Καθώς συνεχίζονται οι απολύσεις σε μια ιστορικά ισχυρή χρηματιστηριακή αγορά και μια ανθεκτική οικονομία, οι περισσότερες εταιρείες αποφεύγουν να συνδέσουν άμεσα τις περικοπές θέσεων εργασίας με την τεχνητή νοημοσύνη.
Η IBM αποτέλεσε εξαίρεση, όταν ο διευθύνων σύμβουλός της δήλωσε τον Μάιο στη Wall Street Journal ότι 200 εργαζόμενοι στο τμήμα ανθρώπινου δυναμικού απολύθηκαν και αντικαταστάθηκαν από chatbots. Παράλληλα, ανέφερε πως ο συνολικός αριθμός των υπαλλήλων της εταιρείας αυξήθηκε, καθώς η IBM επενδύει σε άλλους τομείς, σύμφωνα με το CNBC.
Η Klarna ξεχώρισε για την ανοιχτή της προσέγγιση σχετικά με τον τρόπο που η τεχνητή νοημοσύνη μετασχηματίζει και μειώνει το εργατικό της δυναμικό. Ο διευθύνων σύμβουλός της, Σεμπάστιαν Σιεμιάτσκοφσκι, ανέφερε στο CNBC ότι ο αριθμός των εργαζομένων «μειώθηκε από περίπου 5.000 σε σχεδόν 3.000». Επιπλέον, τόνισε ότι αυτή η συρρίκνωση είναι εμφανής και στις αγγελίες εργασίας που δημοσιεύει η εταιρεία στο LinkedIn.
Ωστόσο, ειδικοί σε θέματα αγοράς εργασίας εκτιμούν πως και άλλες εταιρείες, πέρα από την IBM και την Klarna, πραγματοποιούν απολύσεις που οφείλονται στην ανάπτυξη και χρήση της τεχνητής νοημοσύνης. Συχνά όμως, οι επιχειρήσεις επιλέγουν να περιγράφουν αυτές τις αποφάσεις με όρους όπως «αναδιοργάνωση» και «βελτιστοποίηση», οι οποίοι συχνά χρησιμοποιούνται για να αποκρύψουν τον πραγματικό λόγο των απολύσεων.
«Αυτό που παρατηρούμε είναι ότι πολλές εταιρείες αναδιαρθρώνουν το εργατικό τους δυναμικό εξαιτίας της τεχνητής νοημοσύνης, χωρίς όμως να το παραδέχονται δημόσια», ανέφερε η Κριστίν Ίνγκε, εκπαιδευτικός επαγγελματικής και εκτελεστικής ανάπτυξης στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ. «Λίγοι οργανισμοί είναι πρόθυμοι να πουν ευθέως πως αντικαθιστούν ανθρώπους με τεχνητή νοημοσύνη».
Ο Τζέισον Λέβεραντ, διευθύνων σύμβουλος και πρόεδρος της AtWork Group, μιας εθνικής αλυσίδας στελέχωσης που παρέχει πάνω από 40.000 εργαζόμενους σε εταιρείες διαφόρων κλάδων, επισημαίνει πως πολλές εταιρείες επιλέγουν να περιγράφουν τις απολύσεις με «γενικούς ή αόριστους όρους». Κατά τον ίδιο, είναι πιο εύκολο να παρουσιάσουν τις μειώσεις προσωπικού ως μέρος μιας γενικότερης στρατηγικής, παρά να παραδεχτούν ότι οφείλονται στην τεχνητή νοημοσύνη που αυξάνει την παραγωγικότητα.
Η Κάντις Σκάρμπορο, διευθύντρια κυβερνοασφάλειας και μηχανικής λογισμικού στην Parsons Corporation, εξήγησε πως τα τελευταία σημαντικά οικονομικά αποτελέσματα δείχνουν ότι οι απολύσεις δεν γίνονται εξαιτίας οικονομικών προβλημάτων. «Οι μειώσεις στο προσωπικό συμπίπτουν με την ανάπτυξη μεγάλων συστημάτων τεχνητής νοημοσύνης. Αυτό σημαίνει πως οι θέσεις καταργούνται αφού μπει σε λειτουργία η τεχνητή νοημοσύνη», είπε η Σκάρμπορο.
