search icon

Τουρισμός

Ποιοι θα πληρώσουν το «κανόνι» της Thomas Cook

Ποιους κλάδους της ελληνικής οικονομίας παρασύρει με την πτώση του ο δεινόσαυρος του παγκόσμιου τουρισμού - Τι θα γίνει με τα δάνεια των επιχειρήσεων και γιατί οι ξενοδόχοι προειδοποιούν για κίνδυνο αφελληνισμού των καταλυμάτων

Μάχη σε πολλαπλά μέτωπα δίνει ο ελληνικός τουρισμός από τις αρχές της περασμένης εβδομάδας, όταν έγινε γνωστό το μεγάλο κανόνι της Thomas Cook, του ταξιδιωτικού δεινόσαυρου με ιστορία από τον 19ο αιώνα. Ο αντίκτυπος από την κατάρρευσή της επηρεάζει στην Ελλάδα όλη την αλυσίδα του κλάδου, ο οποίος συμβάλλει άμεσα στη δημιουργία του 11,7% του ΑΕΠ με 21,6 δισ. ευρώ. Αν ληφθεί δε υπόψη και η έμμεση συμβολή του σε συνάρτηση με άλλους κλάδους της ελληνικής οικονομίας, η συνολική συμβολή του μπορεί να φτάνει κοντά στο 31% ή αλλιώς πάνω 57 δισ. ευρώ, με βάση τα στοιχεία του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ).

Ενα ενδεικτικό νούμερο για την έμμεση συμβολή του κλάδου στην ελληνική οικονομία, και μάλιστα κατά τη διάρκεια του χειμώνα, είναι το γεγονός ότι μόνο για τη διετία 2017-2018 οι ελληνικές ξενοδοχειακές επιχειρήσεις επένδυσαν 1,6 δισ. ευρώ για την ανακαίνιση των μονάδων τους, σύμφωνα με τον πρόεδρο του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου Ελλάδος Αλέξαν­δρο Βασιλικό.

Το λουκέτο της Thomas Cook βρίσκει μεγάλους χαμένους, κυρίως, τους ξενοδόχους, τους τουριστικούς πράκτορες-συνεργάτες του ομίλου, αλλά και σειρά άλλων κλάδων όπως η εστίαση, οι μεταφορές, τα τουριστικά λεωφορεία, εταιρείες ενοικίασης αυτοκινήτων, εταιρείες διοργάνωσης εκδρομών, ακόμη και εξειδικευμένες μικρές εταιρείες που σχετίζονται με ξεναγήσεις, αθλητικές δραστηριότητες, θαλάσσια αναψυχή κ.λπ. Σε αυτή τη φάση ουδείς γνωρίζει ποιο είναι το ύψος των δανείων που κινδυνεύουν να κοκκινίσουν, και μάλιστα απροσδόκητα. «Είχαμε πει από την πρώτη στιγμή ότι το ζήτημα είναι συστημικό», δηλώνει στο «ΘΕΜΑ» o πρόεδρος του ΣΕΤΕ Γιάννης Ρέτσος, την ίδια στιγμή που ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ξενοδόχων Γρηγόρης Τάσιος κάνει λόγο για «εθνικό θέμα», τονίζοντας ότι «ελλοχεύει ο κίνδυνος αφελληνισμού των καταλυμάτων εξαιτίας των δανείων που έχουν πάρει οι ιδιοκτήτες τους».

