Η ασυνήθιστη ιστορία του μεγάλου Ιάπωνα συγγραφέα μέσα από τα δικά του λόγια.
Ο Χαρούκι Μουρακάμι είναι ο Ιάπωνας συγγραφέας που τα βιβλία του ξεπουλούν. Μια συνειδητή επιλογή, εκείνη που του δίνει διάρκεια στο χρόνο. Στέκεται με χάρη στην κορυφή της επιτυχίας ίσως γιατί δεν χαρίστηκε ποτέ στη δόξα. Χωρίς υπερβολές, χωρίς ναρκισισμούς, ο Μουρακάμι τρέχει προς τη ζωή που επιλέγει, ακούγοντας ήρεμα τις ανάγκες του ίδιου του του εαυτού. Για εκείνον, τα εκατομμύρια των πωλήσεων που έχουν κάνει μπέστ σέλερ όπως το «Νορβηγικό Δάσος» (1987) ή το «Ο Κάφκα στην Ακτή» (2002) είναι απλά γεγονότα που κάποια στιγμή συνέβησαν στη ζωή του.
Πέρα από το γράψιμο ή παράλληλα με αυτό, ο διάσημος συγγραφέας έχει μια αγαπημένη συνήθεια. Του αρέσει να τρέχει. Δηλώνει πως, ως δρομέας μεγάλων αποστάσεων, μπόρεσε να κόψει το τσιγάρο: “Η επιθυμία να τρέξω με βοήθησε να ξεπεράσω τα συμπτώματα στέρησης”, και επιστρέφοντας στο παρελθόν του δηλώνει ότι το τρέξιμο του έφερε πολύτιμα δώρα: “Η μορφή μου βελτιώθηκε, η αναπνοή σταθεροποιήθηκε και ο σφυγμός κατέβηκε.”
Οι μεταμορφώσεις του Μουρακάμι εντυπωσιάζουν
Εννοείται όχι εκείνον αλλά εμάς. Σήμερα είναι 76 ετών. Μέχρι τα 33 του δεν είχε δείξει ενδιαφέρον να μπει στο σύμπαν της λογοτεχνίας υπογράφοντας κείμενά του. Μέχρι να χτυπήσει το κουδούνι της εσωτερικής ανάγκης που έλεγε: “Γράψε με το όνομά σου”, δήλωνε χαρούμενος για εκείνο το μικρό τζαζ μπαρ που είχε στήσει στο Τόκιο. Ήταν αρκετό να του εξασφαλίσει μια ήρεμη ζωή, παρέα με την αγαπημένη του μουσική και τους φίλους του.
Όταν επιστρέφει σ’ εκείνη την εποχή των αρχών της δεκαετίας του 1980 ο συγγραφέας δηλώνει: “Ο χώρος δεν ήταν μεγάλος, είχαμε ένα πιάνο και η μικρή πίστα με το ζόρι αρκούσε να χωρέσει μια πεντάδα μουσικών. Τις μέρες λειτουργούσαμε ως καφέ, τις νύχτες ως μπαρ. Σερβίραμε και καλό φαγητό, τα Σαββατοκύριακα είχαμε ζωντανές εμφανίσεις. Τέτοιου είδους κλαμπ ήταν τότε σπάνια στο Τόκιο, αποκτήσαμε εύκολα σταθερούς πελάτες και το μέρος πήγαινε καλά οικονομικά”.
Ο Μουρακάμι, όμως, είναι μια βραδυφλεγής βόμβα. Κάποιοι, όπως οι φίλοι του, για παράδειγμα, θα δήλωναν ευτυχισμένοι έχοντας οργανώσει ένα μαγαζί στο Τόκιο που φέρνει καλά χρήματα χωρίς μεγάλες προσωπικές παραχωρήσεις. Εκείνος, όμως, δεν είναι ο τύπος του ανθρώπου που θα μπορούσε να ζήσει τη ζωή του αφήνοντας τις εσωτερικές του ανάγκες άθικτες. Έκλεισε το κλαμπ του για να αφοσιωθεί στη συγγραφή και το τρέξιμο.