Πρόσθεσε ότι οι εταιρείες συχνά χρησιμοποιούν «ασαφείς όρους» όταν αναφέρονται στις αλλαγές όσον αφορά το προσωπικό. «Λέξεις όπως «αναδιάρθρωση» ακούγονται πιο προληπτικές, η «βελτιστοποίηση» δείχνει στρατηγική, ενώ η «εστίαση στο κόστος» μοιάζει ουδέτερη. Όμως, το αποτέλεσμα συνήθως είναι το ίδιο: οι άνθρωποι αντικαθίστανται από λογισμικό. Χρησιμοποιώντας τόσο γενικούς όρους, οι εταιρείες αποφεύγουν την αρνητική αντίδραση από το ευρύ κοινό και συνεχίζουν την αυτοματοποίηση», τόνισε η Σκάρμπορο.
Πολλές εταιρείες πραγματοποιούν απολύσεις σε τομείς όπως η δημιουργία περιεχομένου, η εξυπηρέτηση πελατών και οι ανθρώπινοι πόροι — τομείς όπου η γενετική τεχνητή νοημοσύνη και τα εργαλεία αυτοματοποίησης γίνονται ολοένα πιο αποτελεσματικά. Παρά τα υγιή οικονομικά τους αποτελέσματα, παρουσιάζουν αυτές τις αποφάσεις ως κινήσεις που βελτιώνουν την αποδοτικότητα.
«Αυτή η σιωπή είναι σκόπιμη», είπε η Ίνγκε. «Εάν μια εταιρεία παραδεχτεί ξεκάθαρα ότι αντικαθιστά ανθρώπους με τεχνητή νοημοσύνη, θα προκαλέσει αντιδράσεις από τους εργαζόμενους, το κοινό και ακόμα και τις ρυθμιστικές αρχές. Αντίθετα, διατηρώντας τις δηλώσεις της ασαφείς, μπορεί να διατηρήσει το ηθικό των εργαζομένων και να ελέγξει καλύτερα την εικόνα της κατά τη διάρκεια αυτής της αλλαγής που γίνεται πίσω από τα φώτα της δημοσιότητας».
Κίνδυνοι και προκλήσεις της τεχνητής νοημοσύνης στην εργασία
Η Ίνγκε και άλλοι ειδικοί επισημαίνουν πως υπάρχει και μια «στρατηγική διαχείρισης κινδύνου» πίσω από την επιλογή να μην τονίζεται η χρήση της τεχνητής νοημοσύνης κατά τις απολύσεις. Ακόμα και οι εταιρείες που επιθυμούν να αντικαταστήσουν εργαζόμενους με τεχνητή νοημοσύνη, συχνά προτιμούν να κρατούν χαμηλό προφίλ.
«Πολλές απολύσεις, κυρίως σε θέσεις back-office και εξυπηρέτησης πελατών, παρουσιάζονται από τις εταιρείες ως βήματα για μεγαλύτερη αποδοτικότητα, όμως στην πραγματικότητα κρύβουν τη χρήση τεχνητής νοημοσύνης», εξηγεί ο Τέιλορ Γκούτσερ, αντιπρόεδρος πωλήσεων και μάρκετινγκ στην Connext Global, μια εταιρεία εξωτερικής ανάθεσης στον τομέα της πληροφορικής. «Ωστόσο, παρά τις μεγάλες επενδύσεις στην αυτοματοποίηση, μερικές φορές οι εταιρείες αναγκάζονται να αναθεωρήσουν τις επιλογές τους», εξηγεί ο ίδιος.
«Η τεχνητή νοημοσύνη μπορεί να αυτοματοποιήσει το 70%–90% μιας διαδικασίας, αλλά πάντα χρειάζεται ανθρώπινη επίβλεψη για να διασφαλιστεί η ποιότητα και να ληφθούν σωστές αποφάσεις», εξήγησε ο Γκούτσερ.