Πιο αισιόδοξος για τον ελληνικό τουρισμό με ορίζοντα το 2020 εμφανίζεται ο κ. Σεμπάστιαν Εμπελ, ο Νο 2 της TUI, ο οποίος ήρθε προχθές Παρασκευή στη χώρα μας για συναντήσεις τόσο με την ηγεσία του υπουργείου Τουρισμού όσο και με Ελληνες ξενοδόχους. «Το κενό των τουριστών μπορεί να καλυφθεί την επόμενη χρονιά, ενώ ήδη πραγματοποιούμε συζητήσεις με Ελληνες ξενοδόχους ακόμη και για συμφωνίες μέσα στον Οκτώβριο. Είμαστε εδώ για να κάνουμε συμφωνίες επωφελούς συνεργασίας για όλες τις πλευρές», ανέφερε χαρακτηριστικά ενώ σε ερώτηση του «ΘΕΜΑτος» για το αν υπάρχει και επενδυτικό ενδιαφέρον για περισσότερα ιδιόκτητα ξενοδοχεία στην Ελλάδα απάντησε: «Αυτό είναι δεδομένο και το έχουμε αποδείξει. Υπάρχουν ευκαιρίες, ωστόσο αυτό θα έρθει σε δεύτερο χρόνο. Προέχει να διαχειριστούμε την έκτακτη κατάσταση σε όλους τους προορισμούς».

Ο πρώτος λογαριασμός

Σε μια πρώτη αποτίμηση των ζημιών, το μέγεθος των οποίων πάντως είναι δύσκολο να προσδιοριστεί δεδομένου ότι πλήττεται μεγάλη μερίδα επαγγελματιών πέραν των ξενοδόχων, γίνεται λόγος για ανοίγματα του ταξιδιωτικού οργανισμού σε ελληνικές τουριστικές επιχειρήσεις από 200 εκατ. έως 230 εκατ. ευρώ, με βάση τουλάχιστον τα νούμερα που φτάνουν στα γραφεία των τραπεζών. Κορυφαίο τραπεζικό στέλεχος σχολίαζε στο «ΘΕΜΑ» ότι το μεγάλο λουκέτο «χτυπά κατά κύριο λόγο μεσαίες και μικρότερες οικογενειακές επιχειρήσεις, τη ραχοκοκαλιά του κλάδου, ενώ για τους μεγάλους που επηρεάζονται οι επιπτώσεις έχουν να κάνουν περισσότερο με το ροκάνισμα της κερδοφορίας τους».

Επιπλέον, όπως επισημαίνει ο κ. Νίκος Χαλκιαδάκης, πρόεδρος της Ενωσης Ξενοδόχων Ηρακλείου, η οποία υφίσταται το μεγαλύτερο μέρος των απωλειών από τους ελληνικούς προορισμούς, «ουσιαστικά δεν υπήρχαν ασφαλιστήρια συμβόλαια για τις συμβάσεις με την Τhomas Cook», αφού η συμφωνία με τον οργανισμό που εξυπηρετούσε συνολικά 22 εκατομμύρια πελάτες σε ετήσια βάση θεωρούνταν κάτι σαν ομόλογο.

Ενα μεγάλο μέτωπο σχετίζεται με το κλείσιμο νέων συμβολαίων από τους ξενοδόχους με άλλους tour operators, δεδομένου ότι ο οργανισμός διακινούσε στη χώρα μας πάνω από 2,5 εκατομμύρια επισκέπτες επί του συνόλου των 22 εκατομμυρίων πελατών του.

Οι αεροπορικές συνδέσεις

Ετερο, εξίσου μεγάλο μέτωπο είναι η κάλυψη των εκατοντάδων χιλιάδων αεροπορικών θέσεων για την επόμενη τουριστική σεζόν από άλλες αεροπορικές μετά το κενό των πτήσεων της Thomas Cook, με το δεδομένο ότι οι αεροπορικές συνδέσεις επηρεάζουν τα μέγιστα την τουριστική κίνηση της χώρας, αφού, ως γνωστόν, το 66% των ξένων επισκεπτών στην Ελλάδα έρχεται αεροπορικώς. Ειδικά όσον αφορά τις αεροπορικές θέσεις που αφήνει κενές ο όμιλος, με βάση τα πρώτα στοιχεία από τον πρόωρο προγραμματισμό για το 2020, πλήττονται 38 χώρες με μείον 8,6 εκατομμύρια αεροπορικές θέσεις. Ειδικά, η χώρα μας χάνει 610.000 αεροπορικές θέσεις έως τα τέλη Αυγούστου του 2020, με βάση τον σημερινό πάντα προγραμματισμό.

