search icon

Επιχειρήσεις

ΔΕΗ: Φόβοι για νέο φιάσκο στον διαγωνισμό για τον λιγνίτη

Σανίδα σωτηρίας στην ελληνική βιομηχανία μετά τις ζημιές αναζητά ο Παναγιωτάκης

Της Μαριάννας Τζάννε

Στην στήριξη της ελληνικής βιομηχανίας με την συμμετοχή ισχυρών επιχειρήσεων της χώρας όπως οι όμιλοι Στασινόπουλου και Μυτιληναίου εναποθέτει τις ελπίδες του για να αποφύγει ένα νέο φιάσκο για την πώληση του λιγνίτη της ΔΕΗ, ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος Μανόλης Παναγιωτάκης.

Ο λόγος είναι ότι οι ξένοι επενδυτές που εμφανίστηκαν στο πρώτο στάδιο του διαγωνισμού, ο ένας μετά τον άλλο τρέπονται σε φυγή, με τους Τσέχους τηςSeven Energy να φέρονται ήδη εκτός διαγωνιστικής διαδικασίας (ερωτηματικό παραμένει η στάση της ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ με την οποία είχαν συμμαχήσει στον προηγούμενο διαγωνισμό) αλλά και τους κινέζους της Beijing Guohua Power συμμάχους του ομίλου Κοπελούζου να βάζουν πολλούς αστερίσκους και να κρατούν αποστάσεις από τις λιγνιτικές μονάδες σε Φλώρινα και Μεγαλόπολη. Παρά το γεγονός μάλιστα ότι αρμόδιες πηγές αναφέρουν ότι η ΕΕ έχει άρει τις επιφυλάξεις της για την συμμετοχή Κινεζικών εταιρειών στο διαγωνισμό όπως αυτές είχαν εκδηλωθεί προ μηνών με επιστολή της Γενικής Διεύθυνσης Ενέργειας της Κομισιόν προς την ΡΑΕ.

Μεγάλο ερωτηματικό παραμένει και η δεύτερη πρωτοεμφανιζόμενη Κινεζική εταιρεία China Western Power που κύκλοι της αγοράς αναφέρουν ότι είναι άφαντη από το διαγωνισμό. Ούτε όμως η βολιδοσκόπηση άλλων ξένων ομίλων από Ρωσία, Κίνα και Ινδία, προκειμένου να έρθουν σε κάποιας μορφής συμφωνία με τους υφιστάμενους ενδιαφερόμενους έχει αποδώσει καρπούς.

Οι συνεχείς διαρροές τις τελευταίες εβδομάδες περί σύστασης ισχυρού κονσόρτσιουμ από τον χώρο της ελληνικής βιομηχανίας δείχνουν την αγωνία της ΔΕΗ και της διοίκησης, να βρεθεί πάση θυσία αγοραστής για τα εργοστάσια στερεών καυσίμων που αποτελούν μία από τις βαθύτερες πληγές της.

Το τεράστιο κόστος για την αγορά εκπομπών δικαιωμάτων ρύπων (CO2) είναι ο ένας λόγος και ο δεύτερος, το γεγονός ότι η έκβαση του διαγωνισμού θα καθορίσει την πορεία των δημοπρασιών ηλεκτρικής ενέργειας (ΝΟΜΕ), μια πρακτική που μαζί με την ζημιογόνα μέχρι σήμερα πορεία των μονάδων έχουν γονατίσει την Επιχείρηση και ευθύνονται ως ένα μεγάλο βαθμό για τις μεγάλες ζημιές που εμφάνισε πέρσι. Με βάση την συμφωνία του μνημονίου, η εκχώρηση λιγνιτικής και υδροηλεκτρικής ισχύος της ΔΕΗ μέσω δημοπρασιών πρόκειται να τερματιστεί όταν θα πουληθούν οι μονάδες.

Πέρσι η ΔΕΗ επιβαρύνθηκε με συνολικές δαπάνες περίπου 280 εκατομμυρίων για τα CO2, που ήταν 146 εκατομμύρια παραπάνω από το 2017 και αυτό οφείλεται στο μεγάλο ράλι που έχουν κάνει διεθνώς τους τελευταίους 12 μήνεςoι τιμές των ρύπων.

Ο κ. Παναγιωτάκης έχει εξηγήσει, ότι πέραν της επιβάρυνσης της λιγνιτικής παραγωγής, οι τιμές των δικαιωμάτων CO2 οδηγούν και σε αύξηση της Οριακής Τιμής του συστήματος, δηλαδή της χονδρικής τιμής της ηλεκτρικής ενέργειας, η οποία πέρσι αυξήθηκε κατά 25%.

«Με την άνοδο της Οριακής Τιμής η ΔΕΗ επιβαρύνεται σημαντικά, καθώς για να καλύψει τις ανάγκες των πελατών της αγοράζει πάνω από το 70% της απαιτούμενης ενέργειας από το σύστημα, δηλαδή από τους άλλους παραγωγούς, με την Οριακή Τιμή».

