Ο σύμβουλος του υπουργού σαφής: “Η κριτική σας παραείναι σκληρή κατά του πολιτικού μου προϊσταμένου”.

Κάπως έτσι αρνήθηκε το στέλεχος παραγωγικού υπουργείου αίτημα συνέντευξης με πρωτοκλασσάτο στέλεχος της κυβέρνησης, προσθέτοντας μάλιστα και μια γερή δόση προσωπικής ειρωνίας. Κι αυτό διότι προϋπήρξε η δημοσίευση σειράς διορισμών φίλων του πολιτικού από την ιδιαίτερη πατρίδα κι εκλογική περιφέρεια του στο υπουργείο.

Ανάλογη διάθεση αποκλεισμού μεγάλων ΜΜΕ είχε υπάρξει και από υπουργό που μέσα στον πρώτο μήνα της θητείας του αποφάσισε να μοιράσει διαφημιστικό budget. Λεφτά για αριστερές εφημερίδες με κυκλοφορίες του …διχίλιαρου υπήρχαν.

Την ίδια στιγμή όμως “κόβονταν” τα Μέσα που δεν στήριζαν, που δεν “υποτάσσονταν” στο γενικότερο κλίμα “εθνικής ανατάσεως”, που δεν συμμετείχαν στο κλίμα “όλα πάνε καλά και μην ανησυχείται”. Τι κι αν υπήρχαν στα συγκεκριμένα ΜΜΕ κατά πολύ μεγαλύτερες κυκλοφορίες από τις εφημερίδες του διχίλιαρου; Αυτή η λεπτομέρεια δεν απασχολούσε τη νέα εξουσία.

Να πάμε στο επίπεδο των “διαρροών”; Διακεκριμένοι δημοσιογράφοι με αντίθετη όμως άποψη έχουν στοχοποιηθεί και τους έκλεισαν οι πόρτες της ενημέρωσης, ο κ. Γαβριήλ Σακκελαρίδης που είχε υποσχεθεί την αποκατάσταση της ενημέρωσης των πολιτικών συντακτών σε καθημερινή βάση, “ξεχάστηκε” και τίποτα δεν έπραξε προς αυτήν την κατεύθυνση, ενώ και οι υπόλοιποι υπουργοί ακούνε συνέντευξη Τύπου και τρέχουν όπως ο διάβολος όταν μυρίζει το λιβάνι.

Με ύφος σαράντα Καρδιναλίων, με διάθεση ρεβανσισμού και προφανώς λησμονώντας κάποια ονόματα της πολύ πρόσφατης πολιτικής ιστορίας λοιπόν, μια ομάδα στελεχών της νέας εξουσίας δεν ξεκίνησε σωστά. Σε μια περίοδο με νωπή λαϊκή ετυμηγορία, άπαντες νιώθουν κραταιοί. Έτσι παντοδύναμοι θυμάμαι ένιωθαν κάτι υπουργοί του ΓΑΠ όπως ο Παύλος Γερουλάνος (αλήθεια αυτός που βρίσκεται εξαφανισμένος σήμερα;), ο Γιώργος Παπακωνσταντίνου (γι΄αυτόν κάτι περισσότερο γνωρίζουμε) ή η “εναλλακτική” Τίνα Μπιρμπίλη.

Το χειρότερο όλων όμως είναι πως συλλήβδην τα ΜΜΕ θεωρούνται διαπλεκόμενα, άρα “κακά”, “ύποπτα” και “μη αποδεκτά”. Για το λόγο αυτό έχουν δημιουργηθεί τρεις κατηγορίες ΜΜΕ:

τα κομματικά που παρά τις ανύπαρκτες ακροαματικότητες ή κυκλοφορίες τους έχουν άμεση πρόσβαση στις πηγές ενημέρωσης, τα “φιλικά” που κεφαλαιοποιώντας την στήριξη που πρεκλογικά έδωσαν αν και δεν έχουν την εκτίμηση των κομματικών βρίσκονται εντός παιχνιδιού και τέλος όλα τα άλλα, που ακόμα κι αν δεν έχουν σχέση με αυτό που λέγεται διαπλοκή είναι αποκλεισμένα ή αντιμετωπίζονται φοβικά και με καχυποψία. Οι τελευταίοι επειδή είχαν μια πιο ψύχραιμη ή και διαφορετική προσέγγιση από όσους (Αριστερούς ή Δεξιούς) μιλούσαν περί προδοτών ή Γερμανοτσολιάδων πολιτικών, σήμερα αντιμετωπίζονται περίπου σαν τα Κατοχικά ΜΜΕ.

Το ζήτημα όμως είναι πως με αυτή τη λογική και τις νοοτροπίες που θυμίζουν Πογκρόμ η χώρα μας εκτός από την οικονομική – και κατόπιν κοινωνική – απομάκρυνση από την Ευρώπη θα βιώσει και την κατάργηση άλλων ευρωπαϊκών κεκτημένων. Αυτών της πολυφωνίας και του δημοκρατικού ελέγχου των πολιτικών. Για τα παραπάνω έχουν δοθεί μεγάλοι αγώνες για δεκαετίες από τις δημοσιογραφικές ενώσεις και από πλήθος διανοούμενων. Αγώνες κατά του Ναζισμού και του υπαρκτού Σοσιαλισμού που θέλησαν είτε με τον Γκέμπελς, είτε με την Πράβδα να φιμώσουν, να αποκλείσουν, να ποδηγετήσουν. Γιατί κακά τα ψέματα: η μάχη των συνειδήσεων περνάει από τη μάχη της ενημέρωσης. Το να επιστρέψει λοιπόν η χώρα σε καταστάσεις που θυμίζουν το χειρότερο μας παρελθόν(π.χ. τη Χούντα) σαφώς και είναι κάτι που οι υγιείς δυνάμεις της χώρας, οι υγιείς καλά – καλά δυνάμεις που υπάρχουν κι εντός ΣΥΡΙΖΑ δεν πρέπει να το επιτρέψουν.

Διότι όσοι ονειρεύονται σοσιαλιαστικό συγκεντρωτισμό και κηνύγι φαντασμάτων έχουν ξεχάσει πως σήμερα ζούμε στον 21ο αιώνα, συμμετέχουμε σε έναν πολύμορφο φορέα που λέγεται ΕΕ ο οποίος διέπεται από κανόνες και πως όσοι ονειρεύονται Βόρειο Κορέα ή νοσταλγούν ΕΣΣΔ μάλλον θα απογοητευτούν.