Η εξίσωση για τις αεροπορικές, προκειμένου κυρίως να καλυφθεί το μεγάλο κενό από τη Μεγάλη Βρετανία, δεν θα είναι εύκολη, αφού ήδη πριν από το μεγάλο κανόνι της Thomas Cook Αγγλίας είχαν τον μεγάλο πονοκέφαλο του Brexit, κάτι που δεν έχουν πάψει να επαναλαμβάνουν τον τελευταίο καιρό οι μεγαλύτεροι παίκτες της αγοράς όπως η Ryanair και η easyJet. Από την πλευρά της Aegean, η οποία τα τελευταία χρόνια ακολουθεί σταθερή πολιτική με λελογισμένη αύξηση της χωρητικότητας και νέους προορισμούς του εξωτερικού, φαίνεται ότι υπάρχει η ευελιξία για τον προγραμματισμό του επόμενου καλοκαιριού (από το 2020 ο όμιλος αρχίζει την παραλαβή και των νέων αεροσκαφών νέας γενιάς της οικογένειας Airbus A320neo), ανάλογα με τις ανάγκες κάθε προορισμού.

Με ενδιαφέρον αναμένονται από το Ηνωμένο Βασίλειο και οι κινήσεις της British Airways, η οποία, ενώ παλιότερα είχε στο επίκεντρο της στρατηγικής της στην Ελλάδα μόνο την Αθήνα, την τελευταία διετία έχει ξεκινήσει να αναπτύσσεται και σε αεροδρόμια της περιφέρειας. Το δεύτερο μεγάλο κανόνι και της γερμανικής Thomas Cook, που ακολούθησε στα μέσα της περασμένης εβδομάδας, είναι εύλογο ότι φέρνει τον κλάδο μπροστά στο χειρότερο δυνατό σενάριο, έστω κι αν φαίνεται ότι διασώζονται από τη Γερμανία, με δάνειο-γέφυρα 380 εκατ. ευρώ, η αεροπορική Condor και το σκανδιναβικό παρακλάδι του ταξιδιωτικού κολοσσού, ενώ κατέρρευσαν τα παρακλάδια του οργανισμού σε Ολλανδία, Βέλγιο, Πολωνία και Αυστρία. Οι τουριστικοί φορείς παρακολουθούν μέρα με τη μέρα τις εξελίξεις ανά την Ευρώπη, με το βλέμμα στραμμένο κυρίως στη Γερμανία και στις προσπάθειες που γίνονται εκεί να βρεθεί μια λύση ώστε να τεθούν σε επαναλειτουργία δραστηριότητες του ομίλου, έστω και μέσα από άλλη νομική ή εταιρική οντότητα.

Οι tour operators παίρνουν θέση

Μέσα στη γενικευμένη κατάσταση συναγερμού που έχουν σημάνει οι Ελληνες ξενοδόχοι προκειμένου να αντιμετωπίσουν τα άμεσα ζητήματα, καταρχάς, της ομαλής φιλοξενίας και επαναπατρισμού όσων επισκεπτών εγκλωβίστηκαν στη χώρα, της διευθέτησης υποχρεώσεων σε προμηθευτές, καθώς και εξόφληση οφειλών σε ΦΠΑ, ασφαλιστικές εισφορές κ.τ.λ., έχουν ήδη ξεκινήσει οι επαφές με άλλους tour operators προκειμένου να καλυφθεί το κενό της επόμενης χρονιάς.

