Ο επερχόμενος χειμώνας δεν θα βρει την Ευρώπη με ενιαίο ενεργειακό αποτύπωμα. Αντίθετα, οι αγορές ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου διαμορφώνονται σε ένα σκηνικό έντονων διαφοροποιήσεων, όπου οι τιμές κινούνται με διαφορετικούς ρυθμούς ανά γεωγραφική περιοχή, δημιουργώντας ένα περιβάλλον «δύο ταχυτήτων». Η βασική εικόνα που σχηματίζεται είναι ότι ο Νότος και η Νοτιοανατολική Ευρώπη εισέρχονται στη χειμερινή περίοδο με συγκριτικά καλύτερες προϋποθέσεις, ενώ η Κεντρική και η Βόρεια Ευρώπη παραμένουν πιο εκτεθειμένες σε αιφνίδιες αυξήσεις και μεγαλύτερη μεταβλητότητα.
Οι αγορές με πιο ήπια πίεση
Στην ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου, οι συνθήκες δείχνουν πιο ελεγχόμενες. Τα επίπεδα αποθήκευσης φυσικού αερίου, η ενισχυμένη παρουσία υγροποιημένου φυσικού αερίου και η γεωγραφική εγγύτητα με ενεργειακούς κόμβους δημιουργούν μια σχετική ασπίδα απέναντι σε ακραίες διακυμάνσεις.
Η ηλεκτροπαραγωγή από ανανεώσιμες πηγές, σε συνδυασμό με την ευελιξία των εισαγωγών, περιορίζει τον κίνδυνο εκτίναξης τιμών, επιτρέποντας στις αγορές αυτές να κινηθούν με πιο ήπιο ρυθμό ακόμη και σε περιόδους αυξημένης ζήτησης.
Κεντρική και Βόρεια Ευρώπη: αυξημένη αβεβαιότητα
Αντίθετα, στην Κεντρική Ευρώπη η εικόνα παραμένει εύθραυστη. Η εξάρτηση από συγκεκριμένες πηγές τροφοδοσίας, σε συνδυασμό με περιορισμένη ευελιξία στο δίκτυο, καθιστά τις αγορές πιο ευάλωτες σε ψυχρά κύματα, τεχνικές αστοχίες ή διαταραχές στις ροές καυσίμων.
Στη Βόρεια Ευρώπη, η μειωμένη υδροηλεκτρική παραγωγή και η αβεβαιότητα γύρω από τις καιρικές συνθήκες εντείνουν τον κίνδυνο έντονων διακυμάνσεων. Σε τέτοια περιβάλλοντα, ακόμη και μικρές μεταβολές στη ζήτηση ή την προσφορά μπορούν να οδηγήσουν σε απότομες ανατιμήσεις.
Γιατί η Ευρώπη δεν κινείται πλέον ενιαία
Η ενεργειακή κρίση των προηγούμενων ετών έχει αφήσει ως κληρονομιά μια Ευρώπη με διαφορετικά επίπεδα ανθεκτικότητας. Οι επενδύσεις σε υποδομές, η πρόσβαση σε LNG, η ανάπτυξη των ΑΠΕ και η ικανότητα αποθήκευσης δημιουργούν πλέον καθαρά «στρατόπεδα» στην αγορά.
Το αποτέλεσμα είναι ένα μωσαϊκό τιμών, όπου η γεωγραφία, οι υποδομές και οι επιλογές ενεργειακής πολιτικής καθορίζουν ποιοι καταναλωτές και ποιες επιχειρήσεις θα αντιμετωπίσουν μεγαλύτερη πίεση τον χειμώνα.
Τι σημαίνει αυτό για νοικοκυριά και επιχειρήσεις
Για τις επιχειρήσεις, η διαφοροποίηση αυτή μεταφράζεται σε ανάγκη καλύτερου προγραμματισμού και αυξημένης προσοχής στη διαχείριση κόστους. Για τα νοικοκυριά, σημαίνει ότι η εμπειρία του χειμώνα δεν θα είναι κοινή σε όλη την Ευρώπη, με σημαντικές αποκλίσεις στους λογαριασμούς ενέργειας.
Ο φετινός χειμώνας, τελικά, δεν θα κριθεί μόνο από το πόσο κρύος θα είναι, αλλά από το πόσο προετοιμασμένη είναι κάθε αγορά να απορροφήσει τους κραδασμούς.
Τέλος, σε ο,τι αφορά την Ελλάδα, ο φετινός χειμώνας προβλέπεται ενεργειακά πιο διαχειρίσιμος σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια, χωρίς αυτό να σημαίνει απουσία κλιματικών κινδύνων. Το ενεργειακό μίγμα εμφανίζεται πιο ισορροπημένο, με αυξημένη συμμετοχή των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, καλύτερη αξιοποίηση των υποδομών φυσικού αερίου και μεγαλύτερη ευελιξία στις εισαγωγές. Οι τερματικοί σταθμοί LNG λειτουργούν ως κρίσιμο «αμορτισέρ» απέναντι σε διακυμάνσεις των διεθνών αγορών, ενώ οι ηλεκτρικές διασυνδέσεις ενισχύουν τη δυνατότητα κάλυψης αιχμών ζήτησης. Παράλληλα, η ήπια μέχρι στιγμής πορεία των τιμών στις χονδρεμπορικές αγορές δημιουργεί ένα πλαίσιο συγκρατημένης αισιοδοξίας για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις. Ωστόσο, η εξάρτηση από τις καιρικές συνθήκες, η διεθνής μεταβλητότητα στις τιμές καυσίμων και η γεωπολιτική αβεβαιότητα παραμένουν παράγοντες που μπορούν να επηρεάσουν το κόστος. Συνολικά, η Ελλάδα εισέρχεται στον χειμώνα με μεγαλύτερη ανθεκτικότητα, αλλά με ανάγκη συνεχούς επαγρύπνησης.
Διαβάστε ακόμη
Ηλεκτρονικές αποδείξεις: Τι πρέπει να κλείσει μέχρι τέλος 2025 για να μην έρθει καπέλο φόρου
Αγρότες: Συνεχίζεται και σήμερα το άνοιγμα διοδίων – Παραμένουν στα μπλόκα τα τρακτέρ (vid)
Teiichi Goto (Fujifilm Holdings Corporation): «Πιστεύω ότι η Ελλάδα έχει ένα πολύ λαμπρό μέλλον»
Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο Θέμα