Στην αρχή, είναι λογικό οι εταιρείες να συνδυάζουν την ανθρώπινη εργασία με την τεχνητή νοημοσύνη. Όταν όμως μειώνονται οι θέσεις εργασίας, πολλές εταιρείες προτιμούν να αναθέτουν τις αρμοδιότητες σε εξωτερικούς συνεργάτες, αντί να επαναπροσλάβουν εργαζόμενους. «Όταν η τεχνητή νοημοσύνη δεν καλύπτει πλήρως τις ανάγκες μια εταιρείας, τότε η ίδια η εταιρεία επιλέγει σιωπηλά να καλύψει τα κενά μέσω συνεργασιών σε παγκόσμιο επίπεδο», λέει ο Γκούτσερ.
Οι περισσότερες εταιρείες αποφεύγουν να δίνουν πολλές λεπτομέρειες για τις αλλαγές στην αγορά εργασίας που σχετίζονται με την τεχνητή νοημοσύνη.
«Φοβούνται την αντίδραση των εργαζομένων, των πελατών και των επενδυτών, που συχνά αμφισβητούν τις υποσχέσεις για τα οφέλη της τεχνητής νοημοσύνης», εξήγησε ο Γκούτσερ. Πολλές εταιρείες παρουσιάζουν δημόσια τα σχέδιά τους για την τεχνητή νοημοσύνη, ενώ παράλληλα προσλαμβάνουν διακριτικά ομάδες από το εξωτερικό για να κάνουν τη δουλειά που τα συστήματα τεχνητής νοημοσύνης δεν μπορούν ακόμη να φέρουν εις πέρας. «Οι εταιρικοί ηγέτες πρέπει να είναι πιο ειλικρινείς για το πού η τεχνητή νοημοσύνη όντως προσφέρει αξία και πού η ανθρώπινη εμπειρία είναι ακόμη απαραίτητη», τόνισε.
Η Ίνγκε συμφωνεί πως, παρότι η τεχνητή νοημοσύνη μπορεί να αναλάβει μεγάλο μέρος μιας εργασίας, δεν είναι ακόμη σε θέση να αντικαταστήσει πλήρως τον άνθρωπο.
«Η τεχνητή νοημοσύνη μπορεί, για παράδειγμα, να συντάσσει πιο αποδοτικά διαφημιστικά κείμενα, αλλά η ανθρώπινη κρίση παραμένει απαραίτητη», εξηγεί. «Το κομμάτι αυτό της δουλειάς που απαιτεί σκέψη και εμπειρία δεν μπορεί να αντικατασταθεί. Όσες εταιρείες το αγνοούν αυτό, τελικά θα το πληρώσουν».
Ο Μάικ Σινόουεϊ, Διευθύνων Σύμβουλος της LucidWorks, εξηγεί ότι η τεχνητή νοημοσύνη δεν ευθύνεται ακόμη άμεσα για πολλές απολύσεις. «Αυτό οφείλεται τόσο στους τεχνολογικούς περιορισμούς όσο και στην αβεβαιότητα των στελεχών σχετικά με τη χρήση της τεχνητής νοημοσύνης», εξηγεί. Σύμφωνα με την έρευνα της εταιρείας του, πολλά ανώτερα στελέχη νιώθουν πίεση. Οι επενδύσεις τους στην τεχνητή νοημοσύνη δεν αποδίδουν όσο περίμεναν.
Οι πρώτοι που ενημερώθηκαν ότι η τεχνητή νοημοσύνη θα αντικαταστήσει τη θέση τους ήταν οι ελεύθεροι επαγγελματίες.
Όπως επισημαίνει η Ίνγκε, «συχνά τους λένε ξεκάθαρα ότι η θέση τους θα καλυφθεί από ένα εργαλείο τεχνητής νοημοσύνης». Προσθέτει επίσης ότι «οι εργοδότες είναι πιο άμεσοι και ειλικρινείς όταν απευθύνονται στους ελεύθερους επαγγελματίες παρά στους μόνιμους υπαλλήλους».