Κεντρικό ρόλο, όπως είναι φυσικό, έχει η TUI, ο ισχυρότερος ταξιδιωτικός όμιλος αυτή τη στιγμή στην Ευρώπη. Η προχθεσινή παρουσία στην Αθήνα του κ. Εμπελ, ο οποίος είναι υπεύθυνος για το κομμάτι των joint ventures, τις συνεργασιες με τους ξενοδόχους, την κρουαζιέρα και τις εμπειρίες του οργανισμού, δείχνει ακριβώς την ψήφο εμπιστοσύνης που χαίρει ο ελληνικός τουρισμός από τον ταξιδιωτικό κολοσσό, ο οποίος δηλώνει ότι «η Ελλάδα αποτελεί τη δεύτερη καλύτερη αγορά στην Ευρώπη, μετά την Ισπανία».

Ο κ. Εμπελ, σε μια προσπάθεια αποτίμησης της νέας κατάστασης, είχε συναντήσεις με την ηγεσία του υπουργείου Τουρισμού, με εκπροσώπους των εγχώριων τουριστικών φορέων αλλά και με τους επιτελείς της Atlantica Hellas του κ. Νικολή Νικολαΐδη, της εταιρείας που θεωρείται το δεξί χέρι του γερμανικού κολοσσού στην Ελλάδα. Ο επικεφαλής της TUI προτάσσει και αυτός το θέμα των αεροπορικών συνδέσεων για τη χώρα μας, η οποία έχει την ιδιαιτερότητα, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο ίδιος, της πιο δύσκολης πρόσβασης σε σχέση, π.χ., με την Τουρκία, ιδίως φέτος που λείπουν από την αγορά αεροπλάνα μετά και την απομάκρυνση των μοντέλων της Boeing 737 Max. «Ο στόχος για όλους τους εμπλεκομένους θα πρέπει να εστιάσει στο να καλυφθεί το κενό που αφήνει η Thomas Cook στο 100%. Ωστόσο, σε τι βαθμό θα καλυφθεί αυτό το κενό μέσα στον Οκτώβριο -που είναι και το πιο δύσκολο- θα εξαρτηθεί από τη διαθεσιμότητα των αεροπλάνων και τις συχνότητες των δρομολογίων, ενώ πιο εύκολος είναι ο προγραμματισμός για το καλοκαίρι του 2020», επισημαίνει ο κ. Εμπελ. Πάντως, η ΤUI ήδη προχώρησε στις πρώτες συμφωνίες στην Τουρκία για άμεσα πακέτα και προς την ίδια κατεύθυνση είναι και η Ελλάδα.

Ο αριθμός των τουριστών που φέρνει φέτος στη χώρα μας ο όμιλος αναμένεται να διαμορφωθεί στα ίδια επίπεδα με πέρυσι, ήτοι στα 3 εκατομμύρια. Η ειδοποιός διαφορά φέτος είναι η αύξηση κατά 18% στα νούμερα των προσεγγίσεων της κρουαζιέρας, δεδομένου ότι η TUI έχει ενισχύσει σημαντικά το εν λόγω κομμάτι.

Ενας από τους ταξιδιωτικούς οργανισμούς της Βρετανίας που σπεύδουν ετοιμάζονται να ενισχύσουν τη θέση τους στη χώρα μας είναι η Jet2holidays. Ο CEO του ομίλου Στίβεν Χίπι, ο οποίος βρίσκεται τα τελευταία επτά χρόνια στο τιμόνι της Jet2 και Jet2holidays, είχε επίσης συνάντηση στα μέσα Σεπτεμβρίου -προτού προκύψει το ζήτημα της Thomas Cook- με τον υπουργό Τουρισμού Χάρη Θεοχάρη προκειμένου να συζητήσουν τη νέα στρατηγική του ομίλου στην Ελλάδα εν όψει και του Brexit, ως ένας από τους βασικούς παίκτες για τη χώρα μας στην αγορά της Βρετανίας. H Jet2 διαθέτει σημαντική δραστηριότητα τόσο στο κομμάτι των ταξιδιών όσο και των αερομεταφορών, ενώ είναι μεγάλο το μερίδιο που κατέχει στη βρετανική τουριστική αγορά. Ειδικά στη χώρα μας ο όμιλος εμπλουτίζει συνεχώς τα τελευταία χρόνια το πρόγραμμά του για το «ελληνικό καλοκαίρι», ενώ έχει ήδη προχωρήσει στις πρώτες ανακοινώσεις για τη σεζόν του 2020 εντάσσοντας νέα δρομολόγια και πτήσεις σε Κρήτη, αλλά και Ιόνιο με προορισμούς την Κεφαλονιά, το Ακτιο κ.τ.λ.

