δυσανάλογα λιγότερα σε σχέση με τις παταγώδεις αποτυχίες του. Κορυφαία παραδείγματα αυτών των αστοχιών, σε πολλαπλές περιόδους η Αργεντινή, η Ρωσία και -δυστυχώς- και η Ελλάδα.
Πιθανόν, γιατί το Ταμείο ξεκίνησε από αλλού και κατέληξε αλλού. Στα πρώτα 36 χρόνια της λειτουργίας του, επέβλεπε πρωτίστως το σύστημα Bretton Woods των ρυθμίσεων σταθερής συναλλαγματικής ισοτιμίας μεταξύ των χωρών, βοηθώντας έτσι τις εθνικές κυβερνήσεις να τις διαχειρίζονται αποτελεσματικά και επιτρέποντάς τους να δώσουν προτεραιότητα στην οικονομική ανάπτυξη, για την οποία παρείχε κεφάλια προς επενδύσεις. Παράλληλα, παρείχε βραχυπρόθεσμα κεφάλαια για την ενίσχυση του ισοζυγίου πληρωμών και την πρόληψη διεθνών χρηματοπιστωτικών κρίσεων.
Ο ρόλος του ΔΝΤ άλλαξε ριζικά μετά την κατάρρευση του συστήματος συναλλαγματικών ισοτιμιών το 1971. Και ειδικότερα από τα μέσα της δεκαετίας του 1980, το ΔΝΤ εστίασε στην προώθηση μεταρρυθμίσεων απελευθέρωσης της αγοράς μέσω προγραμμάτων διαρθρωτικής προσαρμογής. Αυτή η μετατόπιση έλαβε χώρα χωρίς καμιά επίσημη επαναδιαπραγμάτευση του καταστατικού του Οργανισμού ή των επιχειρησιακών κατευθυντήριων γραμμών του. Είχε όμως, τη «σφραγίδα» της κυβέρνησης του Ρόναλντ Ρίγκαν και των οικονομικών επιτελών του. Του υπουργού Οικονομικών Τζέιμς Μπέικερ, του βοηθού υπουργού Ντέιβιντ Μάλφορντ και του αναπληρωτή βοηθού Τσαρλς Νταλάρα, που επέβαλαν χωρίς δεύτερη κουβέντα στο ΔΝΤ να συνδέσει σκληρές μεταρρυθμίσεις φιλελεύθερης αγοράς με τα δάνεια υπό όρους του Οργανισμού σε διάφορες χώρες. Υπόψη ότι από γενέσεως του ΔΝΤ, οι ΗΠΑ αποτελούν τον βασικό μέτοχό του, άρα και κύριο καθοριστικό παράγοντα διαμόρφωσης της πολιτικής του και λήψης στρατηγικών αποφάσεων.
