Από το πλήγμα της ρωσικής αγοράς στην εντυπωσιακή αναστροφή με επίκεντρο τις ΗΠΑ, η δεύτερη γενιά ανασχεδιάζει την ταυτότητα της ελληνικής πολυτελούς φιλοξενίας.
Στην Κρήτη λένε πως οι μεγάλοι τόποι ορίζονται από τους ανθρώπους που τους οραματίστηκαν όταν εκεί υπήρχαν μόνο «θάμνοι και πρόβατα». Λίγους μήνες μετά την απώλεια του Σπύρου Κοκοτού, του ανθρώπου που έβαλε την Ελούντα στον παγκόσμιο χάρτη της πολυτέλειας, ο γιος του και Business Development Director της Elounda Collection, Ηλίας Κοκοτός, χαρτογραφεί την στρατηγική της επόμενης ημέρας.
Σε συνέντευξη που μας παραχώρησε, μιλά για τη δύσκολη συναισθηματικά «επόμενη μέρα», όπου κάθε ανακαίνιση βιώνεται ως μια μικρή απώλεια της μνήμης του πατέρα του, αλλά και για την επιτακτική ανάγκη της εξέλιξης. Αποκαλύπτει πώς ο όμιλος πέτυχε το απόλυτο turnaround, αντικαθιστώντας τη ρωσική ελίτ με την αμερικανική αγορά, καταγράφοντας ρεκόρ τζίρου και κερδοφορίας το 2025. Με ένα επενδυτικό πλάνο που αγγίζει συνολικά τα 40 εκατ. ευρώ, συνεργασίες με διεθνή brands, όπως η οικογένεια Ferragamo και το Sumosan, αλλά και «απαντήσεις» στην απόβαση των πολυεθνικών κολοσσών στην περιοχή, ο Ηλίας Κοκοτός εξηγεί πώς η δεύτερη γενιά σχεδιάζει να κρατήσει το «στέμμα» της ελληνικής φιλοξενίας για τα επόμενα 50 χρόνια.
–Bρισκόμαστε λίγους μήνες μετά την απώλεια του πατέρα σας, του ανθρώπου που μετέτρεψε την Ελούντα από έναν τόπο με «θάμνους και πρόβατα» σε παγκόσμιο προορισμό. Ποια είναι η πιο έντονη ανάμνηση που έχετε όταν περπατάτε σήμερα στους κήπους των ξενοδοχείων; Η αλήθεια είναι ότι δεν έχω μια συγκεκριμένη ανάμνηση, αλλά περισσότερο μια αίσθηση νοσταλγίας. Τα έργα αναδόμησης είναι στο DNA της Ελούντα Α.Ε, φέτος, όμως, για πρώτη φορά νιώθω ότι κάθε νέο έργο μάς απομακρύνει λίγο από στοιχεία που ήταν άρρηκτα συνδεδεμένα με τον πατέρα μου. Κάθε παρέμβαση, όσο αναγκαία κι αν είναι, αποτελεί και μια μικρή απώλεια. Στο παρελθόν γινόταν από εκείνον, ενώ φέτος γίνεται χωρίς την παρουσία του. Και αυτό είναι το συναίσθημα που κυριαρχεί: ότι απομακρυνόμαστε από εκείνον, από στοιχεία που μας συνέδεαν μαζί του. Από την άλλη, υπάρχει η λογική που μας υπαγορεύει να εκσυγχρονιζόμαστε και να προσφέρουμε πάντα κάτι καινούργιο στους επισκέπτες μας. Αυτό, άλλωστε, είναι που έχει κρατήσει την Ελούντα ως έναν από τους κορυφαίους προορισμούς του παγκόσμιου τουριστικού χάρτη πολυτελείας για πάνω από 50 χρόνια.
