Τόσα χρόνια κρίσης, προβλημάτων και προβληματισμών και ακόμα δεν έγινε σωστή διάγνωση των αιτίων που άνοιξαν τον ασκό του Αιόλου κατά των νοικοκυριών, των πολιτών , των επιχειρήσεων και οδήγησε σε απορρύθμιση το σύνολο της Οικονομίας. Η απουσία ορθολογικών εκτιμήσεων και διαπιστώσεων προκύπτει και από την αναποτελεσματικότητα των μέτρων που λαμβάνονται κάθε φορά με σκοπό να αντιμετωπιστούν προβλήματα της κοινωνίας και της Οικονομίας. Έτσι, ενώ διαρκώς ψηφίζονται μέτρα και καλλιεργούνται πομπώδεις προσδοκίες για βελτιώσεις και λύσεις, πολύ σύντομα διαπιστώνεται πως αντί για τη διατυμπανιζόμενη λύση, τα μέτρα έχουν αρνητική επίπτωση αφενός στις κοινωνικές ομάδες αφετέρου στο σύνολο της Εθνικής Οικονομίας.

Πρόσφατο περίτρανο παράδειγμα αποτελεί η εξέλιξη στα Ασφαλιστικά Ταμεία όπου ένα θετικό κατά γενική παραδοχή μέτρο, αυτό της συνένωσης δηλαδή των ασφαλιστικών ταμείων σε ένα (ΕΦΚΑ), αξιοποιήθηκε έτσι ώστε αδύναμα ασφαλιστικά ταμεία να επωφεληθούν ταμειακά από άλλα εύρωστα με τα οποία συνενώθηκαν με ευθεία επίπτωση στις συντάξεις. Και ειδικότερα εκείνων που είχαν εισφέρει περισσότερα στα ταμεία τους ή που η περιουσία των ταμείων τους είχε ως τότε αξιοποιηθεί αποτελεσματικά. Με τη δήμευση με αυτό τον τρόπο των πλεονασμάτων από τα ταμεία αυτά, πέρα από την συνταξιοδοτική ισοπέδωση που επακολούθησε από τις αλλεπάλληλες μειώσεις των συντάξεων , παραμένουν τα θεμελιώδη ερωτήματα-προβλήματα για το πώς θα αναθαρρήσει η Οικονομία . Κανείς δεν πιστεύει ότι η ταπείνωση των Ελλήνων με την κατάπνιξη των συντάξεων τους είναι μέτρο που τελειώνει μόνο στην μικρή σύνταξη . Όλοι περιμένουν η πολιτεία να ανταποκριθεί στις θεμελιώδεις υποχρεώσεις της για την Παιδεία, την Υγεία, την Ασφάλεια , την Κοινωνική δικαιοσύνη και μια Δημόσια Διοίκηση γρήγορη, αποτελεσματική και φιλική προς όλους.

Στο πλαίσιο αυτό, κανείς δεν θα είχε αντίρρηση να ληφθούν μέτρα, προκειμένου να αντιμετωπιστούν έκτακτες ανάγκες της χώρα μας. Μπορεί όμως η συνεισφορά του καθενός να επεκτείνεται πέρα από τα όρια της οικονομικής αντοχής του και της αξιοπρέπειας του; Όταν μειώνονται δραστικά οι μισθοί, οι συντάξεις και τα εισοδήματα και φθίνει έτσι δραματικά η ποιότητα του βιοτικού επιπέδου και από την άλλη μεριά αυξάνονται άμετρα οι υποχρεώσεις για ασφαλιστικές εισφορές και κάθε είδους φόρους, σε ποιους Έλληνες θα στηριχθούν οι ελπίδες της ανάκαμψης; Σε αυτούς μήπως που απεγνωσμένα προσδοκούν να σώσουν την περιουσία τους ή την επιχείρησή τους από τα «κόκκινα δάνεια»;

Με συνθήκες ανησυχίας για την ικανότητα αξιοπρεπούς επιβίωσης για πολλούς , με αγορά δίχως καταναλωτές, με πληθυσμό απογοητευμένο που γερνάει και τη νέα γενιά που σπεύδει να βρει την τύχη της στο εξωτερικό, με φορολογία στα ύψη , με εισφορές ως άλλη φορολογία και σε μια αγορά που χαρακτηρίζεται από παρεμβατισμούς και όχι από ελευθερία, πως θα δημιουργηθεί το απαραίτητο κλίμα για τις πολυπόθητες επενδύσεις; Θέλουμε ή όχι επενδυτές για να αυξηθεί το ΑΕΠ, τα έσοδα του κράτους και των ασφαλιστικών ταμείων, η απασχόληση και κάποτε στο μέλλον κάποιες συντάξεις;

Τελικά, μετά από τόσα χρόνια στην κρίση, τώρα βαδίζουμε μπροστά;

*Ο Ανδρέας Μπεκυράς είναι Οικονομολόγος, μέλος στο Δ.Σ του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Αθηνών (Ε.Β.Ε.Α.)