Έτσι το ΔΝΤ μετατοπίστηκε στη διαχείριση των δυσκολιών του ισοζυγίου πληρωμών και των διεθνών χρηματοπιστωτικών κρίσεων. Κατέστη πλέον ως ο βασικός διεθνής οικονομικός πυλώνας και κρατικός πιστωτής στην εποχή της παγκοσμιοποίησης. Επικεντρώθηκε στον έλεγχο των αδυναμιών των οικονομικών πολιτικών διαφόρων χωρών, με δανειακές συμφωνίες, που, για την αποφυγή μιας πιθανής χρεοκοπίας οδηγούσαν στην εξυγίανση μέσω αυστηρής δημοσιονομικής προσαρμογής. Κάτι που αναπόφευκτα όμως, συνοδευόταν από υψηλό κοινωνικό κόστος και αναταραχές, αλλά και πρόσκαιρη βαθιά ύφεση, καθώς οι πολιτικές που επέλεξε ήταν ένα μείγμα, κατά περίπτωση, από:
– Μεγάλη περικοπή δαπανών ή/και αύξηση εσόδων, δηλαδή λιτότητα
– Εστίαση της οικονομικής παραγωγής στις άμεσες εξαγωγές και την εξόρυξη πόρων
– Υποτίμηση των νομισμάτων
– Απελευθέρωση του εμπορίου ή άρση των περιορισμών στις εισαγωγές και τις εξαγωγές
– Αύξηση της σταθερότητας των επενδύσεων, με συμπλήρωση των άμεσων ξένων επενδύσεων με το άνοιγμα εγκαταστάσεων για την εγχώρια αγορά
– Κατάργηση των ελέγχων τιμών και των κρατικών επιδοτήσεων
– Ιδιωτικοποίηση ή εκποίηση του συνόλου ή μέρους των κρατικών επιχειρήσεων
– Ενίσχυση των δικαιωμάτων των ξένων επενδυτών έναντι των εθνικών νόμων
– Βελτίωση της διακυβέρνησης και καταπολέμηση της διαφθοράς
Η επιλογή του μείγματος πολιτικής και μέτρων, δεν ήταν πάντοτε ορθή. Ιδιαίτερα μάλιστα, όταν το ΔΝΤ πρότεινε και επέβαλε πολιτικές, υπό το βάρος της αποτροπής της εξάπλωσης και της απειλής ολόκληρου του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού και νομισματικού συστήματος από σημαντικές χρηματοπιστωτικές κρίσεις, όπως αυτές στο Μεξικό (1982), Βραζιλία (1987), Ασία (1997), Ρωσία (1998) και βέβαια και στην Ελλάδα το 2010.
Οι ηχηρές αποτυχίες
Για τις επαναλαμβανόμενες αποτυχίες του ΔΝΤ, πολλοί αναλυτές αναζητούν και εγγενή αίτια. Ότι δηλαδή, στο εσωτερικό του αναπτύσσεται ένας έντονος ανταγωνισμός ανάμεσα στους «ισχυρούς», που είναι κατά τεκμήριο οι αναπτυγμένες οικονομίες, που δανειοδοτούν τις μικρότερες για να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα τους και που συμβάλουν χρηματοδοτικά στα προγράμματα βοήθειας/διάσωσης σε συντριπτικό ποσοστό και απέναντι οι αδύναμοι, οι χώρες με προβληματικές οικονομίες, ως δανειολήπτες. Και οι πιστωτές προκρίνουν σκληρά εισπρακτικά μέτρα λιτότητας, πρωτίστως για να διασφαλίσουν ότι θα πάρουν πίσω τα χρήματά τους.
Οι αποτυχίες του ΔΝΤ οφείλονται κατά τεκμήριο σε εσφαλμένες προβλέψεις που οδηγούν σε ομοίως λανθασμένα και επομένως ανεπαρκή προγράμματα προσαρμογής, με αυστηρά μέτρα λιτότητας που επιδεινώνουν τις κρίσεις (όπως σε Ελλάδα, Αργεντινή), εσφαλμένες εκτιμήσεις για την επιτήρηση χωρών (π.χ. Ασιατική κρίση 1997-98), εμφανή αδυναμία πρόληψης και αποτροπής κρίσεων, καθώς και έλλειψη ευελιξίας στις πολιτικές του.
Στην Ασιατική Κρίση (1997-98) υπήρξε αποτυχία στην έγκαιρη αναγνώριση των κινδύνων, αλλά και επιβολή πολιτικών που επιδείνωσαν την κατάσταση σε χώρες όπως η Ταϊλάνδη, Νότια Κορέα, και Ινδονησία.
Στην Αργεντινή, η οποία έχει προσέλθει 23 φορές στο κατώφλι του Ταμείου για δανεισμό, όλα τα επιμέρους προγράμματα αποδείχτηκαν αδιέξοδα.