–Μιας και αναφέρατε τα έργα, μιλήστε μας λίγο για αυτά. Ποια είναι τα σχέδια εκσυγχρονισμού και τι καινούργιο μπορούμε να περιμένουμε από εσάς; Το 2020 ξεκινήσαμε ένα πολύ μεγάλο επενδυτικό πλάνο, άνω των 25 εκατ. ευρώ, το οποίο περιλάμβανε την πλήρη αναδόμηση του Elounda Peninsula και του Porto Elounda, ενώ σημαντικές παρεμβάσεις πραγματοποιήθηκαν και στο Elounda Mare. Την επόμενη διετία θα επενδύσουμε ακόμη 15 εκατ. ευρώ, αναδομώντας τους κοινόχρηστους χώρους του Porto Elounda και τα εναπομείναντα δωμάτια του Elounda Mare. Αυτό που θέλω να τονίσω είναι ότι το επενδυτικό μας πλάνο περιλαμβάνει πάντα και μικρές, αλλά εξαιρετικά σημαντικές λεπτομέρειες, οι οποίες στον τουρισμό υπερπολυτελείας είναι απολύτως αναγκαίες. Μας χαροποιεί ιδιαίτερα το γεγονός ότι τα οικονομικά μας αποτελέσματα δείχνουν άμεση ανταπόκριση στο επενδυτικό μας πλάνο, καθώς το 2025 έκλεισε με αύξηση 15% στον τζίρο, σημειώνοντας ρεκόρ για την εταιρεία, και με κερδοφορία που αναμένεται να ξεπεράσει τα 6 εκατ. ευρώ.
-Ο Σπύρος Κοκοτός τόλμησε να φτιάξει πισίνες δίπλα στη θάλασσα όταν οι τραπεζίτες τον έλεγαν «τρελό». Ποια είναι η δική σας «τρέλα» σήμερα; Ποιο είναι το ρίσκο που παίρνει η δεύτερη γενιά για να κρατήσει την Ελούντα στην κορυφή για τα επόμενα 50 χρόνια; Η αλήθεια είναι ότι το Elounda Mare, το μακρινό 1982, ήταν το πρώτο resort στον κόσμο με bungalows και βίλες με ιδιωτικές πισίνες. Η ιδέα αυτή ήταν τόσο πρωτοποριακή που μας σημάδεψε επιχειρηματικά, καθώς έγινε ο σκοπός της εταιρείας: να βρίσκουμε πάντα κάτι νέο να προσφέρουμε στους επισκέπτες μας. Αυτό είναι που έκανε την Ελούντα διαχρονική. Το 1992, το Porto Elounda έγινε το πρώτο ξενοδοχείο στον κόσμο που προσέφερε δωμάτια με πρόσβαση σε πισίνες και το πρώτο -και μέχρι σήμερα το μοναδικό- ξενοδοχείο στην Κρήτη με γήπεδο γκολφ. Το 2006 φέραμε στην Ευρώπη τη Six Senses Spa. Το 2016, το Elounda Peninsula έγινε το πρώτο ξενοδοχείο στη Μεσόγειο που προσέφερε παραθεριστικές κατοικίες με ιδιωτική πισίνα αλλά και δική τους αμμώδη παραλία. Το 2023 ξεκινήσαμε συνεργασία με την οικογένεια Ferragamo, ανοίγοντας στην Ελλάδα το dining concept τους, Il Borro Tuscan Bistro, ενώ έναν χρόνο αργότερα φέραμε στη χώρα μας το διεθνώς βραβευμένο ασιατικό Sumosan. Το 2025 ανοίξαμε το Racket Club, με γήπεδα τένις, padel και pickleball, σε συνεργασία με την κορυφαία εταιρεία management Lux Tennis, ενώ λανσάραμε και τα Star Events, φέρνοντας πασίγνωστους ποδοσφαιριστές και τενίστες για να παίζουν με τους πελάτες μας. Παράλληλα, ξεκινήσαμε συνεργασία με τη διάσημη διατροφολόγο Emily English. Τα αναφέρω όλα αυτά για να δείξω ότι δεν σταματάμε ποτέ. Αντιλαμβανόμαστε τις ανάγκες και προσαρμοζόμαστε συνεχώς. Ήδη στα πλάνα μας βρίσκονται δύο ακόμη πρωτοποριακές δράσεις, οι οποίες όμως δεν είναι ακόμη ανακοινώσιμες.
