Αυτοπεποίθηση, συνεργασία, αντιμετώπιση δυσκολιών και πολλά άλλα διδάσκονται από πιστοποιημένους εκπαιδευτές με μαθήματα παρκούρ που κερδίζουν ολοένα περισσότερα παιδιά.
Καθισμένα στο δάπεδο με τα πολύχρωμα στρώματα και τους ξύλινους κύβους του Kjubo στην Κηφισιά, 12 παιδιά ηλικίας 4-7 ετών σχηματίζουν έναν μικρό κύκλο. Ήσυχα, χαμογελαστά και συγκεντρωμένα, ακούν με προσοχή κάθε λέξη των δύο προπονητών τους, που στα μάτια τους μοιάζουν θεόρατοι -φιγούρες γεμάτες δύναμη και καλοσύνη, με μύες οι οποίοι διαγράφονται ακόμη και κάτω από τα φαρδιά ρούχα τους. Με γνήσιο ενδιαφέρον, σαν να θέλουν να ανοίξουν την πόρτα στον δικό τους κόσμο, ο Ανδρέας και ο Στέργιος τα ρωτούν πώς νιώθουν, τι έγινε στο σχολείο, ποια στιγμή ξεχώρισαν.
Τα παιδιά παίρνουν το χρόνο τους και απαντούν ένα-ένα στις ερωτήσεις τους σαν να μοιράζονται μικρούς θησαυρούς. Και όταν ολοκληρωθεί το «ζέσταμα» του μυαλού, αρχίζει εκείνο του σώματος. Περιμένοντας τη σειρά τους και ακολουθώντας πιστά τις οδηγίες, τρέχουν, εκτελούν μικρά άλματα, μαθαίνουν να ισορροπούν, να προσγειώνονται αποφεύγοντας τραυματισμούς, να ακούν το σώμα τους και να το εμπιστεύονται. Μια ώρα μετά, το μάθημα τελειώνει. Και αυτό που μένει ζωγραφισμένο στα ροδοκόκκινα και ιδρωμένα πρόσωπά τους είναι η ικανοποίηση κι η χαρά για όσα κατάφεραν και η γλυκιά κούραση από μια ώρα παιχνιδιού, θάρρους και ανακάλυψης.
Παρατηρώντας αυτή τη μικρή ομάδα να κινείται με τόση φυσικότητα, εντυπωσιάζει πως όσα σήμερα γίνονται μάθημα στο ασφαλές περιβάλλον ενός ειδικά διαμορφωμένου γυμναστηρίου, κάποτε ήταν ένστικτο, ανάγκη, εκτόνωση. Ο ενθουσιασμός τους, μας θυμίζει πως κάθε άνθρωπος γεννιέται για να κινείται. Αυτός άλλωστε είναι ο πυρήνας στη φιλοσοφία του παρκούρ: Η κίνηση είναι φυσιολογική και έμφυτη και με εργαλείο αυτή μπορείς να ξεπεράσεις εμπόδια. Πριν γίνει τέχνη και τρόπος έκφρασης, το παρκούρ ξεκίνησε δίνοντας απάντηση στο ερώτημα: πώς μπορεί το σώμα να ξεπεράσει τα εμπόδια που συναντά; Από εκείνη τη στιγμή γεννήθηκε η ιστορία του που ταξίδεψε στο χρόνο, διένυσε σύνορα, πέρασε ατραπούς, κατέρριψε στερεότυπα και έφτασε ως την Ελλάδα όπου σήμερα διδάσκεται από έμπειρους εκπαιδευτές.
