search icon

Οικονομία

Δραγασάκης: Το 2019 θα είναι η πρώτη χρονιά που θα υπάρξει πιστωτική επέκταση

Οι τραπεζίτες, στη σύσκεψη που είχαν με τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης, εμφανίστηκαν αισιόδοξοι ότι η βελτίωση του μακροοικονομικού περιβάλλοντος βοηθά τη ρευστότητα τους - Οι νέες χρηματοδοτήσεις φέτος θα φτάσουν τα 11 δισ. ευρώ - «Δεν τίθεται το δίλημμα για το αν θα συνεχιστούν ή όχι οι μεταρρυθμίσεις», σημείωσε ο κ. Δραγασάκης

Του Στέλιου Μορφίδη 

Το 2019 θα είναι η πρώτη χρονιά έπειτα από το ξέσπασμα της κρίσης που θα υπάρξει πιστωτική επέκταση, δήλωσε ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Γιάννης Δραγασάκης μετά τη σύσκεψη που είχε το πρωί με τους τραπεζίτες.

Στη σύσκεψη, αποκάλυψε ο κ Δραγασάκης κατα τη διάρκεια εκδήλωσης της British American Tobacco Hellas, οι τραπεζίτες εμφανίστηκαν αισιόδοξοι ότι η βελτίωση του μακροοικονομικού Περιβάλλοντος βελτιώνει τη ρευστότητα τους. Σημείωσε δε ότι οι νέες χρηματοδοτήσεις φέτος θα φτάσουν τα 11 δισ. ευρώ.

Ο κ. Δραγασάκης δήλωσε πως η κυβέρνηση έχει βρει χρηματοδοτικά εργαλεία με πόρους, τόσο από το ΕΣΠΑ, όσο και από τον προϋπολογισμό, ύψους 7,5 έως 8 δισ. ευρώ, προκειμένου να βοηθήσουν την προσέλκυση νέων επενδύσεων. «Ελπίζουμε σε έναν ορίζοντα τριετίας αυτά τα χρηματοδοτικά εργαλεία να καταφέρουν να ενεργοποιήσουν επενδύσεις ύψους 20 δισ. ευρώ», ανέφερε χαρακτηριστικά.

Εν τω μεταξύ, ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης υπογράμμισε κατά την ομιλία του πως δεν τίθεται το δίλημμα για το αν θα συνεχιστούν ή όχι οι μεταρρυθμίσεις. «Θα συνεχίσουμε τις μεταρρυθμίσεις που βοηθούν την ανάπτυξη, συμβάλλουν στη συνοχή της κοινωνίας και βελτιώνουν το επενδυτικό περιβάλλον».

Αργότερα το υπουργείο Οικονομίας έδωσε στη δημοσιότητα την εισαγωγική τοποθέτηση του αντιπροέδρου της κυβέρνησης κατά την συνάντηση του με τους τραπεζίτες. Η τοποθέτηση του κ. Δραγασάκη είχε ως εξής: 

«Με το τέλος των μνημονίων είμαστε σε θέση να εφαρμόσουμε τη δική μας αναπτυξιακή στρατηγική. Να στραφούμε στην προτεραιότητα της ανάπτυξης, της απασχόλησης και της αντιμετώπισης της βαριάς κληρονομιάς της κρίσης, καθώς η δημοσιονομική σταθερότητα έχει πλέον διασφαλιστεί. Έχουμε αποκτήσει τους αναγκαίους βαθμούς ελευθερίας για να το κάνουμε αυτό. Η ελληνική κυβέρνηση, όπως γνωρίζετε, έχει διαμορφώσει μια Ολιστική Αναπτυξιακή Στρατηγική. Επομένως, η χώρα έχει σχέδιο με το οποίο πορεύεται. Βεβαίως, η Στρατηγική αυτή αποτελεί αντικείμενο περαιτέρω εξειδίκευσης και εμπλουτισμού και, επίσης, αποτελεί ένα είδος γέφυρας από τα μνημόνια και τη δημοσιονομική προσαρμογή προς την ανάπτυξη, το μετασχηματισμό του παραγωγικού συστήματος και την ανασυγκρότηση των θεσμών της χώρας. Υλοποιώντας αυτή τη στρατηγική στο Υπουργείο Οικονομίας και Ανάπτυξης, με τη συνεργασία και των άλλων Υπουργείων, ταυτόχρονα σχεδιάζουμε την επόμενη προγραμματική περίοδο με χρονικό ορίζοντα το 2020 έως το 2030 και με άξονα το νέο ΕΣΠΑ, το οποίο αποτελεί ήδη αντικείμενο διαπραγμάτευσης στο πλαίσιο της ΕΕ. Ωστόσο, αναφορικά με το ΕΣΠΑ, πρέπει και εμείς να είμαστε έγκαιρα έτοιμοι για να μπορέσουμε να το αξιοποιήσουμε αποδοτικά και αποτελεσματικά, αξιοποιώντας και τη θετική εμπειρία των τελευταίων χρόνων. Το νέο ΕΣΠΑ αναμένεται να είναι αυξημένο κατά 10%, και αυτό θα μας βοηθήσει να κινητοποιήσουμε και άλλους πόρους εντός και εκτός της χώρας.