Για την παταγώδη αποτυχία του ΔΝΤ στην περίπτωση της χρεοκοπίας της Ρωσίας, το 1998, και της αποτυχημένης διάσωσής της από το ΔΝΤ, ο νομπελίστας καθηγητής οικονομίας Τζόζεφ Στίγκλιτς ανέφερε μεταξύ άλλων ότι «τα δισεκατομμύρια που εστάλησαν από το ΔΝΤ στη Ρωσία κατέληξαν πολύ σύντομα στους τραπεζικούς λογαριασμούς που διατηρεί η ρωσική ολιγαρχία στην Ελβετία και την Κύπρο. Όλα αυτά ήταν εμφανή, όταν, τον Ιούλιο του 1998, τα χρήματα αποστέλλονταν στη Ρωσία. Μόνο που ακολούθως, οι Ρώσοι πολίτες είναι αυτοί που εκλήθησαν να πληρώσουν για τα λάθη του ΔΝΤ, με μεγαλύτερη λιτότητα, ανεργία και φτώχεια».
Παρομοίως, απέτυχαν τα προγράμματα οικονομικής διάσωσης σε Ταϊλάνδη, Ινδονησία, Κορέα, Βραζιλία. Αυτά επέτρεψαν στις εν λόγω χώρες να διατηρήσουν για σύντομο χρονικό διάστημα τις υπερτιμημένες ισοτιμίες των νομισμάτων τους, εξέλιξη που επέτρεψε στους εύπορους πολίτες αυτών των χωρών να μεταφέρουν τα χρήματά τους αλλού, με ευνοϊκούς όρους. Τα ίδια προγράμματα επέτρεψαν και στις δυτικές τράπεζες, που είχαν προχωρήσει σε ανεξέλεγκτο δανεισμό των χωρών που χρεοκόπησαν, να πάρουν πίσω τα χρήματά τους. Στο μεταξύ, καθώς οι υπερτιμημένες ισοτιμίες, –παρότι διατηρήθηκαν για περιορισμένο χρονικό διάστημα-, συμπίεσαν ακόμη περισσότερο την οικονομική δραστηριότητα, οι χώρες που χρεοκόπησαν είδαν τα χρέη τους προς το ΔΝΤ να διογκώνονται.
Επιπλέον κριτική
Παράλληλα, στα προγράμματα διαρθρωτικής προσαρμογής του ΔΝΤ ασκείται σφοδρή κριτική από πολλούς ακαδημαϊκούς και αναλυτές λόγω της αύξησης των ανισοτήτων στην πρόσβαση στην υγειονομική περίθαλψη και της προώθησης εξωτερικής παρέμβασης και βοήθειας για την κάλυψη των αναγκών υγείας στις αναπτυσσόμενες χώρες. Άλλες φωνές έχουν επικρίνει τις πολιτικές του ΔΝΤ για τον αντίκτυπό τους στην πρόσβαση σε τρόφιμα, ιδίως στις αναπτυσσόμενες χώρες. Γεγονός που έχει καταγγείλει από το βήμα των Ηνωμένων Εθνών ακόμη και ο Μπιλ Κλίντον. Επέκρινε σφοδρότατα την Παγκόσμια Τράπεζα και το ΔΝΤ για τις πολιτικές τους σχετικά με τα τρόφιμα και τη γεωργία, αναφερόμενος σε 30 χρόνια βαρύτατων ευθυνών των δυο οργανισμών.
Από την άλλη, το έγκυρο περιοδικό Foreign Policy, χαρακτηρίζει το ΔΝΤ ως τον «επικεφαλής του καρτέλ των πιστωτών», όντας στην κορυφή της διεθνούς νομισματικής ιεραρχίας. Προσθέτοντας, ότι «δεν είναι μόνο ένας θεματοφύλακας για άλλους υπερεθνικούς δανειστές. Λειτουργεί επίσης ως “σφραγίδα έγκρισης” για τις χώρες, που θέλουν να αποκτήσουν πρόσβαση στις κεφαλαιαγορές. Μπορεί να εκδίδει τα Ειδικά Τραβηκτικά Δικαιώματα (SDR) και χωρίς να υπολογιστούν αυτά, έχει πιστωτική ισχύ ύψους 1 τρισ. δολαρίων συν αποθέματα χρυσού αξίας 250 δισ. δολαρίων».
