Άτυπο και ανυπόγραφο είναι το πιο απεχθές «μνημόνιο» για τους πολίτες αυτής της χώρας και οφείλεται στον τρόπο που το πολιτικό μας σύστημα έχει διαμορφωθεί στην πράξη ανεξάρτητα από κοσμοθεωρίες ,δεξιές ή αριστερές κυβερνήσεις. Θα δούμε πως το κόστος του είναι μεγαλύτερο από τα πλεονάσματα 3% επί του ΑΕΠ που πληρώνουμε στους δανειστές μας. Ας μην ξεχνάμε άλλωστε πως το ίδιο το πολιτικό μας σύστημα ,είναι υπεύθυνο και για τα τρέχοντα που θα αναλύσουμε παρακάτω και για τις παλιές αμαρτίες (3%) , αφού για δεκαετίες έκανε ελλείμματα που έφτασαν και το 15% επί ενός μεγαλύτερου τότε ΑΕΠ.

Το ζήτημα είναι τόσο πασιφανές που δεν χρειάζεται να αναλωθούμε σε μοντέλα διοίκησης και κοσμοθεωρίες. Είναι πολυτέλεια, στην παρούσα φάση, να εξετάσουμε αν ένας γιατρός, ένας δάσκαλος ή μια νηπιαγωγός, ένας αστυνομικός,είναι πιο παραγωγικοί αν εργάζονται στον δημόσιο ή τον ιδιωτικό τομέα, ας υποθέσουμε πως είναι το ίδιο παραγωγικοί. Ας υποθέσουμε ότι με κάποια υπέρ και κατά συμβαίνει το ίδιο με όλους τους εργαζομένους στον δημόσιο τομέα που έχουν έργο και είναι απαραίτητοι στην κοινωνία.

Τι γίνεται όμως με αυτούς που είναι άχρηστοι ξεκινώντας από τους υπεράριθμους βουλευτές και το προσωπικό γύρω από αυτούς για να φτάσουμε στην ουσία του προβλήματος.

2 εκ. ευρώ κοστίζει κατά μέσο όρο στο δημόσιο ένας υπάλληλος για το σύνολο του βίου του. Συχνά αυτοί που κατέχουν υψηλούς βαθμούς λόγω τυπικών προσόντων είναι και αυτοί που δεν εμφανίζονται στις υπηρεσίες και βέβαια δεν εμφανίζονται στους γκισέ δες να εξυπηρετήσουν τους πολίτες, ούτε παίρνουν την μάνικα να σβήσουν τις φωτιές.

Εκατό χιλιάδες άτομα εκτιμώ εγώ, κατά προσέγγιση, αφού βέβαια δεν υπάρχουν τέτοια στοιχεία , πόσοι και ποιοι είναι δηλαδή αυτοί που ζουν εις βάρος των συναδέλφων τους και της κοινωνίας.

Δεν έχει διαφορά αν κάθεται ένας όλη την ώρα ή υποαπασχολούνται δύο τις μισές ώρες. Αναφέρομαι σε υπουργεία, οργανισμούς, ΔΕΚΟ, επιτροπές, παντού. Δεν είναι υποχρεωτικά μόνιμοι, αλλά αυτό γίνεται μόνιμα, οπότε είναι το ίδιο από κάθε άποψη. Αυτούς προστατεύουν πάντα οι κυβερνήσεις, με την παρούσα κυβέρνηση να το διαλαλεί βλακωδώς, καθιστώντας σαφές πως η αριστερά ταυτίζεται με τον παρασιτισμό. Κανείς δεν τολμάει να πιάσει έναν από αυτούς από το χέρι και να τον βάλει κάπου να δουλέψει και να είναι χρήσιμος στην κοινωνία. Ίσως για τον ίδιο λόγο επιθυμούν διακαώς την εξουσία για να ανανεώνουν το μόνιμο βαρίδι που δεν αφήνει ποτέ την οικονομία να αναπτυχθεί.

Εκατό χιλιάδες άτομα επί 2 εκ.€/ άτομο μας κάνουν 200 δισ. Όχι βέβαια για μια χρονιά αλλά διαιρώντας με 40 κατά μέσο όρο χρόνια που πληρώνουμε έναν σταθερό αριθμό ατόμων, μας κάνει 5 δισ. το χρόνο. Μόνιμα. Έως το 2009 το νούμερο ήταν πολύ μεγαλύτερο αλλά δεν το πληρώναμε – χτίζαμε δημόσιο χρέος. Αστρονομικό νούμερο για μια χώρα σαν την Ελλάδα. Φορολογούνται οι πολίτες για να αισθάνονται και κορόιδα από πάνω.

Αν στο νούμερο αυτό προσθέσουμε και το οικονομικό κόστος της διαφθοράς στο δημόσιο αντιλαμβανόμαστε ποιο είναι το μνημόνιο που πρέπει να σκίσουμε στην πράξη. Και βέβαια τα κόστη δεν είναι μόνο οικονομικά. Αντιλαμβάνεστε τι μήνυμα φτάνει στον εργαζόμενο του ιδιωτικού τομέα. Στον εργαζόμενο που όταν μείνει 1 εβδομάδα χωρίς αντικείμενο ανησυχεί μήπως χάσει την θέση εργασίας του και προσπαθεί διαρκώς να είναι χρήσιμος.

Χιλιάδες συμπολίτες μας πληρώνονται χωρίς να προσφέρουν τίποτα και το χειρότερο, δεν τους ενοχλεί αυτό, δεν ζητούν μετάταξη να πάνε κάπου αλλού να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους. Αντίθετα διεκδικούν ,μισθούς ,πρόωρες συντάξεις ,δικαιώματα, επιδόματα. Η οικονομική ανάλυση αποδεικνύει πως οι πόροι που εξανεμίζονται για μία θέση εργασίας που δεν χρειάζεται μπορούν σε έναν τομέα που έχει ζήτηση να δημιουργήσουν πέντε και δέκα νέες θέσεις εργασίας.

Και όμως στα μέσα ακούω μόνιμα το αντίθετο, ότι δηλαδή όταν καταναλώνουν οι δημόσιοι υπάλληλοι έρχεται η ανάπτυξη λες και δεν μπορούν να καταναλώσουν οι άνεργοι ή οι υπάλληλοι του ιδιωτικού τομέα. Πάντα επιμένουμε σε αυτή την χώρα ότι η ανάπτυξη έρχεται από την κατανάλωση αλλά ακόμα και αν το πιστεύουμε αυτό βλακωδώς κατά την άποψή μου, τουλάχιστον, ας δώσουμε σε όλους την δυνατότητα να καταναλώνουν και βεβαίως πρώτα σε αυτούς που επιθυμούν να εργασθούν και, δυστυχώς, συχνά δεν μπορούν. γιατί δεν υπάρχουν δουλειές.