Από τα πρώτα του βήματα στον Υμηττό έως τη δημιουργία της TERRAIN, ο Στέφανος Ψημένος, ο χαρτογράφος που μετέτρεψε την αγάπη του για τη φύση σε αποστολή, μιλά για μια ζωή αφιερωμένη στο να βρίσκει δρόμους.
Κάποιοι άνθρωποι έχουν το χάρισμα να βλέπουν δρόμους εκεί που οι άλλοι βλέπουν γκρεμούς. Ο Στέφανος Ψημένος είναι ένας από αυτούς. Για περισσότερα από τριάντα χρόνια, χαρτογραφεί τη χώρα όχι μόνο με εργαλεία αλλά με ένα βλέμμα που μετατρέπει το άγνωστο σε ευκαιρία, το δύσβατο σε γνώση, το μονοπάτι σε ιδέα.
«Η αυλή μου ήταν το βουνό»
Η ιστορία του ξεκινά όπως κάθε πραγματική σχέση με τη φύση. Χωρίς πρόθεση, χωρίς σχέδιο, απλώς με ένα παιδί που μεγαλώνει δίπλα στο βουνό. «Γεννήθηκα το 1963 σε μια ήσυχη συνοικία της Αθήνας, στου Παπάγου, στο τελευταίο σπίτι του οικισμού δίπλα στον Υμηττό. Από την μπαλκονόπορτα του δωματίου μου έβγαινα κατευθείαν στο βουνό, που ήταν ουσιαστικά η αυλή μου. Οι κοντινές βόλτες γρήγορα έγιναν εξερευνήσεις μέχρι την κορυφογραμμή και από εκεί κάτω στην άλλη πλευρά, μέχρι τους πρόποδες. Για ένα παιδάκι του δημοτικού αυτά ήταν πραγματικά κατορθώματα και αποτέλεσαν το θεμέλιο του κόσμου μου. Χάρτης του Υμηττού δεν υπήρχε τότε· ήξερα όλα τα μονοπάτια του εμπειρικά και είχα μάθει να κινούμαι με ασφάλεια στη φύση. Δεν είχα ιδέα ότι τα μονοπάτια θα γίνονταν κάποτε η δουλειά μου».
Αυτή η εικόνα -το παιδί που βαδίζει ανάμεσα στα πεύκα και μαθαίνει τον κόσμο με τα πόδια- έγινε αργότερα η πυξίδα του. Για τον Στέφανο Ψημένο, η χαρτογράφηση δεν ήταν ποτέ απλή καταγραφή, αλλά μια βιωματική πράξη γνώσης, ένας τρόπος να ξαναφτιάξει τον δεσμό του ανθρώπου με τον τόπο του.
Από τη μοτοσικλέτα στους πρώτους χάρτες
Σπούδασε Πολιτικές Επιστήμες στην Πάντειο, τη δεκαετία του ’80. Οι πρώτες μεγάλες διαδρομές ξεκινούν με τη μοτοσικλέτα του, τότε που η Ευρώπη αποκαλυπτόταν μέσα από τους πράσινους χάρτες της Michelin. «Ταξίδευα πολύ με τη μοτοσυκλέτα μου στην Ευρώπη χρησιμοποιώντας τους χάρτες και τους ταξιδιωτικούς οδηγούς της Michelin. Εκείνη την εποχή δεν υπήρχαν κινητά ούτε google maps, οι ταξιδιώτες ήξεραν να διαβάζουν χάρτες. Όταν άρχισα να ταξιδεύω στην Ελλάδα, διαπίστωσα με έκπληξη ότι δεν υπήρχαν ούτε οδηγοί ούτε χάρτες! Έτσι, το 1994, ίδρυσα με έναν συνέταιρο τη ROAD, για να εκδώσω μια σειρά ταξιδιωτικών οδηγών. Χάρτες δεν υπήρχαν στο αρχικό πλάνο».
Στην πορεία όμως, οι λέξεις έγιναν χάρτες. «Όταν εξέδωσα τον πρώτο οδηγό μου, την “Ανεξερεύνητη Κρήτη”, συνειδητοποίησα ότι σχεδόν οι μισές σελίδες του βιβλίου ήταν οδηγίες για το πώς να πας κάπου, δηλαδή χάρτης σε λέξεις. Έτσι αποφάσισα να εκδώσω και χάρτες, με τα εργαλεία της εποχής: πυξίδα, αλτίμετρο, οδόμετρο και τα γεωφυσικά υπόβαθρα της Γεωγραφικής Υπηρεσίας Στρατού». Η επιτυχία ήταν άμεση. Οι χάρτες της ROAD έγιναν best seller, όχι γιατί ήταν τέλειοι τεχνικά, αλλά γιατί ήταν αληθινοί. «Αυτό που τους έκανε καλούς δεν ήταν η ακρίβεια αλλά η πληρότητα και η ορθότητά τους. Ήταν βιωματικοί χάρτες, είχα οδηγήσει εγώ ο ίδιος τον κάθε δρόμο. Ήξερα πώς είναι, αν είναι ασφαλτοστρωμένος ή χωματόδρομος. Σήμερα, πολλοί χαρτογραφούν από δορυφορικές εικόνες. Εμείς δεν είχαμε τέτοια λάθη, γιατί τα είχαμε δει με τα μάτια μας».
