H Λογιστική Επιστήμη όπως εφαρμόζεται από τις επιχειρήσεις είναι η πιο αξιόπιστη από τις οικονομικές επιστήμες, όταν βεβαίως δεν καταστρατηγούνται οι Αρχές και οι κανόνες της.  Με την χρήση των Διεθνών Λογιστικών Προτύπων, που έως τώρα είναι υποχρεωτική μόνο για τις εισηγμένες στο Χ .Α. εταιρείες ,προσεγγίζεται περισσότερο η πραγματική οικονομική θέση της επιχείρησης  και παρέχεται πληρέστερη οικονομική πληροφόρηση.

Βασικό της μειονέκτημα της Λογιστικής τυποποίησης μέχρι σήμερα ήταν  η  αποτίμηση των περιουσιακών στοιχείων, των απαιτήσεων και των υποχρεώσεων των οικονομικών μονάδων,  κατά κανόνα  με βάση την αρχή του ιστορικού κόστους,  Με την προϊσχύουσα Νομοθεσία επιβάλλονταν κάποιες παρεμβάσεις  ( κυρίως οι προβλέψεις) που λειτουργούσαν κυρίως στην κατεύθυνση της μείωσης της περιουσίας της επιχείρησης εξαιτίας  κάποιων διαφαινόμενων κινδύνων. ( Αρχή της Συντηρητικότητας)

– Τα Δ. Λ. Π.  καθιερώνουν τον όρο «επιμέτρηση»  αντί για αποτίμηση επιτρέποντας δηλαδή στις επιχειρήσεις να προσδιορίζουν στο κλείσιμο της χρήσης την εύλογη αξία  των περιουσιακών στοιχείων  αξία τους που  εξ ορισμού προσεγγίζει πολύ περισσότερο την πραγματική τους αξία.

– Προκειμένου για μεγάλα ποσά απαιτήσεων  και υποχρεώσεων επιβάλλεται η αποτίμηση στην παρούσα αξία τους αντί για την ονομαστική αξία. Δεν μπορεί  για τους τηρούντες τα πρότυπα  να εξομοιώνεται μια υποχρέωση  πληρωτέα τον επόμενο μήνα με μία ισόποση υποχρέωση για το επόμενο έτος όταν βέβαια πρόκειται για μεγάλη αξία.

– Για  ένα μηχάνημα που έχει απαξιωθεί στην αγορά, εκτιμάται η δυνατότητα του να προσφέρει μελλοντικά  οφέλη στην επιχείρηση και η αξία του αποτιμάται αναλόγως.

-Σημαντική είναι επίσης και η υποχρέωση της επιχείρησης να λαμβάνει υπόψη το ενδεχόμενο διακοπής  του συνόλου ή μέρους των δραστηριοτήτων της, κατά την κατάρτιση των οικονομικών της καταστάσεων.  

Τέλος   οι σημειώσεις και επεξηγήσεις των οικονομικών καταστάσεων με τη χρήση των Δ. Λ .Π. έχουν μεγαλύτερη σημασία από τις αντίστοιχες σημειώσεις του γνωστού μας «παραρτήματος» του Ν.2190/1920. Εν κατακλείδι η  ορθή εφαρμογή των Διεθνών Λογιστικών Προτύπων παρέχει στον αναγνώστη των οικονομικών καταστάσεων  εγχώριο ή ξένο ,οικονομική  πληροφόρηση που ξεπερνά κατά πολύ τις ανάγκες των  φορολογικών  αρχών που ενδιαφέρονται μόνο για τον προσδιορισμό του φορολογικού αποτελέσματος της χρήσης ή των χρήσεων που εξετάζουν.   

Με  το πρόσφατα ψηφισθέν σχετικό Ν/Σ (Ελληνικά  Λογιστικά  Πρότυπα) υποχρεώνονται στην χώρα μας οι επιχειρήσεις να υποβάλλουν οικονομικές καταστάσεις, υιοθετώντας  το σύνολο ή μέρος των Διεθνών Προτύπων ανάλογα με το μέγεθός τους.  Προφανώς τομέτρο επιφέρει πρόσθετο  κόστος  για πολλές μικρές ή μεσαίες  επιχειρήσεις που δεν ενδιαφέρονται να αποδείξουν σε Τράπεζες ή υποψήφιους επενδυτές μια πλήρη εικόνα της οικονομικής τους κατάστασης. Επιπλέον  κάθε αλλαγή τρομάζει τουλάχιστον στην αρχική φάση.   