Η γέννηση της τέχνης του παρκούρ
Ο Νταβίντ Μπελ θεωρείται ο «πατέρας» του σύγχρονου παρκούρ. Γεννημένος στη Γαλλία, μεγάλωσε σε μια οικογένεια όπου η δραστηριότητα ήταν τρόπος ζωής. Τη δεκαετία του 1990, στις πόλεις Λις και Εβρί, στα περίχωρα του Παρισιού, ο Μπελ ανέπτυξε την έννοια του παρκούρ σύμφωνα με τις αρχές που είχε θέσει ο πυροσβέστης και διασώστης πατέρας του. Ο Μπελ και οι φίλοι του -μετέπειτα συνέθεσαν την ομάδα Γιαμακάσι- εξασκούνταν και εξερευνούσαν το αστικό τοπίο προσπαθώντας να ξεπεράσουν τα εμπόδια με ταχύτητα, ακρίβεια και σεβασμό στο σώμα. Η προσέγγιση δεν ήταν μόνο τεχνική, αλλά και βαθιά φιλοσοφική, με έμφαση στην αυτοπειθαρχία, την επίγνωση και τη συνεχή προσωπική βελτίωση. Άλματα σε σκάλες, φράγματα, τοίχους, γέφυρες πήραν τη μορφή τέχνης, έγιναν δημοφιλή χάρη στον κινηματογράφο με τις ταινίες «Yamakasi» και «District B13», και ενέπνευσαν τις επόμενες γενιές των λεγόμενων «traceurs» σε όλο τον κόσμο.
Ασφάλεια, κοινωνικοποίηση και συνεργασία
Την ιστορία του Μπελ και των πρώτων «traceurs», θα ήθελε ο πιστοποιημένος εκπαιδευτής Ανδρέας Μάσσιος να διδάσκεται στα παιδιά, ώστε να μην αλλοιωθεί το πνεύμα του παρκούρ. Χάρη σε αυτή, όπως λέει στο Newmoney.gr, τα παιδιά θα καταλάβουν πώς και πού ξεκίνησε το άθλημα, και ότι τα εμπόδια ξεπερνιούνται όχι μόνο σε σωματικό, αλλά και σε νοητικό επίπεδο. «Σε βάζει σε ένα μόνιμο τρόπο σκέψης να προσπαθείς να βρεις λύση στο πρόβλημα και να το ξεπεράσεις. Και όλα αυτά, μέσα από μία παιγνιώδη μορφή που ξεκίνησε από “μεγάλα παιδιά” στη Γαλλία», τονίζει. Όπως εξηγεί, «το παρκούρ είναι ένα άθλημα που διδάσκει στον αθλητή να κινείται με ασφάλεια και αποτελεσματικότητα σε οποιονδήποτε χώρο».
Πέρα από την κίνηση, όμως, τα μαθήματα παρκούρ προσφέρουν πολλαπλά οφέλη στα παιδιά, τόσο σε αναπτυξιακό, κινητικό όσο και ψυχολογικό επίπεδο. Μέσα από την αλληλεπίδραση με τους προπονητές και τους συναθλητές τους τα παιδιά, επισημαίνει ο κ. Μάσσιος, κοινωνικοποιούνται, μαθαίνουν να συνεργάζονται και να σέβονται κανόνες διαφορετικούς από αυτούς που ακολουθούν στο σπίτι. Παράλληλα, ανακαλύπτουν νέες δυνατότητες του σώματός τους και αναπτύσσουν δεξιότητες όπως η ισορροπία, ο συντονισμός, η ευκινησία και η δημιουργικότητα. Κάθε εμπόδιο που αντιμετωπίζουν τα ενθαρρύνει να βρουν τη δική τους λύση, η οποία μπορεί να μην είναι η ίδια για όλους. «Παίρνοντας επιβράβευση σε κάθε τους προσπάθεια, τα παιδιά έχουν μία αίσθηση χαράς και ταυτόχρονα ενισχύεται η αυτοπεποίθησή τους», συνεχίζει ο κ. Μάσσιος, ο οποίος άρχισε να ασχολείται στα 20 με το άθλημα και σύντομα αναδείχθηκε μέσα από τα βίντεο που αναρτούσε. Χάρη σε αυτά, δέχθηκε πρόταση να γίνει μέλος της πρώτης και καλύτερης για την εποχή ομάδα παρκούρ της Ελλάδας, την NSA (No Strings Attached). Κατάφερε να αποκτήσει το Adapt (Art du Deplacement And Parkour Teaching) Level 2, ένα σημαντικό δίπλωμα προπονητή παρκούρ και πρόσφατα έγινε πιστοποιημένος κριτής παρκούρ για τους πανελλήνιους αγώνες.