Η πτώση και η νέα αρχή
Η ROAD, όπως και πολλές οραματικές εταιρείες, κατέρρευσε πάνω στην ακμή της. «Η ROAD διήρκεσε δεκατρία χρόνια. Εγώ ταξίδευα συνεχώς για συλλογή υλικού, φωτογραφίες, χαρτογράφηση· έλειπα εννέα μήνες τον χρόνο. Ο συνέταιρός μου είχε αναλάβει τα οικονομικά. Δεν είχα ιδέα από διοίκηση. Όταν τον άφησα εντελώς ανεξέλεγκτο, λεηλάτησε το ταμείο. Η εταιρεία διαλύθηκε το 2008, πάνω στην καλύτερή της στιγμή».
Αντί να αποσυρθεί, αποφάσισε να ξαναχαράξει τον δρόμο του από την αρχή. «Δεν τα παράτησα. Ίδρυσα την TERRAIN, χωρίς συνέταιρο αυτή τη φορά, με στόχο να καλύψω το κενό στους πεζοπορικούς χάρτες. Δημιούργησα μια ομάδα οκτώ χαρτογράφων και τοπογράφων, με άριστο εξοπλισμό, και ξαναξεκίνησα με τη γνωστή συνταγή: 100% επιτόπια έρευνα. Οδηγήσαμε όλους τους δρόμους, περπατήσαμε όλα τα μονοπάτια, καταγράψαμε κάθε σημείο ενδιαφέροντος». Η TERRAIN έφερε μια μικρή επανάσταση: για πρώτη φορά στην Ελλάδα οι χάρτες τυπώνονταν σε αδιάβροχο χαρτί Polyart. Μέσα σε δεκαπέντε χρόνια, ο Ψημένος και η ομάδα του εξέδωσαν περίπου 70 χάρτες νησιών και βουνών.
«Οι χάρτες μας περπατιούνται»
Η φράση θα μπορούσε να είναι το μότο της ζωής του. Η χαρτογράφηση για τον Στέφανο Ψημένο δεν είναι γραφείο, είναι ιδρώτας και χώμα. «Συμβουλευόμαστε όλες τις πηγές, αλλά δεν ενσωματώνουμε καμία πληροφορία χωρίς να την ελέγξουμε στο πεδίο. Ό,τι μπαίνει στους χάρτες της TERRAIN έχει χαρτογραφηθεί από εμάς τους ίδιους, με GPS υψηλής ακρίβειας». Αυτή η ακρίβεια δεν είναι τεχνολογική αλλά ανθρώπινη. Είναι η εμπιστοσύνη που νιώθει ο πεζοπόρος όταν ακολουθεί το κόκκινο μονοπάτι σε έναν χάρτη TERRAIN και ξέρει ότι κάποιος το έχει όντως διαβεί.
Το στοίχημα της σηματοδότησης
Το 2010, η εταιρεία του σχεδίασε το πρώτο δίκτυο σηματοδοτημένων πεζοπορικών διαδρομών στην Ελλάδα, στη Σίφνο. «Ήταν το πρώτο έργο με ευρωπαϊκές προδιαγραφές και υλικά εξαιρετικής ποιότητας. Τα αποτελέσματα ήρθαν αμέσως: πεζοπόροι από όλο τον κόσμο άρχισαν να έρχονται φθινόπωρο και άνοιξη για πεζοπορία. Ακολούθησαν ο Υμηττός, η Μήλος και η Σάμος». Όμως, όπως λέει, θεσμικό πλαίσιο δεν υπήρχε. «Το 2017 ψηφίστηκε μια Υπουργική Απόφαση που έκανε τα πράγματα χειρότερα. Αντί να θεωρηθεί τουριστική υποδομή, αντιμετωπίστηκε ως δασοτεχνικό έργο. Κι όμως, η δημιουργία ενός Εθνικού Δικτύου Σηματοδοτημένων Πεζοπορικών Διαδρομών είναι κρίσιμη υποδομή τουρισμού. Αν υπάρξει σοβαρό σχέδιο, μπορεί να φέρει εκατομμύρια επισκέπτες και να επεκτείνει την τουριστική περίοδο της χώρας».
