Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένα καλό παιδί. Βασιλόπουλο δεν το έλεγες. Καταλήψεις έκανε και κοπάνες. Φοιτητής μέτριος, συνδικαλιστής πρώτος, πτυχίο πήρε με το στανιό.
Στα 30 του ακόμα δεν είχε δουλέψει. Όμως είχε αυτή τη γλυκύτητα του …αγώνα. Την προσμονή της “μεγάλης νύχτας” που θα έφερνε την επανάσταση. Ο Γκεβάρα ήταν μέσα του. Ήταν το συμπαθητικό “γελαστό παιδί”. Ο Κανακάρης που κάθε μάνα ήθελε να καλομάθει – κακομάθει, ο γαμπρός που όλες οι πεθερές ονειρεύονταν.

Ώσπου του έκατσε η καλή. Για την ακρίβεια μια σειρά απανωτών καλών. Με κοπτάτσια πήρε το χρίσμα για Δημαρχος Αθηναίων. Με κοπτάτσια αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ. Η μοίρα τον έφερε σε θέση ηγέτη της αξιωματικής αντιπολίτευσης και μετά πρωθυπουργό. Με αριστερή ρητορική πουλούσε αγώνα.

Ήταν μάλιστα κι εναλλακτικός. Όχι. Αυτό το καλόπαιδο δεν έμενε στα Κολωνάκια και στις Εκάλες. Το αριστερό πριγκιπόπουλο ζούσε στην Κυψέλη. Όχι. Ο ήρωας του παραμυθιού μας δεν είχε λιμουζίνες. Κινούνταν με μηχανή. Ακόμα θυμάμαι την εκπομπή στην οποία γελαστός πήγαινε στη συνέντευξη με τον Μανώλη Κοτακη Καβάλα στο δίκυκλο.

Όχι. Διακοπές δεν πήγαινε όπως οι πλουτοκράτες. Έστηνε τη σκηνή του στην παραλία και φορούσε σανδάλια. Πήγαινε στη Μουτσούνα και στην Αίγινα. Όχι στα κότερα….

Όχι στα κότερα; όχι στα κότερα;

Χμμμμμμμ.

Ε εδώ κάπου το παραμύθι μας τελείωσε.

Γιατί δυστυχώς πίσω από το καλό και γελαστό πριγκιπόπουλο της Αριστεράς κρυβόταν Δρακος. Ένας κακός λύκος ψεμάτων και μισολογων. Ο Τσιπρας από πρίγκηπα εξελίχθηκε σε βασιλιά. Μόνο που ως βασιλιάς από εχθές είναι γυμνός. Όχι γιατί λιαζοταν το κορμί του. Αυτό κανεις δεν θα το σχολίαζε αν απλά έριχνε οπουδήποτε ανα την Ελλάδα τη βουτιά του. Το ζήτημα είναι η υποκρισία ενος ανθρώπου που “πουλούσε” επικοινωνιακά μια άλλη εικόνα, αυτή του ασυμβίβαστου και του …αλλιωσ και που τώρα λιάζεται στο σκάφος της οικογένειας Παναγοπουλου. Με αυτά κι αλλά μας ήλθε στο νου το τραγουδάκι του Διονύση Σαββοπουλου. Αυτό που έλεγε

“Θυμάσαι που βαλάντωνες εκεί στην εξορία
και διάβαζες και Ρίτσο και αρχαία τραγωδία;
τώρα κοκορεύεσαι επάνω στον εξώστη
και μιλάς στο πόπολο σαν τον ναυαγοσώστη.

Στη φοιτητριούλα που σ’ έχει ερωτευτεί
θα σε καταγγείλω πονηρέ πολιτευτή.
Τζάμπα χαραμίζει θα πάω να της πω
το νεανικό της και αγνό ενθουσιασμό”.