Η συζήτηση γύρω από τις ελληνικές τράπεζες εστιάζει συνήθως στην οργανική πιστωτική επέκταση, στις αποδόσεις κεφαλαίου και στη διανομή μερισμάτων. Ωστόσο, όπως επισημαίνει η Jefferies, υπάρχει ένα λιγότερο ορατό αλλά δυνητικά ουσιαστικό πεδίο, το οποίο δεν έχει ενσωματωθεί στους επιχειρηματικούς σχεδιασμούς και λειτουργεί ως καθαρά συμπληρωματική πηγή ανάπτυξης. Πρόκειται για την αγορά επαναγοράς δανείων, που σήμερα βρίσκονται εκτός τραπεζικών ισολογισμών και εξυπηρετούνται από εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων.
Παρά το γεγονός ότι η πιστωτική ανάπτυξη στην Ελλάδα παραμένει η υψηλότερη στην Ευρώπη, οι αναλυτές της Jefferies σημειώνουν ότι η συγκεκριμένη αγορά θα μπορούσε να προσθέσει επιπλέον όγκο δανείων, πέραν της προβλεπόμενης ετήσιας αύξησης της τάξης του 7%-8% για την επόμενη τριετία. Η σημασία της έγκειται ακριβώς στο ότι δεν αποτελεί βασικό μοχλό του επενδυτικού αφηγήματος, αλλά μια πρόσθετη επιλογή αξιοποίησης κεφαλαίων, εφόσον πληρούνται αυστηρά ποιοτικά κριτήρια.
Η αφετηρία αυτής της συζήτησης βρίσκεται στον όγκο των δανείων που διαχειρίζονται σήμερα οι εταιρείες εξυπηρέτησης απαιτήσεων. Σύμφωνα με στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, περίπου 80 δισ. ευρώ δανείων βρίσκονται σε καθεστώς διαχείρισης εκτός τραπεζικών ισολογισμών. Το μεγαλύτερο μέρος αυτών αφορά μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα που είχαν απομακρυνθεί από τις τράπεζες τα προηγούμενα χρόνια, συμπεριλαμβανομένων δανείων που καλύφθηκαν από το Ελληνικό Σχήμα Προστασίας Ενεργητικού.
Η πραγματική δεξαμενή που θα μπορούσε να επιστρέψει στις τράπεζες είναι σαφώς μικρότερη. Η Jefferies επισημαίνει ότι μόνο ένα περιορισμένο ποσοστό αυτών των ανοιγμάτων έχει πλέον χαρακτηριστεί ως εξυπηρετούμενο, ενώ ακόμη λιγότερα έχουν απαλλαγεί πλήρως από την κατηγοριοποίηση προβληματικού ανοίγματος. Με βάση τόσο τα εποπτικά στοιχεία όσο και την εικόνα που μεταφέρουν οι ίδιες οι τράπεζες, το εύρος της αγοράς επαναγοράς που θα μπορούσε να επανέλθει στους ισολογισμούς τους εκτιμάται μεταξύ 10 και 20 δισ. ευρώ.
Ο βασικός λόγος που αυτή η αγορά παραμένει σε μεγάλο βαθμό ανενεργή σχετίζεται με τη στάση των ρυθμιστικών αρχών. Η εμπειρία της προηγούμενης δεκαετίας, όταν τα προβληματικά δάνεια προσέγγισαν το μισό του συνολικού χαρτοφυλακίου, έχει οδηγήσει σε αυξημένη επιφυλακτικότητα. Οι εποπτικές αρχές απαιτούν σαφείς αποδείξεις ότι τα δάνεια που θα επιστρέψουν είναι υψηλής ποιότητας, με πλήρη τεκμηρίωση και σταθερή συμπεριφορά εξυπηρέτησης.
Στο υφιστάμενο πλαίσιο, η επαναγορά δανείων επιτρέπεται μόνο σε επίπεδο μεμονωμένου δανειολήπτη, με πλήρη νέα πιστοδοτική αξιολόγηση, όπως ακριβώς θα συνέβαινε με έναν νέο πελάτη. Αυτή η προσέγγιση περιορίζει την ταχύτητα και την αποδοτικότητα της διαδικασίας, αν και η Jefferies σημειώνει ότι ενδέχεται να υπάρξει μεταβολή το 2026, με μεγαλύτερη αποδοχή συναλλαγών σε επίπεδο χαρτοφυλακίων.
Μέσα σε αυτό το απαιτητικό πλαίσιο, η Εθνική Τράπεζα ξεχωρίζει ως η πλέον κατάλληλη για να κινηθεί πρώτη. Η Jefferies τονίζει ότι ο συνδυασμός υψηλού πλεονάζοντος κεφαλαίου και εσωτερικών δυνατοτήτων διαχείρισης δημιουργεί σαφές πλεονέκτημα. Η Εθνική είναι η μόνη συστημική τράπεζα που διατήρησε εντός του ομίλου τη μονάδα διαχείρισης προβληματικών ανοιγμάτων, σε αντίθεση με τις υπόλοιπες που βασίζονται σε εξωτερικούς παρόχους υπηρεσιών έναντι αμοιβής.
Η διαφορά αυτή αποκτά ιδιαίτερη σημασία όταν εξετάζεται το καθαρό οικονομικό αποτέλεσμα τέτοιων κινήσεων. Όπως επισημαίνει ο οίκος, άλλες τράπεζες επιβαρύνονται με κόστος διαχείρισης και προστασίας πιστωτικού κινδύνου, περιορίζοντας την απόδοση μιας κατά τα άλλα περιορισμένης αναπτυξιακής ευκαιρίας. Αντίθετα, η Εθνική διαθέτει τόσο το κεφαλαιακό απόθεμα όσο και τη λειτουργική υποδομή για να αξιοποιήσει επιλεκτικά την αγορά επαναγοράς δανείων, χωρίς να μεταβάλει το προφίλ κινδύνου της.
Στο ίδιο πλαίσιο, η Jefferies διατηρεί σύσταση αγοράς και για τις τέσσερις συστημικές τράπεζες, με τιμή στόχο τα 15,50 ευρώ για την Εθνική Τράπεζα, τα 4,15 ευρώ για την Alpha Bank τα 4,25 ευρώ για τη Eurobank και τα 8,60 ευρώ για την Τράπεζα Πειραιώς, υπογραμμίζοντας ότι η αγορά επαναγοράς δανείων αποτελεί μια πρόσθετη, αλλά όχι καθοριστική, πτυχή του συνολικού επενδυτικού αφηγήματος.
Διαβάστε ακόμη
Μήνυση και αγωγή 5 δισ. κατά του BBC κατέθεσε ο Τραμπ για συκοφαντική δυσφήμιση
Προϋπολογισμός 2026: Με νέες παροχές 1,76 δισ. ευρώ ψηφίζεται στη Βουλή
Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο Θέμα