Η ασφάλεια στο παρκούρ είναι πρωταρχική προτεραιότητα. Στα αρχικά στάδια της εκπαίδευσης, οι μαθητές μαθαίνουν βήμα-βήμα τις βασικές και σημαντικότερες κινήσεις πάντα παρουσία πιστοποιημένου προπονητή, τονίζει ο κ. Μάσσιος. Έμφαση δίνεται στη σωστή στάση σώματος και στις προσγειώσεις, μειώνοντας έτσι τον κίνδυνο τραυματισμού και προλαμβάνοντας πιθανή επιβάρυνση σε σπονδύλους και αρθρώσεις. Παρά τον πιθανό μικροτραυματισμό, όπως γρατζουνιές ή διαστρέμματα, η εκπαίδευση υπό την καθοδήγηση προπονητή διασφαλίζει ότι οι αθλητές μαθαίνουν να προστατεύουν το σώμα τους σε κάθε συνθήκη.
Από ποια ηλικία μπορεί ένα παιδί να ασχοληθεί με το άθλημα; Ο κ. Μάσσιος εξηγεί ότι το παρκούρ απευθύνεται σε όλες τις ηλικίες, ξεκινώντας από πολύ μικρά παιδιά, συνήθως από 4–6 ετών, και προσαρμόζεται ανάλογα με τις κινητικές και αναπτυξιακές ικανότητες του κάθε παιδιού. Σε παιδιά 4-11 ετών η προπόνηση βασίζεται κυρίως σε ασκήσεις-παιχνίδι, που ενισχύουν την ισορροπία, την αντίληψη του χώρου, την εισαγωγή στα άλματα και τις βασικές τεχνικές προσγείωσης, ώστε να αποφευχθούν πτώσεις που μπορεί να τα θέσουν σε κίνδυνο. Από τα 12 και μετά, η διδασκαλία εστιάζει περισσότερο σε τεχνική και λεπτομέρειες, προσφέροντας τη δυνατότητα για πιο σύνθετες ασκήσεις.
Ο βασικός στόχος για ένα παιδί που ξεκινάει παρκούρ δεν είναι απαραίτητα η επαγγελματική πορεία, αλλά η ανάπτυξη δεξιοτήτων, η καλύτερη επαφή με το σώμα και ο έλεγχος της κίνησης. Ωστόσο, για όσους ενδιαφέρονται να ασχοληθούν επαγγελματικά, το παρκούρ μπορεί να προσφέρει ευκαιρίες, καθώς το άθλημα αναγνωρίζεται και εξελίσσεται διεθνώς. Η φιλοσοφία αυτή διδάσκει στα παιδιά ότι το παρκούρ δεν είναι μόνο για εντυπωσιακά άλματα ή ακροβατικά, αλλά ένας τρόπος να αντιμετωπίζουν και να ξεπερνούν τα εμπόδια στη ζωή, σωματικά και νοητικά.
Η εξέλιξη του παρκούρ τα τελευταία 20 χρόνια είναι εντυπωσιακή, σχολιάζει. Από τα προάστια της γαλλικής πρωτεύουσας και από την εποχή που ήταν άθλημα μόνο για τους αθλητές του το οποίο οι περισσότεροι έβλεπαν ως κάτι ανούσιο ή στην καλύτερη των περιπτώσεων ως χόμπι, προσθέτει ο εκπαιδευτής του Kjubo, έχει λάβει σημαντική αναγνώριση. Μπορεί κάποτε, όπως εξηγεί, κάποιοι να μην έβλεπαν την προετοιμασία που απαιτείται, το ζέσταμα πριν από αυτό και την αποθεραπεία στη συνέχεια, αλλά με το πέρασμα του χρόνου αντιλαμβάνονται τη φιλοσοφία του. Σε αυτό έχουν συμβάλλει σε μεγάλο βαθμό η Red Bull και οι διαγωνισμοί Art of Motion που ξεκίνησαν στο εξωτερικό, και κατέληξαν να γίνονται στη Σαντορίνη.