Έτσι, τα τελευταία χρόνια, το ΔΝΤ «έχει αποκλίνει από την υποχρέωσή του να υποστηρίζει τις χώρες που έχουν ανάγκη», σχολιάζει το περιοδικό. «Αν και στηρίζεται όλο και περισσότερο στις προμήθειες από τους πιο αναξιοπαθούντες δανειολήπτες του, τους τελευταίους 12 μήνες εμφάνισε κέρδη ρεκόρ 6,8 δισεκατομμυρίων δολαρίων».
Αυτήν την ώρα (στοιχεία της 25ης Δεκεμβρίου) 86 χώρες-μέλη του ΔΝΤ, ανάμεσα τους οι περισσότερες αφρικανικές-, οφείλουν στο Ταμείο συνολικά το ποσό των 119,511 δισ. δολαρίων. «Πρωταθλήτρια» στις οφειλές, φυσικά, η Αργεντινή, με 41,789 δισ. δολάρια. Την ακολουθούν σε απόσταση η Ουκρανία με 10,204 δισ. και το Πακιστάν με 7,416 δισ. δολάρια.
Η Ελλάδα
Αν ρωτήσει κανείς τους Έλληνες ποιο είναι το πιο αντιπαθές πρόσωπο της τελευταίας 15ετίας, η απάντηση θα αναδείξει στην πρώτη θέση, με συντριπτικά ποσοστά, τον πρώτο εκπρόσωπο του ΔΝΤ στην τρόικα, τον Δανό Πολ Τόμσεν. Ήταν ο εμπνευστής της σκληρότερης εκδοχής της «συνταγής» της ελληνικής διάσωσης, απαιτώντας και επιβάλλοντας λιτότητα σε τέτοιο βαθμό, που, όπως το ίδιο το Ταμείο αργότερα, σε μια έκπληξη αυτοκριτικής, παραδέχθηκε, βύθισε την ελληνική οικονομία σε αχρείαστα επώδυνη ύφεση, μετέθεσε την επιστροφή στην ανάπτυξη, απογείωσε την ανεργία σε στρατοσφαιρικά ύψη, εξαναγκάζοντας εκατοντάδες χιλιάδες Έλληνες, τον «αφρό» των νέων και όχι μόνο επιστημόνων της να μεταναστεύσουν και ξεσήκωσε τεράστιες κοινωνικές αντιδράσεις.
Ο Τόμσεν και οι «συνταγές» του ήταν η ιδανική καύσιμη ύλη για την έκρηξη του λαϊκισμού στην Ελλάδα, που οδήγησε τη χώρα σε νέες περιπέτειες και ακόμη μεγαλύτερους κινδύνους χρεοκοπίας.
Οι κατηγορίες κατά του ΔΝΤ πύκνωσαν από πολλές πλευρές, ακόμα και από τους άλλους δυο θεσμικούς συμμετόχους στην τρόικα. Και εξανάγκασαν την ηγεσία του (ο Τόμσεν παραμένει και σήμερα ακόμα αμετανόητος) σε μια αδικαιολόγητα και πάλι καθυστερημένη και δυστυχώς άνευ πρακτικού αποτελέσματος αναγνώριση των λαθών του.
Βεβαίως, σχεδόν το σύνολο των οικονομικών αναλυτών και των ΜΜΕ απέδωσαν την απροσδόκητα σκληρή και κυρίως ανελαστική στάση του ΔΝΤ στο ελληνικό ζήτημα, στο ότι έθεσε την ασφάλεια της Ευρωζώνης πάνω από την Ελλάδα και την προσπάθεια να διασωθεί το κοινό νόμισμα αγνοώντας την ελληνική οικονομία που βούλιαζε στα χρέη της. Και ότι η πρόγνωση του για τη μελλοντική εξέλιξη του ελληνικού χρέους και η ανάλυσή του για τη βιωσιμότητά του ήταν βεβαίως εκτός πραγματικότητας.