Επισημαίνεται ότι η αεροπορική του ομίλου, Jet2.com, ξεκινώντας το 2003 είναι, όπως αναφέρει η εταιρεία, ο τρίτος μεγαλύτερος βρετανικός αερομεταφορέας, πραγματοποιώντας οικονομικές πτήσεις από 9 βάσεις στο Ηνωμένο Βασίλειο σε πάνω από 60 προορισμούς σε όλη την Ευρώπη, με στόλο άνω των 100 αεροσκαφών. Με βάση τα ίδια στοιχεία, η Jet2holidays είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος βρετανικός tour operator.

Στους μικρότερους βρετανικούς tour operators οι οποίοι ήδη έχουν πραγματοποιήσει επαφές τις τελευταίες ημέρες με Ελληνες ξενοδόχους περιλαμβάνονται επίσης η On the Beach, με σημαντική παρουσία στις διαδικτυακές κρατήσεις, η ανερχόμενη British Airways Holidays, η οποία μάλιστα έσπευσε να ακολουθήσει επιθετική πολιτική προσφορών έως την 1η Οκτωβρίου εντάσσοντας και τη χώρα μας σε αυτές κ.ά.

«Ενα ζήτημα που απασχολεί τον κλάδο είναι ότι όσοι Ελληνες ξενοδόχοι είχαν συμβόλαια με την Thomas Cook θα πρέπει να βγουν στην αγορά αναζητώντας νέους συνεργάτες σε μια περίοδο που ήδη έχουν κλειστεί συμβόλαια για το 2020, άρα είναι ζήτημα οι όροι και οι τιμές που θα εξασφαλίσουν και το αν θα είναι σε ανταγωνιστικό πλαίσιο», σχολιάζει στο «ΘΕΜΑ» ο πρόεδρος της Ενωσης Ξενοδόχων Κέρκυρας Χαράλαμπος Βούλγαρης.

Επ’ αυτού ο κ. Εμπελ της TUI, η οποία, όπως προαναφέρθηκε, έχει να παίξει κεντρικό ρόλο, εμφανίζεται καθησυχαστικός και αναφέρει: «Οι σχέσεις μεταξύ ξενοδόχων και tour operators θα πρέπει να είναι αμοιβαία επωφελείς. Δεν χρειάζεται πανικός, το ελληνικό τουριστικό προϊόν είναι πολύ ανταγωνιστικό και οι Ελληνες ξενοδόχοι θα πρέπει να επιδιώξουν μακροπρόθεσμες συνεργασίες».

Τα σχέδια που έμειναν… στα σχέδια

Ενδιαφέρον έχουν και τα σχέδια της Thomas Cook για την Ελλάδα για τη σεζόν του 2020 που έμειναν στα σχέδια…

Εκτός των δραστηριοτήτων στο κομμάτι των πακέτων, ο όμιλος είχε πάρει την απόφαση να ενισχύσει τον τομέα των ιδιόκτητων ξενοδοχείων του στις αγορές της Μεσογείου -μεταξύ των οποίων η Ελλάδα- μέσω της Thomas Cook Hotels & Resorts, ήτοι του ξενοδοχειακού τμήματος του Thomas Cook Group, ώστε να βελτιώσει το περιθώριο κέρδους, δεδομένων των υψηλών ζημιών που είχαν ενισχυθεί ήδη από πέρυσι.

