Φέτος, με το σχέδιο που παραπέμπει στο ιταλικό μοντέλο, τις πωλήσεις κόκκινων δανείων και τους πλειστηριασμούς που έχουν δρομολογηθεί, οι τράπεζες θα επιτύχουν τους στόχους μείωσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων.

Ωστόσο, η πίεση από τους δανειστές και τις εποπτικές αρχές για ταχεία αποκλιμάκωση των κόκκινων δανείων συνεχώς εντείνεται, ενώ το μέλλον παραμένει αβέβαιο καθώς η οικονομία κινείται με χαμηλούς ρυθμούς ανάπτυξης και οι φορολογικές επιβαρύνσεις παραμένουν εξοντωτικές.

Η επόμενη Κυβέρνηση θα χρειαστεί να αντιμετωπίσει το πρόβλημα των τραπεζών καθώς το 2020 είναι η χρονιά που είναι προγραμματισμένο να επαναληφθούν τα ευρωπαικά stress tests. Η νέα Κυβέρνηση θα μπορούσε να αντιμετωπίσει το πρόβλημα χωρίς να διαθέσει νέα κεφάλαια.

Αρχικά χρειάζεται να χρησιμοποιήσει η κυβέρνηση ειδικευμένους συμβούλους για να προσδιορίσουν με αντικειμενικότητα το τυχόν έλλειμμα κεφαλαίων σε οποία τράπεζα υπάρχει. Εφόσον καταλήξει στα ποσά, το Δημόσιο μπορεί να αξιοποιήσει τα δύο περιουσιακά στοιχεία που έχει στη διάθεση του. Το ένα είναι η αναβαλλόμενη φορολογία, δηλαδή η δυνατότητα μια κερδοφόρα δραστηριότητα να μην πληρώνει φόρους για μια 20ετία. Μια φοροαπαλλαγή δηλαδή, η οποία επιπλέον προτείνεται προσφάτως και σε διάφορες προτάσεις για να χρησιμοποιηθεί με μορφή κεφαλαίου.

Το δεύτερο περιουσιακό στοιχείο του Δημοσίου είναι τα ποσοστά των μετοχών στις ελληνικές τράπεζες που κατέχει το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας. Μπορεί λοιπόν η κυβέρνηση να κάνει έναν διεθνή διαγωνισμό όπου με ελάχιστο τίμημα προσδιορισμένο ανάλογα με το ύψος της κεφαλαιακής ανάγκης της κάθε τράπεζας, να πουλήσει ταυτόχρονα το δικαίωμα της αναβαλλόμενης φορολογίας και το ποσοστό των μετοχών του ΤΧΣ.

Οποιος πλειοδοτήσει, δεν θα δώσει τα χρήματα στο Δημόσιο αλλά υποχρεωτικά θα τα διαθέσει για αύξηση κεφαλαίου, ώστε οι τράπεζες να είναι ανακεφαλαιοποιημένες. Το Δημόσιο θα χάσει τα ποσοστό των μετοχών του (τα οποία ήδη απαξιώθηκαν και από τα 32 δις. που δόθηκαν συνολικά, κοστίζουν σήμερα λιγότερο από 700 εκατ.) αλλά τουλάχιστον θα εξοικονομήσει τα έξοδα λειτουργίας του ΤΧΣ, καθώς το ταμείο δεν θα χρειάζεται πλέον. Το πλεονέκτημα όμως είναι ότι οι τράπεζες θα είναι ιδιωτικές και κυρίως ανακεφαλαιοποιημένες για να απαλλαγούν από τα κόκκινα δάνεια και να υποστηρίξουν την ανάπτυξη της οικονομίας.