Η αλλαγή 180 μοιρών
Στην πορεία του χρόνου βεβαίως, τα πάντα αλλάζουν. Πλέον το ΔΝΤ, φυσικά διόλου αδικαιολόγητα, υποχρεώθηκε να αλλάξει άρδην την εκτίμησή του για την ελληνική οικονομία. Από «μαύρο πρόβατο» της Ευρωζώνης, την αναγορεύει σήμερα σε πρότυπο. Τα επιτεύγματά της, με την υπεραπόδοση επί μία συνεχή τετραετία έναντι του ευρωπαϊκού μέσου όρου, την θεαματική μείωση του δημόσιου χρέους, -που μάλιστα συμπεριλαμβάνει την πλήρη αποπληρωμή των οφειλών προς το ίδιο το ΔΝΤ-, η δημοσιονομική εξυγίανση και η εντυπωσιακή μείωση της ανεργίας αναγνωρίζονται πλέον και από το ΔΝΤ με ιδιαιτέρως επαινετικούς τόνους. Κάτι που αποκτά πρόσθετη σημασία, καθώς την ίδια ώρα η Ευρωζώνη κινείται μεταξύ τέλματος και επιβράδυνσης, οι μεγάλες οικονομίες της (Γερμανία, Γαλλία κ.α.) κλυδωνίζονται και η προοπτική έκρηξης του ευρωπαϊκού δημόσιου χρέους είναι ορατή, σε πλήρως αντίθετη τροχιά από την αντίστοιχη του ελληνικού.
Το ΔΝΤ εκτιμά ότι λόγω των πιέσεων στις δαπάνες για την υγειονομική περίθαλψη και τις συντάξεις, την άμυνα και την κλιματική αλλαγή, που θα αυξήσουν κατά μέσο όρο το ύψος των δημόσιων δαπανών στην ΕΕ κατά περίπου 4,5% του ΑΕΠ έως το 2040, εάν δεν ληφθούν μέτρα η πορεία του ευρωπαϊκού χρέους δεν θα είναι βιώσιμη και σε μέσα επίπεδα θα φτάσει το 130% του ΑΕΠ μέχρι τότε, διπλάσιο από τα σημερινά επίπεδα.
Ενώ για την ελληνική οικονομία προβλέπει ανάπτυξη 2% για φέτος όσο και για το 2026, έναντι 2,3% το 2024, την ώρα που στην Ευρωζώνη, αναμένει να διαμορφωθεί αντιστοίχως στο 1,3% και τις δυο χρονιές. Συγχρόνως, το ΔΝΤ προβλέπει ότι θα συνεχιστεί η μείωση της ανεργίας στην Ελλάδα στο 9% φέτος και στο 8,4% το 2026 από 10,1% πέρυσι. Και για το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών να αποκλιμακωθεί από το 7% του ΑΕΠ το 2024 στο 5,8% φέτος και στο 5,3% το 2026.
Η δομή
Ανώτατο διοικητικό όργανο του ΔΝΤ είναι το Διοικητικό Συμβούλιο, στο οποίο εκπροσωπείται κάθε κράτος-μέλος με ένα τακτικό και ένα αναπληρωματικό μέλος για 5 χρόνια. Αμέσως κατώτερο επιτελικό όργανο είναι το Εκτελεστικό Συμβούλιο, με 25 μέλη που ασκεί και την τρέχουσα διαχείριση.
Του Εκτελεστικού Συμβουλίου, καθώς και όλου του προσωπικού του Οργανισμού που υπολογίζεται περίπου στα 4000 άτομα από 180 και πλέον χώρες, προΐσταται ο εκάστοτε Διευθύνων Σύμβουλος του ΔΝΤ.