Στην Ελλάδα το χαρτοφυλάκιο των ξενοδοχείων με τα brands του ομίλου έφτανε τα 48, εκ των οποίων τα 4 ήταν ιδιόκτητα, στο πλαίσιο ακριβώς του καινούριου σχεδιασμού. Τώρα, όμως, με τα νέα δεδομένα, νέες συμφωνίες είτε για καινούριες συνεργασίες είτε για εξαγορές φαίνεται να είναι μονόδρομος. Μόλις πριν από λίγες ημέρες, την 11η Σεπτεμβρίου, η Thomas Cook ανακοίνωνε την ψήφο εμπιστοσύνης και τη συνέχιση των επενδύσεών της στη χώρα μας, καθώς μετά το πρόσφατο άνοιγμα του τρίτου ξενοδοχείου της αλυσίδας Cook’s Club στην Ελλάδα στη Ρόδο, θα προχωρήσει σε νέες επενδύσεις για τη βελτίωση των ξενοδοχειακών μονάδων της στο νησί: «Με την Ελλάδα να αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους προορισμούς της Thomas Cook Hotels & Resorts, ο όμιλος κατατάσσεται ανάμεσα στα μεγαλύτερα ξενοδοχειακά συγκροτήματα της χώρας, διαθέτοντας 8 διαφορετικά brands».

Μάλιστα επιτελείς του ομίλου μαζί με στελέχη της κινεζικής Fosun, του μεγαλομετόχου του ομίλου που είχε αναλάβει και ενεργό ρόλο στο αρχικό σχέδιο διάσωσης με 900 εκατ. λίρες από κοινού με τις τράπεζες -προτού προκύψει η ανάγκη για επιπλέον ρευστότητα 200 εκατ. λιρών που οδήγησε τελικά και στην κατάρρευση-, είχαν προγραμματίσει μέσα στον Οκτώβριο να επισκεφτούν τα μεγάλα ξενοδοχεία του ομίλου σε Ρόδο και Κω, τα οποία μάλιστα, κατά τις πληροφορίες, είχαν υψηλή πληρότητα έως και το τέλος Οκτωβρίου. Πληροφορίες από πηγές του ομίλου αναφέρουν ότι για τη σεζόν του 2019 στη χώρα μας τα νούμερα ήταν ελαφρώς μειωμένα σε σύγκριση με πέρυσι, δεδομένου ότι ήδη από τις αρχές του καλοκαιριού η Thomas Cook είχε προχωρήσει σε επαναδιαπραγματεύσεις με τους Ελληνες ξενοδόχους. Αντίστοιχα με ελαφρά μείωση στα πακέτα -1,45 εκατ. στον αριθμό τους για την Ελλάδα- ήταν ο πρώτος προγραμματισμός για τη σεζόν του 2020, με τον όμιλο να ελπίζει ότι θα αντισταθμίσει τις επιδόσεις από την ποσότητα μέσω της ποιότητας, με τα νέα ιδιόκτητα ξενοδοχεία των υψηλότερων κατηγοριών.

Συναγερμός στις τράπεζες

Την ίδια στιγμή, συναγερμός έχει σημάνει και στις τράπεζες για τα δάνεια των ξενοδόχων. Οπως αναφέρουν οι πληροφορίες, πρόκειται για έναν από τους μεγάλους πονοκεφάλους που έχει να αντιμετωπίσει το οικονομικό επιτελείο, εν μέσω της εντεινόμενης πίεσης από πλευράς του ξενοδοχειακού κλάδου για άμεσα μέτρα -από χθες-, όπως τονίζουν χαρακτηριστικά οι φορείς μέσα από τα επίσημα όργανά τους, τον ΣΕΤΕ, το Ξενοδοχειακό Επιμελητήριο και την Πανελλήνια Ομοσπονδία Ξενοδόχων.

