Η σιωπηλή αύξηση της φορολογίας για τα μεγάλα εισοδήματα και η ψαλίδα με τη μεσαία τάξη που μεγαλώνει χρόνο με τον χρόνο.

Ακόμα και οι πρωτοετείς των οικονομικών επιστημών δεν χρειαζόταν να ψάξουν πολύ για να βρουν τα κράτη που επιβάλλουν τη μεγαλύτερη φορολογία στα υψηλά εισοδήματα. Οι πρωτιές για τις σκανδιναβικές χώρες, κυρίως τη Δανία και τη Σουηδία, έγιναν «αξίωμα» επί δεκαετίες. Κι όμως, τα τελευταία χρόνια οι Σκανδιναβοί βλέπουν την πλάτη των Βρετανών όσον αφορά την αντιμετώπιση των πλούσιων. Δεν έγινε κάποια μεγαλειώδης φορολογική μεταρρύθμιση στη Βρετανία τα τελευταία χρόνια. Παρ’ όλα αυτά, τα πραγματικά δεδομένα δείχνουν μια ραγδαία αύξηση της φορολογικής επιβάρυνσης για τους υψηλούς εισοδηματίες, τόσο σε σύγκριση με το παρελθόν της ίδιας της χώρας όσο και με άλλες ευρωπαϊκές οικονομίες, ειδικά όσες θεωρούνται πρότυπα προοδευτικής φορολογίας.

Η υψηλότερη φορολογία για τους πλούσιους είναι πλέον στη Βρετανία
Oι υψηλές εισοδηματικές τάξεις στη Βρετανία καταβάλουν περίπου το 45% του εισοδήματός τους σε φόρους και εισφορές.

Ας το πιάσουμε από τον πυρήνα των αριθμών: σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία του ΟΟΣΑ, οι υψηλές εισοδηματικές τάξεις στη Βρετανία σήμερα καταβάλουν περίπου 45% του εισοδήματός τους σε φόρους και εισφορές. Το ποσοστό ορίζεται ως αυτό που χάνει ο φορολογούμενος «στο χέρι» σε σχέση με το μικτό εισόδημα του, πριν από φόρους και εισφορές. Αυτή η επιβάρυνση είναι σημαντικά υψηλότερη από την μέση φορολογική επιβάρυνση του μέσου Βρετανού εργαζόμενου, που είναι περίπου 29%. Δημιουργεί, δηλαδή, μια «ψαλίδα» 16 ποσοστιαίων μονάδων μεταξύ κορυφής και μέσου όρου. Αυτή η διαφορά είναι μεγαλύτερη από ό,τι στις περισσότερες σκανδιναβικές χώρες, όπου η διαφορά ανάμεσα σε υψηλά εισοδήματα και μέσους εργαζόμενους συνήθως κυμαίνεται γύρω στο 12%.

Είναι ήδη σημαντικό ότι το 45% είναι ο ίδιος ο τυπικός ανώτατος ονομαστικός φορολογικός συντελεστής εισοδήματος στη Βρετανία για φυσικά πρόσωπα, πάνω από ένα αρκετά υψηλό επίπεδο εισοδήματος. Ο συντελεστής αυτός περιλαμβάνει φόρους εισοδήματος και κοινωνικές εισφορές, καθώς αποτυπώνεται στα δεδομένα που χρησιμοποιεί ο ΟΟΣΑ -σε αντίθεση με απλά «statutory» επιτόκια χωρίς εισφορές.

Η σύγκριση με Σουηδία και Δανία δεν έχει σχέση μόνο με τα νούμερα
Η Σουηδία εμφανίζει έναν από τους υψηλότερους ονομαστικούς ανώτατους φορολογικούς συντελεστές εισοδήματος στην Ευρώπη, περίπου 52.3% σύμφωνα με ευρωπαϊκά συγκριτικά στοιχεία. Αυτό σημαίνει ότι επί του απλού συντελεστή φόρου εισοδήματος, ένας κορυφαίος Σουηδός φορολογείται με μεγαλύτερο ονομαστικό ποσοστό από έναν αντίστοιχο Βρετανό. Ο συνολικός, όμως, «φορολογικός προϋπολογισμός» μπορεί να είναι λιγότερο «απότομος» όταν υπολογίζονται κοινωνικές εισφορές και κλιμάκια. Η Δανία, επίσης, έχει έναν από τους υψηλότερους ονομαστικούς ανώτατους συντελεστές στην Ευρώπη, περίπου 55.9% για εισόδημα φυσικών προσώπων, πάνω από αυτόν της Σουηδίας και σαφώς πάνω από αυτόν του Ηνωμένου Βασιλείου.
Αν δούμε μόνο αυτούς τους ονομαστικούς συντελεστές, θα μπορούσε κανείς να συμπεράνει ότι Σουηδία και Δανία φορολογούν «βαρύτερα» τους υψηλά αμειβόμενους. Στην πράξη, όμως, η συνολική φορολογική επιβάρυνση, δηλαδή «τι μένει» στον φορολογούμενο μετά από φόρου, αλλά και εισφορές , το αποτέλεσμα είναι διαφορετικό.