–Εγκαινιάσατε πρόσφατα το Μουσείο Κρητικής Λαογραφίας στο πατρικό κτήμα στις Δαφνές. Είναι αυτή η κίνηση μια προσπάθεια να κρατήσετε γειωμένη την ταυτότητα της οικογένειας και του τόπου, σε μια εποχή που ο τουρισμός κινδυνεύει να γίνει μια απρόσωπη βιομηχανία; Τα εγκαίνια του Μουσείου Κρητικής Λαογραφίας Σπύρου & Ελιάνας Κοκοτού στο πατρικό μας κτήμα στις Δαφνές δεν ήταν απλώς μια πολιτιστική πρωτοβουλία, ήταν μια βαθιά προσωπική πράξη. Ο Σπύρος Κοκοτός μεγάλωσε με αγάπη για την κρητική παράδοση και το όραμά που μοιράστηκε με την μητέρα μας ήταν πάντα να διασώσουν και να αναδείξουν αυτόν τον πλούτο. Το μουσείο στεγάζεται σε ένα αναπαλαιωμένο νεοκλασικό κτήριο του 19ου αιώνα και φιλοξενεί συλλογή από παραδοσιακά υφάσματα, υφαντά και εικόνες, αντικείμενα που μαρτυρούν την καθημερινή ζωή και την αισθητική της Κρήτης του παρελθόντος. Σε μια εποχή όπου ο τουρισμός συχνά κινδυνεύει να γίνει απρόσωπη βιομηχανία, το μουσείο λειτουργεί ως γέφυρα ανάμεσα στη μνήμη του τόπου μας και το μέλλον του, κρατώντας ζωντανή την ταυτότητα της οικογένειας και της Κρήτης.
-Η Ελούντα ήταν για χρόνια το «σπίτι» της ρωσικής ελίτ. Μετά τις γεωπολιτικές εξελίξεις, είδαμε μια εντυπωσιακή στροφή προς την αμερικανική αγορά. Πόσο δύσκολο ήταν να αλλάξετε το «λογισμικό» των υπηρεσιών σας; Ως εταιρεία προσπαθούσαμε πάντα να κρατάμε ισορροπία στις αγορές, θέτοντας ως μέγιστο όριο εξάρτησης το 25% από οποιαδήποτε αγορά. Ο λόγος ήταν ακριβώς αυτός: αν συνέβαινε κάτι σε μία αγορά, να μπορούμε σε σύντομο χρονικό διάστημα να αναπληρώσουμε το κενό. Η ρωσική αγορά αποτελούσε περίπου το 22% του τζίρου μας, ποσοστό που το 2025 μειώθηκε στο 8%, και το κενό καλύφθηκε κυρίως από Αμερικανούς και Βρετανούς. Όσον αφορά τις εμπειρίες, στον τουρισμό υπερπολυτελείας αυτές αποτελούν ζητούμενο για κάθε πελάτη. Η επένδυσή μας σε αυτόν τον τομέα ξεκίνησε πολύ πριν το 2022 και συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Θα σας δώσω ένα παράδειγμα που με έχει εντυπωσιάσει: ενώ, όπως σας είπα, έχουμε υλοποιήσει επενδύσεις άνω των 25 εκατ. ευρώ την τελευταία πενταετία, αυτό που έκανε τη μεγαλύτερη αίσθηση στους πελάτες μας είναι ένα μικρό καραβάκι που συνδέει τα ξενοδοχεία μέσω της θάλασσας, αντί των παραδοσιακών golf carts. Αυτό δείχνει ότι, όσο σημαντικά και αν είναι τα έργα εκσυγχρονισμού, αυτό που πραγματικά διαφοροποιεί ένα ξενοδοχείο υπερπολυτελείας είναι οι καινοτόμες ιδέες που προσφέρει στους πελάτες του.