Σήμερα, όταν μιλάμε για αγώνες παρκούρ συνήθως αναφερόμαστε σε αγώνες freestyle όπου επικρατούν κυρίως τα ακροβατικά τύπου ενόργανης γυμναστικής, αλλά σε σκληρό έδαφος. Βέβαια, υπάρχει και ο διαγωνισμός ταχύτητας (speed), ώστε να μην χαθούν εντελώς τα αρχικά στοιχεία του παρκούρ, αλλά ως ένα σχετικά νέο άθλημα, είναι ακόμα υπό συζήτηση όσον αφορά τους κανονισμούς, προσθέτει ο κ. Μάσσιος. «Θα ήθελα η Ελληνική Γυμναστική Ομοσπονδία (ΕΓΟ), εκτός από τις δύο κατηγορίες αγώνων, freestyle και speed, να προσθέσει και την κατηγορία skills competition (γίνονται στο εξωτερικό μόνο), γιατί πιστεύω ό,τι αυτού του είδους αγώνες είναι ό,τι πιο κοντά σε παρκούρ υπάρχει αυτή τη στιγμή. Σίγουρα όμως, από τη στιγμή που είναι πλέον ένα επίσημα αναγνωρισμένο άθλημα και ξεκίνησαν να διεξάγονται και επίσημοι αγώνες, η εξέλιξη του μπορώ να πω ότι είναι τεράστια και σε καμία περίπτωση δεν το περίμενα», τονίζει.
Η σημασία των προτύπων παίζει καθοριστικό ρόλο. Η επιτυχία αθλητών, όπως ο Δημήτρης Κυρσανίδης, εμπνέει τα παιδιά να αγαπήσουν το άθλημα. «Είναι πολύ όμορφο τα παιδιά να θαυμάζουν κάποιον που ασχολείται με τον αθλητισμό και να επηρεάζονται από αυτόν, γιατί δυστυχώς υπάρχει πολλή πληροφορία και πολλά “λάθος” πρότυπα σήμερα», συνεχίζει. Μάλιστα, παραθέτει την ιστορία ενός ανθρώπου που εξελίχθηκε τόσο πολύ μέσα από το παρκούρ και τη φιλοσοφία του που όχι μόνο άρχισε να αθλείται συστηματικά, αλλά κατάφερε να απεμπλακεί από δύσκολες καταστάσεις εθισμού. «Αυτό, λοιπόν, με έκανε να πιστεύω και να δίνω βάση περισσότερο στην εξέλιξη της προσωπικότητας ενός ατόμου, μέσω του παρκούρ και όχι, μόνο στην εξέλιξη των δεξιοτήτων», επισημαίνει.
Ένας χώρος που φτιάχτηκε για τα παιδιά
Δεν υπάρχουν πολλοί πιστοποιημένοι χώροι παρκούρ στην Αθήνα. Ένας από αυτούς είναι το Kjubo, το οποίο ίδρυσε το 2017 ο Νίκος Σμυρναίος, σε μια περίοδο που ο γιος του άλλαζε συνεχώς αθλήματα. «Κάνοντας έρευνα, διαπίστωσα ότι το παρκούρ ήταν εκπληκτική προπόνηση για τα παιδιά», λέει. «Τους δίνει αυτοπεποίθηση, τους μαθαίνει να αντιμετωπίζουν δυσκολίες και, φυσικά, έχει τεράστια οφέλη για σώμα και νου». Μέσα σε δύο μήνες από αυτή την πρώτη αναζήτηση, εντόπισε τη γερμανική εταιρεία Cubes, εξειδικευμένη στον εξοπλισμό παρκούρ, και απέκτησε την αποκλειστική αντιπροσωπεία για Ελλάδα, Βαλκάνια και Κύπρο. Ο χώρος που δημιούργησε δεν προοριζόταν μόνο για προπόνηση αλλά και για μια ευχάριστη εμπειρία των γονιών, αφού υπάρχει η δυνατότητα ενώ περιμένουν να τελειώσει το μάθημα να απολαύσουν τον καφέ τους. «Ο κόσμος μάς έδειξε τι ζητούσε και συνεχίζει να το κάνει», εξηγεί.
