Από τις θεματικές συλλογές του που ταξίδεψαν σε περισσότερες από τριάντα χώρες έως τον σχεδιασμό των μέσων μεταφοράς της Αθήνας άφησε άμεσο αποτύπωμα στην καθημερινότητα.
Η διαδρομή αυτή ξεκίνησε ήδη από τη δεκαετία του 1960, όταν οι συλλογές του άρχισαν να κυκλοφορούν εκτός Ελλάδας και να παρουσιάζονται σε μεγάλα πολυκαταστήματα του εξωτερικού.
Οι θεματικές συλλογές ως στρατηγική
Η διεθνής αυτή παρουσία βασίστηκε σε θεματικές συλλογές με σαφή αναφορά στην ιστορία, την τέχνη και την παγκόσμια κουλτούρα: αττικά αγγεία, βυζαντινά χειρόγραφα, ρωσικά μοτίβα, αφρικανικές φόρμες, Ιμπρεσιονιστές, τον Ελ Γκρέκο και φυσικά τον Γιάννη Γαΐτη. Όπως ο ίδιος εξήγησε, το 2017, σε συνέντευξή του στο archisearch.gr, η επιλογή των θεμάτων δεν υπήρξε αισθητική πολυτέλεια αλλά στρατηγική ανάγκη: «Υπήρξα ο πρώτος που είχα την τύχη στον κόσμο να κάνω θεματικές συλλογές. Τις έκανα λόγω πενίας… Έπρεπε να βρω τρόπους να ταράξω το ενδιαφέρον στον διεθνή χώρο».
Κεντρικός άξονας της δουλειάς του υπήρξε το χρώμα, όχι ως διακόσμηση αλλά ως δομικό εργαλείο. Άλλοτε ξεκινούσε από το θέμα και αντλούσε τα χρώματα από έργα τέχνης, όπως στη συλλογή των Ιμπρεσιονιστών στις αρχές της δεκαετίας του 1970 και άλλοτε ξεκινούσε από το ίδιο το χρώμα, αξιοποιώντας τάσεις όπως τη χρήση του χρώματος, τη στιγμή που η αγορά είχε ήδη κουραστεί από επαναλαμβανόμενες παλέτες. «Πάντα λέω πως μεγάλος σχεδιαστής είναι το καταναλωτικό κοινό, από τη χρήση προκύπτει το τι έρχεται μετά», έλεγε.
Ο ίδιος συνήθιζε να λέει ότι τρία έργα τον «καταδίωκαν» περισσότερο από κάθε άλλο: οι στολές της Ολυμπιακής, της Αστυνομίας και οι σχολικές ποδιές. «Συναντώ ακόμη ανθρώπους που μου λένε ότι φορούσαν τη σχολική ποδιά που είχα σχεδιάσει», ανέφερε χαρακτηριστικά στο archisearch.gr.
Για την Ολυμπιακή, μάλιστα, αναγνώρισε ότι η ωραιότερη συλλογή που παρουσιάστηκε ποτέ ήταν εκείνη του Pierre Cardin, προσθέτοντας ότι η δική του πρόταση υπήρξε «εύχρηστη και σημαντική», χωρίς τη σχεδιαστική δύναμη του Γάλλου δημιουργού. Η συνεργασία του με την Ολυμπιακή προέκυψε έπειτα από προσωπική του πρόταση προς τη διοίκηση και τη θετική ανταπόκριση του Αριστοτέλη Ωνάση, ο οποίος προτίμησε έναν Έλληνα σχεδιαστή για τις στολές, παρότι εκείνες του Cardin ήταν μόλις δύο ετών.
Αντί για μία ενιαία στολή, ο Τσεκλένης σχεδίασε μια πλήρη γκαρνταρόμπα για τις αεροσυνοδούς, από παλτό και φορέματα έως μπότες, τσάντες και αξεσουάρ, ενώ οι βαμβακερές ποδιές για την εξυπηρέτηση των επιβατών ήταν σχεδιασμένες ώστε να διπλώνονται εύκολα και να φοριούνται πρακτικά κατά τη διάρκεια της εργασίας. Το 1988, η συνεργασία αυτή επεκτάθηκε και στον σχεδιασμό των εσωτερικών χώρων ολόκληρου του στόλου της Ολυμπιακής.
