Μια νέα γενιά Ελλήνων επιστημόνων και επιχειρηματιών διακρίνεται στη Silicon Valley και μέσα από την εργασία της, μεταφέρει πίσω στην Ελλάδα τεχνογνωσία, επενδύσεις και πολύτιμες εμπειρίες.
Η ελληνική παρουσία στη Silicon Valley δεν περιορίζεται πια σε μεμονωμένες επιτυχίες. Τα τελευταία χρόνια, μια νέα κοινότητα Ελλήνων επιστημόνων και επιχειρηματιών έχει βρει θέση στο πιο ανταγωνιστικό τεχνολογικό περιβάλλον του κόσμου και, μέσα από τη δουλειά της, συμβάλλει στην πρόοδο της Ελλάδας: μεταφέρει τεχνογνωσία, επενδύσεις, εμπειρία και ένα ολοένα ισχυρότερο δίκτυο. Οι ιστορίες αυτών των ανθρώπων δεν περιγράφουν μια οριστική φυγή από τη χώρα, αλλά μια συνεχόμενη κίνηση ανάμεσα στα δύο άκρα του Ατλαντικού.
Οι Έλληνες που αλλάζουν την τεχνολογία
Ο Άνθιμος Γεωργιάδης είναι ένας από τους πολλούς Έλληνες που έχουν αξιοποιήσει τις ευκαιρίες της Silicon Valley για να κάνουν πραγματικότητα ιδέες που δύσκολα θα μπορούσαν να εξελιχθούν αλλού. Είναι συνιδρυτής και CEO της εταιρείας Zumper, που ιδρύθηκε έπειτα από σπουδές στο Oxford, το Cambridge και το Harvard, αλλά και εργασιακή εμπειρία στη Boston Consulting Group. Η ιδέα γεννήθηκε όταν διαπίστωσε ως φοιτητής ότι ο τρόπος ενοικίασης ακινήτων ήταν αναχρονιστικός, με ανθρώπους να κάνουν ουρές έξω από μεσιτικά γραφεία για να προλάβουν τα διαθέσιμα διαμερίσματα. Η υπηρεσία που δημιούργησε απλουστεύει την ενοικίαση κατοικιών: καταγράφει διαθέσιμα ακίνητα, αξιολογεί την κατάσταση της αγοράς σε κάθε περιοχή και επιτρέπει στους χρήστες να ολοκληρώνουν τη διαδικασία ψηφιακά. Η Zumper σήμερα εξυπηρετεί δεκάδες εκατομμύρια χρήστες τον χρόνο και έχει συγκεντρώσει πάνω από 140 εκατ. δολάρια από κορυφαία capital funds, όπως η Kleiner Perkins και η Goodwater Capital.
Άλλο ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο Ανδρέας Ραπτόπουλος. Μεγάλωσε στην Αθήνα και σπούδασε Μηχανολόγος-Αεροναυπηγός στο Πανεπιστήμιο Πατρών, αποφοιτώντας πρώτος στη σχολή του. Η αγάπη του για την αεροδιαστημική τον οδήγησε στο Λονδίνο, στο Imperial College και το Royal College of Art, όπου συνδύασε την τεχνική εξειδίκευση με το design thinking. Εκεί ίδρυσε την πρώτη του εταιρεία, την Future Acoustic, η οποία ανέπτυξε ένα καινοτόμο σύστημα που μετατρέπει τους “ενοχλητικούς” θορύβους του περιβάλλοντος (όπως κίνηση, κατασκευές, γραφεία) σε μουσική ή ευχάριστους ήχους. Αυτή η τεχνολογία αδειοδοτήθηκε στις εταιρείες Herman Miller (γνωστή για έπιπλα γραφείου) και Sony (γνωστή για ηλεκτρονικά και ήχο), που μπορούν πλέον να τη χρησιμοποιούν στα δικά τους προϊόντα, όπως συστήματα γραφείων ή ακουστικά.
Το 2011 εγκαταστάθηκε στη Silicon Valley με μια ιδέα που τότε έμοιαζε τολμηρή: τη χρήση μικρών αυτόνομων drone για τη μεταφορά ιατρικών προμηθειών σε περιοχές χωρίς αξιόπιστους δρόμους. Η εταιρεία του, η Matternet, πέτυχε να πάρει την πρώτη επίσημη άδεια για εμπορικές πτήσεις των drone στις Ηνωμένες Πολιτείες. Σήμερα, τα συστήματά της χρησιμοποιούνται από νοσοκομεία, για την άμεση μεταφορά δειγμάτων, συνεργάζονται με μεγάλους φορείς διανομής όπως η UPS και αξιοποιήθηκαν σε κρίσιμες αποστολές κατά την περίοδο της πανδημίας.