Αρχικά, υπήρξαν προκλήσεις. «Οι γονείς φοβούνταν ότι με το παρκούρ τα παιδιά τους θα γίνουν λωποδύτες, ότι θα πηδούν ταράτσες και θα κλέβουν σπίτια», θυμάται χαμογελώντας. Παρ’ όλα αυτά, το Kjubo ξεκίνησε με 10–15 παιδιά που «χάραξαν τον δρόμο». Από στόμα σε στόμα, το νέο διαδόθηκε. Σήμερα, ο χώρος έχει πάνω από 150 μέλη και, όπως λέει ο ίδιος, «προσπαθούμε να διατηρήσουμε τον οικογενειακό χαρακτήρα· γνωρίζω το 80% των οικογενειών και δεν θέλω να χαθεί αυτό».
Η ασφάλεια υπήρξε εξ αρχής προτεραιότητα. Ο χώρος κατασκευάστηκε σύμφωνα με τις προδιαγραφές γυμναστηρίου, ενώ ο εξοπλισμός έχει πιστοποίηση από τη FIBO. «Ο κίνδυνος είναι ίδιος με κάθε άθλημα ή ακόμη και με μια παιδική χαρά – ίσως και μικρότερος εδώ», τονίζει.
Στο αθλητικό κομμάτι, καθοριστικό ρόλο έπαιξε ο Λεωνίδας Καραΐσκος, «γκουρού του αθλήματος», ο οποίος σχεδίασε τον χώρο και την προπόνηση. Στη συνέχεια, οι προπονητές Στέργιος Ντουμάνης και Ανδρέας Μάσιος ανέλαβαν να εξελίξουν το προπονητικό πρωτόκολλο. «Δεν είναι μόνο αθλητές, είναι καταπληκτικοί παιδαγωγοί», λέει ο κ. Σμυρναίος και προσθέτει «με τα χρόνια βλέπω ότι το 80% είναι άθληση και το 20% ψυχολογία και αυτό το ποσοστό ανεβαίνει». Για τον ίδιο, ο ρόλος των γονιών είναι συχνά πιο ανήσυχος από των παιδιών. «Η ανησυχία είναι του γονέα, όχι του παιδιού. Το παιδί θέλει απλώς να αθληθεί και να περάσει καλά», επισημαίνει. «Δεν χρειάζεται να διαπρέψει στο άθλημα. Μας ενδιαφέρει να ενισχύσουμε την αυτοπεποίθησή του και να φύγει χαρούμενο».
Αναφερόμενος στον Δημήτρη Κυρσανίδη, σημειώνει ότι «βοήθησε πολύ στο να γίνει γνωστό το παρκούρ». Ωστόσο, η Ελλάδα παραμένει πίσω σε υποδομές και διοργάνωση αγώνων. «Η ομοσπονδία δεν έχει βοηθήσει το άθλημα. Η άθληση και το χρήμα δεν ταιριάζουν, είναι δύο ξεχωριστά πράγματα, κι ας είμαι επιχειρηματίας». Ο μεγαλύτερος πλούτος του Kjubo, όπως λέει, είναι τα παιδιά του: «Έχουμε καταπληκτικά ταλέντα και πιστεύω πως θα ακούσουμε τα ονόματά τους». Πάνω απ’ όλα όμως χαίρεται για την εξέλιξή τους ως προσωπικότητες. «Βλέπω παιδιά που έχουν χτίσει χαρακτήρα, που σκέφτονται και κινούνται διαφορετικά, που δεν φοβούνται να κάνουν λάθος ή να αποτύχουν. Δεν έχουν κόμπλεξ και αυτό είναι ανεκτίμητο».