Τον ρωτάμε αν θα μπορούσε η Ελλάδα να αποκτήσει ένα μεγάλο, ενιαίο δίκτυο μονοπατιών όπως το Camino de Santiago στην Ισπανία. «Αυτό απαιτεί σοβαρό κεντρικό σχεδιασμό, πολιτική βούληση και κοινωνική ωριμότητα ευρωπαϊκού επιπέδου. Είμαστε δέκα άνθρωποι που ασχολούμαστε σήμερα με τα μονοπάτια στην Ελλάδα και δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε ούτε στα βασικά. Παρ’ όλα αυτά, μια ομάδα εθελοντών προσπαθεί να δημιουργήσει το μεγάλο μονοπάτι διάσχισης της Πίνδου www.terrapindus.gr. Παλεύουν μόνοι τους, κόντρα στη γραφειοκρατία και την αδιαφορία».
Η Ελλάδα που περιγράφει είναι μια χώρα που αγνοεί τα ίδια της τα θαύματα. «Πόσοι γνωρίζουν ότι το Καστελόριζο έχει σχεδόν 50 χιλιόμετρα μονοπατιών που διασχίζουν αιώνες ιστορίας; Ή τα Ακαρνανικά Όρη, ένα άγριο τοπίο στις ακτές του Ιονίου; Ακόμη και στην Πεντέλη, δίπλα στα σπίτια μας, υπάρχουν μονοπάτια μοναδικής ομορφιάς που κανείς δεν καθαρίζει, γιατί δεν βρέθηκε ούτε ένας φορέας ή δήμαρχος να διαθέσει λίγα χρήματα για δέκα πινακίδες». Οσο για το δυσκολότερο βουνό που έχει χαρτογραφήσει αυτό είναι το όρος Σάος στη Σαμοθράκη. «Είναι άγριο, με φαράγγια, νερά και χαλικοπλαγιές. Ακριβώς γι’ αυτό είναι και το πιο απολαυστικό για ορειβάτες και για canyoning».
Η Σάμος, το έργο που πληγώθηκε
«Στη Σάμο το 2019 σχεδιάσαμε και υλοποιήσαμε ένα δίκτυο 260 χιλιομέτρων μονοπατιών, με άριστο σχεδιασμό και υλικά. Θα μπορούσε να γίνει κορυφαίος προορισμός πεζοπορίας στο Αιγαίο, αλλά δυστυχώς το έργο βανδαλίστηκε. Πινακίδες κόπηκαν, πάσσαλοι ξηλώθηκαν. Η αστυνομία δεν βρήκε τους δράστες και κανείς δεν μίλησε. Σήμερα, οι πεζοπόροι βασίζονται μόνο στον χάρτη και τον οδηγό της TERRAIN». Η Σάμος, όπως λέει, έγινε παράδειγμα της ελληνικής κακοδαιμονίας -του πώς ένα έργο που γεννήθηκε από αγάπη μπορεί να χαθεί μέσα στην αδιαφορία.
Η χαρτογράφηση ως επάγγελμα και ως στάση ζωής
Στην ερώτηση για τη βιωσιμότητα του επαγγέλματος, απαντά με ειλικρίνεια: «Η αγορά των έντυπων χαρτών μειώθηκε δραματικά με την επικράτηση των κινητών και της δορυφορικής πλοήγησης. Μια ολόκληρη γενιά είναι χαρτογραφικά “αναλφάβητη”. Όμως, οι πωλήσεις έχουν σταθεροποιηθεί και αρχίζουν να αυξάνονται, γιατί όλο και περισσότεροι ασχολούνται με την πεζοπορία. Όποιος περπατά σοβαρά, ξέρει ότι ο έντυπος χάρτης είναι απαραίτητος όσο τα παπούτσια ή το νερό».
Και προσθέτει: «Μπορείς να πεζοπορήσεις με το κινητό, αλλά είναι θέμα ασφάλειας να έχεις μαζί σου και έναν αδιάβροχο έντυπο χάρτη, στην περίπτωση που το κινητό σπάσει ή χαθεί. Εμείς συνεχίζουμε να ενημερώνουμε τους χάρτες μας, να εκδίδουμε νέους, και να παρακολουθούμε την εποχή με ηλεκτρονικούς χάρτες μέσω της πλατφόρμας avenza.com. Αγαπάμε πολύ τη δουλειά μας και θα συνεχίσουμε όσο έχουμε δυνάμεις και πόρους για να την κάνουμε σωστά».
Κάθε μονοπάτι είναι μια υπόσχεση, ότι κάποιος πέρασε από εκεί και κάποιος άλλος θα ακολουθήσει. Γιατί η χαρτογράφηση, όσο κι αν αλλάζει μορφή, μένει πάντα η ίδια δέσμευση… να αφήνεις πίσω σου κάτι που να μπορεί να σταθεί.