Μην έχουμε αμφιβολίες. Στη χθεσινή συνάντηση Μέρκελ – Λαγκάρντ κρίθηκε η τύχη της αξιολόγησης και κατ επέκταση το μέλλον της Κυβέρνησης και της χώρας. Οι πραγματικές αποφάσεις δεν φαίνονται στις επίσημες δηλώσεις των ηγετών, αλλά θα αποκαλυφθούν σταδιακά το επόμενο διάστημα από την πορεία των διαπραγματεύσεων.

Η Ελλάδα για πρώτη φορά από τότε που ξεκίνησε η κρίση έχει πραγματική διαπραγματευτική ισχύ έναντι των δανειστών. Το προσφυγικό ασκεί πιέσεις στις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις με το πρόβλημα περιορίζεται σε βάρος μας, καθώς η Ελλάδα μετά το κλείσιμο των συνόρων έγινε ο προθάλαμος της ΕΕ για πρόσφυγες και μετανάστες. Σε αυτή τη συγκυρία η ΕΕ δεν αντέχει να αποσταθεροποιηθεί η χώρα. Πολύ περισσότερο ενόψει και του δημοψηφίσματος για το Βrexit.

Η Ελλάδα για πρώτη φορά έχει διαπραγματευτική ισχύ έναντι των δανειστών επειδή είναι στην πρώτη γραμμή της κρίσης. Αυτός είναι και ο λόγος που μέχρι και ο Β. Σόιμπλε δήλωσε πρόσφατα ότι εμπιστεύεται τον Α. Τσίπρα και ο λόγος που ο Γ. Ντάισελμπλουμ πριν λίγες ημέρες προανήγγειλε -αιφνιδιάζοντας τους πάντες- την έναρξη της συζήτησης για το δημόσιο χρέος.

Αυτή τη μοναδική συγκυρία στα χρόνια της οικονομικής κρίσης πρέπει η Κυβέρνηση να την εκμεταλλευτεί με σοβαρότητα και μακριά από ιδεοληψίες. Να δουλέψει μεθοδικά για να απομακρύνει τις σκιές από την υποκλοπή των στελεχών του ΔΝΤ, να προσπαθήσει να αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη και να κλείσει την αξιολόγηση μειώνοντας δαπάνες χωρίς να φορτώσει και με άλλους εξοντωτικούς φόρους τους Έλληνες. Άλλωστε αν θέλει να μακροημερεύσει στην εξουσία (που είναι φανερό ότι την ενδιαφέρει πάρα πολύ) πρέπει να διασφαλίσει ότι τα μέτρα θα είναι εφαρμόσιμα και αποδοτικά. Οι νέοι φόροι διευκολύνουν προσωρινά την Κυβέρνηση στη διαπραγμάτευση αλλά θα την οδηγήσουν σύντομα σε αδιέξοδο. Το αποδεικνύουν τα 86 δισ. ευρώ των ανείσπρακτων οφειλών στην Εφορία.