Θα περίμενε κανείς ότι με πολύ μεγαλύτερη αυστηρότητα των λογιστικών Αρχών θα καταρτίζονταν και ο ισολογισμός (απολογισμός) του Κράτους και σε ότι αφορά τις έσοδα και έξοδα του  έτους και σε ότι αφορά την αποτίμηση της περιουσίας του. Τα μεγέθη του είναι τεράστια σε σχέση με αυτά των επιχειρήσεων και μας αφορούν όλους. Κάτι τέτοιο ποτέ δεν συμβαίνει όμως με αποτέλεσμα όλες εκείνες τις ατέρμονες συζητήσεις των κομματικών εκπροσώπων την περίοδο 2000-2010. Θα θυμάστε πως άλλος έκανε την παραγγελία για εξοπλισμούς π.χ. ,άλλος παραλάμβανε, άλλος τα χρησιμοποιούσε άλλος  έπρεπε να γράψει την δαπάνη στον προϋπολογισμό.  Έως το 2010 έσοδο και είσπραξη για το Δημόσιο ήταν το ίδιο ,πράγμα αδιανόητο για τις επιχειρήσεις αλλά και την Λογιστική Επιστήμη και αυτό  άλλαξε πρόσφατα   με νόμο του 2010 από το 2011. Όμως στο Δημόσιο δεν τηρείται ούτε καν η Αρχή της συσχέτισης του Εσόδου με τα έξοδα που ήταν βέβαια ανέκαθεν υποχρεωτική για τις επιχειρήσεις. Ακόμα και σήμερα  τιμολόγια για δεδουλευμένες υπηρεσίες  προς το Δημόσιο αντί  εκδοθούν το 2014 θα εκδοθούν όταν πληρωθούν ,πιθανά το  2015. Αναγκάζεται δηλαδή και ο ιδιώτης συνεργαζόμενος με τοΕλληνικό Δημόσιο να  βρεθεί και στο τέλος ο ίδιος εκτεθειμένος σε φορολογικό έλεγχο.

Η  περιουσία του Δημοσίου δεν είναι ακόμα  πλήρως καταγεγραμμένη, πόσο μάλλον σωστά αποτιμημένη . Αντίθετα αν αποτιμάτο  κάθε χρόνο στην εύλογη αξία της ή με οποιοδήποτε σταθερή και αξιόπιστη μέθοδο, θα είχαμε  ένα σοβαρό κριτήριο για ενδεχόμενη πώληση ή παραχώρησή της ανά πάσα στιγμή  για μια  συγκεκριμένη αξία.

Επίσης αν γίνονταν από χρόνια μια τέτοια συστηματική δουλειά θα είμαστε πολύ πιο ισχυροί σε οποιαδήποτε  διαπραγμάτευση αφού ως γνωστό το Δημόσιο διαθέτει σημαντική περιουσία αλλά την αφήνει να απαξιώνεται. 

Για ένα ακόμα θέμα υψηλής σημασίας όπως η τήρηση Λογιστικών Προτύπων  από το Ελληνικό Δημόσιο  η διοίκηση του Κράτους από κόμματα και πολιτικούς κρίνεται ανεπαρκής  εδώ και  πολλές δεκαετίες . Και όμως  ο κόσμος έχει πειστεί ότι η τρόικα και το μνημόνιο είναι η αιτία των προβλημάτων μας επειδή μας ανέλαβαν τη στιγμή εκείνηπου ξεκινούσε ήδη  μεγάλη μας κατάρρευση. Ακόμα  όσοι σήμερα επιθυμούν την σταθερότητα , θεωρώντας ανέφικτη την επιβολή όρων στους  δανειστές  μας, δεν αναφέρονται  σε αυτά που πρέπει να γίνουν στη χώρα μας ίσως γιατί οι περισσότεροι είναι και αυτοί  εξοικειωμένοι με τα  χρόνια εσωτερικά μας προβλήματά .