Να το κάνουμε σαφές: εκλογές, ούτως ή άλλως έχουμε τον Μάιο. Έχουν μείνει δηλαδή 76 ημέρες έως ότου πραγματοποιηθεί κάτι περισσότερο από μια δημοσκόπηση.
Είτε ο Αλέξης Τσίπρας πάει τη διαδικασία των εθνικών εκλογών τον Οκτώβρη, είτε τον Σεπτέμβρη, είτε επιλέξει κάτι άλλο, το μόνο βέβαιο είναι πως ο ελληνικός λαός θα έχει την ευκαιρία του εντός της άνοιξης. Μια ευκαιρία που όπως όλα δείχνουν δεν θα πάει χαμένη.

Ακούμε για παράδειγμα πως ο πρωθυπουργός θέλει να μεταθέσει τις εθνικές εκλογές το φθινόπωρο για να “εκτονωθεί η οργή του Σκοπιανού ζητήματος”. Πόσο λάθος είναι όμως αυτός ο σχεδιασμός θα φανεί στις 26 Μαϊου. Κι αυτό διότι οι Μακεδόνες θα εκφραστούν μαζικά και καταλυτικά. Θέλει δεν θέλει η κυβέρνηση, οι ευρωκάλπες θα στείλουν μήνυμα και για αυτό το θέμα. Και είναι πραγματικά απορίας άξιο το πώς κάποιοι στο Μαξίμου εξακολουθούν να μιλούν για ποσοστά “αξιοπρέπειας” του ΣΥΡΙΖΑ όταν σε καμία δημοσκόπηση δεν φαίνεται το κυβερνών κόμμα να κινείται άνω του 15% στη βόρεια Ελλάδα. Προκαλεί εντύπωση που βρίσκουν ορισμένοι αναλυτές αυτό το περίφημο πανελλαδικό 25-27% για το κόμμα της αριστεράς όταν στην καλύτερη των μετρήσεων βλέπουμε τον ΣΥΡΙΖΑ να λαμβάνει 13% κι αυτό στην Α’ Θεσσαλονίκης. Σε περιοχές όπως τα Γρεβενά, η Κοζάνη, η Καστοριά, οι Σέρρες, η Ημαθία κλπ οι έρευνες κοινής γνώμης αποτυπώνουν ποσοστά που θυμίζουν μονοψήφιες θερμοκρασίες …Νευροκοπίου μέσα στον Γενάρη.

Πώς λοιπόν ο ΣΥΡΙΖΑ θα πάρει το πολυπόθητο ποσοστό που θα του επιτρέπει να μείνει όρθιος την επόμενη ημέρα όταν το ένα τέταρτο του εθνικού εκλογικού σώματος (η βόρεια Ελλάδα δηλαδή) τον καταδικάζει και δεν του δίνει καν ένα ποσοστό στη σφαίρα του 20%; Είναι δυνατό στα υπόλοιπα αστικά κέντρα της επικράτειας να πάρει η αριστερά 30 ή 35% για να μείνει κάπως ζωντανή; Προφανώς κι αυτό είναι κάτι εξαιρετικά δύσκολο για να μην πούμε ακατόρθωτο.

Ένα δεύτερο αρνητικό σημάδι για την τελική τύχη του ΣΥΡΙΖΑ είναι η δυστοκία να βρει υποψηφίους σε Ευρωεκλογές και αυτοδιοικητικές εκλογές. Η σπουδή σήμερα το πρωί να γίνει διαρροή από το γραφείο του πρωθυπουργού πως “Ηλιόπουλος και Νοτοπούλου θα πάνε στο δεύτερο γύρο” αποδεικνύει πως το καράβι του κυβερνητικού μπλοκ μπάζει νερά. Πως υπάρχει κίνδυνος και ανησυχία. Πως τα πρόσωπα που επιλέχθηκαν δεν πείθουν. Και πως παρά την τετραετή διακυβέρνηση ο ΣΥΡΙΖΑ δεν κατάφερε να λειτουργήσει ως ένα μοντέρνο κόμμα που παρήγαγε νέα στελέχη αιχμής. Όλα κινούνται στην παρωχημένη λογική του ηγέτη – πατερούλη, χωρίς άλλους πρωταγωνιστές. Αυτό όμως δεν μπορεί να οδηγήσει τον ΣΥΡΙΖΑ πουθενά.

Πέραν της ασφάλειας που νιώθει ο Αλέξης Τσίπρας πως στην επόμενη της (μεγάλης) ήττας ημέρα δεν θα τον αμφισβητήσει κανένας, όλοι κατανοούν τη γύμνια που υπάρχει. Μια γύμνια ενδεικτική όμως και της τύχης που ο ΣΥΡΙΖΑ θα έχει. Γιατί ένα κόμμα που δεν παράγει στελέχη αιχμής υπό τον φόβο να μην αμφισβητηθεί μελλοντικά ο ηγέτης του, είναι καταδικασμένο σε συνεχόμενες ήττες. Σε εσωστρέφεια.

Και κάπως έτσι μοιραία έρχεται η διαπίστωση πως εάν ο ΣΥΡΙΖΑ στις Ευρωκάλπες κινηθεί σε ποσοστά κάτω του 22-21% και η διαφορά του από τη ΝΔ βρίσκεται σε ποσοστά κοντά στο διψήφιο και ταυτόχρονα δεν καταφέρει να εκλέξει δήμαρχο σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη και Πειραιά, πολύ περισσότερο εάν οι υποψήφιοι του δεν περάσουν καν στον δεύτερο γύρο των αυτοδιοικητικών εκλογών, αν επίσης ο ΣΥΡΙΖΑ βουλιάξει στην περιφέρεια Αττικής και η επικράτεια βαφτεί γαλάζια από τους νεοδημοκράτες υποψήφιους περιφερειάρχες, τότε οι κάλπες του φθινοπώρου ενδέχεται να έλθουν ακόμα πιο νωρίς. Γιατί αυτή θα είναι μια ξεκάθαρη στρατηγική ήττα για τον “άχαστο” Αλέξη Τσίπρα.