Αν επιβεβαιωθούν οι εκτιμήσεις που διατύπωσε για την πανδημία στη εφημερίδα «Le Figaro», ο επικεφαλής του φαρμακευτικού κολοσσού της Pfizer, Αλβ. Μπουρλά και “πάρουμε σύντομα τη ζωή μας πίσω”, όπως είπε προσθέτοντας ότι “είμαστε σε καλή θέση να το πετύχουμε αυτό την άνοιξη, χάρη σε όλα τα εργαλεία που έχουμε στη διάθεσή μας» τότε το 2022 μπορεί να αποδειχθεί μια μοναδική χρονιά για την πραγματική οικονομία.

Μια χρονιά που μπορεί να επιβεβαιώσει, αν όχι και να εκπλήξει θετικά, τους αναλυτές που εκτιμούν ότι φέτος η οικονομία θα παρουσιάσει ισχυρή ανάπτυξη, κοντά στο 5%.

Αν η απειλή της πανδημίας πράγματι υποχωρήσει, τότε σταδιακά θα αποκατασταθούν και οι συνθήκες στην εφοδιαστική αλυσίδα. Ταυτόχρονα θα πρέπει να αρχίσει να επιβεβαιώνεται στην πράξη, η εκτίμηση των κεντρικών τραπεζών για παροδικό χαρακτήρα στην αναζωπύρωση του πληθωρισμού. Σε ένα τέτοιο περιβάλλον θα ξεκινήσουν και οι εκταμιεύσεις του Ταμείου Ανάκαμψης.

Στις τέσσερις συστημικές τράπεζες έχουν καταρτίσει ήδη λίστες επιχειρήσεων με εκδηλώσεις ενδιαφέροντος για συγκεκριμένα επενδυτικά σχέδια. Κάποια από αυτά μάλιστα έχουν λάβει ήδη και κάποιου είδους αρχική προέγκριση. Στις τράπεζες υπολογίζουν ότι είναι δυνατόν να χορηγήσουν μέσα στη διάρκεια του χρόνου, δάνεια της τάξης των 2 δισ. ευρώ.

Οι πρώτες εκταμιεύσεις, όπως υπολογίζουν στις τράπεζες, θα ξεκινήσουν τον προσεχή Απρίλιο κι αφού προηγουμένως στο διάστημα μέχρι το τέλος Μαρτίου, συγκροτηθεί και καταστεί λειτουργική η πλατφόρμα στην οποία θα φορτώνονται οι αιτήσεις.

Προφανώς και η χρηματοδότηση του Ταμείου Ανάκαμψης θα κατευθυνθεί αρχικά στις πιο υγιείς και εύρωστες ελληνικές επιχειρήσεις που εμπλέκονται με τις πιο σημαντικές επενδύσεις. Ωστόσο, η επενδυτική κινητοποίηση του πιο δυναμικού τμήματος της ιδιωτικής οικονομίας θα προκαλέσει ευρύτερες θετικές επιδράσεις, οι οποίες θα διαχυθούν σε μεγάλο φάσμα της αγοράς.

Ταυτόχρονα θα εκδηλωθεί και μια άλλη σειρά επενδυτικών προτάσεων που θα βασιστούν στον νέο Αναπτυξιακό νόμο που κατατέθηκε πρόσφατα στη Βουλή. Ένα νομοθέτημα που εισάγει αποτελεσματικές και αποδοτικές διαδικασίες αξιολόγησης και ελέγχου της υλοποίησης των επενδυτικών σχεδίων και προβλέπει αξιολόγηση εντός 45 ημερών από τη λήξη του καθεστώτος, ή εντός 30 ημερών για τις περιπτώσεις της άμεσης αξιολόγησης.