Κρίσιμο ρόλο σε αυτήν την πορεία μετάβασης αποτελεί, ασφαλώς, η ύπαρξη ενός σταθερού και ισχυρού τραπεζικού συστήματος. Οι πρόσφατες χρηματιστηριακές αναταράξεις κατά κοινή ομολογία, και διεθνών παραγόντων, είχαν ως κύρια αιτία εξωγενείς παράγοντες. Ακριβώς γι’ αυτό δεν νομίζω ότι προσφέρονται αυτές οι αναταράξεις για μια γενικευμένη καταστροφολογία στην οποία με ευκολία ορισμένες δυνάμεις της αντιπολίτευσης επιδίδονται, αλλά ούτε επιτρέπουν αυτές οι αναταράξεις έναν αποπροσανατολισμό από τους στόχους που οι τράπεζες έχουν θέσει. Συγκεκριμένα, οι τράπεζες έχουν κάνει βήματα σταθεροποίησης τους τελευταίους μήνες σημαντικά και ορατά. Στόχους για τη μείωση των “κόκκινων” δανείων έχουμε συμφωνημένους και υπάρχει η πολιτική βούληση και η δυνατότητα, εφ’ όσον χρειαστεί, στον κατάλληλο χρόνο να θέσουμε και νέα μέσα σε εφαρμογή προκειμένου να επιταχύνουμε την πορεία μείωσης των “κόκκινων” δανείων, που αποτελεί το κεντρικό πρόβλημα των τραπεζών.

Όμως ο σκοπός της σημερινής συνάντησης είναι να τονίσουμε ότι πέρα από τη αναγκαία μείωση των “κόκκινων” δανείων, δεν πρέπει να υποτιμήσουμε το στόχο της χρηματοδότησης νέων επενδύσεων και επιχειρηματικών πρωτοβουλιών. Οι τράπεζες, όσο και αν μειώσουν τα “κόκκινα” δάνεια, εάν ταυτόχρονα δεν προχωρήσουν σε χορηγήσεις, θα έχουν πάντα πρόβλημα εσόδων και κερδοφορίας.

Από τη δική μας μεριά, ως Κυβέρνηση και ως Υπουργείο, εμπλεκόμαστε και στα δύο σκέλη του προβλήματος: των “κόκκινων” δανείων και της χρηματοδότησης.

Αναφορικά με το πρώτο έχουμε δημιουργήσει ένα θεσμικό πλαίσιο, αρκετά προωθημένο ακόμα και για τα ευρωπαϊκά δεδομένα, το οποίο διαρκώς εμπλουτίζουμε, εκσυγχρονίζουμε και βελτιώνουμε. Αναμένουμε θετικότερα αποτελέσματα τους επόμενους μήνες.

Στο σκέλος των χρηματοδοτήσεων έχουμε μια λίστα από 35 προγράμματα – χρηματοδοτικά εργαλεία, που καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα προϊόντων. Στόχος μας είναι να υποβοηθήσουμε τις τράπεζες στην επίλυση του προβλήματος, είτε αναλαμβάνοντας μέρος του ρίσκου είτε δημιουργώντας εργαλεία τα οποία καλύπτουν τομείς χρηματοδότησης που έχουν αυξημένους κινδύνους. Οι δράσεις αυτές είναι δράσεις που ή ήδη υλοποιούνται ή προβλέπεται να ενεργοποιηθούν τους επόμενους λίγους μήνες και αθροίζουν ένα ποσό γύρω στα 7,5 με 8 δισ. ευρώ δημόσιων πόρων, οι οποίοι θα μπουν στην υπηρεσία της οικονομίας και των επιχειρήσεων. Εκτιμάται ότι με τους πόρους αυτούς μπορούν να ενεργοποιηθούν και να υποστηριχθούν επενδύσεις της τάξης των 22 δισ. ευρώ σε ορίζοντα τριετίας».

Exit mobile version