Το παρκούρ ως τρόπος σκέψης και ζωής
«Η ικανότητα του ανθρώπου σωματικά και εγκεφαλικά να μπορεί να ανταπεξέλθει σε οτιδήποτε μπορεί να βρεθεί στο δρόμο του. Να αντιμετωπίσει οποιαδήποτε πρόκληση και δυσκολία». Με αυτή τη φράση συμπυκνώνει τη φιλοσοφία του παρκούρ ο κ. Παναγιώτης Αλμανλής, προπονητής και ιδρυτής του Athens Parkour Academy στον Νέο Κόσμο. Με σπουδές στις πολεμικές τέχνες, φοίτηση σε σχολές παρκούρ και εξειδίκευση στο εξωτερικό, ο κ. Αλμανλής υπογραμμίζει ότι το άθλημα καλλιεργεί στα παιδιά κάτι πολύ πιο σημαντικό από εντυπωσιακές κινήσεις: την ικανότητα να επιλύουν προβλήματα. «Θα διδαχθούν τις τεχνικές, αλλά στη συνέχεια το κάθε παιδί ψάχνει τον δικό του τρόπο να ανταπεξέλθει στην πρόκληση, με όσα μπορεί και κατέχει», σημειώνει.
Παρότι είναι ατομικό άθλημα, το παρκούρ λειτουργεί ως πυρήνας κοινωνικοποίησης. «Οι περισσότεροι προπονούμαστε σε παρέες κι η κοινωνική αλληλεπίδραση είναι μεγάλη, τόσο στα παιδιά όσο και στους ενήλικες». Στα τμήματά του γίνονται δεκτά παιδιά από πέντε ετών, με τον ίδιο να εξηγεί πως «γύρω στα έξι ένα παιδί μπορεί πλέον να αντιληφθεί τι κάνει και να ελέγξει το σώμα του». Ο ενθουσιασμός, όπως τονίζει, είναι έμφυτος: «Το παρκούρ είναι κάτι φυσικό για τα παιδιά, είναι το παιχνίδι τους».
Για τον κ. Αλμανλή, το πρώτο πράγμα που μαθαίνει ένα παιδί δεν είναι μια τεχνική, αλλά στάση ζωής. «Το πρώτο που διδάσκεται είναι η νοοτροπία του αθλητισμού, του ευ ζην», λέει. Σε μια χώρα χωρίς ισχυρή κουλτούρα καθημερινής άσκησης, ο βασικός στόχος είναι να μάθει να διατηρεί το σώμα του δυνατό και υγιές. «Να αθλείται με κάτι που του αρέσει, να περνάει καλά μαθαίνοντας».
Η προπόνηση σε εξωτερικούς χώρους, εξηγεί, ξεκινά από περίπου επτά ετών. Και, αντίθετα με αυτό που θα φανταζόταν κανείς, το ποσοστό τραυματισμών δεν είναι υψηλότερο. «Έκανα μαθήματα σε παιδιά μόνο σε εξωτερικούς χώρους για τέσσερα χρόνια πριν ανοίξουμε το γυμναστήριο. Το ποσοστό τραυματισμών είναι πολύ μικρότερο όταν κάναμε προπόνηση έξω», αναφέρει. Ο κλειστός χώρος προσφέρει μεγαλύτερη ασφάλεια στα πρώτα βήματα, όμως με το στρώμα πολλές φορές το παιδί αποκτά μια αίσθηση ασφάλειας και αυτοπεποίθησης που ίσως κάποιες φορές να μην είναι καλή. «Σε μαλακές επιφάνειες κάποια παιδιά θα πέσουν για να παίξουν, ενώ σε σκληρή επιφάνεια ποτέ», τονίζει. Η τεχνική, ωστόσο, παραμένει η ίδια: «Η προσγείωση που μαθαίνεις έξω είναι η ίδια με αυτή που μαθαίνεις μέσα». Αντιθέτως, έξω τα παιδιά μαθαίνουν να είναι πιο συγκεντρωμένα και προσεκτικά και σημασία έχει και η επαφή με τη φύση και τον καθαρό αέρα.