Ο ΟΟΣΑ ενσωματώνει στα στοιχεία του όλες τις δυνάμεις του φορολογικού συστήματος και όχι μόνο το «ταβάνι» του συντελεστή. Αυτός είναι και ο λόγος που στις συγκρίσεις του Οργανισμού η Βρετανία εμφανίζει συχνά μια από τις πιο «προοδευτικές» φορολογίες για υψηλά εισοδήματα σε σύγκριση με το μεσαίο της εργατικό δυναμικό. Ενώ οι σκανδιναβικές χώρες έχουν υψηλούς ονομαστικούς συντελεστές, τα δικά τους συστήματα (φορολογικός«tax‑wedge», ενημερωμένο αφορολόγητο, πιο πλούσιες κοινωνικές παροχές και ενσωματωμένα κοινωνικά προγράμματα) σημαίνουν ότι αυτό το 52%-56% της Σκανδιναβίας λειτουργεί διαφορετικά σε πραγματικό επίπεδο απ’ ότι στη Βρετανία. Και η «ψαλίδα» που δημιουργείται ανάμεσα στους μέσους και κορυφαίους φορολογούμενους είναι σε όλες τις περιπτώσεις μικρότερη στις σκανδιναβικές χώρες από ό,τι στη Βρετανία.

Ο αριθμός 45% στη Βρετανία δεν είναι απλά ένας «φόρος εισοδήματος», αλλά ο συνδυασμός φόρου εισοδήματος συν κοινωνικών εισφορών. Στο συγκεκριμένο σύστημα τα χαμηλότερα φορολογικά βάρη για το μέσο εισόδημα έχουν διατηρηθεί τεχνητά χαμηλότερα σε σχέση με τον υπόλοιπο Ευρωπαϊκό Βορρά. Ενώ για κάθε επιπλέον λίρα πάνω από τα όρια, ο φορολογούμενος πληρώνει πολύ μεγαλύτερη συνολική επιβάρυνση συγκριτικά με ένα μέσο Βρετανό. Αυτά τα αριθμητικά δεδομένα κάνουν πιο προφανή την ανάλυση ότι το σύστημα του Ηνωμένου Βασιλείου «συνδυάζει το χειρότερο από τις ΗΠΑ και τη Σκανδιναβία»: σε πρακτικό επίπεδο, η σύγκριση του 45% -με Σουηδία 52% και Δανία 56%- δείχνει ότι, παρότι η Βρετανία τυπικά έχει χαμηλότερο κορυφαίο συντελεστή, η πραγματική επιβάρυνση στα υψηλά εισοδήματα είναι εξίσου ή και μεγαλύτερη ακόμα όταν υπολογίζονται όλα τα μέρη του φορολογικού συστήματος. Παράλληλα, το «φορολογικό gap», η διαφορά που βιώνει ο υψηλά αμειβόμενος σε σύγκριση με τον μέσο, είναι μεγαλύτερο στη Βρετανία από ό,τι σε πολλές σκανδιναβικές κοινωνίες.

Το αξιοσημείωτο, επίσης, είναι πως ούτε οι Συντηρητικοί ούτε οι Εργατικοί έχουν ανοίξει πραγματικά αυτή τη συζήτηση στο κεντρικό πολιτικό πεδίο. Σε ένα σύστημα όπου οι αριθμοί αυτοί έχουν μεταβληθεί πολύ τα τελευταία 15 χρόνια, παραμένει μια πολιτική σιωπή. Καμία από τις πλευρές δεν θέλει να εκθέσει ξεκάθαρα πώς αυτά τα ποσοστά συγκρίνονται με άλλα μοντέλα. Ούτε οι Συντηρητικοί θέλουν να χρεωθούν ότι στράφηκαν εναντίον των υψηλών εισοδημάτων, τα οποία παραδοσιακά προστάτευαν. Αλλά ούτε και οι Εργατικοί θέλουν να παραδεχτούν ότι αυτή η ραγδαία αύξηση της φορολογίας δεν ήταν αποτέλεσμα της δικής τους διακυβέρνησης, αλλά των αντιπάλων τους. Προφανώς διότι η αύξηση φορολογίας για τους πλούσιους δεν σημαίνει απαραίτητα «πιο ισχυρό κοινωνικό κράτος».

Φωτογραφίες: Getty Images/Ideal Image