Χωρίς αξιολόγηση και με οριζόντια διαχείριση που λειτουργεί σε βάρος κυρίως όσων δημοσίων υπαλλήλων κοπιάζουν και προσφέρουν περισσότερο, ο δημόσιος τομέας παραμένει σε γενικές γραμμές στο απυρόβλητο. Ακόμη και στις οξύτερες εκφάνσεις της οικονομικής κρίσης, οι απώλειες για τους εργαζόμενους στο Δημόσιο είναι λελογισμένες σε σχέση με την κατάσταση στον ιδιωτικό τομέα.

Αυτό φυσικά δεν σημαίνει ότι πρέπει να μετατραπούν σε ζούγκλα οι εργασιακές συνθήκες και στον δημόσιο τομέα. Όμως δεν παύει να είναι μια πραγματικότητα που έχει γίνει έντονα αισθητή την τελευταία δεκαετία. Η Ελλάδα έχει εργαζόμενους δύο ταχυτήτων. Όσοι βρεθούν στη δεύτερη ταχύτητα, δηλαδή τον ιδιωτικό τομέα, καλή τους τύχη.

Η δεύτερη σταθερά στη χώρα μας είναι ότι αν έχεις ακίνητη περιουσία θα πληρώσεις υπέρμετρα και άδικα την κρίση. Όταν η Ελλάδα χρεοκόπησε ανακαλύψαμε τον φόρο ακίνητης περιουσίας. Η αλήθεια είναι ότι ο φόρος υπήρχε και πριν την χρεοκοπία, αλλά μόνον για τις λεγόμενες μεγάλες περιουσίες.

Με την κρίση όμως η φορολόγηση των ακινήτων γενικεύτηκε και εντάθηκε αδιακρίτως. Οι δανειστές με εκδικητική διάθεση επειδή τα ακίνητα ήταν η αποταμίευση των κακών ελλήνων που δεν πλήρωναν τους φόρους τους, οι πολιτικοί μας για πολλούς διαφορετικούς λόγους -από προσωπικά συμπλέγματα μέχρι ιδεοληψίες- οδηγηθήκαμε στον ΕΝΦΙΑ.

Έναν παράλογο φόρο, καθώς επιβάλλεται επί χρόνια σε ανύπαρκτες αξίες ή είναι πολύ χαμηλός σε περιοχές που οι τιμές ανέβηκαν κόκ. Τώρα, με τον κορονοιό η κυβέρνηση αποφάσισε να επιβάλει μειώσεις στα ενοίκια, γιατί ήταν φθηνότερο να πληρώσουν οι ιδιοκτήτες παρά να επιδοτήσει τα ενοίκια. Στην Ελλάδα της κρίσης του κορονοιού δεν θα χάσουμε όλοι από λίγο. Όπως συμβαίνει πάντοτε, κάποιοι θα χάσουν πολλά και κάποιοι δεν θα καταλάβουν ούτε τι συνέβη.