–Βλέπουμε διεθνείς κολοσσούς να επενδύουν στην περιοχή, όπως η Rosewood στο γειτονικό Blue Palace και η 1Hotels στο Elounda Hills. Πώς νιώθει μια αμιγώς ελληνική, οικογενειακή επιχείρηση απέναντι σε αυτή την «απόβαση» των πολυεθνικών; Σας φοβίζει ο ανταγωνισμός ή θεωρείτε ότι ανεβάζει συνολικά την αξία του προορισμού; Μας χαροποιεί ιδιαίτερα και ανυπομονούμε για την υλοποίηση αυτών των επενδύσεων. Θα σας πω χαρακτηριστικά ότι δεν υπάρχει ραντεβού που να έχω κάνει τα τελευταία δύο χρόνια και να μην έχω αναφέρει το άνοιγμα των δύο συγκεκριμένων ξενοδοχειακών μονάδων στην Ελούντα. Τέτοιες πρωτοβουλίες αναδεικνύουν τον προορισμό και συμβάλλουν στην εξέλιξή του, βοηθώντας την Ελούντα να παραμείνει στην κορυφή του παγκόσμιου τουριστικού χάρτη πολυτελείας για τα επόμενα 50 χρόνια. Στον τομέα μας, δεν υπάρχει πραγματικός ανταγωνισμός, καθώς οι ξενοδοχειακές μονάδες οφείλουν να λειτουργούν συμπληρωματικά και να αναδεικνύουν τον προορισμό. Και τελικά, όταν κάνεις καλά τη δουλειά σου, η ίδια η προβολή της αποτελεί το μεγαλύτερο κέρδος.
–Διαχειρίζεστε τρία ξενοδοχεία με διαφορετική προσωπικότητα (Elounda Mare, Porto Elounda , Elounda Peninsula). Στην εποχή των social media, όπου η εικόνα συχνά υπερτερεί της ουσίας, πώς προστατεύετε την αυθεντικότητα του Elounda Mare και την κλασική του αρχοντιά από τις εφήμερες τάσεις του TikTok; Νομίζω ότι το θέμα είναι το πώς χρησιμοποιείς το κάθε μέσο κοινωνικής δικτύωσης. Επειδή το Elounda Mare είναι ένα πολύ ιδιαίτερο ξενοδοχείο, διακοσμημένο με αντίκες και έργα τέχνης, με όμορφους κήπους και μοναδική ατμόσφαιρα, προσπαθούμε να επικοινωνήσουμε ακριβώς αυτό. Αν δείτε όλες τις φωτογραφίες και τα βίντεο του ξενοδοχείου, αποπνέουν αυτή την «αρχοντιά» στην οποία αναφερθήκατε. Το να ακολουθείς την εποχή και να προσαρμόζεσαι σε αυτήν δεν είναι κακό, αρκεί να μην αλώσεις τον χαρακτήρα και την ουσία αυτού που προσφέρεις. Το μέσο που χρησιμοποιείς οφείλει να αναδείξει το ξενοδοχείο και όχι το ξενοδοχείο να αναδείξει το μέσο.
–Το Six Senses Spa ήταν μια επανάσταση όταν ήρθε στην Ελλάδα. Σήμερα που η ευεξία είναι παγκόσμια τάση και υπάρχει παντού, ποιο είναι το επόμενο βήμα; Πώς σχεδιάζετε να εξελίξετε την εμπειρία ευεξίας για να παραμείνετε πρωτοπόροι; Η ίδια η Six Senses εξελίσσεται συνεχώς, ανανεώνοντας το πρόγραμμά της κάθε χρόνο και φέρνοντας θεραπευτές από όλο τον κόσμο στο spa μας, προσφέροντας μοναδικές εμπειρίες ευεξίας. Παράλληλα, κι εμείς ως εταιρεία επενδύουμε ιδιαίτερα σε αυτόν τον τομέα. Τον Σεπτέμβριο του 2025 ανοίξαμε ένα νέο wellness center άνω των 250 τ.μ., με τα πιο σύγχρονα Technogym μηχανήματα, αίθουσα pilates με τα νέα reformers, χώρο yoga και εξωτερικό γυμναστήριο.