Μεγάλο ερώτημα παραμένει το ύψος των δανείων που κινδυνεύουν να κοκκινίσουν ξαφνικά, και μάλιστα έπειτα από μια περίοδο κατά την οποία ο κλάδος είχε βελτιώσει τους δείκτες του μετά το ανοδικό σερί της τελευταίας εξαετίας. Αυτός, άλλωστε, μαζί με το μεγάλο επενδυτικό ενδιαφέρον από την Ελλάδα και το εξωτερικό είναι και ο λόγος για τον οποίο οι τράπεζες τείνουν ευήκοα ώτα στον τουριστικό κλάδο, σε σύγκριση με άλλους αντίστοιχους της ελληνικής οικονομίας, για νέες χρηματοδοτήσεις. Από την πλευρά του, ο ΣΕΤΕ, ο οποίος από τις αρχές της εβδομάδας, όταν έσκασε το μεγάλο κανόνι, έχει ετοιμάσει συγκεκριμένες προτάσεις, ήδη έθεσε το θέμα στην Ελληνική Ενωση Τραπεζών. Δεδομένου ότι μεγάλη μερίδα επιχειρηματιών έχει απλήρωτα υπόλοιπα από την Thomas Cook για την περίοδο του καλοκαιριού (από τα μέσα Ιουλίου και μετά, καθώς η Thomas Cook είχε αυξήσει το περιθώριο των πληρωμών, σε πολλές περιπτώσεις, για περίοδο άνω των 60 ημέρων), προκύπτει μείζον ζήτημα με τα υπόλοιπα δανείων και τις οφειλές, ενώ μία ακόμη παράμετρος αφορά το γεγονός ότι πολλοί ξενοδόχοι είχαν δώσει ως εξασφαλίσεις στις τράπεζες, έναντι των δανείων, τις συμφωνίες με τον ταξιδιωτικό όμιλο.

Σημειωτέον ότι επί του συνόλου των επιχειρηματικών δανείων (124,9 δισ. ευρώ στο τέλος του 2018) τα δάνεια σε καταλύματα είναι περίπου 7,5 δισ. ευρώ και από αυτά το 35,2% χαρακτηρίζεται μη εξυπηρετούμενο άνοιγμα (σε αυτό περιλαμβάνονται και οφειλές με αυξημένη πιθανότητα καθυστέρησης). Το νούμερο είναι κατά πολύ χαμηλότερο σε σχέση με μία τριετία πριν, το 2016, όταν τα μισά από τα δάνεια των καταλυμάτων χαρακτηρίζονταν «μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα». Ωστόσο, όπως χαρακτηριστικά επισημαίνεται και από την Τράπεζα της Ελλάδος στην τελευταία της έκθεση, «προβληματίζει το γεγονός ότι ο κλάδος του τουρισμού παρουσιάζει υψηλό ποσοστό μη εξυπηρετούμενων δανείων παρά τον εξωστρεφή χαρακτήρα, την ανοδική του πορεία και τη συμβολή του στο ΑΕΠ».

Το τσουνάμι της Thomas Cook, όπως επισημαίνουν τραπεζικές πηγές στο «ΘΕΜΑ», φαίνεται ότι χτυπά κατά κύριο λόγο μεσαίες και μικρότερες οικογενειακές επιχειρήσεις, τη ραχοκοκαλιά του κλάδου, ενώ όσον αφορά τους μεγάλους που επηρεάζονται (το φάσμα των ξενοδόχων που πλήττονται είναι πολύ μεγάλο) χτυπάει περισσότερο στην κερδοφορία τους. Ειδικά, πάντως, για τις μικρότερες και μεσαίες επιχειρήσεις που έχουν αποκλειστικότητα και χάνουν τις πωλήσεις της σεζόν, αφού υπάρχουν υποχρεώσεις του οργανισμού για την υψηλή σεζόν, και δη μέσα στο δίμηνο Ιουλίου – Αυγούστου, «τίθεται θέμα βιωσιμότητας», επισημαίνουν οι ίδιες πηγές.

Exit mobile version