Πριν από χρόνια, σε ένα ταξίδι στο Λονδίνο τέθηκε ξαφνικά το ερώτημα: «ποιον θεωρείτε ως τον Έλληνα που κάνει τη διαφορά; Που θα μπορούσε άνετα να ενώσει τη χώρα»; Η παρέα των τριών δημοσιογράφων κόμπιασε. Πολύ πιο δύσκολο έγινε το ερώτημα όταν προστέθηκε το «…μπορείτε να πείτε και παραπάνω από μια πρόταση».
Οι δημοσιογράφοι ως «φάρα» είμαστε παραπάνω από ομιλητικοί.

Κι όμως. Σε αυτό το ερώτημα άπαντες «μουγκάθηκαν». Το άλαλο ύδωρ ήπιαμε. Που να βρεις εξάλλου το πρόσωπο εκείνο που θα ένωνε μια πατρίδα που τότε μαστιζόταν από την ύφεση (όπως και σήμερα), την ανυποληψία του πολιτικού και κοινωνικού προσωπικού (όπως και τώρα) και τη σήψη που οδηγεί τις μάζες σε αφασία;

Με μεγάλο ενδιαφέρον λοιπόν παρακολουθώ τη συζήτηση αναφορικά με την «πληθώρα άξιων Ελλήνων» που θα μπορούσαν να αναλάβουν το φορτίο της προεδρίας της Δημοκρατίας.

Κι εδώ θα διαφωνήσω. Δεν συμμερίζομαι καθόλου αυτή την άποψη. Αντιθέτως, αντί για πληθώρα – όπως κατά κόρρον τονίζει ο κ. Βενιζέλος εσχάτως ή ο κ. Θεοδωράκης- εγώ βλέπω λειψανδρία. Πλήρες έλλειμμα. Βλέπω την παντελή απουσία προσώπων που άμεσα η κοινωνία θα αναγνώριζε ως πρότυπα. Δεν μου προκύπτει από πουθενά κανενός είδους πρωτοπορία, καμία αξιοσύνη.

Δεν παραγνωρίζω πως υπάρχουν εξαίρετοι Έλληνες ανά τον πλανήτη όπως η κα. Ελένη Γλυκατζή Αρβελέρ ή ο κ. Νανόπουλος που εσχάτως «πλασάρονται» από συγκεκριμένα κέντρα. Να σας πάω στους καλλιτέχνες; Εμένα θα μου άρεσε ενδεχομένως ένας αντισυμβατικός χαρακτήρας σαν τον Διονύση Σαββόπουλο παρά τις κατά καιρούς γκέλες του. Να βάλουμε τον Αλεβιζόπουλο που είπε το «Ποτάμι»;

Κανένας όμως από όλους αυτούς δεν είναι εκείνος ο ΕΝΑΣ!

Αυτός που θα οδηγήσει την κοινωνία σε μια πορεία αλλαγής και ριζοσπαστισμού.

Κι αυτό διότι η κυριαρχία της μετριοκρατίας, το θάψιμο των πρώτων για να επιβιώσουν οι δεύτεροι, τρίτοι και τέταρτοι ως πασοκικό «σπορ», ως συνήθεια ετών, τώρα είναι που αποδίδει «καρπούς». Είχες μέσο; Προχωρούσες. Δεν είχες; Τα κουβαδάκια και στο σπίτι σου. Άντε στην καλύτερη να έφευγες εκτός χώρας για να βρεις την άκρη με κόπο και αγώνα.

Μέσα λοιπόν από μια λαίλαπα 40 ετών, η κοινωνία μας εθίστηκε στο “λίγο” και φυσικά αυτό παρήγαγε. Μικρές οντότητες. Χάσαμε τους Χατζηδάκηδες κι έχουμε αρκεστεί σε συμπαθητικούληδες τραγουδοποιούς που τους «μεγαλώνουμε» ελλείψει άλλων όπως την καλούλα Μποφίλιου ή ο κάθε διασκεδαστικός “Μαραβεγιας”. Μας άφησε χρόνους ο Κάρολος Κουν και «βολευόμαστε» με τον εξαιρετικό μα όχι ισοϋψή Κακλέα.

Πουθενά δεν έχει ξεμυτίσει κανένας Κωνσταντίνος Καραμανλής και βολευόμαστε με τον ανεψιό του, ή με τον υιό Παπανδρέου λόγω απουσίας του πατρός. Πάνε οι παλιοί «Τσάτσοι», οι Παπαληγούρηδες, ευπατρίδηδες της ζωής του τόπου όπως ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος, ο Μαρκεζίνης για όσους είναι πιο δεξιών αποχρώσεων ή ο Κύρκος με τον Ηλιού για τους πιο αριστερών και πλέον κάνουμε «δουλειά» με τον κάθε φωνακλά στα δελτία ειδήσεων “επειδή έχει γκελ και τον θέλει ο κόσμος». Πουθενά δεν βλέπουμε τον νέο Καραθεοδωρή. Τον καινούργιο Μητρόπουλο στη μουσική, τον Σκαλκώτα της εποχής ή τον γιατρό – ερευνητή Παπανικολάου του 21ου αιώνα.

Τώρα όμως που ήλθε η έσχατη ώρα του προσκλητηρίου, παρόν δεν ακούγεται από πουθενά. Κι αυτό διότι όπως έγραψε πριν ένας ακόμα μεγάλος εκλιπών, ο Μανώλης Ρασούλης «οι μάγκες δεν υπάρχουν πια. Τους πάτησε το τρένο».