Στον Μουρακάμι η ανάγκη να γράψει κάτι είχε έρθει λίγα χρόνια νωρίτερα. Μπορεί να ανακαλέσει με διαύγεια εκείνη τη στιγμή: “Παρακολουθούσα έναν αγώνα μπέιζμπολ στο Jingu Stadium, όταν στη 1.30 το μεσημέρι της 1ης Απριλίου του 1978 αποφάσισα να γράψω ένα μυθιστόρημα χωρίς να έχω σαφή εικόνα για το ποια θα μπορούσε να είναι η πλοκή του. Μέχρι το φθινόπωρο της ίδιας χρονιάς είχα τελειώσει ένα χειρόγραφο διακοσίων σελίδων. Δεν ήξερα τι να το κάνω, οπότε απλώς άφησα τη ροή να με οδηγήσει. Το υπέβαλα στον διαγωνισμό νέων συγγραφέων του λογοτεχνικού περιοδικού Gunzo. Το έστειλα χωρίς να κρατήσω αντίγραφο, οπότε φαίνεται πως δεν με ενδιέφερε αν δεν επιλεγόταν και χάνονταν για πάντα. Την επόμενη άνοιξη, με πήρε τηλέφωνο ένας συντάκτης του περιοδικού. Το μυθιστόρημα κέρδισε το βραβείο. Δημοσιεύτηκε εκείνο το καλοκαίρι με τον τίτλο «Hear the Wind Sing». Έτυχε να γίνει δεκτό θερμά. Ξαφνικά βρέθηκα να με χαρακτηρίζουν ως νέο ανερχόμενο συγγραφέα. Τότε δεν είχα καμία φιλοδοξία να γίνω αυτό που τελικά έγινα. Απλώς είχα έντονη επιθυμία να γράψω ένα μυθιστόρημα.”
Ενας νέος προορισμός
Σε ηλικία 33 ετών, ο Μουρακάμι αποφάσισε να κλείσει το τζαζ κλαμπ του. Είχε νέο προορισμό στη ζωή του. Μετακόμισε με τη γυναίκα του σε μια ήσυχη περιοχή της επαρχίας Chiba, όπου υπήρχαν ήρεμοι δρόμοι και ένας ανοιχτός χώρος άθλησης κοντά στο Nihon University. Εκεί ξεκίνησε να τρέχει καθημερινά πριν από τις 5 π.μ. και να κοιμάται πριν τις 10 μ.μ. Το τρέξιμο έγινε φυσικό μέρος της ζωής του, όπως το φαγητό, ο ύπνος και η συγγραφή. Η συνέπεια στο τρέξιμο δεν ήταν θέμα θέλησης, αλλά φυσικής κλίσης: ο ανθρώπινος οργανισμός συνεχίζει αυτό που απολαμβάνει και εγκαταλείπει αυτό που δεν του ταιριάζει. Γι’ αυτό, λέει ο ίδιος, ποτέ δεν πρότεινε το τρέξιμο σε κανέναν -αν κάποιος δεν ενδιαφέρεται, καμία πίεση δεν θα τον κάνει να ξεκινήσει. Το τρέξιμο είναι προσωπική υπόθεση, το γράψιμο το ίδιο.
Η φιλοσοφία του Μουρακάμι επεκτείνεται σε όλα τα επίπεδα: η καθημερινή δέσμευση στη δουλειά, η τήρηση της διατροφής, η φροντίδα του σώματος και η πειθαρχία δημιουργούν το περιβάλλον που επιτρέπει τη δημιουργικότητα και την προσωπική ανάπτυξη. Οι πρώτες εμπειρίες του ως δρομέας ήταν δύσκολες: λαχάνιασμα, τρεμάμενα πόδια. Σταδιακά, όμως, το σώμα προσαρμόστηκε, η αναπνοή κανονικοποιήθηκε, η αντοχή αυξήθηκε και η καθημερινή άσκηση έγινε συνήθεια.
Ο Μουρακάμι ξεκίνησε τη ζωή του ως δρομέας και μυθιστοριογράφος στα 33 του. Με συνέπεια και πάθος κατάφερε να δημιουργήσει μια ζωή που συνδυάζει υγεία, δημιουργικότητα και πληρότητα. Εχει προταθεί πολλές φορές για βραβείο Νόμπελ. Δεν το κέρδισε ποτέ.
Ο Μουρακάμι, όσο παράδοξο και αν ακουστεί, δεν δηλώνει γεννημένος συγγραφέας: “Οι συγγραφείς που έχουν εκ γενετής ταλέντο μπορούν να γράφουν εύκολα, ό,τι κι αν κάνουν ή δεν κάνουν. Σαν νερό από φυσική πηγή, οι φράσεις αναβλύζουν μόνες τους, και με λίγη ή καθόλου προσπάθεια μπορούν να ολοκληρώσουν ένα έργο. Δυστυχώς, δεν ανήκω σε αυτή την κατηγορία.” Ο Μουρακάμι είναι μοναδικός όσο και η άποψη του για τη ζωή.
Εξωτερική φωτογραφία: Getty Images / Ideal Image