–Έχετε δηλώσει ότι «υπερτουρισμός» είναι μια λέξη που χρειάζεται προσοχή, όμως οι υποδομές της Κρήτης στενάζουν. Ως ξενοδόχος που πουλάει ηρεμία, πώς προστατεύετε τον πελάτη σας όταν έξω από την πύλη του ξενοδοχείου μπορεί να συναντήσει κυκλοφοριακό χάος ή προβλήματα υδροδότησης; Στην Ελούντα, η αλήθεια είναι ότι δεν έχουμε κυκλοφοριακό χάος ούτε προβλήματα ύδρευσης. Υπάρχουν όμως σημαντικά ζητήματα υποδομών που πρέπει άμεσα να αντιμετωπιστούν, όπως για παράδειγμα η έλλειψη πεζοδρομίων σε βασικούς δρόμους της περιοχής, κάτι αδιανόητο για έναν προηγμένο τουριστικό προορισμό το 2026. Προσπαθούμε εδώ και χρόνια να αντιμετωπίσουμε αυτά τα ζητήματα και πιστεύω ότι, με τη βοήθεια της πολιτείας, θα τα καταφέρουμε.
–Ο Όμιλος χρησιμοποιεί αφαλάτωση και γεωθερμία εδώ και χρόνια. Είναι τελικά η βιωσιμότητα μια οικονομικά συμφέρουσα επιλογή για ένα ξενοδοχείο ή είναι ένα κόστος που αναλαμβάνετε για λόγους ηθικής και φήμης; Για εμάς στην Ελούντα Α.Ε., η βιωσιμότητα δεν είναι απλώς ένα κόστος ή μια ηθική επιλογή αλλά είναι επένδυση. Χρησιμοποιούμε αφαλάτωση θαλασσινού νερού, γεωθερμία και ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, ενώ στις πισίνες μας αξιοποιούμε θαλασσινό νερό, μειώνοντας παράλληλα την κατανάλωση πόσιμου νερού. Αυτές οι πρακτικές όχι μόνο προστατεύουν το περιβάλλον και τις τοπικές πηγές, αλλά ταυτόχρονα μειώνουν και το λειτουργικό κόστος μας. Στον τουρισμό υπερπολυτελείας, η βιωσιμότητα γίνεται κομμάτι της εμπειρίας που προσφέρουμε: ο πελάτης αισθάνεται ότι διαμένει σε έναν χώρο που σέβεται τη φύση, χωρίς να θυσιάζει ούτε την άνεση ούτε την ποιότητα. Με λίγα λόγια, όταν την κάνεις σωστά, η βιωσιμότητα είναι ταυτόχρονα και οικονομικά συμφέρουσα και ηθικά σωστή.
–Τι θα αλλάξετε στο νομοθετικό πλαίσιο για τον τουρισμό αύριο το πρωί, ώστε να διασφαλιστεί το μέλλον της ελληνικής φιλοξενίας; Το μεγάλο στοίχημα για τον ελληνικό τουρισμό και το μέλλον του είναι η επιμήκυνση της τουριστικής περιόδου. Αν μπορούσα να αλλάξω κάτι αύριο το πρωί στο νομοθετικό πλαίσιο, θα έδινα κίνητρα προς αυτή την κατεύθυνση, από τις αεροπορικές εταιρείες μέχρι τους επιχειρηματίες. Για παράδειγμα, η μείωση των εργατικών εισφορών μπορεί να κάνει βιώσιμη τη λειτουργία των επιχειρήσεων και η επιδότηση από το κράτος υποδομών ή δραστηριοτήτων θα βοηθήσει περιοχές που σήμερα έχουν έντονο τουρισμό μόνο τους καλοκαιρινούς μήνες, ώστε να λειτουργούν και τον χειμώνα ή την άνοιξη. Στόχος είναι να δημιουργήσουμε ένα περιβάλλον όπου η Ελλάδα θα μπορεί να προσελκύει επισκέπτες όλο τον χρόνο, αναβαθμίζοντας την ποιότητα και την ανταγωνιστικότητα της φιλοξενίας μας.