Αν επιβεβαιωθούν τα όσα μετέδωσε το Bloomberg και πράγματι στο επόμενο Eurogroup συζητηθούν αλλαγές στο νομοθετικό πλαίσιο, ώστε οι τράπεζες να μπορούν σταδιακά να αποτυπώνουν λογιστικά τη μείωση των κεφαλαίων τους από την πώληση κόκκινων δανείων, τότε η Ευρωζώνη θα έχει κάνει μια στροφή προς τον ρεαλισμό.

Το πρόβλημα των κόκκινων δανείων διογκώνεται συνεχώς και πλέον οι ευρωπαικές τράπεζες έχουν συσσωρεύσει προβληματικά δάνεια ύψους περίπου ενός τρις ευρώ.

Οι Ευρωπαικές αρχές εξετάζουν το συγκεκριμένο μέτρο σαν κίνητρο προς τις τράπεζες για να καθαρίσουν ταχύτερα τα χαρτοφυλάκια τους. Για αυτό και το μέτρο δεν συζητείται να ισχύσει γενικώς και αδιακρίτως, αλλά μόνον στις περιπτώσεις που μια τράπεζα πουλάει το 20% και άνω των προβληματικών της δανείων.

Οι ελληνικές τράπεζες υποφέρουν από τα κόκκινα δάνεια που μετά τις συστηματικές προσπάθειες των τελευταίων ετών, συνολικά έχουν μειωθεί στα 88 δις. ευρώ. Με τα μισά σχεδόν δάνεια να μην εξυπηρετούνται, οι τράπεζες δεν είναι σε θέση να χρηματοδοτήσουν την οικονομία. Υπό φυσιολογικές συνθήκες, ο αποδεκτός μέσος όρος των προβληματικών δανείων είναι 4,5-5% του συνολικού χαρτοφυλακίου. Στην Ελλάδα είναι πάνω από 40%.

Τη Δευτέρα ανακοινώθηκε το σχέδιο της Eurobank να απορροφήσει την Grivalia. Ένα περίπλοκο νομικά και λογιστικά σχέδιο που έχει στόχο να μειώσει μέχρι το τέλος του 2019 σχεδόν κατά τα 2/3 τα κόκκινα δάνεια της τράπεζας. Παρά τις όποιες επιμέρους ενστάσεις για το εγχείρημα της Eurobank, κάθε επιχειρηματική απόφαση που οδηγεί σε γενναία μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων είναι ευπρόσδεκτη γιατί συμβάλει στην επιστροφή των τραπεζών στην κανονικότητα.

Μόνον με τολμηρές και ρηξικέλευθες λύσεις μπορούν οι τράπεζες να επιστρέψουν στην ομαλότητα και να επιτελέσουν τον ρόλο τους χρηματοδοτώντας την οικονομία. Αν δεν εκμεταλλευτούμε ρυθμίσεις όπως αυτή που σχεδιάζει τώρα η Ευρωζώνη και δεν προωθηθούν επιχειρηματικά σχέδια για σημαντική μείωση των κόκκινων δανείων όπως συνέβη στην περίπτωση της Εurobank, οι τράπεζες μπορεί το 2019 να είναι το σοβαρότερο πρόβλημα της υφιστάμενης ή της επόμενης κυβέρνησης.

Και με τη συγκέντρωση που υπάρχει στον κλάδο, με τέσσερις συστημικές τράπεζες οι οποίες μοιράζονται μερίδιο αγοράς από 20% έως 28% η κάθε μια, δεν θα έχει ιδιαίτερη σημασία σε ποια μπορεί να εμφανιστεί πρόβλημα. Γιατί θα είναι ζήτημα χρόνου να επηρεαστούν και οι υπόλοιπες.