Δημόσιος χώρος και μετακίνηση
Από τη μόδα, ο Τσεκλένης πέρασε συστηματικά στον σχεδιασμό του δημόσιου χώρου και των μέσων μεταφοράς. Στα τέλη της δεκαετίας του 1990 σχεδίασε το εσωτερικό των νέων τρένων του ΟΣΕ, από τις χρωματικές επιλογές και τα υλικά μέχρι τα υφάσματα των καθισμάτων και τις κουρτίνες, ενώ στα InterCity τρένα εισήγαγε, για πρώτη φορά στην Ελλάδα, παιδικό χώρο και WC για άτομα με αναπηρία σε κάθε βαγόνι.
Λίγο αργότερα ανέλαβε τον σχεδιασμό των τρόλεϊ και των αστικών λεωφορείων της Αθήνας. Η χρωματική παλέτα δεν υπήρξε τυχαία: μπλε για τη θάλασσα, τιρκουάζ για τον ουρανό, κίτρινο για τον ήλιο, λευκό για το φως. «Αφού δε βάλαμε το χρώμα στους τοίχους, το έβαλα στα αυτοκίνητα», είχε πει χαρακτηριστικά. Παράλληλα, ήδη από το 1973, υπήρξε πρωτοπόρος στον τρόπο παρουσίασης της μόδας, με την παραγωγή μικρών ταινιών που προβάλλονταν σε κινηματογράφους και τηλεοπτικά δίκτυα σε Ευρώπη, Ιαπωνία και Αυστραλία. Τα φιλμ του, με ελληνικά θέματα και τοπία, βρίσκονται σήμερα στη βιβλιοθήκη μόδας του Μητροπολιτικού Μουσείου Τέχνης της Νέας Υόρκης.
Στον χώρο της φιλοξενίας, το Vedema Hotel στη Σαντορίνη αποτέλεσε ένα από τα πιο ολοκληρωμένα παραδείγματα της μεθόδου του. Ο Τσεκλένης επόπτευσε εξ ολοκλήρου τον σχεδιασμό, από τη χωροθέτηση έως τα υφάσματα και τα έργα τέχνης, δημιουργώντας διαφορετική χρωματική ταυτότητα για κάθε δωμάτιο. Για να εξασφαλίζεται η ενιαία εικόνα του χώρου, κατέγραψε λεπτομερείς οδηγίες για τη διάταξη των επίπλων, των υφασμάτων και των έργων τέχνης για το στήσιμο των δωματίων σε κάθε νέα τουριστική σεζόν.
Την περίοδο 1992–1993 εκπονήθηκε, με πρωτοβουλία του Γιάννη Τσεκλένη, μια πιλοτική μελέτη παραλλαγής του δικτύου της ΔΕΗ, με στόχο την απομάκρυνση των εναέριων καλωδίων που παρεμπόδιζαν τη θέα προς την καλντέρα της Σαντορίνης. Το 1994, σε συνέχεια αυτής της προσπάθειας, κινηματογραφήθηκε η ταινία «Χρέος στην ομορφιά», σε συνεργασία με τον γιο του, η οποία κατέγραφε τη Σαντορίνη πριν και μετά την αφαίρεση των καλωδίων. Με τη συνεργασία της τότε κοινότητας της Οίας, του ΥΠΕΧΩΔΕ και της ΔΕΗ, το σχέδιο υλοποιήθηκε σταδιακά και ολοκληρώθηκε γύρω στο 2000, με την απομάκρυνση περίπου 500 κολώνων. Η Οία απελευθερώθηκε από τα εναέρια καλώδια και απέκτησε ενιαία δημόσια εικόνα, σε μια από τις πιο καθοριστικές παρεμβάσεις στο τοπίο του νησιού.
Το έργο του Γιάννη Τσεκλένη λειτουργεί ως σημείο αναφοράς για σχέδια που φορέθηκαν, εφαρμόστηκαν, ενσωματώθηκαν στη δημόσια ζωή και δοκιμάστηκαν στον χρόνο. Μέσα από συλλογές, υποδομές, αντικείμενα και χώρους καθημερινής χρήσης, ο σχεδιασμός απέκτησε πρακτικό ρόλο και μετρήσιμο αποτέλεσμα.
Εξωτερική φωτογραφία: Το 1983, στο πλαίσιο της διεθνούς τάσης για ασπρόμαυρες συλλογές, ο Τσεκλένης δημιούργησε μια ασπρόμαυρη συλλογή, αφιερωμένη στον καλλιτέχνη και φίλο του Γιάννη Γαΐτη. @ archisearch.gr