Η Ίνγκε αναφέρει ότι οι αλλαγές έχουν επηρεάσει κυρίως τους τομείς της δημιουργίας διαφημιστικών κειμένων, του γραφιστικού σχεδιασμού και της επεξεργασίας βίντεο. Πλέον, οι αλλαγές στον τρόπο απασχόλησης αρχίζουν να επηρεάζουν και τους εργαζόμενους πλήρους απασχόλησης.
Η ίδια υποστηρίζει ότι η διαφάνεια αποτελεί την «καταλληλότερη» προσέγγιση. Ωστόσο, τονίζει πως αυτό από μόνο του «ενδέχεται να μην είναι επαρκές».
Αναφέρθηκε στην έντονη αντίδραση που προκάλεσε η εταιρεία εκμάθησης γλωσσών Duolingo, όταν ο διευθύνων σύμβουλός της, Λουίς Φον Άν, ανακοίνωσε νωρίτερα φέτος τα σχέδιά του να αντικαταστήσει σταδιακά τους εξωτερικούς συνεργάτες με συστήματα τεχνητής νοημοσύνης. Λίγο αργότερα, αναγκάστηκε να ανακαλέσει ορισμένες από τις δηλώσεις του.
«Μετά την ισχυρή αντίδραση που δέχτηκε η Duolingo, οι εταιρείες διστάζουν πλέον να αποκαλύπτουν τέτοιες προθέσεις. Το κοινό αντιδρά έντονα στην προοπτική αντικατάστασης ανθρώπων από την τεχνητή νοημοσύνη όσον αφορά τις θέσεις εργασίας», επισήμανε η Ίνγκε.
Προς το παρόν, η αγορά εργασίας παραμένει σταθερή, αν και παρουσίασε κάποια σημάδια επιβράδυνσης κατά το πρώτο εξάμηνο του 2025. Το ποσοστό ανεργίας στις Ηνωμένες Πολιτείες μειώθηκε στο 4,1% τον Ιούνιο, γεγονός που, σύμφωνα με την Trading Economics, υποδηλώνει ευρεία σταθερότητα στην αγορά εργασίας.
Ωστόσο, προβλέπεται ότι με την πάροδο του χρόνου ο ρυθμός των αλλαγών στις θέσεις εργασίας, που συνδέονται με την τεχνητή νοημοσύνη, θα αυξηθεί σημαντικά. Σύμφωνα με την έκθεση «Το μέλλον των θέσεων εργασίας το 2025» του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ, το 41% των εργοδοτών παγκοσμίως σχεδιάζουν να μειώσουν το εργατικό δυναμικό τους τα επόμενα πέντε χρόνια λόγω της αυτοματοποίησης που φέρνει η τεχνητή νοημοσύνη.
Ο Διευθύνων Σύμβουλος της Anthropic, Ντάριο Αμοδέι, προέβλεψε πρόσφατα ότι η γενετική τεχνητή νοημοσύνη «ενδέχεται να οδηγήσει στην κατάργηση έως και του 50% των θέσεων εργασίας για εργαζόμενους αρχάριου επιπέδου».
Στο μέλλον, αναμένεται να υπάρξει ένα σημείο καμπής, όπου οι εταιρείες θα γίνουν πιο διαφανείς όσον αφορά τις αλλαγές που επιφέρει η τεχνητή νοημοσύνη στην αγορά εργασίας. Μέχρι τότε, όμως, η επίδραση της τεχνητής νοημοσύνης στις θέσεις εργασίας θα είναι ήδη εμφανής.
«Μέχρι τότε, αυτό δεν θα έχει μεγάλη σημασία», τόνισε η Ίνγκε. «Η απώλεια θέσεων εργασίας θα είναι σημαντική και το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να προσαρμοστούμε σε αυτό».
Διαβάστε ακόμη
Συναγερμός στην TSMC για παραβίαση εμπορικών μυστικών – Σε εξέλιξη έρευνες για τα τσιπ νέας γενιάς
Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο Θέμα