Είναι κατά κανόνα μη Αμερικανός, εν αντιθέσει με τον πρόεδρο της Παγκόσμιας Τράπεζας. Η θητεία του είναι 5ετής με ευχέρεια ανανέωσης. Πρώτος στην ιστορία του Ταμείου ήταν ο Βέλγος υπουργός Οικονομικών Καμίλ Γκουτ (6 Μαΐου 1946 – 5 Μαΐου 1951). Ακολούθησαν άλλοι 11. Σημερινή επικεφαλής είναι η Βουλγάρα Κρυσταλλίνα Γκεοργκίεβα, που μετά την πρώτη θητεία της (2019-2024) ήδη από την 1 Οκτωβρίου 2024 ξεκίνησε τη δεύτερη.
Της Γκεοργκίεβα προηγήθηκαν δυο Γάλλοι διοικητές του ΔΝΤ με άμεση εμπλοκή στα προγράμματα της ελληνικής διάσωσης, αλλά και τρικυμιώδη θητεία. Πρώτα ο Ντομινίκ Στρος-Καν, ο οποίος συμφώνησε με τον Γ. Παπανδρέου υπό περιπετειώδεις συνθήκες, την εμπλοκή του Ταμείου στην ελληνική διάσωση. Αργότερα όμως, συνελήφθη λόγω κατηγοριών για σεξουαλική επίθεση σε υπάλληλο ξενοδοχείου στη Νέα Υόρκη και εξαναγκάστηκε σε παραίτηση στις 18 Μαΐου 2011. Οι κατηγορίες αργότερα αποσύρθηκαν.
Στις 5 Ιουλίου 2011 τον διαδέχτηκε η τότε υπουργός Οικονομικών της Γαλλίας, Κριστίν Λαγκάρντ, η οποία επανεξελέγη για δεύτερη πενταετή θητεία από τις 5 Ιουλίου 2016, όμως το 2019 αποχώρησε για να αναλάβει πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ). Πρόλαβε ωστόσο, εκτός από τα να ταυτιστεί με τα σκληρά μέτρα του δεύτερου και του τρίτου μνημονίου να βρεθεί αντιμέτωπη με δίωξη για την υπόθεση του Γάλλου επιχειρηματία Μπερνάρ Ταπί, για την οποία καταδικάστηκε από τη γαλλική δικαιοσύνη, χωρίς όμως να της επιβληθεί κάποια ποινή.
Μέλη του ΔΝΤ γίνονται δεκτά μόνο ελεύθερες και κυρίαρχες χώρες. Σήμερα είναι 191, με τελευταία ένταξη αυτή του Λίχνεστάιν στα τέλη του 2024. Το μερίδιο (quota) ενός μέλους του ΔΝΤ καθορίζει τη συνδρομή που πρέπει να πληρώνει, το βάρος της ψήφου του, την πρόσβαση σε χρηματοδοτήσεις από το Ταμείο και το μερίδιό του σε Special Drawing Rights (Ειδικά Τραβηκτικά Δικαιώματα). Η Ελλάδα είναι ένα από τα αρχικά μέλη του Ταμείου. Έχει ποσόστωση 2.428,90 εκατομμυρίων ΕΤΔ και 25.754 ψήφους, που αντιστοιχούν στο 0,51% του συνόλου των ψήφων στο ΔΝΤ. Στην κορυφή οι ΗΠΑ, με 82.994,2 εκατ. ΕΤΔ και 831.394 ψήφους, ήτοι 16,49% του συνόλου.
Διαβάστε ακόμη
Μειώσεις φόρων και νέες αυξήσεις μισθών φέρνει το 2026
Παντελής Σταγάκης: Ο «βασιλιάς» των γερανών και των μεγάλων έργων (pics)
Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο Θέμα
