Το σενάριο για εκλογές το Φθινόπωρο κέρδισε αρκετό έδαφος μετά τις αποφάσεις του Eurogroup για την εκταμίευση της δόσης και την έναρξη των τεχνικών συζητήσεων για το χρέος

Οι δανειστές για μια ακόμη φορά επέβαλλαν στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ ιδιαίτερα σκληρούς όρους που θα φέρουν αυξήσεις φόρων, μαζικές μειώσεις συντάξεων, κύματα πλειστηριασμών κλπ.

Δεν είναι η πρώτη, ούτε θα είναι και η τελευταία φορά που οι πολίτες θα κληθούν να πληρώσουν τα απόνερα της «υπερήφανης διαπραγμάτευσης». Η αύξηση του ΕΝΦΙΑ αν δεν βγαίνουν τα έσοδα από τον φόρο στα ακίνητα λόγω της μείωσης των αντικειμενικών, οι αποκρατικοποιήσεις που σταθερά υπόσχονται αλλά συστηματικά καθυστερούν, η περαιτέρω περικοπή του ΕΚΑΣ, οι πλειστηριασμοί και τα υπόλοιπα μέτρα ήταν σε γενικές γραμμές αναμενόμενα.

Ενώ όμως αυτή την περίοδο είναι σχεδόν κοινό μυστικό ότι στο σχέδιο για την Ελλάδα μετά τον Αύγουστο θα έχει ρόλο και το ΔΝΤ, η Κυβέρνηση ανέλαβε τη δέσμευση «αν το ΔΝΤ σε συνεργασία με τους Ευρωπαϊκούς Θεσμούς και την κυβέρνηση» εκτιμήσουν ότι δεν πιάνεται ο στόχος για πρωτογενές 3,5% για το 2019, τον φετινό Μάιο θα φέρει νωρίτερα και συγκεκριμένα από τον επόμενο χρόνο (αντί του 2020) την μείωση του αφορολόγητου στα 5.700 ευρώ.

Ουσιαστικά, η κυβέρνηση έδωσε στους δανειστές τη δυνατότητα να καθορίσουν το χρόνο των εκλογών. Αρκεί να ζητήσουν να εφαρμοστεί η μείωση του αφορολόγητου από το 2019 για να δημιουργηθεί ένα βαρύ κλίμα λόγω των νέων επιβαρύνσεων. Σε μια τέτοια περίπτωση από 1.1.19 μισθωτοί και συνταξιούχοι θα υποστούν άμεσα τις επιπτώσεις καθώς θα αυξηθούν οι παρακρατήσεις του φόρου εισοδήματος με βάση το νέο αφορολόγητο.

Εκτός όμως από τα μέτρα, το κλείσιμο της τρίτης αξιολόγησης υποχρεώνει τον ΣΥΡΙΖΑ να συντάξει το επόμενο μνημόνιο. Και δικαίως άλλωστε αφού οι εταίροι μας δεν ξαναβάζουν το χέρι στην τσέπη για δανεικά. Για αυτό και το Eurogroup καλεί την Ελλάδα να διαμορφώσει και να παραμετροποιήσει ένα δικό της ολοκληρωμένο αναπτυξιακό πλάνο. Ένα Ελληνικό πρόγραμμα που θα «χτιστεί» πάνω στο Μεσοπρόθεσμο 2018-2022 με στόχο την τήρηση του στόχου για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ από το 2018 ως και το 2022.