Παρότι δραστηριοποιείται στο εξωτερικό, ο Ραπτόπουλος δεν απομακρύνθηκε από την Ελλάδα. Η Matternet δημιούργησε μία ευρωπαϊκή θυγατρική στο Τεχνολογικό Πάρκο «Λευκίππος», όπου συνεργάζεται με ερευνητική ομάδα σε θέματα ασύρματων δικτύων και αυτοματισμών. Η κίνηση αυτή έγινε με τη στήριξη του επενδυτικού ταμείου Phaistos, δείχνοντας ότι η χώρα μπορεί να φιλοξενήσει δραστηριότητες διεθνών τεχνολογικών εταιρειών όταν υπάρχουν οι κατάλληλες προϋποθέσεις.
Σημαντικές επιτυχίες συναντά κανείς και σε άλλες ελληνικές ομάδες που δραστηριοποιούνται στη Silicon Valley. Η Aisera, με συνιδρυτή τον Χρήστο Τρύφωνα, αναπτύσσει συστήματα τεχνητής νοημοσύνης που αυτοματοποιούν διαδικασίες σε μεγάλες επιχειρήσεις. Η Arrikto, του Κωνσταντίνου Βενετσανόπουλου και του Βαγγέλη Κούκη, δημιουργεί εργαλεία για τη διαχείριση μεγάλων όγκων δεδομένων και για την ανάπτυξη συστημάτων μηχανικής μάθησης. Η χρηματοδότηση που έχει συγκεντρώσει η εταιρεία τους θεωρήθηκε από τις μεγαλύτερες που είχε λάβει μέχρι τότε ελληνική, νεοφυής επιχείρηση. Και οι δύο εταιρείες διατηρούν σημαντικά τμήματα έρευνας και ανάπτυξης στην Αθήνα.
Πώς συνδέεται η Ελλάδα με τη Silicon Valley
Το 2022, το Γενικό Προξενείο της Ελλάδας στο Σαν Φρανσίσκο δημιούργησε το «Ελληνικό Κέντρο Silicon Valley», μια πρωτοβουλία που συγκεντρώνει Έλληνες επαγγελματίες της τεχνολογίας, ερευνητές, επιχειρηματίες και επενδυτές. Στόχος είναι η καλλιέργεια ενός δικτύου που επιτρέπει στις ελληνικές επιχειρήσεις να έχουν άμεση πρόσβαση στη γνώση και τις τάσεις της παγκόσμιας αγοράς, αλλά και στους Έλληνες του εξωτερικού να στηρίζουν όσους ξεκινούν τώρα στην Ελλάδα.
Τα αποτελέσματα αυτής της σύνδεσης είναι μετρήσιμα. Το 2024, οι ελληνικές νεοφυείς επιχειρήσεις συγκέντρωσαν 555 εκατομμύρια ευρώ σε επενδύσεις, σημειώνοντας αύξηση σε μια περίοδο όπου άλλες ευρωπαϊκές χώρες κατέγραφαν πτώση. Η πλειονότητα των κεφαλαίων που έφτασαν στην Ελλάδα προήλθε από το εξωτερικό, συχνά από εταιρείες και επενδυτές που έχουν άμεση σχέση με την ελληνική κοινότητα της Silicon Valley.
Παράλληλα, πολλές ελληνικές εταιρείες που ιδρύθηκαν στο εξωτερικό λειτουργούν πλέον ως παράδειγμα προς μίμηση. Η Blueground, με έδρα τη Νέα Υόρκη, έχει αποκτήσει σημαντική αξία στην αγορά βραχυχρόνιας και μεσοχρόνιας μίσθωσης επιπλωμένων κατοικιών, ενώ η BETA CAE, ελληνική εταιρεία λογισμικού, εξαγοράστηκε από αμερικανικό όμιλο έναντι ποσού που αποτελεί μέχρι σήμερα τη μεγαλύτερη πώληση τεχνολογικής εταιρείας στη χώρα. Σε κάθε παρουσίαση, σεμινάριο, διαδικτυακό μάθημα ή επίσκεψη Ελλήνων ιδρυτών στην Αθήνα, η απόσταση ανάμεσα στις δύο πλευρές μικραίνει. Οι Έλληνες της Silicon Valley λειτουργούν ως μέντορες, σύμβουλοι, αλλά και ως σύνδεσμος για τις ελληνικές ομάδες που επιδιώκουν να κάνουν το επόμενο βήμα.
Το συμπέρασμα που προκύπτει είναι ξεκάθαρο: η Ελλάδα αναπτύσσει τα ταλέντα της σε ένα διεθνές περιβάλλον και μέσα από τη συνεχή σχέση που διατηρούν με τη χώρα, επωφελείται από τις ιδέες και τις δυνατότητες που αποκτούν. Πρόκειται για μια κυκλική διαδικασία ανταλλαγής γνώσης και εμπειρίας, απαραίτητη για κάθε σύγχρονο τεχνολογικό οικοσύστημα που επιθυμεί να πρωταγωνιστήσει τα επόμενα χρόνια.
Εξωτερική φωτογραφία: Ανθιμος Γεωργιάδης, συνιδρυτής και CEO της εταιρείας Zumper
www.zumper.com