Ο λόγος είναι ότι η ενέργεια που παράγει η ΔΕΗ δεν μπορεί να καλύψει τις ανάγκες του πελατολογίου της, με αποτέλεσμα να αγοράζει ενέργεια σε πολύ υψηλό κόστος. Επιπλέον, η ΔΕΗ ως ο μοναδικός πάροχος ηλεκτροδότησης της βαριάς βιομηχανίας, διαθέτει μεγάλο τμήμα της παραγωγής της στις συγκεκριμένες κατηγορίες καταναλωτών σε πολύ χαμηλές τιμές. Αυτό σε συνδυασμό με την ενέργεια που διοχετεύει στον ανταγωνισμό στο πλαίσιο της απελευθέρωσης της αγοράς ενέργειας σε τιμές 20% και πλέον χαμηλότερες της Οριακής Τιμής, δημιουργούν μεγάλη επιβάρυνση για την εταιρεία.

Κρατούν μικρό καλάθι στην βιομηχανία

Από αυτό το δυσμενές οικονομικό περιβάλλον που γίνεται θηλιά στο λαιμό της ΔΕΗ, αναζητά διέξοδο ο κ. Παναγιωτάκης μετά τον αρνητικό αντίκτυπο και των αποτελεσμάτων του 2018.

Αυτό φάνηκε από τις πληροφορίες λίγο πριν το Πάσχα για κοινή κάθοδο στο διαγωνισμό του ομίλου Στασινόπουλου, με τις τσιμεντοβιομηχανίες ΤΙΤΑΝ και ΑΓΕΤ Ηρακλής, την Χαλυβουργία Ελλάδας, την χαρτοβιομηχανία ΜΕΛ και την κλωστουφαντουργία «Επίλεκτος». Οι συζητήσεις εκείνες όχι μόνο δεν επιβεβαιώθηκαν αλλά η ευκολία με την οποία δημοσιοποιούνται προκαταρκτικές επαφές  δείχνει να ενοχλεί και τις ίδιες τις εταιρείες. Στην προσπάθεια της ΔΕΗ να αναστήσει τον διαγωνισμό, με τις διαρροές στερεί το στοιχείο της διαπραγμάτευσης και του αιφνιδιασμού της αγοράς.

Αφού διαψεύστηκαν οι αρχικές πληροφορίες που φημολογείται ότι ξεκίνησαν με τις παραινέσεις της ΔΕΗ κατά την παραμονή του πρόσφατου ταξιδιού του Πρωθυπουργού στα Σκόπια συνοδεία επιχειρηματικής αποστολής, εσχάτως από την διοίκηση της εταιρείας διέρρευσε άλλο ένα υποψήφιο κονσόρτσιουμ.
Αυτή την φορά κατά τα λεγόμενα ανώτατων στελεχών της ΔΕΗ «ψήνεται» σύμπραξη μεταξύ της ΕΛΒΑΛ Χαλκόρ που ανήκει στον όμιλο Στασινόπουλου και της Μυτιληναίος, δύο εταιρειών που συμμετέχουν ξεχωριστά στο διαγωνισμό για την αποεπένδυση της ΔΕΗ.

Πρόκειται για δύο εταιρείες που έχουν ζήσει από κοντά …την σκοτεινή πλευρά του προηγούμενου διαγωνισμού καθώς η μεν πρώτη αποσύρθηκε, η δε δεύτερη υπέβαλλε προσφορά 25 εκατ. ευρώ που απορρίφθηκε από το Διοικητικό Συμβούλιο της ΔΕΗ λόγω χαμηλού τιμήματος. Πολλοί αμφισβητούν ότι έχει αλλάξει κάτι δραστικά στον διαγωνισμό που να κινητοποιήσει τους υποψήφιους και να φέρει ένα θετικό αποτέλεσμα για την εταιρεία.

Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει στέλεχος ενός από τους δύο ισχυρούς ομίλους, το ενδιαφέρον εστιάζεται στην Μελίτη καθώς η Μεγαλόπολη έχει τεράστιο κόστος μισθοδοσίας και μεγάλο περιβαλλοντικό αποτύπωμα, ειδικά για η μονάδα 3. Αρμόδιες πηγές της βιομηχανίας επισημαίνουν ότι γίνονται συζητήσεις και μελετώνται διάφορα σενάρια και συνεργασίες για επιμερισμό του ρίσκου. Τονίζουν πάντως ότι οι προσπάθειες προσκρούουν μεταξύ άλλων και στις μεγάλες προσδοκίες της κυβέρνησης ως προς το τίμημα (εικάζεται ότι προσβλέπουν σε προσφορές ύψους 100 εκ. ευρώ) και σημειώνουν ότι “τα χρήματα αυτά δεν τα αξίζουν οι μονάδες και είναι αδύνατο να βρεθούν”.
Για αυτό και κρατούν μικρό καλάθι στην επίτευξη ενός ντιλ.