Η δημοφιλία του παρκούρ έχει αυξηθεί σημαντικά, ιδίως τα τελευταία τέσσερα χρόνια, καθώς τα παιδιά το γνωρίζουν μέσα από τα κοινωνικά δίκτυα. Ωστόσο, αυτή η πρώτη «επαφή» συνοδεύεται συχνά από παρεξηγήσεις, καθώς τα βίντεο που γίνονται viral αποτυπώνουν ακραίες κινήσεις, δημιουργώντας μια λανθασμένη εικόνα. «Αυτό που βλέπει κάποιος online δεν είναι ούτε το 2% του παρκούρ», διευκρινίζει και προσθέτει ότι «το 99,5% της προπόνησης γίνεται στο έδαφος, στο γυμναστήριο και όχι σε υπερυψωμένα σημεία». Είναι σαν να βλέπει κανείς μια ταινία με τον Ρόκι, αναφέρει, και να θεωρήσει ότι αυτό είναι η πυγμαχία. Στην πραγματικότητα, το παρκούρ είναι πάρα πολύ ασφαλές και φυσικό: «Στις ΗΠΑ έχει καταγραφεί ότι έχει λιγότερους τραυματισμούς κι από το ποδόσφαιρο». Εξάλλου, οι κινήσεις του παρκούρ είναι βαθιά φυσικές: τα παιδιά έτσι κι αλλιώς πηδούν, σκαρφαλώνουν, κρέμονται από μονόζυγα στην παιδική χαρά. Η διαφορά είναι ότι εδώ μαθαίνουν τεχνικά πώς να προσγειώνονται και επομένως να αποφεύγουν τραυματισμούς.
Πολλά παιδιά έχουν εξελιχθεί εντυπωσιακά μέσα από το άθλημα. «Πολλοί μαθητές μας ταξίδεψαν για να συμμετάσχουν σε αγώνες», λέει με υπερηφάνεια και συμπληρώνει ότι το 60% όσων συμμετείχαν στη σχολή προπονητών «ήταν μαθητές μας». Ένα ποσοστό που δείχνει πόσο βαθιά ριζώνει η αγάπη για το άθλημα όταν τα παιδιά ξεκινούν από νωρίς και με σωστή καθοδήγηση.
Μια μητέρα εξηγεί γιατί εμπιστεύτηκε το παρκούρ
Σε αυτό συμφωνεί και μια μητέρα δύο αγοριών 5 και 7 ετών, που αμφότερα αθλούνται στο Kjubo. «Πριν από δύο χρόνια ο μεγάλος μου γιος έσπασε το χέρι του. Επειδή στο σπίτι παίζουν συνέχεια το “πάτωμα είναι λάβα”, σκέφτηκα πως πρέπει να μάθει να πηδάει σωστά. Δεν είχε τοποθετήσει σωστά το σώμα του και επειδή και οι δύο λατρεύουν τα άλματα και το σκαρφάλωμα, το παρκούρ μου φάνηκε η καλύτερη επιλογή», σχολιάζει. Μόλις ξεκίνησε μαθήματα ο μεγάλος της γιος, λίγο αργότερα ακολούθησε κι ο μικρός. «Από τότε, μέσα σε μόλις δύο χρόνια, έχουν μάθει να προσγειώνονται με ασφάλεια, το σώμα τους έχει αλλάξει, συνεργάζονται καλύτερα και ακολουθούν τις οδηγίες των προπονητών για να εκτελούν σωστά τις κινήσεις χωρίς να κινδυνεύουν», επισημαίνει. «Είναι ενθουσιασμένα και τα δύο και θέλουν να συνεχίσουν. Δεν ανησύχησα ποτέ, γιατί διαπίστωσα πως οι προπονητές είναι εξαιρετικά προσεκτικοί και έμπειροι, κάνουν πάντα ζέσταμα και διατάσεις, κάτι που όπως είδα συχνά δεν συμβαίνει σε άλλες δραστηριότητες», προσθέτει.
Φωτογραφίες: Getty Images/Ideal Image