Οι ενστάσεις των επενδυτών

Δύο εβδομάδες πριν την υποβολή δεσμευτικών και αφού δόθηκε παράταση 22 ημερών από το αρχικό χρονοδιάγραμμα, τα μηνύματα που εκπέμπουν τα υποψήφια στρατόπεδα για τον επαναληπτικό διαγωνισμό δεν φανερώνουν σημάδια αισιοδοξίας.

Οι επενδυτές βλέπουν μεγάλα κενά και αβεβαιότητες ακόμη και στην συμφωνία της ΔΕΗ για το ορυχείο της Αχλάδας που επιλύει το θέμα με την τροφοδοσία της Μελίτη και ζητούν προσθήκες στο SPA. Εγείρουν επίσης θέματα επιμερισμού του ρίσκου των CO2 με την ΔΕΗ αλλά και ζητήματα που συνδέονται με το ενεργειακό μείγμα, υποστηρίζοντας ότι είναι ακόμη θολό το τοπίο σχετικά με την διάρκεια ζωής του Αμύνταιο αλλά και των μονάδων της Καρδιάς.

Όπως αναφέρουν η έλλειψη πραγματικής βούλησης να λυθεί το θέμα, φάνηκε και από το γεγονός ότι ενώ ήταν προγραμματισμένο να συζητηθεί στο διοικητικό συμβούλιο της ΔΕΗ πριν το Πάσχα το θέμα της απόσυρσης των δύο μονάδων το 2021, τελικά η συζήτηση δεν έγινε.

Μαζί με τους σταθμούς της Καρδιάς, το Αμύνταιο είναι από τις πιο ρυπογόνες μονάδες της ΔΕΗ με μεγάλες εκπομπές ρύπων και τεράστιο κόστος λειτουργίας. Οι δύο μονάδες πρόκειται να αποσυρθούν μετά τη συμπλήρωση 32.000 χιλιάδων ωρών λειτουργίας, παρά το γεγονός ότι η διάρκεια ζωής τους έχει εκπνεύσει από πέρσι και λειτουργούν κατά παρέκκλιση, με την απειλή προστίμων από την ΕΕ.

Οι επενδυτές, παρά την αισιοδοξία του κ. Παναγιωτάκη, αμφισβητούν και την κερδοφορία των μονάδων και φέρνουν ως παράδειγμα την Μελίτη, η οποία στο α΄εξάμηνο λειτουργίας της (Ιούνιο-Δεκέμβριος 2018) εμφάνισε ζημιές 18,5 εκατ. ευρώ με μισθολογικές δαπάνες 11 εκατ. ευρώ. Όπως σημειώνουν από το προσωπικό που έφυγε με το πρόγραμμα της εθελούσιας η εξοικονόμηση υπολογίζεται σε μόλις 2 εκατ. ευρώ.

Ενστάσεις προβάλλουν και ως προς τους όρους του SPA και τις προβλέψεις αν δεν δοθούν Αποδεικτικά Διαθεσιμότητας Ισχύος (αποζημιώσεις των μονάδων για την ενέργεια που προσφέρουν -ΑΔΙ), που πρόσφατα ο κ. Παναγιωτάκης δήλωσε ότι οι Βρυξέλλες είναι στο τελικό στάδιο για να χορηγήσουν καθώς πρόκειται για μια από τις μεγάλες αλλαγές της νέας σύμβασης αγοραπωλησίας. Από τον κλάδο της βιομηχανίας τονίζουν ότι τα ΑΔΙ δεν έχουν καμία επίδραση καθώς πρόκειται για αποζημίωση που στην περίπτωση των βιομηχανιών, θα πληρωθεί από την κατανάλωση.

Όπως υποστηρίζουν μετά το 2025 θα έχουν αρνητικό αποτέλεσμα και θα κοστίζουν περισσότερο από το όποιο έσοδο. Μάλιστα η βιομηχανία διατείνεται ότι θα μπλοκάρει την χορήγηση των ΑΔΙ στην ΕΕ εάν δεν εξασφαλίσει την συναίνεση της κυβέρνησης στο θέμα της παράτασης του μέτρου της διακοψιμότητας που λήγει στα τέλη του 2019.

Όπως είναι αντιληπτό, εάν αποτύχει και ο δεύτερος διαγωνισμός, τότε η ΔΕΗ, χάνει ένα από τα ισχυρά χαρτιά της για να καταπολεμήσει το τεράστιο κόστος από τις δημοπρασίες ηλεκτρικής ενέργειας. Επιπλέον όμως θα είναι αδύνατο να αποφύγει την πώληση και άλλων λιγνιτικών ή και άλλης ισχύς μονάδων (υδροηλεκτρικά), αναφορά που υπάρχει με σαφήνεια και στην ετήσια οικονομική έκθεση των αποτελεσμάτων του 2018.

Exit mobile version